Βιβλιο

Kατίνα Δημητρίου - Ψαριανού: Ένα κορίτσι αντάρτισσα στο βουνό

Ο Γρηγόρης Ψαριανός γράφει για το βιβλίο της μητέρας του: «Η αφήγηση αυτή δεν θέλει να αποδώσει ή να καταμερίσει ευθύνες για τον εφιάλτη που έζησε η πατρίδα μας».

4669-35224.jpg
Τάκης Σκριβάνος
ΤΕΥΧΟΣ 815
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού
Η Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού

«Ας ζήσει και κανένας»: Η ζωή της Κατίνας Δημητρίου-Ψαριανού στην Κατοχή και στον Εμφύλιο μέσα από το βιβλίο της (εκδ. Επίκεντρο)

Σας έχει τύχει ποτέ να σκέφτεστε πώς θα ήταν η ζωή σας, η καθημερινότητά σας, αν είχατε γεννηθεί κάπου αλλού, σε κάποιον άλλον χρόνο; Στις εποχές των γονιών ή των γιαγιάδων, ή και ακόμα πιο πίσω; Η Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού, γεννήθηκε το 1927, στην Αγόριανη, ένα ορεινό χωριό του Παρνασσού, που σήμερα λέγεται Επτάλοφος. Φανταστείτε τα χρόνια. Το πιο απλό σήμερα, που πατάς ένα κουμπί και ανάβει το φως, δεν υπήρχε πουθενά. Έξι αδέρφια, με πατέρα δάσκαλο και μητέρα που φρόντιζε τα παιδιά και τα χωράφια.

Το εξώφυλλο του βιβλίου «Ας ζήσει και κανένας» εκδ. Επίκεντρο.
Το εξώφυλλο του βιβλίου «Ας ζήσει και κανένας» εκδ. Επίκεντρο.
Όταν η Κατίνα ήτανε 5-10 χρονών και έτρεχε τριγύρω στα χωράφια ή μάθαινε τα πρώτα της γράμματα, πού να φανταζόταν ότι σε λίγους μήνες θα γινότανε πόλεμος, ότι θα μπαίνανε στο χωριό οι Ιταλοί, οι Γερμανοί, ότι θα τους καίγανε το σπίτι. Η Κατίνα έζησε τον πόλεμο, έζησε και τον Εμφύλιο ως αντάρτισσα στα βουνά. Έζησε και τις διώξεις τα επόμενα χρόνια. Στο βιβλίο της «Ας ζήσει και κανένας», που επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Επίκεντρο με πρωτοβουλία του γιου της, Γρηγόρη Ψαριανού, περιγράφει εκείνα τα χρόνια, πώς η ίδια τα έζησε, τις αγωνίες, την πείνα, τους σκοτωμούς. Σε μερικά του σημεία είναι τόσο λεπτομερές που μοιάζει με ημερολόγιο, αλλά δεν είναι. Χαράχτηκαν όλα αυτά τόσο βαθιά μέσα στο μυαλό της, που δεν τα ξέχασε ποτέ.

Ο πόλεμος και η κατοχή

«Ερχόντουσταν οι Ιταλοί στο χωριό, όπου δεν βρίσκανε κόσμο, σπάγανε πόρτες, παράθυρα, σπάγανε πιάτα, ό,τι είχε μέσα στα σπίτια ο κόσμος. Άρχισε μετά ο κόσμος να φτιάχνουν καταφύγια, για να θάβει μέσα τα πράγματα. Όταν φεύγανε οι Ιταλοί, βγάζαμε ό,τι χρειαζόμασταν, κι όταν τους βλέπαμε να έρχονται, τα ξαναθάβαμε και φεύγαμε από το χωριό. Κάπως έτσι κυλούσαν οι μέρες και πέρναγαν οι μήνες. Σκλαβωμένη πια η πατρίδα».

Στον σταθμό της Δαυλείας, μετά την απελευθέρωση από τις φυλακές της Λειβαδιάς. Στο κέντρο ο πατέρας, ανάμεσα στους γιους του, Νικηφόρο και Σόλωνα. 6 Μαρτίου 1943.
Στον σταθμό της Δαυλείας, μετά την απελευθέρωση από τις φυλακές της Λειβαδιάς. Στο κέντρο ο πατέρας, ανάμεσα στους γιους του, Νικηφόρο και Σόλωνα. 6 Μαρτίου 1943.

Η Κατίνα ήταν 13-14 χρονών. Ο αδερφός της ο Μήτσος πριν ξεσπάσει ο πόλεμος είχε μόλις αποφοιτήσει από τη Σχολή Ευελπίδων. Πολέμησε στο μέτωπο και στη συνέχεια βγήκε ως αντάρτης στο βουνό, στις γραμμές του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ), με το ψευδώνυμο Νικηφόρος. Στο βουνό και ο άλλος αδερφός της ο Γιάννης με το ψευδώνυμο Σόλωνας και λίγο πιο μετά και ο πατέρας της, ο Νίκος ο δάσκαλος. Πότε πότε οι αντάρτες κατέβαιναν στα χωριά για προμήθειες, με το χωριό να έχει ήδη ενημερωθεί και να τους περιμένει ετοιμάζοντας συσσίτια. «Δεν ήξερες ποιον να πρωτοθαυμάσεις. Εμείς, μικρά παιδιά, τρυπώναμε μες στη μέση και τους βλέπαμε με τα όπλα, με τις γενειάδες. Ξεχνάγαμε και τον πατέρα μας που ήταν φυλακή και το σπίτι μας το καμένο και τι θα γινόμασταν αύριο, όλα τα ξέχναγες όταν έβλεπες αυτά τα παλικάρια να τραγουδάνε και σε λίγο να παίρνουν πάλι τα όπλα και να ξεκινάνε, να φεύγουνε στο άγνωστο, στον πόλεμο, στη φωτιά, στις μάχες». Το 1942 οι Ιταλοί έκαψαν το σπίτι της οικογένειας. Ο πατέρας της Κατίνας συνελήφθη και φυλακίστηκε στη Λιβαδειά και τον έβγαλε με μια παράτολμη στρατιωτική επιχείρηση ο Νικηφόρος. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Νικηφόρος και ο Σόλωνας καταδικάστηκαν σε θάνατο και η ποινή τους μετατράπηκε σε ισόβια, χάρη στις μεγάλες προσπάθειες του πατέρα. Είχε αρχίσει ο Εμφύλιος.

Δεύτερος από δεξιά ο πατέρας, ΕΛΑΣ Θήβα, Ιούλιος 1944.
Στον σταθμό της Δαυλείας, μετά την απελευθέρωση από τις φυλακές της Λειβαδιάς. Στο κέντρο ο πατέρας, ανάμεσα στους γιους του, Νικηφόρο και Σόλωνα. 6 Μαρτίου 1943.

Εμφύλιος

«Εγώ μέσα μου ήθελα να πάω στο αντάρτικο, γιατί δεν μου άρεσε που θα πηγαίναμε στην Κάτω Αγόριανη. Θα είχαμε κι εκεί αυτά που είχαμε και στο δικό μας χωριό, κι ακόμα χειρότερα. Θα είχα συνέπειες και διωγμούς. Όπως γινότανε σε αδελφές και σε συγγενείς αγωνιστών».

Ήταν Νοέμβριος του 1947, όταν η Κατίνα στρατολογήθηκε από τους αντάρτες και ανέβηκε στο βουνό, στην ομάδα του Διαμαντή, ενός καλού ανθρώπου και λεβέντη όπως λέει η Κατίνα, ενός αγωνιστή που παρότι δεν ήταν στρατιωτικός, κατάφερνε και βρισκόταν πάντα σε άλλο σημείο απ’ όπου θα περίμενε ο Εθνικός Στρατός. Ο τίτλος του βιβλίου «Ας ζήσει και κανένας» είναι μια φράση του Διαμαντή, ο οποίος εκτελέστηκε με το τέλος του Εμφυλίου και η σορός του πετάχτηκε μαζί με τις σορούς άλλων ανταρτών σε ομαδικό τάφο. Φωτογραφίες του, και ζωντανός και πεθαμένος, υπάρχουνε στο βιβλίο.

Εφημερίδα της εποχής, για τον θάνατο του Διαμαντή, 22 Ιουνίου 1949.
Εφημερίδα της εποχής, για τον θάνατο του Διαμαντή, 22 Ιουνίου 1949.

«Ας ζήσει και κανένας»: Οι μάχες του εμφυλίου 

Ελικώνα, Παρνασσός, Γκιώνα, Βαρδούσια, Οίτη, ένα πηγαινέλα κάτω, πάνω και γύρω από αυτά τα βουνά ήταν η σκληρή καθημερινότητα της ομάδας της Κατίνας. Το πρωί μάχες, το βράδυ μετακίνηση. Ύπνος στα όρθια, φαγητό με το στανιό, νερό αν υπήρχε καμιά πηγή ή από το χιόνι. Και μεγάλη προσοχή στο «γαλατά», όπως έλεγαν οι αντάρτες τα αεροσκάφη Ντακότα, τα οποία κατέβαιναν χαμηλά για να δουν αν υπάρχει κίνηση κι αν υπήρχε μετά έστελναν τα Σπιτφάιρ που πετσόκοβαν τους μαχητές. Μάχες άλλες χαμένες και άλλες κερδισμένες.

«Έπρεπε να προλάβεις όσο κρατούσε η νύχτα να πιάσεις τους πρόποδες του βουνού, γιατί, αν η μέρα σε βρει μέσα στον κάμπο, γίνεται μακελειό. Σε χτυπάνε τα αεροπλάνα, ώσπου να ’ρθει ο στρατός να γίνει μάχη. Και δεν μας συνέφερε ποτέ να γίνεται μάχη με πρωτοβουλία του στρατού, γιατί σε πιάνουν απροετοίμαστο και δεν είχαμε και εφόδια πολλά όπως είχε ο στρατός, σφαίρες και όπλα. Εμείς έπρεπε από μάχες να παίρνουμε, από αυτούς. Γιατί σ’ αυτούς έστελναν οι Εγγλέζοι και οι Αμερικάνοι για να μας πολεμάνε. Εμείς δεν είχαμε τίποτα. Από τις μάχες παίρναμε και ρούχα, κουβέρτες. Από τους σκοτωμένους».

Λιγοστεύαμε πια…

«Είχαν ενταθεί τώρα οι μάχες εναντίον μας. Είχε πληθύνει ο στρατός. Είχε λιγοστέψει ο Δημοκρατικός Στρατός, άλλοι είχαν σκοτωθεί, άλλοι είχαν παρουσιαστεί, παραδοθεί, άλλοι αντάρτες είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι. Ο Εθνικός Στρατός πλήθυνε κι έβλεπες μέσα στα βουνά χιλιάδες στρατό, κι οι αντάρτες ήταν πολύ λιγοστοί, κι όλο λιγόστευαν».

Η Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού
Η Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού

Η Κατίνα είδε παιδάκια 18, 20, 22 χρονών σκοτωμένα μπροστά της – κι από τις δυο πλευρές. Συντρόφους και συντρόφισσές της συνάντησε πολλά χρόνια αργότερα, έψαχναν ο ένας τον άλλον να μάθουν νέα, να δουν τι απόγιναν. Πολλοί από αυτούς πολιτικοί πρόσφυγες, Τασκένδη, Πολωνία, Ουγγαρία, κάποιοι επέστρεψαν, κάποιοι όχι.

«Τυχεροί ήταν αυτοί που πήγανε έξω; Άτυχοι ήτανε; Από πολλές πλευρές ήτανε τυχεροί, κι από άλλες βέβαια μακριά από την πατρίδα… που, σιγά, κι εμείς που μείναμε στην πατρίδα τι καταλάβαμε; Όλο διωγμούς και να δίνεις το “παρών” στο αστυνομικό τμήμα και διάφορα τέτοια. Η ασφάλεια να περνάει, να παρακολουθεί. Φτώχειες και ανέχειες και τέτοια, ενώ εκείνοι μπορεί να κουραστήκαν στην αρχή, αλλά μετά ήταν καλή η ζωή τους στις ανατολικές χώρες».  

Απελευθέρωση της Αθήνας, στην ταράτσα των γραφείων της Κ.Ε. του ΕΑΜ, στην οδό Κοραή, Δεκέμβριος 1944. Από αριστερά ο Ατρόμητος (Ζάχος Δράμπαλης), ο Νικηφόρος και ο Όμηρος (Στάθης Γερονικόλας).
Απελευθέρωση της Αθήνας, στην ταράτσα των γραφείων της Κ.Ε. του ΕΑΜ, στην οδό Κοραή, Δεκέμβριος 1944. Από αριστερά ο Ατρόμητος (Ζάχος Δράμπαλης), ο Νικηφόρος και ο Όμηρος (Στάθης Γερονικόλας).

Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού: Η σύλληψη και το τέλος

Η Κατίνα, που όπως γράφει σχεδόν πετούσε πάνω στα βουνά, «ελαφάκι» την έλεγαν οι άλλοι, δυο χρόνια μετά αρρώστησε βαριά, δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της. Συνελήφθη από στρατιώτες του Εθνικού Στρατού – «ήταν μάλαμα αυτοί οι στρατιώτες, μας φέρθηκαν καλά, όχι σαν τους άλλους με το χακί του χάρου». Η ήττα του ΔΣΕ τον Ιούνιο του 1949 τη βρήκε ετοιμοθάνατη από τύφο στο νοσοκομείο της Λαμίας, όπου επέζησε από θαύμα. Σε κάθε σχεδόν σελίδα αυτού του βιβλίου θα μπορούσε να είχε σκοτωθεί είτε από κάποια σφαίρα είτε από την πείνα.

 Η Κατίνα άρρωστη από τύφο, νοσοκομείο Λαμίας, Ιούλιος 1949.
Η Κατίνα άρρωστη από τύφο, νοσοκομείο Λαμίας, Ιούλιος 1949.

Ο Γρηγόρης Ψαριανός γράφει ότι «η αφήγηση αυτή δεν θέλει να αποδώσει ή να καταμερίσει ευθύνες για τον εφιάλτη που έζησε η πατρίδα μας. Είναι η ιστορία μιας κοπέλας που έζησε τον αγώνα, τον πόλεμο –εμφύλιο, μάλιστα– τη φρίκη, τον τρόμο, τον θάνατο, όπως τα έζησαν χιλιάδες άλλα αγόρια και κορίτσια». 

Η Κατίνα το 1954 παντρεύτηκε τον Νίκο Ψαριανό που είχε γυρίσει από εξορία σε Μακρόνησο και Ικαρία, απέκτησαν δύο παιδιά, τον Γρηγόρη και τη Μαρία, και έζησαν μια δύσκολη ζωή, με διώξεις και στερήσεις. Η ηχογράφηση της αφήγησης αυτής έγινε το καλοκαίρι του 2006 και κράτησε περίπου δυο μήνες. Η Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού, η τελευταία της οικογένειας, πέθανε σε ηλικία 92 χρόνων, στις 23 Σεπτεμβρίου 2021.    

Η οικογένεια μαζί, μετά την αποφυλάκιση του Μήτσου και του Γιάννη. Από αριστερά πάνω, ο Ασημάκης, η Ασημούλα, η Λούλα, η Κατίνα, Ο Γιάννης. Κάτω, ο Μήτσος, η Ντίτα, η μάνα και ο πατέρας. Αυγουστος 1952.
Η οικογένεια μαζί, μετά την αποφυλάκιση του Μήτσου και του Γιάννη. Από αριστερά πάνω, ο Ασημάκης, η Ασημούλα, η Λούλα, η Κατίνα, Ο Γιάννης. Κάτω, ο Μήτσος, η Ντίτα, η μάνα και ο πατέρας. Αυγουστος 1952.

«Όσα κι αν γραφούν και ειπωθούν γι’ αυτή την κόλαση του Εμφυλίου, η αληθινή εικόνα του είναι μέσα μας, δεν περιγράφεται και ούτε θα βγει ποτέ το μέγεθος του κακού αυτού… Ήρθε, λοιπόν, το τέλος αφήνοντας τα βουνά γεμάτα κόκκαλα παλληκαριών ανάμεσα στ’ αγριολούλουδα, τυχερά στην ατυχία τους, παρά στα εκτελεστικά αποσπάσματα. Αιώνια η μνήμη τους…». 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ