Τέσσερις μέρες και νύχτες στην Ουάσινγκτον: Η ταξιδιωτική εμπειρία μίας επίσκεψης στην Αμερική μετά από 20 χρόνια.
Η τελευταία φορά που βγήκα εκτός Ευρώπης ήταν το 2005 όταν επισκέφτηκα τον Καναδά ένα χρόνο αφού είχα τελειώσει τις σπουδές μου εκεί, και η τελευταία φορά που πήγα στις ΗΠΑ ήταν τον Μάιο του 2002, έξι μόλις μήνες μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όπου πήρα το πούλμαν μαζί με δυο ακόμα φίλους από την Οτάβα του Καναδά και κάναμε το εξουθενωτικό 10ωρο ταξίδι για τη Νέα Υόρκη.
Θυμάμαι να μας σταματάνε στα σύνορα μέσα στην άγρια νύχτα για να ελέγξουν τα διαβατήριά μας. Θυμάμαι, παρόλο που δεν ήταν η πρώτη φορά που επισκεπτόμουν την Αμερική, να περπατάω στους δρόμους αυτής της πόλης και να κοιτάω ψηλά αποσβολωμένη. Θυμάμαι το ΜΕΤ (Metropolitan Museum of Art), και τη θέα από το Empire State Building, να χανόμαστε στο μετρό και να φτάνουμε κατά λάθος στο Harlem. Θυμάμαι ότι ήμασταν 20 και δεν μπορούσαμε ακόμα να πιούμε αλλά δεν μας πείραζε ιδιαίτερα. Θυμάμαι ότι πήρα πάρα πολλές φωτογραφίες τις οποίες εκτύπωσα, όπως κάναμε τότε, και τις έβαλα σε ένα άλμπουμ, μαζί με διάφορα άλλα memorabilia όπως εισιτήρια, χαρτοπετσέτες, κτλ.
Τότε ήμουν 20, τώρα είμαι 40, και βρέθηκα ξανά στις ΗΠΑ, και πιο συγκεκριμένα στην πρωτεύουσα Washington DC στην πολιτεία της Virginia. Έμεινα συνολικά 4 εικοσιτετράωρα (πατ κιουτ ταξίδι αλλά αυτό δεν έχει σημασία). Σημασία έχει τι είδα, τι δεν είδα, και τι μου έμεινε• και μου έμειναν πολλά, κυρίως γιατί ήμουν άλλος άνθρωπος την τελευταία φορά που ήρθα, και η Αμερική ήταν σίγουρα άλλη επίσης, αλλά την ίδια στιγμή είμαστε οι δύο ίδιες, σε ένα βαθμό. Ο πυρήνας μιας χώρας, όπως και αυτός ενός ανθρώπου δεν αλλάζει, not really. Εξελισσόμαστε, ναι. Πάμε λίγο πιο μπροστά, ή ενίοτε λίγο πίσω, αλλά παραμένουμε εμείς.
Ήξερα ερχόμενη ότι θα έχω πολύ περιορισμένο χρόνο λόγω υποχρεώσεων οπότε αναλογίστηκα τόσο τις επιλογές όσο και τις προτεραιότητές μου, και σε πρώτη φάση προτεραιότητα είχαν δύο πράγματα: το National Air and Space Museum και τα ψώνια. Πείτε με ρηχή αν θέλετε, αλλά ποιος δεν συνδυάζει την Αμερική με υπερκαταναλωτισμό; Παρόλο λοιπόν που όντως ψώνισα (παρακαλώ μη ρωτήσετε τι απ’ όλα όσα αγόρασα χρειαζόμουν) μόνο οι μισές από τις αγορές μου ήταν κάτι που δεν θα έβρισκα στην Ελλάδα ή που δεν θα έβρισκα στην ίδια τιμή. Τα υπόλοιπα ήταν η μανία του «when in Rome», «αφού είμαι εδώ», και του «πότε θα ξανάρθω Αμερική;» και όλα αυτά τα ωραία που λέμε για να δικαιολογήσουμε αμαρτίες.
Πάει λοιπόν αυτό. Τα ψώνια στην Αμερική είναι πλέον σε μεγάλο βαθμό ένα urban myth που έχει μείνει από τα παλιά. Πάμε τώρα στο καλό.
Έχω τρέλα με το διάστημα, πολύ μεγάλη. Λέω συχνά ότι σε ένα παράλληλο σύμπαν είμαι αστροφυσικός. Έχω δει ότι ντοκιμαντέρ υπάρχει, έχω κάνει onlineμάθημα αστρονομίας, έχω ένα ταπεινό τηλεσκόπιο στο σπίτι, και αυτή την περίοδο διαβάζω το βιβλίο του Stephen Hawking «A Brief History of Time», και όσο δύσκολα και αν είναι κάποια κομμάτια να τα παρακολουθήσω, καθότι μπαίνει σε αρκετή λεπτομέρεια, ότι το μη μαθηματικό αλλά εύστροφο μυαλουδάκι μου μπορεί να πιάσει, το ρουφάει. Ό,τι μπορεί ο καθένας.
Μπήκα λοιπόν στην ιστοσελίδα του National Air and Space Museum εβδομάδες πριν για να ενημερωθώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το μουσείο αυτό είναι μέρος του Smithsonian, ένα τεράστιο συνονθύλευμα μουσείων, το μεγαλύτερο στον κόσμο, τα οποία απλώνονται στην πόλη της Washington γύρω από τον Λευκό Οίκο. Επίσης αξιοσημείωτο το γεγονός ότι είναι όλα δωρεάν. Το Air and Space λοιπόν ήθελε «κράτηση» για την ημέρα και ώρα που θα μπεις, υπέθεσα αρχικά λόγω κίνησης, κάτι το οποίο επιβεβαίωσα όταν έφτασα. Το εισιτήριό μου ήταν για τις 11 Απριλίου στις 14:00. Το μουσείο κλείνει στις 17:30.
Ξύπνησα πολύ νωρίς, λόγω jet lag, πήγα σε ένα εκπληκτικό μικρό καφέ κοντά στο ξενοδοχείο (έμενα σε ένα προάστιο καμιά 20αριά χιλιόμετρα από το κέντρο ονόματι Tysons Corner) όπου έφαγα ένα coffee cake muffin το οποίο ήταν μακράν ένα από τα νοστιμότερα πράγματα που έχω φάει ποτέ. Εντάξει, ναι, έχω αδυναμία σε οτιδήποτε κεϊκοειδές, και γενικά σε ότι παχαίνει και δεν κάνει καλό. Μια ζωή την έχουμε, κτλ. Μετά κατευθύνθηκα προς το πλησιέστερο μετρό, και αφού έφτασα στάθηκα μπροστά στο εκδοτήριο εισιτηρίων. Ενώ προσπαθούσα να βγάλω άκρη, έρχεται προς το μέρος μου ένας κυριούλης σεκιουριτάς και με ρώτησε εάν χρειάζομαι βοήθεια. Χαμογέλασα και του είπα «ναι παρακαλώ». Έκατσε λοιπόν ο γλυκούλης μαζί μου κανά πεντάλεπτο και μου τα εξήγησε όλα αφού του είπα που θέλω να πάω.
Βγάλαμε λοιπόν το εισιτήριό μου: 11 δολάρια, παρακαλώ, για μια πηγαινέλα διαδρομή, 2 δολάρια για την κάρτα του μετρό, 3.85 δολάρια για να πάω και 5 δολάρια για να επιστρέψω επειδή θα γυρνούσα ώρα αιχμής. Τον ευχαρίστησα θερμά και πήγα προς την πλατφόρμα. Η συγκεκριμένη γραμμή σε αυτό το σημείο και για τα μισά της διαδρομής ήταν υπέργεια (σαν το U-bahn του Βερολίνου) και πριν μπει στο κέντρο της πόλης μπαίνει υπογείως. Η διαδρομή είχε διάρκεια περίπου 35 λεπτά. Σταμάτησα μια στάση πριν το Smithsonian γιατί ήθελα να περπατήσω, εντάξει, και γιατί είχα εντοπίσει ένα TJ Maxx (πολυκατάστημα με εκπτωτικά προϊόντα). Έπρεπε να πάρω δωράκια, εντάξει; Θα ήμουν η θεία από το Σικάγο όταν γυρνούσα. Οι θεοί του τουρισμού με είχαν τιμήσει με 22 βαθμούς, ήλιο, και μηδενική υγρασία. Κοινώς, οι ιδανικές συνθήκες. Τα δωράκια ήταν η αντίστοιχη θυσία μιας παρθένας.
Αφού τελείωσα με όλα, ξεκίνησα να περπατάω προς το μουσείο. Πέρασα μπροστά από αρκετά κυβερνητικά κτήρια, τα οποία έχουν αυτή την όμορφη, καθαρή, κλασσικού χαρακτήρα αρχιτεκτονική (όσοι έχετε δει House of Cards ξέρετε τι λέω), και μετά βρέθηκα στο White House south lawn, αυτή την τεράστια έκταση μπροστά στον Λευκό Οίκο στρωμένη με γρασίδι όπου κατά μήκος απλώνεται το Smithsonian και στο τέλος του στέκεται αυτό το ψηλό, χαρακτηριστικό μνημείο, το Washington Monument, εις μνήμην του George Washington, «πατέρα» των ΗΠΑ. Ο κήπος αυτός του Λευκού Οίκου ήταν φυσικά γεμάτος από κόσμο, όλων των ηλικιών, αλλά κυρίως από οικογένειες. Φορούσα μέχρι εκείνη την ώρα τα noise cancelling ακουστικά μου και άκουγα μουσική, αλλά διασχίζοντας το σημείο εκείνο, όπου όλως τυχαίως έπαιζε μια κομματάρα ονόματι «Happy» από bdrmm, αποφάσισα να τα βγάλω για να αφουγκραστώ λίγο τους ήχους τόσο της στιγμής όσο και της πόλης. Με τόσους ανθρώπους γύρω μου μού έκανε πολύ εντύπωση πόσο ήρεμη ήταν η ατμόσφαιρα. Ίσως γιατί ήμουν εγώ ήρεμη, δεν ξέρω. Στάθηκα λίγο, κοίταξα γύρω μου, έβγαλα μερικές φωτογραφίες και μετά συνέχισα.
Έφτασα στο μουσείο 15 λεπτά νωρίτερα όπως συμβούλευαν στην ιστοσελίδα, και η ουρά των ανθρώπων με εισιτήριο για τις 2μμ ήταν ήδη στα 100-150 μέτρα απ’ την είσοδο. Ο ήλιος είχε αρχίσει να καίει, και οι τσάντες με βάραιναν, αλλά δεν μ’ ένοιαζε. Ήμουν εδώ. Στις 14:01 είχα μπει στο μουσείο. Υπήρξα λίγο άτυχη καθότι κάποιες εκθέσεις δεν ήταν διαθέσιμες λόγω ανακαίνισης αλλά δε βαριέσαι, μικρό το κακό. Το πρώτο δεκάλεπτο ανέβαινα και κατέβαινα στους 2 ορόφους σαν ακέφαλο κοτόπουλο προσπαθώντας να αποφασίσω τι να δω πρώτα. Μετά συντονίστηκα και έβαλα μια νοητή σειρά. Πήγα στο ταμείο του Πλανητάριου και αγόρασα εισιτήριο να δω την προβολή των 15:00 του «Dark Universe» του οποίου το τρέιλερ είχα ήδη δει στην ιστοσελίδα. Οπότε είχα 40 λεπτά μέχρι να μπω. Είδα πρώτα τις εκθέσεις που ενδιέφεραν λίγο λιγότερο και άφησα τα αγαπημένα μου για μετά. Απεδείχθη καλή κίνηση.
Στις 14:55 μπήκα στην ουρά για το Πλανητάριο και στις 14:58 μπήκαμε μέσα. Αφού άλλαξα 2-3 θέσεις ψάχνοντας το sweet spot, έκατσα και απλώθηκα. Τα φώτα έσβησαν και η προβολή ξεκίνησε. Αφηγητής του ντοκιμαντέρ ήταν ο επίσης γλυκούλης και παγκοσμίως γνωστός αστροφυσικός Neilde Grasse Tyson (και αυτουνού το βιβλίο έχω διαβάσει, το «Astrophysics for People in a Hurry», αυτό για τους κοινούς θνητούς) ο οποίος είναι ιδιαιτέρως χαρισματικός στο να σου εξηγεί υπερπερίπλοκες ιδέες περί σύμπαντος με τον πιο απλό πιθανό τρόπο και ταυτόχρονα να σε συνεπαίρνει με τον ενθουσιασμό που ο ίδιος έχει για το θέμα.
Χωρίς κανένα ίχνος υπερβολής, νομίζω παρακολουθούσα και τα 25 λεπτά με το στόμα ανοιχτό, σαν παιδάκι, και πρέπει να ανοιγόκλεισα τα μάτια μου το πολύ τρεις φορές. Όταν τελείωσα δεν ήθελα να σηκωθώ, με είχε πιάσει μια άρνηση. Σκέφτηκα να το ξαναδώ, αλλά είπα να μην είμαι υπερβολική, οπότε πήρα τα μπογαλάκια μου και βγήκα. Πρώτα πήγα στην έκθεση «To the Moon» η οποία ιχνηλατεί όλη την ιστορία της προσπάθειας των Αμερικανών να φτάσουν στο φεγγάρι, κάτι το οποίο ξεκίνησε παραπάνω από μισό αιώνα πριν, σχεδόν σαν ένα προσωπικό στοίχημα για αυτούς καθότι ήθελαν να προλάβουν να φτάσουν πρώτοι πριν τους Ρώσους. Προτείνω, εάν σαν ενδιαφέρει το στόρι αυτό, να δείτε την εκπληκτική, για μένα, ταινία «First Man» του 2018, την οποία είδα μια φορά στο σινεμά και έχω ξαναδεί 3-4 φορές στο σπίτι έκτοτε.
Η έκθεση επίσης τονίζει την αξία των πολλαπλών Apollo αποστολών (εκ των οποίων μόνο μία δεν έφτασε στο φεγγάρι… η Apollo 13, εάν θυμάστε την ταινία με τον Tom Hanks) και τι σήμαινε για την ανθρωπότητα γενικότερα: πως επηρέασε και ουσιαστικά άλλαξε την αντίληψή μας για τον πλανήτη στον οποίο ζούμε, όπως επίσης και την καλλιτεχνική μας προσέγγιση όσον αφορά τη Γη και τη θέση μας στο σύμπαν.
Seeing the first Moon Landing: ενώ ο αστροναύτης Neil Armstrong πάτησε στην επιφάνεια της Σελήνης το 1969, το 1/6 του πληθυσμού της γης παρακολουθούσε μέσω δορυφόρων Intelstat. Οι εμβληματικές εικόνες ήταν θολές και χαμηλής ευκρίνειας και ανάλυσης, αλλά άλλαξαν την αίσθησή μας σε σχέση με τον κόσμο μας και τις μεταξύ μας σχέσεις.
Τέλος, η έκθεση αυτή δείχνει το όχημα που κατασκευάστηκε για την περαιτέρω εξερεύνηση της Σελήνης στις Apollo αποστολές 15, 16, και 17, και παρουσιάζει το καινούργιο πρόγραμμα Artemis, όπως και το πλήρωμα της πρώτης του αποστολής, το οποίο αποτελεί την πρώτη Σεληνιακή αποστολή μετά το Apollo 17 το 1972. Όλως τυχαίως, λίγες μέρες πριν φύγω παρακολούθησα ένα πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ στην πλατφόρμα του Disney+ που λέγεται «Among the Stars» (λίγο γλυκανάλατος ο τίτλος ομολογουμένως) το οποίο ακολουθεί έναν αστροναύτη της NASAγια περίπου δύο χρόνια, και στη Γη αλλά και σε μία από τις 6μηνες παραμονές του στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό ISS (International Space Station) κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και στο τέλος του τελευταίου επεισοδίου μιλάνε για το πρόγραμμα Artemisκαι κάνουν μια μικρή εισαγωγή.
Και μετά; Μετά ήρθε το highlight του μουσείου, για εμένα προσωπικά. Το ηλιακό μας σύστημα, το virtual tour των πλανητών, τα χαρακτηριστικά και οι «παραξενιές» του καθένα, όπως επίσης και τα αμέτρητα probes που έχουμε στείλει τις τελευταίες δεκαετίες στο ηλιακό μας σύστημα για να συλλέξουμε όσες περισσότερες πληροφορίες μπορούμε και να μάθουμε περισσότερα για τη συμπαντική γειτονιά μας: εμείς, ένας μικρός, ταπεινός πλανήτης, σ’ ένα μικρό, πενιχρό ηλιακό σύστημα, με έναν μικρού σχετικά μεγέθους αστέρι στο κέντρο, να περιστρεφόμαστε γύρω του, ενώ ταυτόχρονα περιστρεφόμαστε γύρω γύρω στον γαλαξία μας, γνωστό και ως Milky Way, στον οποίο υπολογίζεται ότι υπάρχουν τουλάχιστον 100 δισεκατομμύρια άστρα, και ο οποίος είναι ένας από δισεκατομμύρια γαλαξίες… και όλο αυτό στο κομμάτι του σύμπαντος που έχουμε μπορέσει μέχρι σήμερα να παρατηρήσουμε.
Εάν το μυαλό σας δεν σπινθηροβολεί και μόνο στην προσπάθεια κατανόησης του μεγέθους αυτών των δεδομένων κάτι δεν καταλάβατε καλά. Και σαν όλα αυτά να μην ήταν αρκετά, σαν οι πληροφορίες αυτές να μην είχαν γεμίσει τον εγκέφαλό μου, κοιτούσα ταυτόχρονα γύρω μου. Τους ανθρώπους που ήταν εκεί, τους γονείς που διάβαζαν τα κείμενα και τις λεζάντες στα μικρά παιδιά που δεν ήξεραν ακόμα να διαβάζουν, τα παιδιά που καθόντουσαν στο πάτωμα και παρακολουθούσαν τα πανέμορφα βίντεο στις τεράστιες οθόνες που σου έλεγαν πόσους βαθμούς έχει στον Άρη και από τι αποτελείται η ατμόσφαιρά του, και γιατί ο Δίας δεν έχει επιφάνεια, και τόσα άλλα. Και το χάρηκα, και δεν ήθελα να φύγω, και έκατσα σε κάθε προβολή, στο πάτωμα και εγώ, 2-3 φορές, και για να χορτάσω και να ξαποστάσω το ταλαιπωρημένο μου κορμί.
Ήρθε όμως η ώρα και έπρεπε να φύγω, αφού πέρασα από το μαγαζάκι με τα σουβενίρ. Αφού αντάλλαξα πολλαπλά μηνύματα με την αδερφή μου για το αν θέλει το μαγνητάκι ή το μπρελοκάκι της NASA. Όχι, δεν την ένοιαζε να λέει NASA, της άρεσε καλύτερα αυτό με το περιστρεφόμενο spaces huttle. Εγώ πήρα το μπρελόκ και το έχω ήδη βάλει στα κλειδιά μου.
Έφυγα λοιπόν. Διστακτικά βγήκα από τις πόρτες γνωρίζοντας ότι δεν θα μπορούσα να ξαναμπώ αν άλλαζα γνώμη. Πήγα στο πιο κοντινό καφέ, πήρα ένα κρύο καφεδάκι, περπάτησα μέχρι τους κήπους του μουσείου Αφρικανικής Τέχνης και έκατσα σε ένα παγκάκι. Κοίταξα εάν μπορούσα να μπω αλλά είχε πάει 17:20 και δεν προλάβαινα. Έβγαλα μετά από λίγο το τηλέφωνο από την τσάντα μου και είδα ένα μήνυμα από ένα αγαπημένο μου πρόσωπο που με ρωτούσε πώς περνάω. Πήρα τηλέφωνο, παρόλο που ήταν περασμένα μεσάνυχτα εδώ, και μιλούσαμε για 40 λεπτά.
Το 24ωρο εκείνο τελείωσε αφού επέστρεψα και πήγα σε ένα άκρως αμερικάνικο εστιατόριο κοντά στο ξενοδοχείο (δεν είχα άλλα κουράγια) και έφαγα ένα άκρως αμερικάνικο burger ενώ ξεκίνησα να γράφω το εν λόγω άρθρο. Επικεντρώθηκα σε αυτή την ημέρα γιατί ήταν η πιο γεμάτη και η πιο απολαυστική. Επίσης ήταν αυτή κατά τη διάρκεια της οποίας είδα την καλύτερη, ας πούμε, έκφανση της Αμερικής. Οι υπόλοιπες ημέρες είχαν κυρίως δουλειά και την παρουσία του αμερικάνικου στοιχείου της καθημερινότητας και της πραγματικότητας, η οποία είναι αρκετά έξω από ότι γνωρίζουμε και μας φαίνεται οικείο.
Η δική μου επαφή με οτιδήποτε αμερικάνικο προέρχεται κυρίως από όσα δημοσιεύματα διαβάζω (και είναι πολυάριθμα) και από τα 3 αγαπημένα μου late night shows με τους Stephen Colbert, Bill Maher και Seth Meyers, οι οποίοι μιλάνε για και σατιρίζουν τα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα της χώρας. Δυστυχώς, ένα από τα πιο αμερικάνικα πράγματα που μου συνέβησαν όσο ήμουν εκεί έλαβε χώρα τη 2η μέρα, όταν κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης ο κύριος με τον οποίο μιλούσαμε είχε το κινητό δίπλα του το οποίο κοιτούσε με αγωνία κάθε φορά που ερχόταν κάποια ειδοποίηση. Μου έκανε εντύπωση, μέχρι που εξήγησε ότι ο γιος του και η νύφη του ήταν κοντά σε ένα συμβάν, το ονόμασε «incident», και του έστελναν να του πουν ότι είναι όλοι ασφαλείς. Το «συμβάν» ήταν ένα ακόμα mass shooting, στο Kentucky, ένα από τα ήδη δεκάδες του 2023, όπου ένας τραπεζικός υπάλληλος, 25 ετών, μπήκε στην τράπεζα όπου εργαζόταν, σκότωσε 5 ανθρώπους και τραυμάτισε άλλους 8. Just another day…
Είναι πολλά αυτά που μπορώ να απαριθμήσω για την πραγματικότητα που πρόλαβα έστω και επαγωγικά να δω, καλά και κακά. Την καθαριότητα στους δρόμους, την οργάνωση της πόλης, όπως και την ομορφιά της… δεν πέρασα όμως από άσχημες περιοχές, δεν είδα αρκετά. Την αγένεια, δυσλειτουργία και έλλειψη ευελιξίας στα πιο απλά πράγματα, την αδιαφορία, αλλά την ίδια στιγμή και τη φιλικότητα και εξυπηρέτηση του κυριούλη στο μετρό. Οι αντιθέσεις ήταν πολλές. Πολλή ήταν και η γενικότερη έλλειψη κουλτούρας και αισθητικής όπως την έχουμε μάθει εμείς οι Ευρωπαίοι. Αυτού του είδους την αισθητική που είναι δύσκολο να την περιγράψεις με λόγια, την οποία όμως αισθάνεσαι.
Έμεινα λίγο, και είδα λίγα. Είδα κυρίως αυτά που ήθελα.
Θα ήθελα να ξαναπάω. Υπάρχουν αρκετές πόλεις της Αμερικής που θα ήθελα να επισκεφτώ, αν και πλέον το κόστος ενός τέτοιου ταξιδιού είναι τεράστιο, γιατί και εκεί, όπως και εδώ, έχουν ακριβύνει τα πάντα. Πολύ. Δεν θα ήθελα ποτέ όμως να ζήσω εκεί. Εγώ, προσωπικά. Αγαπώ τόσο την Αθήνα και την Ελλάδα, όσο και την Ευρώπη πολύ. Και αν και έχουμε πολλά ακόμα να μάθουμε, τόσο ταξιδεύοντας όσο και μένοντας εδώ, έχουμε πολλά για τα οποία μπορούμε να είμαστε ευγνώμωνες.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Με αφορμή ένα γλυκύτατο ταξιδιωτικό άρθρο στην Athens Voice
«Προσφέρει τη χαρά της εξερεύνησης και της αληθινής απόδρασης»
Το νησί της Αφροδίτης και των συναισθημάτων
Το World Pass powered by Telekom, μας ταξίδεψε στο τουρνουά gaming «T-Esports Championship»
Ο συγγραφέας Άρης Σφακιανάκης μας ταξιδεύει ως τη χιονισμένη κορυφή του Αραράτ
Κορυφαίος βιώσιμος προορισμός για τους Βρετανούς
Κάθε Νοέμβριο, το νησί ευγνωμονεί τον Άγιο Σπυρίδωνα, γιατί σε αυτόν οφείλει τη σωτηρία της
Ένα ταξίδι στο μεταίχμιο Αφρικής και Ευρώπης
Εξερευνήστε φαράγγια, λίμνες και εθνικούς δρυμούς με σεβασμό στη φύση και τη βιοποικιλότητα
Ο έγκυρος ταξιδιωτικός οδηγός προτείνει διακοπές εκτός σεζόν «χωρίς ορδές τουριστών»
Το πανέμορφο παραδοσιακό χωριό στα νοτιοδυτικά της Λέσβου φημίζεται για τις πηγές του
Το διθυραμβικό αφιέρωμα βρετανικού Μέσου στο ελληνικό νησί
Τα πολλά και διαφορετικά κομμάτια της δένουν μεταξύ τους με φροντίδα και αγάπη, την οποία αγάπη καταθέτουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους οι κάτοικοί της…
"Ella" και ζήσε μια ολοκληρωμένη εμπειρία αναζωογόνησης στα "Ella Resorts"
Το νησί αποτελεί την «καρδιά» ενός εκ των μεγαλύτερων φυσικών θαλάσσιων πάρκων της Ευρώπης
Το αφιέρωμα στην «αγαπημένη εποχή του έξυπνου ταξιδιώτη για διακοπές»
«Ένα ελληνικό νησί που δεν το εντοπίζουν τα ραντάρ του μαζικού τουρισμού»
...και την αξίζει γιατί σηκώνει βάρη περισσότερα απ' όσα αντέχει - να τα λέμε κι αυτά
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.