- CITY GUIDE
- PODCAST
-
14°
Νά γιατί οι εσωστρεφείς ΔΕΝ είναι αντικοινωνικοί
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Όχι, οι εσωστρεφείς δεν είναι αντικοινωνικοί. Ή καλύτερα - και δικαιότερα - δεν είναι αντικοινωνικοί χωρίς λόγο: η κοινωνία είναι χάλια, είναι κάτι που πρέπει να αποφεύγεις αν θέλεις την υγειά σου, κάτι που πρέπει να κρατάς μακριά σου, όπως πρέπει να κρατάς μακριά σου τους δράκους του Κόμοντο. Όλοι το ξέρουν αυτό. Μόνο λίγοι άνθρωποι ξεχωρίζουν για τον καθένα μας, κι αυτοί δεν είναι ποτέ πάνω από έντεκα. Θέλουμε να πούμε, το πρόβλημα δεν είναι να είσαι αντικοινωνικός. Το πρόβλημα είναι όταν ΕΙΣΑΙ κοινωνικός. Από εκεί ξεκινούν όλα. «Αχ, αγαπώ τόσο την κοινωνία, λατρεύω τους ανθρώπους, και τους λυπάμαι - πόσο χάλια περνάνε οι καημενούληδες, τι ζωή κι αυτή… Ας βάλω μερικές μπόμπες να τη σιάξω λιγάκι».
Στο θέμα μας όμως. Λοιπόν, δεν θα μιλήσουμε εδώ για όλους αυτούς - χρηστά μέλη της Κοινωνίας και του Λαού #orse - που ψηφίζουν ημίτρελους, αντιδημοκράτες, φασίστες, κομπογιαννίτες, αρχικλέφταρους κλπ., τα δύο τρίτα δηλαδή του πληθυσμού αμέσως-αμέσως. Άσ’ τους αυτούς. Ούτε καν για τους παρανόμους, τους εγκληματίες, τους κλέφτες, τους βιαστές, τους γυναικοκτόνους, τους δολοφόνους. Ούτε για τους εμπρηστές, τους αρχαιοκάπηλους, ή τους αρρώστους που ρίχνουν φόλες στα ζώα. Δεν θα μιλήσουμε για τους βιαστές και τους παιδεραστές, για τους δικτάτορες και τους εγκληματίες πολέμου στιλ Πούτιν, για τους τρομοκράτες, τους φασίστες, τους ναζιστές και τους ρατσιστές, για τους ναρκέμπορους και τους μαφιόζους, για τους ψυχοπαθείς που σκοτώνουν, βασανίζουν, τρομοκρατούν και θέλουν να φέρουν την… ειρήνη στον κόσμο.
Όχι. Μόνο για τους υπόλοιπους θα μιλήσουμε: τους καλούς ανθρώπους.
- Η κοινωνία έχει πάρα πολύ θόρυβο — και ακόμη περισσότερο
Φυσικά και οι εσωστρεφείς αγαπούν τους ανθρώπους. Απλώς δεν αγαπούν —a.k.a. σιχαίνονται, απεχθάνονται, βδελύσσονται— το 95% των καταστάσεων στις οποίες πρέπει να συνυπάρχουν με άλλους: θορυβώδη καφέ που θυμίζουν καρότσα από Datsun ένα απομεσήμερο του Αυγούστου, «χαλαρές» μαζώξεις με είκοσι άτομα εκ των οποίων τουλάχιστον οι μισοί άνετα γίνονταν αντιπρόεδροι στον Εδεσσαϊκό, ομαδικά chat στα οποία γράφονται τρανές ηλιθιότητες και μοιράζονται memes που μοιάζουν φτιαγμένα από όχι και τόσο έξυπνες γλυκοπατάτες (και αυτό κάθε 40 δευτερόλεπτα). Όχι, δεν τα θέλουν αυτά. Και, όχι, δεν τους λείπουν οι φίλοι. Μια χαρά φίλους έχουν — απλώς λίγους. Οι φίλοι είναι σαν τα παλτά: ποτέ δεν χρειάζεσαι πάνω από τρία. Και, όχι: δεν είναι αντικοινωνικοί — απλώς έχουν φίλτρο.
- Η ψιλοκουβέντα είναι βασανιστήριο, και ας κωφεύει η Διεθνής Αμνηστία
Οι εσωστρεφείς δεν αντέχουν το ΧΑΛΑΡΟ ΚΑΦΕΔΑΚΙ ΜΕ ΦΙΛΟΥΣ όπου ο — Θεός να την κάνει — συζήτηση ξεκινά από το «τι κάνεις;» και καταλήγει στο «πού θα πας διακοπές;» Όπου θέλω θα πάω, δεν θα σου δώσω λογαριασμό. Δεν μισούν τον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους (έστω: όχι πάρα πολύ), απλά νιώθουν ότι πρωταγωνιστούν σε ένα ακόμη γαργαντουικά ηλίθιο ριάλιτι με τίτλο «Το Απόλυτο Κενό». Το να προτιμάς να μένεις σιωπηλός απέναντι στην έρπουσα φρίκη τού small talk δεν είναι σνομπισμός — είναι σεβασμός… πώς να το πούμε… σεβασμός στην αλήθεια της στιγμής, στη φύση, στο σύμπαν, στα πάντα. Όχι ότι ο σνομπισμός είναι κάτι κακό βέβαια. Γιατί ΔΕΝ είναι. Για να μην πούμε πόση ανάγκη για αποσυμπίεση και επαναφόρτιση έχει μετά ο κακόμοιρος ανθρωπάκος του Θεού. Γιατί είναι θέμα ενεργειακής οικολογίας. Όπως κάποιοι φορτίζουν με κόσμο, άλλοι φορτίζουν με ησυχία. Και ο εσωστρεφής δεν αποσύρεται επειδή βαριέται — αποσύρεται για να αντέξει.
- Ο εσωστρεφής επενδύει, δεν σκορπά: Πάει αργά γιατί βιάζεται
Κάθε κοινωνική αλληλεπίδραση είναι επένδυση χρόνου και ενέργειας. Και ο εσωστρεφής, σαν καλός «συναισθηματικός επενδυτής» που είναι, δεν βάζει τα λεφτά του σε κάθε startup ανθρώπου που του κλείνει το μάτι. Ο εσωστρεφής θέλει βάθος, αυθεντικότητα: θέλει κάποιο νόημα, ΡΕ ΑΔΕΡΦΕ. Δεν είναι επιλεκτικός επειδή είναι… σκληρός· είναι επιλεκτικός επειδή είναι ειλικρινής. Θέλει μια τάξη στη ζωή του, επειδή ζει σε έναν πλανήτη που τρέχει με κάπου 100.000 χιλιόμετρα την ώρα γύρω από τον Ήλιο, σε ένα ηλιακό σύστημα που τρέχει με κάπου 830.000 χιλιόμετρα την ώρα γύρω από το κέντρο του Milky Way, σε έναν Γαλαξία που κινείται με πάνω από 2 εκατομμύρια χιλιόμετρα την ώρα προς τα «κάπου», προς το Τοπικό Σύμπλεγμα, προς το fucking Great Attractor, δεν ξέρω. Σόρι κιόλας, αλλά αυτές είναι ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΕΣ ΤΑΧΥΤΗΤΕΣ. Και το ’παμε: απαιτούν τάξη.
- Οι «άλλοι» είναι βαμπίρ — γιατί να τους προσκαλέσεις στο σπίτι σου;
Το να είσαι με ανθρώπους είναι ενίοτε βασανιστικό και πάντα μα πάντα εξουθενωτικό. Οι άλλοι σε απομυζούν, ορμάν στον λαιμό σου, καρφώνουν τους κυνόδοντές τους σαν τον Δράκουλα στη σφαγίτιδα φλέβα, και ρουφάνε, ρουφάνε, ρουφάνε, μέχρι να μπλαβιάσεις — ή να ασπρίσεις, ένα από τα δύο. Είναι ευχαριστημένοι μόνο όταν δουν πως δεν έχει απομείνει τίποτε από εσένα, αν εξαιρέσουμε το μεγαλύτερο όργανό σου: το δέρμα — αδειανό πια, σαν τσουβάλι. Μπορούν να κάνουν πολλά μ’ αυτό, όπως να το ποδοπατήσουν, να το σύρουν με το άρμα τους, να του βάλουν φωτιά και να το κάψουν πάνω στη χαρά τους: you name it. Οπότε ο εσωστρεφής απλώς επιλέγει να μην αφήσει το κακό να μπει. Δεν έχει να κάνει με την καλοσύνη των άλλων, ή με την κακία τους. Όχι βέβαια. Μια χαρά άνθρωποι είναι. Απλώς είναι άνθρωποι. Κάτι, δηλαδή, κουραστικό, κάτι με μυτερούς κυνόδοντες, κάτι λαίμαργο. Κάτι με άσβεστη δίψα για αίμα. Μακριά, λοιπόν, κι αγαπημένοι.
- Η κοινωνική ζωή μοιάζει με open bar με κακό (βασικά, άθλιο) κρασί
Η κοινωνική ζωή, η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ, είναι διαθέσιμη παντού, τη βρίσκεις πάντα με έκπτωση, με δύο συν ένα δώρο, όλοι την προτείνουν, όλοι τρέχουν καταπάνω της όπως τα Αμερικανάκια που ψηφίζουν Τραμπ στα μαγαζιά την Black Friday — αλλά λίγοι πραγματικά τη χαίρονται. Οι εσωστρεφείς, αντί να πιουν αυτό το νερόπλυμα απ’ το πλαστικό ποτήρι στον τεράστιο μπουφέ (τι αηδία όμως οι μπουφέδες…), συνοδεύοντάς το με ένα τυρί που το βλέπει η Ιταλία και αποστρέφει τους οφθαλμούς δαγκώνοντας το στόμα της μέχρι να ματώσει, απλά επιλέγουν να κάτσουν σπιτάκι τους με ένα καλό βιβλίο, ή ένα κακό βιβλίο, με ένα σίριαλ του 1990 ή με μια καινούργια σειρά, να πουν δυο λόγια στη γάτα, στον σκύλο, στο καναρίνι, στο ιγκουάνα, και να πιουν ένα τίμιο κρασί στο καλό τους ποτήρι κοιτώντας τον τοίχο απέναντι, που τους φαίνεται όλως ενδιαφέρων. Για να το πούμε κι έτσι: να τη βράσω την ποσότητα. Το λίγα και καλά είναι ό,τι πιο κοντά σε μια Θεία εντολή ευδαιμονισμού μπορούμε να σκεφτούμε.
- Η εξωστρέφεια πλασάρεται ως κάτι το ωραίον, σαν κάτι φυσιολογικό
Από μικροί ακούμε «πήγαινε παίξε με τα άλλα παιδάκια», «κάνε φίλους», «μην είσαι μόνος σου». Η εσωστρέφεια ποτέ δεν αναγνωρίζεται σαν επιλογή — πάντα παρουσιάζεται σαν φάση, σαν πρόβλημα, σαν κάτι «που πρέπει να δουλέψεις». Δεν έχει υπάρξει ποτέ μεγαλύτερη παρανόηση από αυτό το πράγμα. Η μόνο σοφή στρατηγική απέναντι στον κόσμο παρουσιάζεται σαν… ανωμαλία, σαν αρρώστια. Δεν πάμε καλά. Ή μάλλον, ΑΚΡΙΒΩΣ επειδή παρουσιάζεται σαν τέτοια, ΓΙ’ ΑΥΤΟ δεν πάμε καλά. Όχι, δεν θέλω να πάω να παίξω με τα άλλα παιδάκια, ο Γιωργάκης-Ιωνάθαν τρώει τις μύξες του, η Τερψιχόρη θέλει να παίξουμε ριάλιτι και ο Αγαμέμνων-Μπάμπης έχει κατεβάσει το βρακί του και τα κάνει στο μέσον της παιδικής χαράς. Όχι, δεν θέλω να κάνω φίλους, και σίγουρα όχι με βάση τις επιλογές που μου παρουσιάζετε. Όχι, θα μείνω μόνος μου και θα κάνω ό,τι γουστάρω. Γιατί; Γιατί η Γη τρέχει γρήγορα. Δεν το χωράει ο νους σου πόσο γρήγορα.
Ας μη μακρηγορούμε. Αποδείξαμε πέραν πάσης αμφιβολίας τού λόγου το αληθές (πως, όχι, οι εσωστρεφείς δεν είναι αντικοινωνικοί), και τώρα θα αποτραβηχτούμε. Και την επόμενη φορά που θα μας προσκαλέσουν σε άλλη μια ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ, πάλι θα πούμε ΟΧΙ. Όχι στις άσκοπες συναναστροφές, όχι στις αμήχανες υποχρεώσεις, όχι στις προτάσεις «να κανονίσουμε εκείνο τον καφέ που λέγαμε». Μη σώσουμε και το κανονίσουμε. Το ΟΧΙ είναι η πιο σημαντική λέξη. Είναι ένα «όχι» που τρέφει βαθύ σεβασμό στον χρόνο, στην ενέργεια και στην ψυχική γαλήνη. Τη δική μας και των άλλων. It’s a peaceful life.
ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΗ
Η μεταφράστρια και επιμελήτρια κειμένων Χρύσα Φραγκιαδάκη προτείνει στους αναγνώστες του Ημερολογίου πράγματα που έμαθε, είδε, διάβασε, και της τράβηξαν την προσοχή. Την ευχαριστούμε! Σήμερα, έχουμε ακόμη ένα κείμενο στη σούπερ δημοφιλή στήλη-μέσα-στη-στήλη της Cats and the cities. Επεισόδιο 5ο, λοιπόν:
Φέιθ: Η ηρωίδα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Ένα πρωινό του 1936, ο Τόμας Έβανς, ο νεωκόρος της εκκλησίας του Αγίου Αυγουστίνου και της Αγίας Πίστης στη Γουότλινγκ Στριτ του Λονδίνου, κοντά στον καθεδρικό του Αγίου Παύλου, βρήκε μια γατούλα κουλουριασμένη στο εσωτερικό του ναού. Θεωρώντας ότι ο εφημέριος, πατήρ Χένρι Ρος, δεν θα την ήθελε (ή ίσως επειδή ο ίδιος δεν συμπαθούσε τις γάτες), την έβγαλε αμέσως έξω. Ωστόσο η γάτα, εγκαταλειμμένη πιθανόν από κάποια οικογένεια που δεν μπορούσε πια να την τρέφει τα δύσκολα χρόνια της ύφεσης, τρύπωσε ξανά μέσα — κι αυτό επαναλήφθηκε τρεις φορές μέχρι το πρωί, οπότε εμφανίστηκε μπροστά στον πατέρα Ρος και στον νεωκόρο, που συζητούσαν στο πρεσβυτέριο. Ο πατήρ Ρος παρότρυνε τον νεωκόρο να την ταΐσει και να της εξασφαλίσει ένα ζεστό σημείο για να κοιμηθεί, και το πράγμα κατέληξε στην υιοθέτησή της από τη γυναίκα του νεωκόρου, τη Ρόζαλιντ, που, αντίθετα με τον σύζυγό της, αγαπούσε πολύ τις γάτες. Ο πατήρ Ρος την ονόμασε Φέιθ (Πίστη) εν μέρει από το όνομα της εκκλησίας και εν μέρει για την πίστη της στη ζωή και στην καλοσύνη των ανθρώπων.
Έτσι, η Φέιθ έγινε μέλος της μικρής εκκλησιαστικής κοινότητας, ανταποδίδοντας τη φιλοξενία με το κυνήγι των ποντικιών που παρενοχλούσαν το πρεσβυτέριο. Ακολουθούσε παντού τον πατέρα Ρος, και όταν αυτός κήρυττε, από τον άμβωνα της εκκλησίας, εκείνη κουλουριαζόταν υπομονετικά στα πόδια του, περιμένοντας να τελειώσει το κήρυγμα για να συνεχίσουν τις βόλτες τους. Όπως ήταν επόμενο, έγινε πολύ αγαπητή ανάμεσα στο ποίμνιο, και ιδιαίτερα στις κυρίες του συμβουλίου της ενορίας, που ανέλαβαν να την προσέχουν. Πέρασαν έτσι τέσσερα χρόνια και, τον Αύγουστο του 1940, η παχουλή εδώ και λίγο καιρό Φέιθ γέννησε ένα εξίσου στρουμπουλό ασπρόμαυρο αρσενικό γατάκι, που του έδωσαν το όνομα Πάντα.
Στις 6 Σεπτεμβρίου, η Φέιθ αναζήτησε τον πατέρα Ρος, που εργαζόταν στο γραφείο του, και με επίμονα νιαουρίσματα του κατέστησε σαφές ότι ήθελε να την ακολουθήσει. Τον οδήγησε στο υπόγειο του πρεσβυτερίου, μπροστά σε μια κλειστή πόρτα που, νιαουρίζοντας ακόμα πιο επίμονα, τον έπεισε να την ανοίξει. Κατόπιν, ο εφημέριος επέστρεψε στην εργασία του χωρίς να δώσει άλλη σημασία στη συμπεριφορά της. Αργότερα, κάποιος από το σπίτι την είδε να μεταφέρει στο υπόγειο και τον Πάντα. Έμεινε εκεί όλη τη μέρα και την ξαναείδαν όταν σέρβιραν το βραδινό της γεύμα, μετά το οποίο η Φέιθ επέστρεψε γρήγορα στο σκοτεινό και κρύο υπόγειο. Ο πατήρ Ρος την αναζήτησε, παραξενεμένος πια, και τη βρήκε χωμένη μαζί με τον Πάντα κάτω από ένα μισάνοιχτο εκκλησιαστικό βιβλίο. Ο Ρος πήρε το μικρό επάνω, αλλά το άλλο πρωί βρήκε το καλάθι των γατιών άδειο και διαπίστωσε ότι η Φέιθ έχει μεταφέρει τον Πάντα ξανά στο υπόγειο. Αφού αυτό επαναλήφθηκε μερικές φορές, οι θετές μαμάδες της εκτίμησαν ότι μάλλον θεωρούσε πως το μικρό της διέτρεχε κάποιον κίνδυνο στον επάνω όροφο, και εισηγήθηκαν στον πατέρα Ρος να μεταφέρει προσωρινά το καλάθι και το μπολ του φαγητού της κάτω, με αρκετά ζεστά υφάσματα για να μην κρυώνει το μικρό.
Σε αυτό το σημείο, ας πάμε λίγο μπροστά, για να πληροφορηθούμε τι συνέβη τις επόμενες ημέρες από μια επιγραφή που κρέμασε ο πατέρας Ρος στον τοίχο κάτω από μια φωτογραφία της Φέιθ, λίγο καιρό αργότερα:
Η αγαπημένη γατούλα της εκκλησίας του Αγίου Αυγουστίνου και της Αγίας Πίστης, η πιο γενναία γάτα στον κόσμο, τη Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 1940 υπέμεινε φρίκες και κινδύνους πέρα απ’ ό,τι θα μπορούσαν ποτέ να περιγράψουν οι λέξεις. Προφυλάσσοντας το γατάκι της σε μια κρύπτη του σπιτιού (που την είχε επιλέξει τρεις μέρες πριν συμβεί η τραγωδία), έμεινε εκεί όλη την τρομακτική νύχτα των βομβαρδισμών και της φωτιάς, προστατεύοντας το μικρό της. Οι στέγες και οι τοιχοδομές ανατινάχτηκαν. Όλο το σπίτι τυλίχτηκε στις φλόγες. Τέσσερις όροφοι κατέρρευσαν μπροστά της. Παντού γύρω της φωτιά, νερό και ερείπια. Ωστόσο, εκείνη παρέμενε ήρεμη και ακλόνητη και περίμενε βοήθεια. Τη σώσαμε νωρίς το πρωί, ενώ το μέρος φλεγόταν ακόμα, και με το έλεος του Παντοδύναμου κι αυτή και το γατάκι της, όχι μόνο επέζησαν, αλλά και δεν έπαθαν τίποτα. Δοξάζουμε και ευχαριστούμε τον Κύριο για την καλοσύνη Του και το έλεός Του προς το αγαπημένο μας μικρό κατοικίδιο.
Η αεροπορική επιδρομή, που προξένησε μεγάλες καταστροφές στην ευρύτερη περιοχή, άφησε την εκκλησία του πατέρα Ρος ετοιμόρροπη. Η Φέιθ, ωστόσο, βρέθηκε, κατασκονισμένη αλλά σώα και αβλαβής, να θηλάζει ήρεμα τον Πάντα κάτω από τις σελίδες του εκκλησιαστικού βιβλίου. Μανούλα και παιδί μεταφέρθηκαν γρήγορα σε ασφαλές σημείο στο σπίτι του νεωκόρου, έως ότου, με τη βοήθεια και εθελοντών ενοριτών, ο Άγιος Αυγουστίνος αποκαταστάθηκε και επέστρεψαν κοντά στον πατέρα Ρος.
Πέντε χρόνια αργότερα, η Ρόζαλιντ, διαβάζοντας ότι είχε θεσπιστεί ένα μετάλλιο για τη βράβευση σκύλων που είχαν διακριθεί σε ανδραγαθήματα την περίοδο του πολέμου, διεκδίκησε βραβείο και για τη Φέιθ. Αν και στην αρχή οι υπεύθυνοι αρνήθηκαν υποστηρίζοντας ότι η Φέιθ ήταν «πολίτης» και δεν είχε στρατιωτικά καθήκοντα, στη συνέχεια η Μαρία Ντίκιν, ιδρύτρια του φερώνυμου βραβείου, εντυπωσιάστηκε από όσα έμαθε και έτσι, μια ηλιόλουστη, χαρούμενη μέρα του Οκτωβρίου 1945, η Φέιθ βραβεύτηκε για τον ηρωισμό και τη μητρική αυταπάρνησή της, παρουσία πλήθους ενοριτών και άλλων Λονδρέζων, της Μαρίας Ντίκιν, και του ίδιου του Αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρι!
Πέρασαν άλλα τρία χρόνια και, στις 28 Σεπτεμβρίου 1948, αφού απόλαυσε με όρεξη το πρωινό της, η Φέιθ κουλουριάστηκε για έναν υπνάκο μπροστά στο τζάκι, και δεν ξύπνησε ποτέ. Έφυγε μακάρια στα δεκατέσσερά της χρόνια, πλήρης ημερών για γάτα της εποχής εκείνης. Ο πατήρ Ρος την κήδευσε με συντριβή, αλλά με τις δέουσες τιμές, σε μια τελετή όπου συνέρρευσε και πάλι πλήθος κόσμου. Την επόμενη χρονιά, ο εφημέριος συνταξιοδοτήθηκε, η εκκλησία του Αγίου Αυγουστίνου έκλεισε και, σήμερα, το οίκημα αποτελεί πλέον τμήμα του καθεδρικού ναού του Αγίου Παύλου, φιλοξενώντας την παιδική χορωδία του. Ο Πάντα, που στο μεταξύ είχε γίνει ένας μεγαλόσωμος, καλοκάγαθος γάτος, δόθηκε σε έναν οίκο ευγηρίας, για να κρατά συντροφιά στους τροφίμους.
* * *
ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΑΣ ΜΕΪΛ: ΤΙ ΡΩΤΑΝΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ;
Ακολουθεί μια λίστα με γνήσιες παράξενες ερωτήσεις που κάνουν μικρά παιδιά στους γονείς τους. Μερικές είναι από αληθινές μαρτυρίες γονιών, άλλες από εκπαιδευτικούς, και κάποιες από παιδικές συζητήσεις στο διαδίκτυο. Αφού τη διαβάσετε, δείτε στο τέλος του Ημερολογίου, εκεί που σας ζητάμε να μας στείλετε μέιλ με τις δικές σας παιδικές παράξενες ερωτήσεις. Ιδού:
- Αν φάω ένα κουμπί, θα κάνει μπιπ όταν περνάω από τις πόρτες του σούπερ μάρκετ;
- Γιατί δεν μπορούμε να δούμε τον αέρα αφού είναι παντού;
- Τα μυρμήγκια έχουν σχολείο;
- Ο Θεός έχει μαλλιά ή είναι φαλακρός;
- Όταν πεθάνεις, μπορώ να έχω το κινητό σου;
- Οι δεινόσαυροι είχαν μαμάδες;
- Αν φωνάξω πάρα πολύ δυνατά, μπορεί να σπάσει ο ουρανός;
- Το φεγγάρι μάς κοιτάει όταν κοιμόμαστε;
- Γιατί ο μπαμπάς έχει γένια και δεν είναι λύκος;
- Ποιος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έκανε πιπί;
- Αν βάλω τα ρούχα μου ανάποδα, θα πάω πίσω στον χρόνο;
- Διψάνε ποτέ τα ψάρια;
- Πώς ξέρουν τα ρούχα ποιο είναι το μπροστά και ποιο το πίσω;
- Γιατί οι παππούδες μυρίζουν παππουδίστικα;
- Όταν μεγαλώσω και πάω φυλακή, θα μου στέλνεις γράμματα;
- Γιατί οι γάτες δεν πηγαίνουν ποτέ σχολείο;
- Αν παντρευτώ τον αδερφό μου, θα μας αφήσεις;
- Μπορώ να βάλω τη μικρή μου αδερφή στον φούρνο μικροκυμάτων να δούμε τι θα γίνει;
- Ο Χριστός είχε παιδικά δοντάκια; Του πέσανε κανονικά;
- Αν τραβήξω το φερμουάρ του ουρανού, τι έχει από πίσω;
- Τα μωρά μπορούν να έχουν μουστάκι;
- Αν ζωγραφίσω μια πόρτα στον τοίχο, μπορώ να μπω μέσα;
- Πώς ξέρει η τηλεόραση ποιο επεισόδιο να παίξει;
- Γιατί δεν μπορώ να παντρευτώ τη μαμά μου;
- Αν φάω μπανάνα και μετά πιω γάλα, θα γίνω μαϊμού ή αγελάδα;
- Τα ρολόγια βαριούνται ποτέ;
- Ποιος αποφάσισε ότι το κόκκινο σημαίνει στοπ;
- Γιατί δεν λέμε χρόνια πολλά στον ήλιο κάθε μέρα που ξαναβγαίνει;
- Αν κλάψω πολύ, μπορώ να γεμίσω μία μπανιέρα;
- Ο Άγιος Βασίλης έχει τουαλέτα στο έλκηθρό του;
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Ia Genberg, «Οι λεπτομέρειες» (μετάφραση Γρηγόρης Κονδύλης, Εκδόσεις Gutenberg)
Είμαστε φτιαγμένοι από όσα διαβάζουμε, όσα ακούμε, όσους μάς περιβάλλουν και όσους μάς αγαπούν… και αγαπήσαμε. Είμαστε το άθροισμα από χίλιες απίθανες λεπτομέρειες. Κι αυτό είναι αληθινό, και είναι όμορφο. Οι σχέσεις μας μας καθορίζουν και μας πλάθουν. Ακόμη και όταν ξεχαστούν, ή θαφτούν από την καθημερινότητα, με κάποιον τρόπο εξακολουθούν να είναι ακόμη εκεί, και να μας κοιτούν — όχι από κάπου «ψηλά», αλλά από μέσα μας. Πολύ όμορφο βιβλίο οι «Λεπτομέρειες» της Γένμπεργ, το διαβάζεις μέσα σε μια μέρα, και όχι μόνο επειδή είναι μικρό, 150 κομψές σελίδες όλες κι όλες (μιλάμε άλλωστε για την Aldina του Gutenberg), αλλά και γιατί είναι αληθινό· και είναι όμορφο. Ευχαριστούμε θερμά τον εξαιρετικά έμπειρο μεταφραστή, και καλό φίλο, Γρηγόρη Κονδύλη, που το απέδωσε υπέροχα στα ελληνικά, αλλά και γιατί μάς χάρισε ένα πολύ προσωπικό, ένα έξοχο κείμενο για το βιβλίο. Είναι αυτό εδώ — απολαύστε το:
Εν μέρει αυτοβιογραφικό κι εν μέρει μυθοπλασία, αυτό που λέμε μυθοπλαστική αυτοβιογραφία (autofiction). Ακόμη κι αν δεν μπορώ να βάλω τ’ ακροδάχτυλά μου στα δικά της σημάδια των καρφιών σε ό,τι αφορά γενικώς τον χαρακτηρισμό ενός μυθιστορήματος (κάτι που ούτε η ίδια φαίνεται να κάνει), καταλαβαίνω γιατί γράφει με αυτόν τον ελεύθερο (κι απελευθερωτικό για την ίδια) τρόπο. Οι Σουηδοί συγγραφείς που προτιμά είναι και δικοί μου αγαπημένοι. Αλλά και άλλοι, μη Σουηδοί, όπως η Ρέιτσελ Κασκ και η Τζόαν Ντίντιον. Όπως εν μέρει και οι μουσικές που ακούει, Κοέν, Μπόουι, Τζόνι Μίτσελ.
Και εξηγούμαι: εδώ έχουμε μια συγγραφέα που ανήκει σε μια γενιά η οποία μοιάζει αρκετά με τη δική μου (κι ας είναι δέκα χρόνια νεότερή μου) και μου θυμίζει όλες τις δραστηριότητες (σπουδές, δουλειές, διαβάσματα, μουσικές, τρόπο ζωής) που έζησα κι εγώ με αρχή τη δεκαετία του ’70 στη Σουηδία. Με αυτό εννοώ ότι τη δεκαετία του ’80 (με την οποία τελείωνε και αυτός ο τρόπος ζωής) μπορούσες να κάνεις σχεδόν τα ίδια: ν’ αλλάζεις συνεχώς σπίτια —έβρισκες και νοίκιαζες ό,τι σπίτι ήθελες τότε—, από το πλύσιμο πιάτων σε εστιατόρια πήγαινες να σπουδάσεις στο πανεπιστήμιο, δούλευες ενδιάμεσα σε νοσοκομεία ως βοηθός νοσοκόμος, άφηνες τη μία πανεπιστημιακή σχολή για μια άλλη δίχως κανένα πρόβλημα.
Η μεγάλη ποικιλία ευκαιριών σε τόσο πρώιμο στάδιο ζωής δημιουργεί συγκεκριμένο ήθος που γεννά και μια στάση ζωής. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτή η στάση της απέναντι στη ζωή πηγάζει ακριβώς από τον ελεύθερο τρόπο σκέψης που είχαν τότε οι νέοι. Αυτό οδηγεί ταυτόχρονα και στον αναλυτικό/συνθετικό τρόπο σκέψης, ιδιαίτερα για άτομα με πανεπιστημιακές σπουδές. Αλλά και σ’ επαγγέλματα όπως αυτό του δημοσιογράφου, και μάλιστα σε διαφορετικές πόλεις και εφημερίδες και περιοδικά, που έκανε επίσης η Γένμπεργ.
Κι εκείνη την περίοδο αρχίζει να γράφει. Γεννιόνται μυθιστορήματα όπως το «Γλυκιά Παρασκευή» (θα μπορούσα να μεταφράσω τον τίτλο ακόμη και «Παρασκευούλα ζάχαρη, Παρασκευούλα μέλι») για τη δεκαετία του ’90. Ή όπως το «Καθυστερημένο αντίο» για μια παλιά σχέση που ξαναγεννιέται. Τρίτο είναι το «Μαύρη παρηγοριά και άλλες τέσσερις ιστορίες για χρήματα». Και μετά ήρθαν οι «Λεπτομέρειες». Που βραβεύτηκαν και διακρίθηκαν.
Είναι μεγάλη υπόθεση να μιλάς για τον έρωτα δίχως να τον αναφέρεις με το όνομά του. Ή για αρκετά περίπλοκα πράγματα που κάνεις στη ζωή σου. Δίχως να τα μαρκάρεις. Να μιλάς γι’ αυτά εντελώς απροπό. Να βρίσκεις τον τόνο και να τον μεταφέρεις με λόγια απλά, πίσω από τα οποία ζουν αμέτρητα συναισθήματα, καλά κι άσχημα μαζί, και που μέσα από τον απλό (αν και μακροπερίοδο) λόγο να τα μεταφέρεις στον αναγνώστη:
Ζούμε τόσες πολλές ζωές μέσα στη ζωή μας, ζωές μικρότερες με ανθρώπους που έρχονται και πάνε, με φίλους που εξαφανίζονται, παιδιά που μεγαλώνουν, και ποτέ δεν καταλαβαίνω ποια από τις ζωές αυτές έχει, εντέλει, τη μεγαλύτερη βαρύτητα. Όταν έχω πυρετό ή είμαι ερωτευμένη, όλα μού φαίνονται τόσο αυτονόητα, το «εγώ» μου υποχωρεί και δίνει τη θέση του σε μια ανώνυμη ευτυχία, ένα σύνολο που διατηρεί όλες τις λεπτομέρειες αδιαχώριστες και απόλυτα σαφείς, τη μία δίπλα στην άλλη. Αργότερα θυμάμαι την κατάσταση ως μια μορφή χάριτος. Ίσως έτσι να μπορεί να περιγράψει κάποιος τη συνολική εμπειρία, με ανθρώπους που διαβαίνουν μέσα και έξω από την ύπαρξή μου χωρίς κάποια ιεραρχία. Χωρίς «αρχή» και «τέλος», χωρίς κάποια συγκεκριμένη χρονολογική σειρά, παρά μόνο στιγμές που αναδύονται, και αυτό που γεννιέται μέσα σε αυτές.
Είναι επίσης πανέξυπνο να ξεκινά τη συγγραφή με αφορμή τον πυρετό (μαλάριας ή covid, δεν έχει σημασία), επειδή αυτό την αφήνει να χρησιμοποιεί εκείνο τον όμορφο παραληρηματικό λόγο που επιτρέπει ορισμένες ελευθερίες. Η απλότητα των λέξεων σε συνδυασμό με την πολυπλοκότητα των νοημάτων δίνουν εκείνο το μείγμα που μόνο ως λογοτεχνικά εκρηκτικό μπορείς να το ορίσεις.
Η Ία Γένμπεργ μού θυμίζει ενίοτε το παιδάκι που όλο κατανεύει στις επιταγές μιας μητέρας (μιας κανονιστικής λογοτεχνικής παράδοσης, θα έλεγα) και μόλις στρίβει στη γωνία κάνει τα δικά της. Το αποτέλεσμα; Να γίνεται κάθε πορτρέτο μια λυρική εγκυκλοπαίδεια για την ανθρώπινη ζωή. Και να προκύπτει ένα μυθιστόρημα για κανόνες, αλλά και ένα μυθιστόρημα με σαφείς υπαινιγμούς για την κατάρα των κανόνων στη ζωή.
Έχω την αίσθηση πως όποιος το διαβάσει πάντα θα επιστρέφει στις τόσο ακριβείς παρατηρήσεις του συγγραφικού εγώ στο μυθιστόρημα. Γιατί δεν κρύβεται μόνον ο διάβολος στις «Λεπτομέρειες».
Γρηγόρης Κονδύλης
- Νά και το οπισθόφυλλο:
Μια γυναίκα καθηλωμένη στο κρεβάτι με υψηλό πυρετό διαβάζει ένα αγαπημένο της μυθιστόρημα. Η αφιέρωση στο βιβλίο από την πρώην σύντροφό της ζωντανεύει σελίδες από το παρελθόν και ανθρώπους που δεν μπορεί να ξεχάσει: την καλύτερή της φίλη, τον πατέρα των παιδιών της και τη βασανισμένη μητέρα της. Πόσο την έχουν σημαδέψει πρόσωπα που έχουν εξαφανιστεί από τη ζωή της; Μπορούμε τελικά να ανακαλύψουμε τον πραγματικό μας εαυτό μέσα από τις σχέσεις μας με τους άλλους; Οι «Λεπτομέρειες» της Ία Γένμπεργκ (γενν. Στοκχόλμη 1967), μπεστ σέλερ σε πολλές χώρες, τιμήθηκε με το σουηδικό βραβείο August, συμπεριλήφθηκε στη βραχεία λίστα του Booker International 2024 και αναγνωρίστηκε ως ένα από τα «καλύτερα βιβλία του 2023» (The New Yorker).
Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Για παράδειγμα, τι περίεργο ρώτησε το δικό σας παιδί, ή ακόμη και εσείς όταν ήσασταν μωρό. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Για τους πολλούς είναι ένα μπαρ, για κάποιους μια ιδέα
Τιμή και δόξα στον άνθρωπο που πέρασε τη Θεσσαλονίκη στην επόμενη φάση της
Εναλλακτικός τίτλος: Έχω ένα πρόβλημα για κάθε σας λύση
Από το Big Ben στο Λονδίνο μέχρι τον αστρονομικό πύργο της Πράγας, αυτά τα ρολόγια δεν δείχνουν απλώς την ώρα, είναι τοπόσημα
«Οι αργόσχολοι μαζεύτηκαν και κοίταζαν τα αυγά, με κέλυφος βέβαια, να ρίχνονται στο σκάμμα»
Ένα μήνυμα προστασίας για τη νανόχηνα και τα μεταναστευτικά πουλιά
Ποια σενάρια διακινούνται για την τύχη του
«Ξυπνάτε από τα μνήματα αδικοσκοτωμένοι / Να δήτε την πατρίδαν σας απελευθερωμένη. / Ξυπνάτε από τα μνήματα, δεν είσθε πια ραγιάδες / Ξυπνάτε κι ήρθ’ η λευθεριά, έφυγαν οι αγάδες»
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου είναι σαν χρονοκαψούλα, μέσα του συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν και νοηματοδοτούν η μια την άλλη οι μεγάλες ιστορικές στιγμές που σημάδεψαν τη Θεσσαλονίκη
Αισιόδοξο το παρόν, λαμπερό το μέλλον. Στοίχημα;
Τι χρωστάει η Θεσσαλονίκη στη δόκιμη καλόγρια Λουίζα Σανκιόνι;
Φρέσκα πράγματα, καινούργια στέκια, ωραίες φάσεις
Επόμενη στάση: μητροπολιτικό πάρκο
Ιστορίες από τον αφρό των ημερών
Οι φυλές που τις προτιμούν, τα έργα που ετοιμάζονται
Και το χρωστάει στους επισκέπτες της
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.