Πολεις

Το Πάσχα και ο χρόνος ως παράδοση

Το Πάσχα που αλλάζει, όπως και εμείς

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το Πάσχα και ο χρόνος ως παράδοση
© Pexels

Η γιορτές του Πάσχα και οι παραδόσεις στην Ελλάδα

Έχω ξαναμιλήσει για το θέμα του χρόνου και της καθημερινής, φαινομενικής έλλειψης αυτού, για τις κακές συνήθειες, για όλα αυτά που «πρέπει» να αναθεωρήσουμε. Οι γιορτές όπως το Πάσχα ίσως είναι ένα από αυτά. Γιατί όμως να το αναθεωρήσουμε; Ίσως το πιο δύσκολο πράγμα απ’ όλα να συνηθίσουμε είναι η αλλαγή.

Άνοιξα την τηλεόραση την Κυριακή των Βαΐων και χάζεψα λίγο τις ειδήσεις, κάτι που κάνω σπάνια καθότι ειδήσεις διαβάζω στο διαδίκτυο. Η πλειονότητα των ρεπορτάζ ήταν, όπως ήταν αναμενόμενο, για το Πάσχα και τις παραδόσεις του. Ποιος τα βλέπει αυτά, σκέφτηκα, ποιον ενδιαφέρουν πραγματικά; Γιατί τα κάνουν κάθε χρόνο;

Μια γιαγιά που έφτιαξε κουλουράκια και τα μοίρασε στα εγγόνια της, νέα παιδιά στην επαρχία που χορεύουν ακόμα παραδοσιακούς χορούς. Από τη μία μου ‘κανε εντύπωση, από την άλλη θυμήθηκα ότι έχω μια φίλη στην ηλικία μου που κάνει παραδοσιακούς χορούς στον ελάχιστον ελεύθερο χρόνο της με μια ομάδα παιδιών που είναι επίσης στα 40 τους.

Σκέφτηκα τις δικές μου οικογενειακές παραδόσεις και πως άλλαξαν με τα χρόνια. Σκέφτηκα τότε που τα γιορτάζαμε με τον παππού και τη γιαγιά μου. Ο παππούς μου νήστευε πολύ αυστηρά όλη τη σαρακοστή και μετά βέβαια το Πάσχα το παράκανε με το αρνί, το κοντοσούβλι και το κοκορέτσι και μετά τον πονούσε το στομάχι του και έπινε σόδες να συνέλθει.

Σκέφτηκα ότι τα χρόνια που ήμουν φοιτήτρια στον Καναδά έχανα πάντα το Πάσχα εδώ γιατί εκείνη την περίοδο είχα πάντα εξεταστική, και έτσι το περνούσα με φίλους συμφοιτητές ―Έλληνες και Καναδούς― και κάναμε μπάρμπεκιου στην αυλή της πολυκατοικίας που μέναμε. Τη Μεγάλη Εβδομάδα εκεί, για να νιώσω λίγο Πάσχα πήγαινα καμιά φορά στην εκκλησία της ελληνικής κοινότητας η οποία ήταν αρκετά χιλιόμετρα έξω από το κέντρο της Οτάβας όπου έμενα, και ήθελα δύο λεωφορεία και περίπου 50 λεπτά.

Πίσω στην Ελλάδα, σκέφτηκα ότι κάποια στιγμή κανείς μας δεν έτρωγε πια το αρνί, τσιμπάγαμε απλά λίγο την πετσούλα, οπότε αποφασίσαμε αντ’ αυτού να σουβλίζουμε κατσίκι. Και λίγα χρόνια αργότερα το αλλάξαμε και αυτό. Θυμάμαι ακόμα και τη στιγμή που έγινε. Ήμασταν με τη μικρή μου αδερφή στο σούπερ-μάρκετ όπου παραδοσιακά πηγαίναμε τη Μεγάλη Πέμπτη ή Παρασκευή για να κάνουμε τα τελευταία ψώνια και μιλούσα στο τηλέφωνο με τη μητέρα μου, η οποία έδινε τις τελευταίες οδηγίες, και τη ρώταγα γιατί επιμένουμε να ψήνουμε ολόκληρο κατσίκι αφού όλοι μας χορταίνουμε και προτιμάμε κοντοσούβλι και κοκορέτσι ―το κοκορέτσι το τρώνε όλοι εκτός από εμένα, το παράξενο, ανέκαθεν ιδιότροπο, αλλά αξιολάτρευτο μαύρο πρόβατο της οικογένειας― και γιατί απλά δεν ψήνουμε λίγα αρνίσια παϊδάκια που αρέσουν σε όλους, ναι, συμπεριλαμβανομένου και σε μένα. Και έτσι έγινε!

Σκέφτηκα ότι πολλά χρόνια πριν, χάρη στη δική μου απέχθεια για τη μαγειρίτσα, ξεκινήσαμε το Μεγάλο Σάββατο να φτιάχνουμε κεφτεδάκια τηγανιτά, τα οποία ετοιμάζαμε ενώ πίναμε, και τα οποία εντέλει γίνανε ανάρπαστα και τρώγανε όλοι, και τα οποία φτιάχνουμε ακόμα.

Και κάπως έτσι, όλα αυτά, γίνανε σιγά-σιγά μέρος της δικής μας παράδοσης.

Σκέφτηκα ότι τα μέλη της οικογένειας και οι παρευρισκόμενοι αυξάνονταν ή λιγόστευαν χρόνο με το χρόνο λόγω συνθηκών και συγκυριών. Ότι η τοποθεσία ενίοτε άλλαζε, όπως και ο καιρός, όπως και η ίδια η ημερομηνία του Πάσχα…μια κινητή εορτή, από πολλές απόψεις.

Σκέφτηκα πόσα από αυτά θα ήθελα να κρατήσω στο μέλλον, όπως το εκπληκτικό μιλφέιγ που παραδοσιακά πάντα φτιάχνουμε το Μεγάλο Σάββατο ―πριν τα κεφτεδάκια― από το μηδέν, το οποίο πρέπει να μείνει στο ψυγείο για ώρες για να δέσει και όλοι λιγουρευόμαστε μέχρι να το κόψουμε ανήμερα το Πάσχα μετά την κρεατική κραιπάλη.

Μετά σκέφτηκα ότι φέτος βιαζόμουν να έρθει το Πάσχα γιατί είχα κουραστεί, και γιατί η χρονιά αυτή μ’ έχει πάει λίγο τρένο, και γιατί είχα πολύ ανάγκη λίγη ξεκούραση και χαλάρωση. Και τώρα οριακά δεν θέλω να έρθει γιατί κοντεύει να φύγει, γιατί κυλάει γρήγορα, και έχω τόσα ακόμα να κάνω, όπως το τίποτα που δεν έχω ακόμα προλάβει.

Σήμερα το πρωί ξύπνησα από το μαύρο χάραμα γιατί χθες έπεσα σε κόμμα σαν τη γιαγιά από τις 10 ―no regrets― και ενώ έπινα τον καφέ μου στην αγαπημένη μου πελώρια κούπα, διάβασα ένα άρθρο στο New York Times που συμβούλευε τους αναγνώστες πως να σταματήσουν να αγχώνονται για το πρόγραμμά τους. Ανέφερε τίτλους βιβλίων όπως «Time Anxiety: The Illusion of Urgency and a Better Way to Live» από Κρις Γκιλεμπό (Chris Guilebeau), και «Time Wise: Powerful Habits, More Time, Greater Joy» από Αμάνθα Ίμπερ (Amantha Imber), και σκέφτηκα ότι πριν από 150 χρόνια όσοι δεν πεθαίνανε από τη δουλειά, πεθαίνανε από βαρεμάρα.

Και μετά σκέφτηκα ότι ένας λόγος που οι γιορτές σαν το Πάσχα είναι ωραίες είναι γιατί, αν μη τι άλλο, προσφέρουν μια ευκαιρία να επιβραδύνουμε λίγο το χρόνο, να απολαύσουμε δυο πράγματα, δυο γεύματα, ή δυο ανθρώπους παραπάνω. Και μετά σκέφτηκα ότι τη σήμερον ημέρα, και αυτό σχετικό είναι, γιατί προσπαθούμε εδώ και 3 μέρες να βρεθούμε με τον κουμπάρο μου μια αναθεματισμένη ώρα να του δώσω τα δώρα του βαφτισιμιού μου, και δεν καταφέρνουμε γιατί τρέχει πανικόβλητος.

Και ενώ δεν έχω παιδιά, καταλαβαίνω απόλυτα, αλλά αναρωτιέμαι… και σκέφτομαι ότι αν αντιμετωπίζαμε τον χρόνο μας ως μια ακόμα μικρή αλλά σημαντική παράδοση, μπορεί να τον σεβόμασταν μια στο τόσο, έστω λίγο παραπάνω.#

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.