Life

Οι γυναίκες των εθνικών οδών

Σε αυτά τα μπαρ και τα μπουζούκια των εθνικών οδών με τα φιμέ ή και ανύπαρκτα παράθυρα και τις βελούδινες κουρτίνες...

6971-132439.jpg
Ελένη Σταματούκου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
1.jpg

Διαβάζεται ακούγοντας αυτό: 

Βίκυ Μοσχολιού - Ποτέ δε θα μπω σ' άλλο σώμα (1987)

Συζητάγαμε με έναν φίλο για τις γυναίκες που συναντούν οι άνδρες στις βραδινές περιπολίες τους. Σε αυτά τα μπαρ και τα μπουζούκια των εθνικών οδών με τα φιμέ ή και ανύπαρκτα παράθυρα και τις βελούδινες κουρτίνες. Κάτω από το φθηνό βελούδο υπάρχουν πολλές πολύτιμες ιστορίες να ακούσεις. Γυναίκες με στενά και αποπνικτικά ρούχα, με βαμμένα ξανθά κίτρινα μαλλιά και με μια ελάχιστη βραχνή φωνή πουλούν λίγη συντροφιά στους περαστικούς θαμώνες και ύστερα ανεβαίνουν στην πίστα και εξομολογούνται πάνω σε ξένους στίχους μια ολόκληρη ζωή, τη δική τους ζωή.

Τι παράξενο που είναι να πληρώνεις για λίγη συντροφιά των 10 λεπτών, αν διαρκεί και τόσο. Ο φίλος μου έλεγε ότι ποτέ του δεν κοιμήθηκε με αυτές τις γυναίκες, απλά τις κέρναγε ποτά για να ακούσει τις ιστορίες τους. Οι γυναίκες των ελληνικών εθνικών οδών, αυθεντικές, μοναχικές, κυνικές, μεγάλωσαν απότομα. Τόση ομορφιά κρυμμένη κάτω από ξεβαμμένα κόκκινα χείλια. Τόση ζωή πνιγμένη μες στο λακκάκι του άσπρου τους λαιμού. Πόσοι άραγε θα θέλησαν να κολυμπήσουν μέσα του;  

Στα τελευταία τραπέζια, στις ζωντανές σκηνές των κωλόμπαρων πάνω στους εξώστες της εθνικής, κοπέλες πουλούν για ένα εικοσάρικο παρέα και στοματικό έρωτα σε μικροσκοπικούς ανθρώπους που φορούν δανεικά κουστούμια. Στα μικρόφωνα παράταιρη ακούγεται η φωνή μιας λαϊκής αοιδού. Φτερά και πούλιες έχουν γεμίσει τη μικρή πλαστική πίστα. Ένας πόντος διαφεύγει πάνω στο μπλε ηλεκτρίκ καλσόν της. «Ποτέ τόσες νύχτες για σένα, ποτέ τόσο εσύ πουθενά, και εκεί που σε παίρνω για ψέμα… ποτέ…» και παραπατά μόνη από το αλκοόλ πάνω στους λειψούς της στοίχους. Τα συστήματα συλλογής, περισυλλογής και τελικής διανομής των κόκκινων γαρύφαλλων, παρεμβάλλονται και τα φώτα αναβοσβήνουν. Τα γκαρσόνια με τη χωρίστρα, κοιμούνται πάνω στα τραπέζια και οι μικρές τους τσατσάρες ξεβράζονται μέσα στα φαράσια.

Οι Πακιστανοί της κουζίνας γίνονται τώρα οι νέοι θαμώνες. Μοιράζονται το ξεχασμένο στο πάτωμα πακέτο τσιγάρα του ερωτευμένου πελάτη, που τώρα αγκαλιάζει ένα στρουμπουλό κορίτσι με ψεύτικα μαλλιά. «Ποτέ δε θα μπω σε άλλο σώμα, ποτέ κι αν γυρνώ σα σκιά…» και στο ποτέ αλλάζει τη φωνή της και ρωτά εκείνους, τους από κάτω που μοιάζουν σαν κίτρινα ταξί και χαζεύουν το σώμα της, αν την καταλαβαίνουν. Κανείς δεν νιώθει τίποτα από τις λέξεις της, ίσως επειδή η φωνή της βγαίνει τρεμάμενη σχεδόν άγαρμπη. Αλλά, εδώ και καιρό και αυτή έχει σταματήσει πια να καταλαβαίνει. Εκείνοι το μόνο που θέλουν είναι απλά να βρεθούν μέσα της και να τους φτάσουν τα τσιγάρα.

 Και τα κορίτσια πάντα θα τρέχουν ξοπίσω τους και κρυφά θα τους ακολουθούν. Θα καταπίνουν μία μία τις λέξεις τους για να μην πνιγούν. Και κάποτε θα έρθει η άνοιξη, αφού πρώτα θα έχουν συναντηθεί μια Κυριακή πριν τις αλκυονίδες μέρες. «Αλήθεια» τους ρωτάει η λαϊκή αοιδός, «ξέρει κανείς πότε είναι οι Αλκυονίδες μέρες;» και ένα μικρό και στεγνό γιατί κολυμπάει ήδη στη μέση του λαιμού της.

Για τις γυναίκες των εθνικών οδών...

Τα λέμε την επόμενη Κυριακή…

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ