Πολιτικη & Οικονομια

Ο Μανώλης κι εμείς

Οι προσπάθειες του Μακρόν να προχωρήσει σε συγκρότηση κυβέρνησης συνασπισμού υπονομεύονται από αυτά ακριβώς τα ειδικά χαρακτηριστικά της πολιτικής κίνησής του

fanis-ougrinis.jpg
Φάνης Ουγγρίνης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Εμανουέλ Μακρόν χαιρετά κόσμο σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας
© EUROKINISSI /ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Γαλλία: η επόμενη μέρα μετά την αποτυχία του Εμανουέλ Μακρόν να κατακτήσει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και οι ενδεχόμενες πολιτικές εξελίξεις.

Ανατροπή, δύο μόνο μήνες μετά. Αν και ο συνασπισμός του Ensemble εξασφάλισε τελικά 245 έδρες και κατέστη μακράν η μεγαλύτερη ομάδα στην Εθνοσυνέλευση, ο Γάλλος πρόεδρος στερήθηκε την κυβερνητική πλειοψηφία - ένα ομολογουμένως ασυνήθιστο φαινόμενο στην ιστορία της γαλλικής δημοκρατίας, μα όχι πρωτοφανές. Τώρα αντιμετωπίζει ταυτόχρονα δύο υπολογίσιμες δυνάμεις στην αντιπολίτευση: τη σχετικά νέα ακροαριστερή συμμαχία και την κοινοβουλευτικά πολύ ενισχυμένη ακροδεξιά, με τους κεντροδεξιούς να νιώθουν επίσης πιεζόμενοι και με τους άλλοτε κραταιούς σοσιαλιστές να απειλούνται από ολοκληρωτικό αφανισμό. Είναι πιθανό πως το γαλλικό κοινοβουλευτικό σύστημα θα παραλύσει τα επόμενα πέντε χρόνια, καθώς οι κεντρώες δυνάμεις του Μακρόν θα υφίστανται πυρά και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Τις προηγούμενες εβδομάδες κατέγραψε λάθη επικοινωνίας και τακτικής, και έκανε λανθασμένους υπολογισμούς που οδήγησαν στο αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής, με συνέπεια να υπάρχει τώρα ένα μεγάλο πολιτικό κενό. Θα είναι φυσικά πρόεδρος για τα επόμενα πέντε χρόνια αλλά υποστηριζόμενος από λιγότερο του 30% των ψηφοφόρων, επίδοση που είναι χαμηλότερη ακόμη και από τις χειρότερες δημοσκοπικές του επίσης ευάλωτου Τζο Μπάιντεν.

Όπως στο παρελθόν οι Τόνι Μπλερ και Μπάρακ Ομπάμα, ο προερχόμενος από την Αριστερά Εμμανουέλ Μακρόν διαπέρασε το κλασικό χάσμα αριστερά-δεξιά, αγκαλιάζοντας τη φιλελεύθερη οικονομία και μεριμνώντας για τις ευαισθησίες των συντηρητικών ψηφοφόρων γύρω από θέματα ασφάλειας, δείχνοντας ταυτόχρονα την ευαισθησία του σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικής δικαιοσύνης. Για ένα διάστημα, η μέθοδός του απέδωσε και πράγματι σημείωσε επιτεύγματα στην πρώτη θητεία. Απλούστευσε την εργατική νομοθεσία, ευνόησε νέες επενδύσεις, ενίσχυσε το διεθνές αποτύπωμα της Γαλλίας και θεωρείται ότι διαχειρίστηκε ικανοποιητικά την COVID-19. Άλλωστε, ο λεγόμενος μακρονισμός αφορούσε πρωτίστως την αποτελεσματικότητα και δευτερευόντως τη μετάδοση του μηνύματος μέσα από τη χρήση συμβόλων. Ωστόσο, δε στέφθηκαν από επιτυχία όλες οι πρωτοβουλίες του. Δεσμεύτηκε να αναστήσει το ευρωπαϊκό όραμα, αλλά οι αποφάσεις της ΕΕ εξακολουθούν να λαμβάνονται βάσει στενού εθνικού συμφέροντος. Στην υποσαχάρια Αφρική υπήρξε αναδίπλωση, υπέρ των Ρώσων. Οι προσπάθειές του να πείσει τον Πούτιν να τερματίσει την εισβολή στην Ουκρανία -ή έστω να επιτρέψει τη μεταφορά σιτηρών για να αποφευχθεί ο λιμός στον Τρίτο Κόσμο- αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία από τον νέο Τσάρο μα και με σοβαρή δυσπιστία από τους ηγέτες της ανατολικής Ευρώπης, οι οποίοι θα μπορούσαν να συστρατευτούν μαζί του στην κατεύθυνση μιας πιο ενωμένης Ευρώπης. Τώρα καλείται να αποδεχθεί ότι Βαρσοβία, Λονδίνο και Ελσίνκι είχαν (και έχουν;) ορθότερη αντίληψη της απειλής που αντιπροσωπεύει η Μόσχα για τη Γηραιά Ήπειρο και να τις επαναπροσεγγίσει από μηδενική βάση.

Ο Γάλλος πρόεδρος καινοτόμησε για τα δεδομένα της χώρας του, συνθέτοντας μια νέα πολιτική πλειοψηφία θεμελιωμένη πάνω στην αδιαμεσολάβητη σχέση του με τον λαό, όμως με αυτή του την προσέγγιση περιθωριοποίησε την παραδοσιακή πολιτική τάξη και βρέθηκε ανεπαρκής για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που τώρα βρέθηκαν στο δρόμο του. Η κυβέρνησή του δεν είναι παρά ένα συνονθύλευμα τεχνοκρατών, δίχως την πολιτική επιρροή που απαιτείται για να προστατεύσουν εαυτούς και αυτόν από τις αναπόδραστες κακοτοπιές. Ο ένοικος του Μεγάρου Ματινιόν έφτασε εκεί χωρίς να έχει ακολουθήσει την κλασική οδό -δεν είχε εκλεγεί ποτέ σε δημόσιο αξίωμα- και έτσι στερείται όλης της εμπειρίας που προσφέρει η συμμετοχή και ανέλιξη μέσα σε ένα παραδοσιακό κόμμα, πολύτιμη για την υπέρβαση όσων δυσκολιών τώρα αντιμετωπίζει. Η επιτυχημένη κομματική λειτουργία δεν είναι απλώς άθροισμα ανθρώπινων δικτύων, προϋποθέτει επίσης την ύπαρξη μιας συνεκτικής κοινής ιδεολογίας, κάτω από την οποία μέλη και στελέχη μπορούν να συσπειρωθούν όταν τα πράγματα δυσκολεύουν. Εν τέλει, ο ιδεολογικός μακρονισμός ορίστηκε αόριστα ως προοδευτικός, φιλοευρωπαϊκός και φιλοεπιχειρηματικός, δηλαδή περισσότερο ως μια αλα καρτ επιλογή θέσεων, το δε κόμμα είναι ένα ελάχιστα αναγνωρίσιμο μπραντ. Σε μία εποχή άσπρου και μαύρου ο Επικεφαλής κατορθώνει να γοητεύει, ο μηχανισμός του όχι.

Οι προσπάθειες του Μακρόν να προχωρήσει σε συγκρότηση κυβέρνησης συνασπισμού υπονομεύονται από αυτά ακριβώς τα ειδικά χαρακτηριστικά της πολιτικής κίνησής του: σύντομα θα ξεκινήσει η μεγάλη μάχη της διαδοχής του, καθώς οι επίδοξοι αντικαταστάτες του εύλογα προβλέπουν το διασκορπισμό των ετερόκλητων δυνάμεων του το 2027, οπότε αρχίζουν από τώρα να εξετάζουν πώς θα τις προσελκύσουν ώστε να επιτύχουν τότε ένα ευνοϊκό εκλογικό αποτέλεσμα. Μελανσόν και ΛεΠέν έχουν κάθε λόγο να επιμείνουν στην ως τώρα λαϊκιστική ρητορική τους, ενώ Ρεπουμπλικάνοι και σοσιαλιστές δεν έχουν συμφέρον να ταυτιστούν με τον πρόεδρο, μα αντίθετα να διαφυλάξουν δυνάμεις για να ανακτήσουν το παλιό μερίδιο τους στο εκλογικό σώμα μετά τη λήξη της θητείας του. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, μία κυβέρνηση μειοψηφίας θεωρείται ιδιαίτερα πιθανή, με τα νομοθετήματα να υπερψηφίζονται από μεταβαλλόμενες πλειοψηφίες αναλόγως του περιεχομένου τους, πρακτική που εν μέρει ακολούθησε και ο Τσίπρας κατά τη δική του θητεία. Πάντως αυτές οι εξελίξεις δεν έχουν μόνο αποκαλύψει τις αδυναμίες του μακρονισμού ως πολιτική τακτική, αλλά έχουν επίσης θέσει υπό αμφισβήτηση την μακροημέρευση των ως τώρα πρωτοβουλιών του.

Και ίσως το πιο δυνατό χαστούκι σε αυτές τις πρωτοβουλίες είναι η πρωτοφανής αποχή του 56% του εκλογικού σώματος. Πάνω από τους μισούς Γάλλους -κυρίως νεότερης ηλικίας- θεωρούν ότι οι εκλογές δεν τους αφορούν, με την αδιαφορία τους να μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε ριζοσπαστικοποίηση εάν η κατάσταση γίνει πραγματικά άσχημη. Παρά τη διάχυτη απογοήτευση εξαιτίας του αυξημένου κόστους ζωής, της πανδημικής κρίσης, της γεωπολιτικής αστάθειας, της ενεργειακής ανασφάλειας και της έλλειψης αρκετά θετικών προοπτικών, τα νούμερα της Eurostat κατατάσσουν τη Γαλλία των G7 και του Συμβουλίου Ασφαλείας αρκετά πάνω από τους ενωσιακούς μέσους όρους, σίγουρα σε επίπεδο που στους Έλληνες φαντάζει αξιοζήλευτο. Στους Έλληνες, που την τελευταία εικοσιπενταετία εντοπίζουν στη χώρα τους την ίδια απαξίωση της πολιτικής ζωής που παρατηρείται στη Γαλλία, με τις… συστημικές κυβερνήσεις να στέκονται όλο και μακρύτερα από ιδέες, κόμματα και τη σιωπηλή πλειοψηφία, ενώ παράλληλα όλο και εγγύτερα σε στενά συμφέροντα και σε ηχηρές ομάδες πίεσης, πάντα στο όνομα του εκσυγχρονισμού, της παραγωγικότητας και όλων όσων διεθνώς χαρακτηρίζονται «ορθά». Στους Έλληνες, που βλέπουν την εθνική συνοχή να έχει αποδυναμωθεί και το κοινωνικό συμβόλαιο να έχει καταντήσει παλιόχαρτο. Στους καταπονημένους από τις αλλεπάλληλες κρίσεις Έλληνες, επί τρεις δεκαετίες θύματα πλύσης εγκεφάλου και μιντιακών υπερβολών, που βρίσκονται σε μαζική σύγχυση για το ποιοί ήταν, ποιοί είναι και ποιοί θα ήθελαν να είναι. Όλοι λένε πως ο ερχόμενος χειμώνας θα είναι πολύ δύσκολος, σε σημείο να κινδυνεύουμε πια από αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών ενισχύει αυτούς τους φόβους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ