Πολιτικη & Οικονομια

Δεν το θυμήθηκε τώρα, τώρα βρήκε το θάρρος να σας αντιμετωπίσει

Μπράβο σε όποια βρίσκει το κουράγιο να το κάνει όποτε κι αν το βρίσκει

41586-784579.jpg
Μάνος Βουλαρίνος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Σοφία Μπεκατώρου
© ACTION IMAGES / EUROKINISSI

Ο Μάνος Βουλαρίνος γράφει για το ζήτημα καταγγελίας της σεξουαλικής κακοποίησης με αφορμή την υπόθεση της Σοφίας Μπεκατώρου.

Τις τελευταίες ημέρες γίναμε ξανά (αλλά ίσως πιο έντονα από κάθε άλλη φορά) μάρτυρες του πιο βολικού είδους γενναιότητας: αυτής που κυριεύει τους ανθρώπους όταν στέκονται πίσω από το πληκτρολόγιό τους. Εκεί που όλα είναι δυνατά. Εκεί που καμία δυσκολία δεν είναι αξεπέραστη και κανένας κίνδυνος δεν είναι ικανός να φοβίσει. Εκεί που οι άνθρωποι αισθάνονται καλύτεροι και πιο δυνατοί από αυτό που η ζωή τους δείχνει καθημερινά ότι είναι.

Η αρχή έγινε με τους συμπολίτες που εξοργισμένοι απορούσαν γιατί κανείς δεν σταμάτησε τους δύο τραμπούκους που σάπισαν στο ξύλο τον υπάλληλο του μετρό. «Μα καλά δεν βρέθηκε ένας να τους αρπάξει; Τόσο κότες όλοι;» απορούσαν τα παλικάρια με την ασφάλεια που χαρίζει η απόσταση. Κι ήταν τόσοι πολλοί που κανείς αναρωτιέται πώς με τόσους γενναίους συμπολίτες, πώς με τόσους ανθρώπους έτοιμους να μπουν στη μέση και να προστατεύσουν τα θύματα της βίας, υπάρχουν ακόμα θύματα της βίας. Πώς, ας πούμε, με τόσους γενναίους Έλληνες είναι δυνατόν να υπάρχουν ακόμα γυναίκες που ξυλοφορτώνονται από τους συζύγους τους; Η μόνη λογική σκέψη είναι πως η γενναιότητα κουφαίνει κι έτσι οι γενναίοι συμπολίτες δεν μπορούν να ακούσουν τις κραυγές των θυμάτων από το διπλανό διαμέρισμα.

Κι αν στην περίπτωση του ξυλοδαρμού στο μετρό είχαμε μια συνηθισμένη (και κάπως διασκεδαστική) επίδειξη εκ του ασφαλούς γενναιότητας, τα πράγματα έγιναν πολύ χειρότερα λίγες μέρες μετά, όταν η Σοφία η Μπεκατώρου κατήγγειλε τον βιασμό της από στελέχος της ομοσπονδίας ιστιοπλοΐας.

Γιατί φαίνεται πως η καταγγελία της ενόχλησε πολλούς γενναίους συμπολίτες και πολλές γενναίες συμπολίτισσες οι οποίοι ένωσαν τη φωνή τους στην πιο γελοία έρωτηση της δεκαετίας: «Μα γιατί το είπε τώρα; Γιατί δεν το κατήγγειλε όταν έγινε;» αναρωτήθηκαν οι εξ αποστάσεως ασφαλείς. ‘Οχι απο γνήσια απορία, αλλά επικριτικά, καταλογίζοντας εμμέσως αλλά σαφώς δόλο στην καταγγέλουσα. Ταυτόχρονα έκαναν και μια (όχι και τόσο πετυχημένη) προσπάθεια να κρύψουν πως στην ουσία υπερασπίζονται τον δράστη, λέγοντας πως αυτό που θέλουν να πουν με την επικριτική «απορία» τους είναι πως αν η καταγγελία γίνονταν πιο νωρίς μπορεί να είχαν σωθεί άλλες αθλήτριες από αντίστοιχες καταστάσεις και μπλα μπλα μπλα (πολλές ανοησίες).

Εδώ φυσικά το πράγμα δεν είναι καθόλου αστείο, όπως στην περίπτωση των «γενναίων» του μετρό, αλλά αρκετά ανησυχητικό καθώς το «γιατί δεν το είπε νωρίτερα» μεταθέτει την κατηγορία και την ευθύνη από τον δράστη του βιασμού στο θύμα του. Δεν είναι τόσο ευθύ όσο το προφανώς ηλίθιο «ε, θα του κουνήθηκε κι αυτή» και γι’ αυτό είναι ακόμα πιο επικίνδυνο.

Πρόκειται για μια «απορία» η οποία κάνει πως δεν καταλαβαίνει (ή στ’ αλήθεια αδυνατεί, υπάρχουν και οι εντελώς ανόητοι) πως δεν υπάρχει ούτε ένα θύμα βιασμού που δεν θα ήθελε να καταγγείλει τον βιασμό της και να τιμωρήσει τον δράστη το επόμενο λεπτό από τον βιασμό. Δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος που να υφίσταται κάτι τόσο (ή και λιγότερο) κακό και να μη θέλει να το εμποδίσει να του ξανασυμβεί. Ο μόνος λόγος που μια γυναίκα δεν καταγγέλει ένα τόσο σοβαρό σε βάρος της έγκλημα είναι επειδή φοβάται πως όχι μόνο δεν θα δικαιωθεί, όχι μόνο το κακό δεν θα σταματήσει, αλλά θα βρεθεί και η ίδια απολογούμενη και ειναι πιθανόν η καταγγελία της όχι μόνο να μην έχει αποτέλεσμα αλλά να γίνει αιτία να καταστραφεί και η ζωή της.

Όταν μάλιστα μιλάμε για βιασμό πρέπει να προσθέσετε και την κοινωνική απαξίωση, την ντροπή, που ακόμα και σήμερα έχουν να αντιμετωπίσουν τα θύματα. Αν δεν είστε από άλλο πλανήτη μπορείτε να καταλάβετε πόσο δύσκολο είναι για μια γυναίκα (οι «all lives matter» αναγνώστες ας δεχθούν ότι οι περιπτώσεις βιασμένων αντρών είναι πολύ σπάνιες) να σηκωθεί και να πει «με βιάσαν». Και μάλλον καταλαβαίνετε πόσο φοβερό είναι να ντρέπεται για το έγκλημα το θύμα του εγκλήματος.  

Οι γυναίκες που βιάζονται συνήθως βιάζονται από κάποιον που έχει εξουσία απέναντι τους (αυτήν την εξουσία άλλωστε συνήθως χρησιμοποιεί ο βιαστής για να βιάσει). Έτσι, πέρα από την ντροπή (υπάρχει άραγε άλλο έγκλημα του οποίου τα θύματα να ντρέπονται;) έχουν να αντιμετωπίσουν και έναν συσχετισμό δυνάμεων που είναι απολύτως εναντίον τους. Στην πραγματικότητα όταν μια γυναίκα καταγγέλει τον βιασμό της η απορία δεν είναι «μα γιατί μίλησε τώρα;» αλλά «πώς βρήκε το θάρρος και μίλησε;».

«Είχε να διαλέξει ανάμεσα στην καταγγελία και την καριέρα και διάλεξε την καριέρα» κατηγορούν την Μπεκατώρου κάποιοι ανόητοι που δεν καταλαβαίνουν πως αυτό ακριβώς είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα: το ότι το θύμα ενός βιασμού καταγγέλοντας τον βιασμό του όχι μόνο είναι δύσκολο να δικαιωθεί, αλλά διακινδυνεύει πράγματα που δεν θα έπρεπε να κινδυνεύουν. Διακυνδυνεύει να ξαναγίνει θύμα και μετά τον βιασμό να ακολουθήσει και άλλο ένα έγκλημα σε βάρος της καριέρας ή της προσωπικής της ζωής. Από βιασμένη κινδυνεύει να γίνει και βιασμένη και τρελή και ψεύτρα. Και μάλιστα με τις πιθανότητες εναντίον της. Καταλαβαίνουν άραγε οι συμπολίτες που ξεστομίζουν αυτές τις φράσεις ότι μετατρέποντας  το θύμα σε κατηγορούμενη στην ουσία λειτουργούν ως απολογητές των βιαστών;  

Φίλες, φίλοι και οι υπόλοιποι, τα θύματα του βιασμού θέλουν να μιλήσουν και θέλουν να τιμωρηθούν οι βιαστές τους όπως κάθε άνθρωπος θέλει να μιλήσει για ένα έγκλημα σε βάρος του και να τιμωρηθεί ο εγκληματίας. Αλλά δεν αρκεί να θέλουν. Πρέπει να αισθάνονται και ασφαλείς για να το κάνουν. Πρέπει να αισθάνονται πως η καταγγελία τους δεν θα σταθεί εμπόδιο σε τίποτα παρά μόνο στις διαθέσεις του βιαστή τους. Και δεν αισθάνονται τίποτα τέτοιο. Κι ένας από τους λόγους είστε όλοι εσείς που αναρωτιέστε «τώρα το θυμήθηκε;». Εσείς που δεν καταλαβαίνετε πως δεν το ξέχασε ποτέ αλλά προσπαθούσε να βρει το κουράγιο να αντιμετωπίσει εκτός από την εξουσία του βιαστή της και όλους εσας. Κι είστε πολλοί για να είναι εύκολο να σας αντιμετωπίσει κανείς. Και μπράβο σε όποια βρίσκει το κουράγιο να το κάνει όποτε κι αν το βρίσκει. Οι περισσότεροι άλλωστε δεν το βρίσκουμε ποτέ για πολύ πιο ασήμαντα πράγματα.

Υ.Γ. Φυσικά και δεν είναι όλες οι καταγγελίες για βιασμό βάσιμες. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν τα δικαστήρια. Αλλά το ίδιο δεν είναι και οι καταγγελίες για οποιοδήποτε έγκλημα; Παρόλα αυτά σπανίως ακούς να γίνονται, σε οποιονδήποτε καταγγέλοντα, τόσες νουθεσίες όσες ακούν οι γυναίκες που καταγγέλουν βιασμό. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ