Πολιτικη & Οικονομια

Τι σημαίνει πολιτικός κρατούμενος

Οι κυβερνήσεις, ακόμα και οι πιο αυταρχικές, αρνούνται την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 702
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
hand-749676_1920.jpg

Ο όρος «πολιτικός κρατούμενος» είναι αμφίδρομος: Η Σώτη Τριανταφύλλου αναλύει τον ορισμό του στη σημερινή εποχή.

Ο όρος «πολιτικός κρατούμενος» χαρακτηρίζει ανθρώπους που βρίσκονται στη φυλακή για την πολιτική τους δραστηριότητα, δηλαδή για πράξεις που έχουν στόχο την κριτική ή την ανατροπή ενός καθεστώτος ή μιας κυβέρνησης. Άρα, για να περιγράψουμε τον πολιτικό κρατούμενο πρέπει πρώτα να περιγράψουμε την πολιτική δραστηριότητα – σύμφωνα με μια αντίληψη, μάλλον ξεπερασμένη σήμερα, όλες οι ανθρώπινες ενέργειες είναι πολιτική: η συμπεριφορά στην καθημερινότητα, η επιστήμη, η τέχνη, το σεξ είναι «πολιτική»· σύμφωνα με μια άλλη αντίληψη, η πολιτική, άρα και η πολιτική δραστηριότητα, αναφέρεται (σ’ αυτό το σημείο υπεραπλουστεύω περισσότερο απ’ όσο συνήθως) στις εκδηλώσεις της διακυβέρνησης και στις σχέσεις μεταξύ πολιτών και θεσμών.

Ο πολιτικός κρατούμενος τιμωρείται εξαιτίας όσων διέπραξε ή εξαιτίας όσων θα μπορούσε να διαπράξει με κίνητρο την ιδεολογία του. Στη δεύτερη περίπτωση, που είναι πιο ξεκάθαρη, η κράτηση είναι δήθεν προληπτικής φύσεως και τότε μιλάμε για «κρατούμενο συνείδησης»: είναι αυτονόητο ότι ο κρατούμενος συνείδησης μπορεί να υπάρχει μόνο σε μη δημοκρατικά καθεστώτα όπου η ελευθερία της συνείδησης δεν είναι νομικά και θεσμικά εξασφαλισμένη. Η πρώτη περίπτωση είναι λίγο πιο συγκεχυμένη, επειδή είναι συγκεχυμένη η έννοια της πολιτικής. Κυρίως, το πρόβλημα που μπαίνει είναι το αν οι άνθρωποι που κρατούνται για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις (ή και τις «πολιτικο-θρησκευτικές») έχουν κατηγορηθεί για πράξεις βίας ή προτροπή προς τη βία. Θα λέγαμε (σ’ αυτό συμφωνεί και η Διεθνής Αμνηστία) ότι η βία αποτελεί ένα στοιχειώδες κριτήριο το οποίο αξιολογείται στις εκάστοτε συνθήκες: η απόπειρα δολοφονίας ενός μισητού δικτάτορα αξιολογείται, προφανώς, διαφορετικά από τη βομβιστική επίθεση σε νηπιαγωγείο. Τις δύο περιπτώσεις συνδέει η αναγκαιότητα απόδοσης της δικαιοσύνης: οι «πολιτικοί κρατούμενοι» (βάζω εισαγωγικά) που δικάζονται σύμφωνα με δημοκρατικούς νόμους δεν είναι πολιτικοί κρατούμενοι· δεν δικάζονται για τις πεποιθήσεις τους αλλά για τις παραβιάσεις της νομιμότητας, για τη βλάβη που έχουν προξενήσει στους συνανθρώπους τους· δεν δικαιούνται να διεκδικήσουν ιδιαίτερη μεταχείριση, ακόμα λιγότερο απελευθέρωσης. Αντιθέτως, οι κρατούμενοι συνείδησης είναι εξ ορισμού «αθώοι», δεν τίθεται ζήτημα δίκης και καταδίκης.

Ο όρος «πολιτικός κρατούμενος» είναι αμφίδρομος: υπονοεί ότι από την πλευρά τους η εξουσία και το κράτος έχουν πολιτικές επιδιώξεις και κίνητρα εναντίον των κρατουμένων (καταστολή, φυσική εξόντωση). Αν δεν υπάρχουν τέτοιες επιδιώξεις και κίνητρα πρόκειται για νόμιμη αντίδραση του κράτους, ρόλος του οποίου είναι η διατήρηση της νομιμότητας, της τάξης και της κοινωνικής συνοχής: υπό αυτή την έννοια, μπορούν να υπάρχουν «πολιτικοί κρατούμενοι» με την καταχρηστική έννοια ακόμα και σε δημοκρατικά καθεστώτα, αν έχει προηγηθεί νόμιμη διαδικασία εκ μέρους του συστήματος της δικαιοσύνης. Στα δημοκρατικά καθεστώτα, οι «πολιτικοί κρατούμενοι» έχουν παραβιάσει νόμους του ποινικού δικαίου: έχουν σκοτώσει, έχουν ληστέψει, έχουν καταστρέψει δημόσια ή ιδιωτική περιουσία, ή έχει αποδειχθεί εις βάρος τους έγκλημα σχετικό με τη βίαιη ανατροπή του πολιτεύματος ή την κατασκοπία υπέρ εχθρικών δυνάμεων. Πράγματι, κατά καιρούς, αυτές οι κατηγορίες έχουν χρησιμοποιηθεί για διώξεις και αποκλεισμό αντιφρονούντων.

Οι κυβερνήσεις, ακόμα και οι πιο αυταρχικές, αρνούνται την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, ισχυρίζονται ότι οι κρατούμενοι έχουν διαπράξει ποινικά εγκλήματα. Εδώ την απάντηση δίνει η ίδια η φύση της δίκης που έχει (ή δεν έχει) γίνει: αν η δίκη είναι πολιτική –αν το κατηγορητήριο είναι ιδεολογικού περιεχομένου– τότε απλούστατα προκύπτουν πολιτικοί κρατούμενοι. Ο πολιτικός κρατούμενος δεν αυτοπροσδιορίζεται: τον προσδιορίζει η πράξη του αυτή καθεαυτή και η διαχείρισή της εκ μέρους των θεσμών. Αν το άτομο που κρατείται δεν είναι θύμα παραβιάσεων της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης, της θρησκευτικής πίστης, της έκφρασης και του συνέρχεσθαι, όποια κι αν είναι η ιδεολογία του δεν μπορεί να θεωρηθεί πολιτικός κρατούμενος. Αν δεν έχει συμβεί καμιά αξιόποινη πράξη, τότε τα πράγματα είναι εντελώς σαφή· αν η πράξη είναι δυσανάλογη με την τιμωρία (π.χ. σε κανονικές συνθήκες, το γιαούρτωμα ενός πολιτικού δεν τιμωρείται εξίσου αυστηρά με τη δολοφονία του) και πάλι τα πράγματα είναι σαφή εφόσον καταδεικνύουν πολιτικό κίνητρο εκ μέρους των αρχών.

Ένα ακόμα πρόβλημα που σχετίζεται με τον ορισμό και στη συνέχεια με τη ρητή ή την υπόρρητη απαίτηση της ειδικής μεταχείρισης είναι και πάλι η μυθολογία του ηθικού πλεονεκτήματος: η αριστερή τρομοκρατία θεωρείται εύκολα «πολιτική»· ιδιαίτερα στη χώρα μας όπου δεν υπάρχει καμιά αιδημοσύνη κι όπου ακόμα και κυβερνητικά στελέχη εκφράζουν συμπάθεια για τους ανθρωπιστικούς αγώνες των τρομοκρατών τους οποίους θεωρούν «πολιτικούς κρατουμένους» – στις σπάνιες περιπτώσεις που αυτοί συλλαμβάνονται. Η δεξιά τρομοκρατία ταυτίζεται αμέσως με το ποινικό έγκλημα – και δικαίως. Ως προς τη δεξιά υπάρχει συναίνεση, κατακραυγή· οι ποινές είναι βαρύτερες.

Οι εγχώριοι τρομοκράτες απαιτούν ειδική μεταχείριση και την έχουν. Η αριστερά είναι τόσο αγκιστρωμένη στην ιστορία του εμφυλίου και των διώξεων –τις οποίες χρησιμοποιεί σαν παράσημο– ώστε ο όρος «πολιτικός κρατούμενος» ταυτίζεται με τον «κρατούμενο συνείδησης». Αυτή η στάση δείχνει άγνοια και ασέβεια: αν τα μέλη της 17ης Νοέμβρη είναι «πολιτικοί κρατούμενοι», τι ήταν οι πασιφιστές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ή οι κατάδικοι αντιφρονούντες στη Σοβιετική Ένωση, ή οι φυλακισμένοι σοσιαλιστές στη ναζιστική Γερμανία ή οι 77. 000 που συνελήφθησαν στην Τουρκία το 2016; Αλλά βεβαίως αυτό δεν είναι επιχείρημα· το μοναδικό επιχείρημα είναι ότι οι «αντιεξουσιαστές», ακόμα κι όσοι απορρίπτουν τον έξαλλο μηδενισμό του Νετσάγιεφ, δεν επιτίθενται σε μια απρόσωπη εξουσία· επιτίθενται σ’ εμάς, στους συνανθρώπους τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ