Ελλαδα

Γυναικοκτονίες: Μετά την εξόντωση, ο εξευτελισμός

Όταν το να τη σκοτώσεις δεν αρκεί – πρέπει και να τη διασύρεις

Μετά τη γυναικοκτονία, ο διασυρμός
© Copilot

Μια ανησυχητική αλλαγή στον τρόπο προσέγγισης των γυναικοκτονιών στη χώρα μας

Στο βιβλίο – μανιφέστο της King Kong Theorie, η Βιρζινί Ντεπάντ είχε υποστηρίξει ότι το γυναικείο σώμα, εν αντιθέσει με το ανδρικό, είναι δημόσιο, ανήκει σε όλους, όλοι μπορούν να έχουν άποψη γι’ αυτό, για όλες τις αποφάσεις και σε όλες του τις καταστάσεις. Η θεωρία της περιέκλειε κάθε μορφή επίθεσης στις γυναίκες – όσο κι αν διαφωνούμε, τώρα πια το βλέπουμε με το διασυρμό που επιφυλάσσεται σε θύματα γυναικοκτονίας.

Η –κατά πολλούς- «ακραία», προβοκατόρισσα του φεμινισμού Ντεπάντ ξέρει από διασυρμούς – κυνηγιέται μαζί τους από κορίτσι. Και σε αρκετά σημεία του έργου της επισημαίνει κάτι που στην Ελλάδα το μαθαίνουμε με τον δύσκολο τρόπο τα τελευταία χρόνια, γυναικοκτονία τη γυναικοκτονία, μετά απο κάθε έγκλημα εξουσίας  και έμφυλης & ενδοοικογενειακής βίας: ότι πολύ συχνά δεν αρκεί η φυσική εξόντωση του θύματος, είναι (για διάφορους και ευνόητους λόγους) αναγκαίος και ο διασυρμός του.

Τώρα, ας ενώσουμε τις τελείες: στις 22 Αυγούστου 2025 σημειώθηκε άλλη μία άγρια γυναικοκτονία σε ελληνικό έδαφος, η 15η για το 2025. Με την κάλυψη αυτής της συγκεκριμένης γυναικοκτονίας φαίνεται ότι μπαίνουμε σε μία νέα πίστα, τόσο αναφορικά με τη δημοσιογραφική προσέγγιση αυτού του είδους των εγκλημάτων όσο και με την έκφραση της υπερασπιστικής γραμμής, αλλά και του μοτίβου συμπεριφοράς των συγγενών του εκάστοτε δράστη.

Είναι μια πίστα στην οποία μοιάζει να ξεχνάμε την ιερή συγνώμη των συγγενών του δράστη προς την οικογένεια του θύματος, ενώ φαίνεται επίσης να εγκαταλείπεται η μετριοπαθής και κόσμια υπερασπιστική γραμμή. Τα επιχειρήματα υπέρ του γυναικοκτόνου συλλέγονται από την περίκλειστη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής του θύματος –μιας ζωής που επειδή τη γνώριζαν λίγοι, μπορεί να έρθει στο φως κατά πώς βολεύει τον δράστη.

Δεν είναι η πρώτη φορά που παρακολουθούμε την εργαλειοποίηση της ιδιωτικής ζωής του θύματος, υπέρ του δράστη. Είναι, όμως, η πρώτη φορά που γίνεται συντονισμένα, απροκάλυπτα και χωρίς τη δυνατότητα ελέγχου από τους δημοσιολόγους / δημοσιογράφους που δίνουν βήμα σε συγγενείς του δραστη και συνηγόρους υπεράσπισής του.

«Την κεράτωνε», «τον προκαλούσε», «του είχε πει ότι τέλειωσαν και είχε άλλον», «ήταν οικογενειάρχης, φιλήσυχο ανθρωπάκι, αλλά τον τρέλανε η απιστία», «την αγαπούσε παθιασμένα, γι’ αυτό έφτασε στο έγκλημα» - όλα τα παραπάνω δεν τα βρίσκει κανείς σε κάποιο μπανάλ αστυνομικό μυθιστόρημα της δεκαετίας του ’50. Είναι πράγματα που λέγονται σε μικρόφωνα και κάμερες, με στοχο να ελαφρύνουν το κατηγορητήριο, πρακτικά διασύροντας το θύμα – και φυσικά χωρίς καμία συνέπεια.

Το «πέσιμο στα μαλακά» που εκάστοτε γυναικοκτόνου πλέον επιχειρείται (και κάποτε επιτελείται) δια του διασυρμού της γυναίκας και πριν την έναρξη της δικαστικής διαδικασίας. Ει δυνατόν αμέσως μετά τη γυναικοκτονία, όταν το συγγενικό της περιβάλλον, τα παιδιά της, οι γονείς της είναι ακόμη σε σοκ και πένθος, ανήμποροι να την υπερασπιστούν με ισότιμη παρουσία σε ανοιχτούς δέκτες. Όσο οι μεν θάβουν τον άνθρωπό τους και θρηνούν τη χαμένη ζωή, το «απέναντι» στρατόπεδο συσπειρώνεται για την επίτευξη της ελάχιστης δυνατής τιμωρίας, με χτυπήματα κάτω από τη μέση, χωρίς κανένα σεβασμό στην υπόσταση ενός ανθρώπου, που το νήμα της ζωής του κόπηκε με τέτοιο τρόπο.

Είναι το σημείο όπου ο θάνατος δεν αρκεί – της φυσικής εξόντωσης ακολουθεί η σπίλωση της μνήμης, η οποία ούτε τιμωρείται και φυσικά ούτε καταδικάζεται.

Για να αιτιολογηθεί το αποτρόπαιο, η γυναίκα που έπεσε από μαχαίρι, όπλο ή ξύλο, τώρα πρέπει να κρεμαστεί στα μανταλάκια, η ιδιωτική της ζωή να ταΐσει δελτία ειδήσεων και εφημερίδες που επιμένουν στον αντιεπιστημονικό τίτλο «έγκλημα πάθους», να λεκιαστεί στις συνειδήσεις όλων ως ανήθικη, ως κάποια που εξαιτίας του ανύπαρκτου ηθικού της κώδικα της άξιζε να πεθάνει.

Όμως, ακόμα και μακριά από οποιαδήποτε φεμινιστική ερμηνεία των πραγμάτων, αυτή η στροφή στην προσέγγιση του φαινομένου θα έπρεπε να προβληματίζει. Όταν ακούγεται, χωρίς αντίλογο, ότι όποιος μας προκαλεί, μπορεί και να εξοντωθεί, όταν δίνεται αυτό το μήνυμα σε μία κοινωνία ήδη μουδιασμένη από την αγριότητα των εγκλημάτων και την απάθεια των δραστών, ποιο μπορεί να είναι το επόμενο πλάνο σε αυτή τη φρικτή σεκάνς;

Ναι, ο νόμος δεν αλλάζει (για την ώρα) και ο όρος (γυναικτοκτονία) δεν αναγνωρίζεται, νομικά τουλάχιστον. Μπορεί, όμως, να αλλάξει το δημοσιογραφικό πρωτόκολλο, όταν αρθρώνεται ανεύθυνος, παρακμιακός και ασεβής λόγος. Μπορεί να υπάρξουν και ποινές. Έτσι κι αλλιώς, πλέον το μεταδιδόμενο μήνυμα δεν αφορά μόνο τις γυναίκες και την ασφάλειά τους – αφορά όλους που θα διασταυρωθούν με κάποιον πολύ «παθιασμένο», με συνήγορο χωρίς σοβαρό αξιακό κώδικα.

Επίσης, αν μας συμβεί κάτι κακό, θα θέλαμε να τιμωρηθεί ο δράστης για την πράξη του και όχι να κριθούμε εμείς για το ξεμπρόστιασμα του ιδιωτικού μας βίου. Οι άγιοι με τις διάφανες, κρυστάλλινες ζωές μάς έχουν τελειώσει προ πολλού και έχουμε δικαίωμα στην ιδιωτικότητα νεκρές ή ζωντανές.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY