Κοσμος

Άνθρωποι και μηχανές: Μερικά διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Επιβεβαιώνονται δύο τουλάχιστον αποφθέγματα της στρατηγικής

Γιάννης Στεφανίδης
Γιάννης Στεφανίδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Άνθρωποι και μηχανές: Μερικά διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ο τρόπος διεξαγωγής του πολέμου στην Ουκρανία: Αναλύει ο καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας του ΑΠΘ Γιάννης Στεφανίδης 

Μία εικόνα από τις πρώτες μέρες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία έχει εντυπωθεί έντονα στη μνήμη: Μια ατελείωτη φάλαγγα από ρωσικά μηχανοκίνητα, καθηλωμένα για μέρες σε αυτοκινητόδρομο όχι πολύ μακριά από την περιοχή του Κιέβου. Η εικόνα είναι αποκαλυπτική για τις ανεδαφικές προσδοκίες της ρωσικής ηγεσίας, που ανέμενε ότι οι Ουκρανοί δεν θα προέβαλλαν αντίσταση και η κατ’ ευφημισμόν «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» θα εξελισσόταν σαν στρατιωτική άσκηση σε καιρό ειρήνης. Σε κάθε περίπτωση, οι στρατηγοί του Πούτιν επέλεξαν να παραβλέψουν ένα διαχρονικό μάθημα από προηγούμενες αναμετρήσεις στα εδάφη της αυτοκρατορίας (ρωσικής ή σοβιετικής): Μέχρι και τις αρχές του θέρους, οι συνθήκες του εδάφους, ιδίως η περίφημη ρασπούτιτσα (η εποχή που το λιώσιμο του πάγου αφήνει μια παχύρρευστη, κολλώδη λάσπη), δεν επιτρέπουν την κίνηση οχημάτων εκτός οδοστρώματος. Εντύπωση, όμως, προκαλεί και η αδυναμία των Ουκρανών, πιθανότατα λόγω έλλειψης μέσων, να καταστρέψουν μαζικά το ακινητοποιημένο ρωσικό κομβόι, συντρίβοντας την επίγεια αιχμή του δόρατος του αντιπάλου.

Τριάμισι χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, για τον οποίο η συντριπτική πλειονότητα των παρατηρητών προέβλεπε ότι θα είναι σύντομος, επιβεβαιώνονται δύο τουλάχιστον αποφθέγματα της στρατηγικής: Πρώτον, ότι τα επιτελεία σχεδιάζουν τον επόμενο πόλεμο με βάση τον προηγούμενο (στην περίπτωση του Κρεμλίνου, τις επεμβάσεις σε διάφορες γειτονικές χώρες από τη δεκαετία του 1950 μέχρι τον πόλεμο στη Γεωργία, το 2008), και, δεύτερον, ότι μετά τον πρώτο πυροβολισμό, τα σχέδια πετιούνται στον κάλαθο των αχρήστων και ξεκινά ο αυτοσχεδιασμός. Όπως συνέβη στον Αμερικανικό Εμφύλιο, τον Πρώτο Παγκόσμιο ή τον Πόλεμο Ιράκ-Ιράν, η αποτυχία του επιτιθέμενου έχει οδηγήσει σε έναν παρατεταμένο πόλεμο φθοράς. Οι Ρώσοι έχουν σαφές πλεονέκτημα στους αριθμούς, το οποίο οι Ουκρανοί έως τώρα κατάφερναν να αντισταθμίζουν, αρχικά χάρη στην αποφασιστικότητά τους να αμυνθούν και στη συνέχεια χάρη στην εξωτερική βοήθεια από τη Δύση. Στους πολέμους φθοράς το ερώτημα είναι ποια πλευρά θα εξαντληθεί πρώτη.

 Η αποτυχία του επιτιθέμενου έχει οδηγήσει σε έναν παρατεταμένο πόλεμο φθοράς

Στο κείμενο αυτό μας απασχολεί κυρίως ο τρόπος διεξαγωγής του πολέμου (warfare). Χάρη σε συστηματικούς παρατηρητές του πολέμου, με κορυφαίο το αμερικανικό Ίδρυμα για τη Μελέτη του Πολέμου (Institute for the Study of War: ISW), είναι δυνατό να εξαχθούν συμπεράσματα χρήσιμα για τον μελλοντικό σχεδιασμό επιχειρήσεων, ιδίως σε συνθήκες ανάλογες με αυτές που επικρατούν στην ευρωπαϊκή Ρωσία και στους δυτικούς της γείτονες (οι περισσότεροι από τους οποίους είναι σύμμαχοι της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ)· συνθήκες που αναφέρονται στη γεωμορφολογία –πεδινό, λασπώδες έδαφος, μεγάλα ποτάμια και έλη αλλά και στο αστικό περιβάλλον, με τις τσιμεντουπόλεις να παίζουν ρόλο οχυρών ελλείψει φυσικών εμποδίων.

Ας ξεκινήσουμε με το πεζικό. Ο πόλεμος που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022 ανέδειξε τους πεζικάριους σε αναντικατάστατο συντελεστή τόσο για να κρατηθούν όσο και να καταληφθούν εδάφη, και μάλιστα χωρίς την αποφασιστική συνδρομή μηχανοκίνητων μέσων (σε αντίθεση με όσα μας δίδαξε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος). Από την πολιορκία της Μαριούπολης μέχρι τις πρόσφατες επιτυχίες στο Νονμπάς, οι Ρώσοι επιδόθηκαν στη μορφή πολέμου για την οποία είναι γνωστοί στην Ιστορία: Επιθέσεις κατά μέτωπο και κατά κύματα, που πετυχαίνουν όταν συντρέχουν δύο, τουλάχιστον, προϋποθέσεις: Ο επιτιθέμενος υπερέχει συντριπτικά σε αριθμούς και δεν πολυσκοτίζεται για τις ανθρώπινες απώλειες. Μειονεκτώντας σε αριθμούς και λιγότερο πρόθυμοι να θυσιάσουν ζωές, οι Ουκρανοί κατέφυγαν στην τεχνολογία. Τα drones, όπως και το κλασικό πυροβολικό, μπορούν να καθυστερήσουν ή και να ανακόψουν την προέλαση του εχθρού, αλλά δεν εξασφαλίζουν την ανακατάληψη και τη διατήρηση χαρακωμάτων (όπως το 1914-18) που απαιτούν «άρβυλα στο έδαφος» και, οπωσδήποτε, εφεδρείες. Αυτό που πέτυχε η χρήση των drones ήταν να αλλάξει η τακτική των επιτιθέμενων: Μικροί και ευκίνητοι σχηματισμοί, συχνά εποχούμενοι σε δίκυκλα, κινούνται νύχτα και πετυχαίνουν καλύτερα αποτελέσματα από πολυάνθρωπες μονάδες που δίνουν εύκολο στόχο.

Περνάμε στα τεθωρακισμένα. Ξεχάστε, για την ώρα, τις αρματομαχίες τύπου Κουρσκ (1943) ή Σινά (1967, 1973). Τα βαριά ρωσικά άρματα, όπως και τα ακριβότερα γερμανικά «Λέοπαρντ», αποδείχτηκαν ευάλωτα σε επιθέσεις σχετικά φτηνών drones και ακόμα φθηνότερων «περιφερόμενων πυρομαχικών» (loitering munitions). Μέχρι σήμερα, υπολογίζεται ότι η Ρωσία έχει χάσει 10 με 13.000 τεθωρακισμένα, τα οποία η πολεμική της βιομηχανία δεν είναι σε θέση να αντικαταστήσει σύντομα. Αντί να αποτελούν την αιχμή του δόρατος των επιτιθέμενων, τα άρματα περιορίζονται πλέον στο να υποστηρίζουν το πεζικό ή να χρησιμεύουν ως πυροβολικό, αρκεί να μην εκτίθενται σε εναέρια παρατήρηση. Εξαίρεση αποτελεί η περσινή καταδρομική επιχείρηση των Ουκρανών στη ρωσική επαρχία Κουρσκ. Εκεί, τα τεθωρακισμένα οχήματα μάχης Bradley (αμερικανικά) και Marder (γερμανικά ) συνέβαλαν στην επιτυχία ενός πολέμου κινήσεων, που πάντως εκτυλίχθηκε σε περιορισμένη κλίμακα και σε ένα άσχημα φυλαγμένο σημείο του μετώπου.

Ακολουθούν τα διδάγματα για το πυροβολικό. Τον πρώτο, περίπου, χρόνο του πολέμου, οι Ουκρανοί στηρίχτηκαν για την άμυνα και την αντεπίθεσή τους σε πυροβόλα, ιδίως οβιδοβόλα (howitzer), και αντιαρματικούς πυραύλους. Σιγά σιγά, όμως, άρχισαν να ανακαλύπτουν την αξία των drones, αρχής γενομένης από τα τουρκικά Bayraktar («σημαιοφόρος»), που χτυπούσαν πολύ μακρύτερα από ένα κανόνι. Τόσο τα drones όσο και οι συστοιχίες πυραύλων εδάφους-εδάφους, όπως οι αμερικανικές HIMARS, έδωσαν στους Ουκρανούς τη δυνατότητα να πλήξουν στόχους στα ρωσικά μετόπισθεν, ιδίως κέντρα εφοδιασμού και διοίκησης. Από την άλλη, η παραδοσιακή ρωσική προσέγγιση, με τη μεγάλη συγκέντρωση πυροβόλων και τα ατελείωτα μπαράζ σε συγκεκριμένα σημεία του μετώπου, συντέλεσε στην αργή αλλά σταθερή εκπόρθηση ουκρανικών θέσεων, συνήθως οικισμών, που παίζουν ρόλο οχυρών σε εδάφη επίπεδα, χωρίς φυσικά ερείσματα.

Τα μέσα διεξαγωγής του πολέμου στον αέρα υπέστησαν βίαιη προσαρμογή, ανάλογη με την τύχη των τεθωρακισμένων. Στον σύγχρονο πόλεμο, η αποστολή της αεροπορίας είναι διττή: Να υποστηρίζει τις επιχειρήσεις των επίγειων δυνάμεων στο πεδίο της μάχης (τακτική αεροπορία) ή να πλήττει τη στρατιωτική και παραγωγική ικανότητα αλλά και το ηθικό του αντιπάλου, ιδίως του άμαχου πληθυσμού (στρατηγική αεροπορία). Στην Ουκρανία, η ανάπτυξη συστημάτων αεράμυνας –από τους S-300 της σοβιετικής εποχής και τους αμερικανικούς Patriot μέχρι τα ηλεκτρονικά αντίμετρα– έχει καταστήσει τις πτήσεις πολεμικών αεροσκαφών και ελικοπτέρων εξαιρετικά παρακινδυνευμένες. Σε αντιστάθμισμα, η Ρωσία καταφεύγει στη μαζική χρήση drones και πυραύλων, η πλειονότητα των οποίων αναχαιτίζεται. Φυσικά, αθροιστικά πολλά από τα όπλα αυτά θα σκάσουν στο έδαφος, πλήττοντας κυρίως μη στρατιωτικές υποδομές και αμάχους. Γίνεται σαφές ότι, όσο η ουκρανική αεράμυνα αντέχει, βασική επιδίωξη των Ρώσων είναι να καλλιεργήσουν πνεύμα συνθηκολόγησης μέσω της ψυχικής εξουθένωσης του πληθυσμού.

Όπως συνέβη στη ξηρά και στον αέρα, έτσι και στη θάλασσα η ικανότητα των Ουκρανών να χτυπούν στόχους με μη επανδρωμένα μέσα (εναέρια και θαλάσσια drones, πυραύλους cruise) έχει κοστίσει ακριβά στη Ρωσία, που υποχρεώθηκε να αποσύρει τον στόλο της Μαύρης Θάλασσας από τη Σεβαστούπολη σε ασφαλέστερα λιμάνια, μακριά από τη ζώνη των επιχειρήσεων. Όπως τα τανκς και τα αεροπλάνα, έτσι και τα πλοία επιφανείας αποδείχτηκαν ευάλωτα στα μέσα μίας χρήσης, η δε Ουκρανία, μια χώρα χωρίς πολεμικό ναυτικό, μάλλον ξεπέρασε το ιστορικό προηγούμενο των Ιαπώνων που, στον πόλεμο του 1904-05, χρησιμοποίησαν επιδέξια τα μικρά τορπιλοβόλα τους για να στείλουν στον βυθό των στενών της Τσουσίμα τον κραταιό ρωσικό στόλο (της Βαλτικής).

Συνοψίζοντας ένα μεγάλο κεφάλαιο, που ευχόμαστε σύντομα να πάρει τη θέση του «εις τας δέλτους της Ιστορίας», διαπιστώνει κανείς ότι η ώρα του πολέμου με remote control (με drones και ρομπότ) δεν έχει έρθει ακόμα. Όπως οι περισσότεροι πόλεμοι μετά την εφεύρεση της πυρίτιδας, ο ρωσοουκρανικός είναι μείγμα παραδοσιακών μεθόδων (επιθέσεις πεζικού με τη στήριξη πυροβολικού, εναέριες επιθέσεις σε βάρος μη στρατιωτικών στόχων) και καινοτομιών (κυρίως η χρήση drones και μεθόδων ηλεκτρονικού πολέμου, αλλά και ευρεία χρήση μικρών και ευέλικτων σχηματισμών στο έδαφος). Οι εξελίξεις αυτές, πάντως, είναι αρκετές ώστε οι απανταχού σχεδιαστές στρατηγικής να ανασκουμπωθούν. Και να δώσουν απαντήσεις στα ενοχλητικά διλήμματα που δημιουργεί η επανεμφάνιση του πολέμου με συμβατικά μέσα και μάλιστα σε ευρωπαϊκό έδαφος. Διότι υπάρχουν και τα μη συμβατικά μέσα, τα πυρηνικά. Αλλά αυτά εξακολουθούν να αποτελούν ταμπού – έστω και αν η απειλή χρήσης τους συχνά ισοδυναμεί με το βλέμμα της κόμπρας, όπως φάνηκε από τους δισταγμούς των Δυτικών, ιδίως της προεδρίας Biden, να ενισχύσουν την αμυντική ικανότητα της Ουκρανίας ταχύτερα και πιο αποφασιστικά. Εδώ, όμως, ανοίγει άλλο ενδιαφέρον κεφάλαιο.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY