Βιβλιο

Με τον Ματιέ στην Ελευσίνα

Ένα βιβλίο που προκαλεί τη σκέψη μας και την αφήνει με την πρόκληση στα χέρια

341646-710462.jpg
Γιάννης Κωνσταντινίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Αγγελική Σπανού Ματιέ

Ένα κείμενο από την ομιλία του Γιάννη Κωνσταντινίδη για την παρουσίαση του βιβλίου «Ματιέ» της Αγγελικής Σπανού στην Ελευσίνα.

Θα ήθελα να μου επιτρέψετε να μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου για την Αγγελική Σπανού πριν από αυτές για τον Ματιέ. Δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να μιλήσω δημόσια για την Αγγελική και έτσι θα αρπάξω τη σημερινή ευκαιρία. Η Αγγελική Σπανού υπήρξε για εμένα η αιτία της ενασχόλησής μου με την αρθρογραφία. Τέλη του 2012, συντόνιζε ένα εκλογικό-απολογιστικό πάνελ ακαδημαϊκών στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Στη λήξη του, με πλησίασε και μου είπε «Εσύ πρέπει να γράφεις αρθράκια να σε μάθουν». Το έκανα την ίδια εβδομάδα και έκτοτε ζητούσε επίμονα άρθρα μου για την εβδομαδιαία εφημερίδα που τότε διεύθυνε. Τα χρόνια πέρασαν, οι εφημερίδες και οι συνεργασίες της Αγγελικής άλλαξαν, οι ιδιότητές μου κατά καιρούς άλλαξαν, όμως εκείνη δε σταμάτησε ποτέ να δίνει χώρο στα γραπτά και στις σκέψεις μου. Η διασφάλιση ορατότητας στον χώρο των μίντια σε έναν outsider δεν είναι κάτι αμελητέο και αυτή η μαρτυρία μου έχει την αξία της –πέραν από το επίπεδο της προσωπικής μου σχέσης με την Αγγελική– και για την κατανόηση της σχέσης της Σπανού με τους outsiders.

Είναι αυτή η κριτική στήριξη του εκάστοτε «αδύναμου κρίκου» –των «Απαρατήρητων» του πρώτου της βιβλίου και του «Ματιέ» στο δεύτερο βιβλίο της– που κάνει τη γραφή της Σπανού πολιτική και τελικά ενδιαφέρουσα για κάποιον που αναλώνεται στην ανάγνωση δεκάδων άρθρων εφημερίδων ημερησίως, αλλά δυσκολεύεται με τη λογοτεχνία ακόμα και στις καλοκαιρινές του διακοπές. Και είναι αυτή η αδιόρατη διάθεση της Σπανού να δικαιώσει τον outsider –να τον δικαιώσει, όχι να τον συμπονέσει– που κάνει κατά τη γνώμη μου τον «Ματιέ» το πληρέστατο υποκατάστατο του δημόσιου λόγου κάθε πολιτικά φιλελεύθερου πομπού. Ο Ματιέ έχει κάθε δικαίωμα να είναι διαφορετικός και οι γύρω του –όσο ασφαλείς και αν νοιώθουν μέσα στα στερεότυπά τους– πρέπει να νοιώθουν τον φόβο της τιμωρίας κάθε φορά που θα βάλλουν κατά της διαφορετικότητάς του.

Ο «Ματιέ» είναι λοιπόν ένα μυθιστόρημα για όλα όσα θα ήθελα ο δημόσιος λόγος μου να συμβάλει στο να αλλάξουν στην πραγματική ζωή. Η Σπανού περιγράφει στις 127 σελίδες του βιβλίου της όλες τις μικρές παραλλαγές του κυρίαρχου στερεοτύπου για έναν άνθρωπο που βρέθηκε στο περιθώριο της οικογένειάς του, του χωριού του, της κοινωνίας ολόκληρης, αλλά ακόμα και της ίδιας της οργάνωσής στην οποία μετείχε επειδή ήταν διαφορετικός. Μένει ένας «απαρατήρητος» μέχρι τη στιγμή που τελικά γίνεται «παρατηρήσιμος» –μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη της γραφής της συγγραφέα από το πρώτο της βιβλίο στο δεύτερο– με τον παραλίγο θάνατό του. Ο Ματιέ είναι το θήραμα σε ένα πρωκρούστειο κυνήγι της «ανθρώπινης τελειότητας», ορισμένης αυθαίρετα από τον όχλο. Γονείς, αδέλφια, σύντροφοι, όσοι τον αντίκρισαν και όσοι άκουσαν απλώς για αυτόν, αλλά και φυσικά οι πρώτοι σε ταχύτητα αναπαραγωγής στερεοτύπων προς ίδιον όφελος –πολιτικοί και δημοσιογράφοι– σπεύδουν να «ξεράσουν τη μαυρίλα που έχουν μέσα τους βρίσκοντας ένα βολικό θύμα».

Και αν εγώ βλέπω στον «Ματιέ» ένα δυνατό χτύπημα στον αντί-φιλελευθερισμό και μια γνήσια υπεράσπιση του δικαιωματισμού, κάποιοι άλλοι εύκολα θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι η Σπανού χαϊδεύει τη δήθεν αριστεροσύνη. Και όμως ο «Ματιέ» δεν είναι επουδενί ένα πολιτικό μανιφέστο υπέρ των παραβατικών ή έστω μια άλλη ματιά στον στερεοτυπικό κόσμο μας. Αυτό το αποδεικνύει –σε ένα αντί-χολιγουντιανό φινάλε– το τέλος του βιβλίου αφήνοντας να αιωρείται η σκέψη περί αναστροφής των ρόλων θύτη και θύματος. Για την ίδια τη συγγραφέα, είναι πολύ πιο σημαντικό να δείξει ότι υπάρχουν πολλές αλήθειες από το να πείσει για τη δική της αλήθεια. Ο «Ματιέ» είναι ένα βιβλίο που προκαλεί τη σκέψη μας και την αφήνει με την πρόκληση στα χέρια. Είναι ένα βιβλίο που πυροβολεί με ερωτήματα και σχεδόν αποφεύγει να δώσει απαντήσεις. Απαντήσεις που οι περισσότεροι από εμάς έχουν έτοιμες στα χείλη για την κάθε περίσταση. Ένας δημοσκόπος θα τις έλεγε «εδραιωμένη κοινή γνώμη». Ένας πολιτικός θα τις έλεγε «λαϊκή βούληση». Η Σπανού θα τις έλεγε απαξιωτικά «στερεότυπα». Από τους τρεις, είμαι με τη Σπανού.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ