Τολμάμε αυτά που φοβόμαστε
Μέρες και νύχτες όλο και πιο σουρεαλιστικές: τίποτα δεν βγάζει νόημα
Μέρες και νύχτες όλο και πιο σουρεαλιστικές: τίποτα δεν βγάζει νόημα κι άντε μετά εσύ να επεξεργαστείς αυτό το τίποτα… φοβάσαι και μόνο που το σκέφτεσαι. Αλλά δεν μασάς.
Στον «Καραγκιόζη φούρναρη» ο Καραγκιόζης αυτοπροσώπως ρωτάει το φούρναρη: «Δικά σου είναι, ωρέ, όλα αυτά τα ψωμιά;». «Ναι» απαντάει ο φούρναρης. «Και δεν τα τρως;» ξαναρωτάει ο Καραγκιόζης.
Μου το θύμισε ο πατέρας μου, που γεννήθηκε το 1929 και μεγάλωσε με Καραγκιόζη, τη μέρα που πήγα δύο από τα παιδιά μου στο Θέατρο Σκιών Θανάση & Κώστα Σπυρόπουλου. Όπως όλα τα σύγχρονα παιδιά, έτσι και τα δικά μου βλέπουν Μπομπ Σφουγγαράκη και Ντόρα Ξερόλα. Δεν έχουν καμία εικόνα της Βεζυροπούλας, του Κολλητηρίου, του Μπαρμπα-Γιώργου, του Νιόνιου, του Χατζιαβάτη ή του Καραγκιόζη του ίδιου. Ωστόσο παρακολούθησαν με γουρλωμένα μάτια το σόου. Καμιά τριανταριά παιδάκια από 2 μέχρι 10 χρονών καθόντουσαν στους ξύλινους παραδοσιακούς πάγκους και γελούσαν με τα παραδοσιακά αστεία του Καραγκιόζη… και ήτανε σουρεαλιστικό, το 2011, ενώ φοβάσαι ότι θα διαλυθεί η Ελλάδα γύρω σου, να βρίσκεις το Κολλητήρι καταπληκτικό άτομο τελικά. Να σε απασχολεί με ποιον τρόπο θα τιμωρηθεί η σκληρόκαρδη Βεζυροπούλα. Δηλαδή, snap out of it! Εδώ ο κόσμος καίγεται! Καίγεται, λέμε!
Ναι, κατά τα άλλα καλά, δεν έχουμε παράπονο, δεδομένων των συνθηκών κ.λπ., κ.λπ… Μια Τρίτη έγινε η παρουσίαση του βιβλίου του Λύο Καλοβρυνά «Ανάμεσα στο Τικ και στο Τακ» (εκδόσεις Τετράγωνο), στον Ιανό: το βιβλίο είναι σούπερ, αστείο, σουρεαλιστικό με την ευρύτερη έννοια, δηλαδή σε μια εποχή που διπλο-τριπλο-σκέφτεσαι πριν ξοδέψεις τα λεφτά σου, το «Τικ & Τακ» είναι τέλεια τοποθέτηση (μικρότατου) κεφαλαίου – το διαβάζεις και ταξιδεύεις τζαμπουίτα σε μέρη μαγικά, στη Χώρα των Χιλίων Ψεμάτων, σε παραμυθένια δάση, σε κουζίνες που μιλάνε, σε ήρωες που δεν είναι καθόλου ηρωικοί… τέλος πάντων ο υπότιτλος του βιβλίου, «Παραμύθια για κακά παιδιά που αναποδογυρίζουν τη ζωή για να δούνε τι γράφει στην ανάποδη».
Και σκεφτόμασταν, καθώς ξεφυλλίζαμε τα παραμύθια και παράλληλα νιώθαμε απ’ έξω να βουίζει η δίνη των άγριων ημερών, πόση ανάγκη είχαμε να δούμε την ανάποδη, να τολμήσουμε το βήμα που θα μας δείξει την άλλη πλευρά του φεγγαριού. Αναζητάμε νέες αλήθειες, νέα ζωή, και ας φοβόμαστε. «Τόλμα αυτά που φοβάσαι» δεν είχε πει κάποιος; Ε, αυτό. (Ή μήπως δεν το είπε κανένας και τώρα το σκέφτηκα;…)
Στην παρουσίαση οι ηθοποιοί Λοΐζος Καμπούρης, Μάριος Πλιάτσικας και Έρικα Μήτρου διάβασαν καταπληκτικά διάλογους από τη «Χώρα» που είχε διασκευαστεί σε θεατρικό στον «Φούρνο». Η Αναστασία Γεωργάκη έπαιξε ακορντεόν και ο Πέτρος Στεργιόπουλος φλάουτο, και οι δύο με πολύ πάθος. Ήταν μία ωραία βραδιά στο πετυχημένο πλέον πατάρι του Ιανού, μια τολμηρή βραδιά σουρεαλιστικού και διασκεδαστικού περιεχομένου…
Άλλο βράδυ πήγαμε στο περίφημο πλέον «Μαγέρικο της Νάγιας», περισσότερο από γινάτι, που δεν βρίσκαμε ποτέ τραπέζι, παρά επειδή πεινούσαμε: έτσι και διαβάσετε τι λένε γι’ αυτό στο ίντερνετ θα μπερδευτείτε, γιατί όσοι το εκθειάζουν άλλοι τόσοι το θάβουν. Παίρναμε τηλέφωνο λοιπόν πολλά Σάββατα κι ήταν γεμάτο, αλλά είναι όντως μικρό μαγαζί με επτά τραπέζια όλα κι όλα. Η κουζίνα κλείνει νωρίς (10.30) επειδή η διάσημη Νάγια μαγειρεύει μόνη της και κάποια στιγμή πιτσικάρει. Η Νάγια είναι από την Ικαρία και σκαρώνει νησιώτικα πιάτα, όλα σπιτικά, κάποια με δική της πατέντα (ο παστουρμαδομεζές π.χ. με τα τηγανητά αυγά είναι μεγάλη εφεύρεση, πολύ νόστιμος έστω κι αν έκανα δύο μέρες να τον χωνέψω. Στις οποίες δύο μέρες δεν με πλησίαζε άνθρωπος λόγω παστουρμαδίλας. Δηλαδή μην τον πάρετε τον μεζέ αν είστε σε γκομενική φάση. Αν είστε σε φάση «μοναστηριάζομαι»/ή/και/Κωσταλέξι, ελεύθερα. Ή σε φάση «φάε κι εσύ, αγάπη», που είναι υποκρισία γιατί δεν θέλεις να σου φάει τον παστουρμά αλλά ούτε και να σε χωρίσει ο άλλος).
Τα καλά του «Μαγέρικου» είναι ότι τρως μέχρι σκασμού, και νόστιμα, με 20 ευρώ. Τα τραπέζια είναι αραιά, που σημαίνει ότι δεν σε κολλάνε απάνω στους πλαϊνούς για να βγάλουν από τη μύγα ξίγκι και μπορείς να ερωτοτροπείς/σφάζεσαι με τον άνθρωπό σου κάπως πριβέ. Το μαγαζί είναι ψηλοτάβανο, αεράτο, με απλή διακόσμηση χωρίς τίποτα το δήθεν. Το ίδιο ισχύει και για το φαγητό: δεν προσποιείται ότι είναι φρου-φρου, θυμίζει (στο καλυτερότερο) πράγματα που έχεις φάει σε διακοπές σε ωραίο ελληνικό νησί, είναι οικείο και μαζί περίεργο.
Τι άλλα, τι άλλα; Περιμένουμε εξελίξεις όπως κι εσείς, ή δεν περιμένουμε τίποτα, σκασίλα μας, ή θα πάρουμε τα βουνά. Τα οποία βουνά ούτε που θέλουνε να μας δούνε, ήδη αναστενάζουν που ένα σωρό καλλιτέχνες και νούμερα θα καταφύγουν στις πλαγιές τους όπου να ’ναι. Και τα βουνά δεν είναι Πακτωλοί όπως νομίζουμε, δεν είναι στρωμένα στο ραδίκι τοίχο-τοίχο ούτε θα ζήσουμε τσιμπολογώντας κούμαρα και γιδοβοσκούς, έτσι και πάμε στα βουνά θα μας φάνε τα κουνέλια. Θα κάτσουμε εδώ που καθόμαστε λοιπόν αγκαλιά με τους αγαπημένους μας πολιτικούς. Μέχρι να σκάσουμε, ή να σκάσουνε αυτοί…
Θέατρο Σκιών Θανάση & Κώστα Σπυρόπουλου, Έρσης 9, πλ. Λαμπρινής, Γαλάτσι, 210 2629.046
Ιανός, Σταδίου 24, Σύνταγμα, 210 3217.917
Μαγέρικο της Νάγιας, Ευαγγελιστρίας & Γαλατείας 1, Καλλιθέα, 210 9517.230