Βιβλιο

«Μια ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου»: Επιτέλους στα ελληνικά

Η σημαντική μελέτη του Βρασίδα Καραλή εκδίδεται για πρώτη φορά στη γλώσσα μας

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Ουρανός» (1962)
«Ουρανός» (1962)

«Μια ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου»: Η μελέτη του Βρασίδα Καραλή κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Δώμα, σε μετάφραση του Αχιλλέα Ντελλή

Ο φιλομαθής αναγνώστης και οι σινεφίλ θα εκστασιαστούν από τη μελέτη του Βρασίδα Καραλή, «Μια ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου» που μόλις κυκλοφόρησε από το Δώμα σε μετάφραση Αχιλλέα Ντελλή. «Η ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου είναι μια μάλλον σκοτεινή και ανεξερεύνητη υπόθεση», γράφει ο ίδιος, αλλά με αυτό το βιβλίο έχουμε στα χέρια μας έναν πολύ δυνατό φακό για να την εξερευνήσουμε. Και ένα πολύ καλό εργαλείο.

Βρασίδας Καραλής
Βρασίδας Καραλής

Εμπορικός και καλλιτεχνικός κινηματογράφος, πολιτικός και μη, προσωπικός και μη, λαϊκός και «κρυπτικός», μαζικός και weird, κινηματογράφος σαν καλλιτεχνική δραστηριότητα και κινηματογράφος σαν κοινωνικός θεσμός, «βιομηχανικός» κινηματογράφος και κινηματογράφος σαν πολιτιστική οντότητα, κινηματογράφος είδους και κινηματογράφος του δημιουργού, το πολιτικό ζήτημα και η ιστορία, η κοινωνία και το άτομο, σούπερ-σταρ όπως η Βουγιουκλάκη και εμβληματικοί δημιουργοί όπως ο Αγγελόπουλος, φαρσοκωμωδίες, δράματα, πολύχρωμα μιούζικαλ και πατριωτικά μελοδράματα, από τη μία, και ταινίες που θέτουν ερωτήματα σχετικά με την ιστορία, την κοινωνική τάξη, το φύλο, την ταυτότητα ή την πολιτισμική μνήμη, από την άλλη: ένα παλίμψηστο που εδώ αποκωδικοποιείται βήμα-βήμα, περίοδο την περίοδο, ταινία την ταινία, με ενάργεια και ψυχραιμία. Και με εξαιρετική, και προσεκτική, γλώσσα.

«Μια ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου»: Η μελέτη του Βρασίδα Καραλή από τις Εκδόσεις Δώμα, σε μετάφραση του Αχιλλέα Ντελλή

«Η ιστοριογραφική σύνθεση που επιχείρησα», σημειώνει ο συγγραφέας, «απέφυγε την επιβολή ενός ιδεολογικού ερμηνευτικού προτύπου. […] Πρωταρχικός σκοπός της μελέτης ήταν να ενημερώσει το διεθνές κοινό για το πώς αναπτύχθηκε χρονολογικά ο κινηματογράφος στην Ελλάδα, και να αποτίσει φόρο τιμής στις ακάματες και αδιάλειπτες προσπάθειες των Ελλήνων κινηματογραφιστών να μεταφράσουν σε εικόνες τη νεοελληνική εμπειρία στις πολλαπλές εκδοχές της, κάτω από αντίξοες συνθήκες. […] Ως αφηγηματική ιστορία […] δεν ενδιαφέρεται να ακολουθήσει τα πολύ­πλοκα δομικά ή ιδεολογικά μονοπάτια μιας λίγο-­πολύ άναρχης βιομηχανίας [και] αποφεύγει να αρθρώσει την αφήγηση πάνω στον άξονα συγκεκριμένων θεμάτων ―π.χ. το ζήτημα της νεοελληνικής ταυτότητας―, τα οποία έχουν γίνει υπερβολικά της μόδας τα τελευταία 30 χρόνια στις συζητήσεις πάνω σε καθετί ελληνικό. […] Προσεγγίζει τις ταινίες ως πολιτισμικά δημιουργήματα […] ως καλλιτεχνικά έργα».

Είμαστε τυχεροί που το βιβλίο απευθυνόταν καταρχάς ακριβώς στο διεθνές κοινό. Μόνο έτσι μία τέτοια μελέτη θα ήταν απαλλαγμένη από στοιχεία που θα τη βάραιναν και θα αποπροσανατόλιζαν αυτήν την ίδια. Πόσο δε μάλλον τους αναγνώστες της.

Tο βιβλίο «γράφτηκε με σκοπό να αποτελέσει μια αφηγηματική ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου από τη γέννησή του […] μέχρι τις μέρες μας. Ακολουθώντας χρονολογική σειρά, περιγράφει την ανάπτυξη, τα προβλήματα, τις τάσεις και τα πρόσωπα του ελληνικού σινεμά». Μετά τον Πρόλογο στην Αγγλόφωνη Έκδοση, τις Ευχαριστίες, και τον Πρόλογο στην Ελληνική Έκδοση, ακολουθούν τα έξι μεγάλα κεφάλαια του βιβλίου, χωρισμένα σε ενότητες:

1. Ο πρώιμος ελληνικός κινηματογράφος (1905-1945)

  • Δημιουργία κινηματογραφικού βλέμματος
  • Η παραγωγή αρχίζει
  • Οργάνωση και δυσκολίες
  • Ανάπτυξη κινηματογραφικής παιδείας
  • Κατάρρευση
  • Ο ελληνικός κινηματογράφος ξαναγεννιέται
  • Μια αξιολόγηση

2. Δημιουργία μιας οπτικής γλώσσας (1945-1960)

  • Ανοικοδόμηση της βιομηχανίας και επανασύνδεση με το κοινό
  • Η παραγωγή ξαναρχίζει
  • Δεκαετία του 1950: ανακαλύπτοντας την πραγματικότητα
  • Τα υπέροχα χρόνια των αριστουργημάτων
  • Ο πολλαπλασιασμός των ταινιών
Η κάλπικη λίρα (1955)
Η κάλπικη λίρα (1955)
Ο δράκος (1956)
Ο δράκος (1956)

3. Δόξα και πτώση (1960-1970)

  • Η νέα δεκαετία
  • Η εκδίκηση της ιστορίας: 1960-1965
  • Προς τον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο
  • Η μοναχική περίπτωση του Τάκη Κανελλόπουλου
  • Εμπορικές επιτυχίες και αμφισβητούμενη αισθητική
  • Η άνοδος των αστικών μελοδραμάτων και των μιούζικαλ
  • Υπό το βλέμμα των δικτατόρων

4. Η φορμαλιστική στιγμή: το εσωστρεφές βλέμμα ­και ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος (1970-1981)

  • Αναστοχαστικότητα και κινηματογραφική ματιά: ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος (1970-1974)
  • Ένας νέος λόγος περί κινηματογράφου
  • Η άνοδος του μαλακού πορνό
  • Η πτώση της Χούντας
  • Το 1974 και η μεγάλη μετάβαση
  • 1975: Η χρονιά του αριστουργήματος
  • 1975-1981: Οι ανήσυχες μέρες της ελευθερίας

5. Η δεκαετία του 1980: ελπίδα και απογοήτευση

  • Η σοσιαλιστική κυβέρνηση και η υπόσχεση της Αλλαγής
  • Νέες ταινίες για το νέο καθεστώς και ο θάνατος του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου
  • Ποιητικό ιντερλούδιο: Σταύρος Τορνές
  • Προς τη χρεωκοπία μιας εποχής: 1986-1991 31
  • 1986-1994: Τα μεταβατικά χρόνια της αβεβαιότητας
  • Προς έναν υπερεθνικό ελληνικό κινηματογράφο: 1991-1995

6. Η πολυφωνία του αποκεντρωμένου βλέμματος: ο Άλλος ως πολιτισμικός ήρωας (1995-2010)

  • Γενικά θέματα και τάσεις
  • Η είσοδος στη νέα χιλιετία: το περικείμενο
  • Νέες εικονογραφίες και υφολογικές προκλήσεις
  • Τα πρώτα χρόνια του νέου αιώνα
  • 2005-2010: Κοινωνική κατάρρευση και κινηματογραφική ανανέωση
  • Η αμείλικτη γλώσσα των αριθμών
  • Μετά το μέλλον
Στρέλλα (2009)
Στρέλλα (2009)
Από την άκρη της πόλης (1998)
Από την άκρη της πόλης (1998)

Μετά την, δίκην επιλόγου, Ανακεφαλαίωση, που φέρει τον τίτλο: «Στο τέλος, δεν υπάρχει τέλος», ο αναγνώστης θα διαβάσει μία συγκεφαλαιωτική απογραφή και παρουσίαση της κινηματογραφικής παραγωγής μέχρι και το 2022, καθώς το πρωτότυπο βιβλίο τελείωνε στο 2011/12. Τέλος, ακολουθούν μία πληρέστατη Βιβλιογραφία, καθώς και δύο Ευρετήρια: δείτε εδώ το ευρετήριο όλων των ταινιών και το ευρετήριο όλων των προσώπων που αναφέρονται ή αναλύονται στον τόμο.

Σπουδαία η μετάφραση από τον Αχιλλέα Ντελλή, «έναν από τους συστηματικότερους μελετητές του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου», όπως αναφέρει ο Βρασίδας Καραλής. Συνολικά, ένας άψογα επιμελημένος τόμος από τις Εκδόσεις Δώμα. Ένα βιβλίο που θα μείνει.

Suntan (2016)

* * *

Παραθέτουμε εδώ λίγα αποσπάσματα από την ενότητα για τον Τάκη Κανελλόπουλο.

Η μοναχική περίπτωση του Τάκη Κανελλόπουλου

Στο μεσοδιάστημα μεταξύ του καλού εμπορικού κινηματογράφου και της νέας αντίληψης για την κινηματογραφική αναπαράσταση, στέκεται ένας μοναδικός κινηματογραφιστής του οποίου το έργο αξίζει να μελετηθεί εκ του σύνεγγυς και να λάβει την αναγνώριση που του αξίζει. Ο Τάκης Κανελλόπουλος (1933-1990), ένας μοναχικός δημιουργός από τη Θεσσαλονίκη, γύρισε μόλις επτά ταινίες, όλες ανεξάρτητες παραγωγές, πλημμυρισμένες από έντονα ποιη­τικά στοιχεία αναδυόμενα μέσω ενός αφηγηματικού λυρισμού που πραγματεύεται το τραύμα του πολέμου, την ανθρώπινη μοναξιά και τη μαγεία του αισθησιασμού. Μοιάζει να μην μπορεί να ενταχθεί σε κάποια ευδιάκριτη συνέχεια, να μην ανήκει σε κάποιο συγκεκριμένο κίνημα, και να μην καταπιάνεται ―τουλάχιστον ευθέως― με κάποιο από τα άμεσα προβλήματα της κοινωνίας του. […]

Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, ο «Ουρανός» (1962), ήταν μια από τις πιο παράδοξες αντιπολεμικές ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ: βασισμένη σε αναμνήσεις ―αποτυπωμένες σε γράμματα, αφηγήσεις και ημερολόγια― βετεράνων του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940, απαθανάτισε το φόβο της απώλειας, το ακατανόητο του πολέμου και τα παράξενα συναισθήματα της ηρωικής αυταπάρνησης και της φιλαλ­ληλίας. Στα κενά ανάμεσα στους ανώνυμους ήρωες και στο φόβο του θανάτου, ο Κανελλόπουλος απεικόνισε την πολύπλοκη υφή της Ιστορίας, την απέραντη ομορφιά του φυσικού κόσμου και την ασυμβίβαστη ηθική αποφασιστικότητα των κοινών ανθρώπων. Ο προστατευτικός ουρανός, αγκαλιάζοντας τα πάντα και τους πάντες, δημιουργούσε τον μυθικό θόλο στον οποίο η ανθρώπινη αγωνία μπορούσε να εκφραστεί, να μεταρσιωθεί και να απαθανατιστεί. Ο Κανελλόπουλος ήταν ο πρώτος σκηνοθέτης που εγκατέλειψε πλήρως τις πολυτέλειες και τις ανέσεις του στούντιο, αφήνοντας την κάμερα να περιπλανηθεί στο ύπαιθρο χωρίς κανένα σημείο αναφοράς ή οποιαδήποτε αίσθηση προσανατολισμού. Η χρήση ευρείας οθόνης, βάθους πεδίου και μακράς διάρκειας σεκάνς επέτρεπε στους χαρακτήρες να συγχωνεύονται με το μεγάλο θέαμα της φύσης και να γίνονται οι ίδιοι στοιχειακές δυνάμεις. Κατά ειρωνικό τρόπο, η κάμερα ενός Ιταλού, του Τζιοβάννι Βαρριάνο, κάδραρε με σχεδόν υπερβατικό βάθος την ετερότητα της πλάσης, που εγκολπωνόταν το μεγαλείο μιας ανθρώπινης ύπαρξης γεμάτης αγωνία και αγαλλίαση. Με την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, ο Κανελλόπουλος διε­ρευνούσε την ανθρωπότητα πριν από το προπατορικό αμάρτημα, απεικονίζοντας την αέναη αθωότητα της ανθρώπινης ψυχής. Αποδείχθηκε ανεπανάληπτος κινηματογραφιστής, με όραμα ανάλογο με αυτό που εκφράζεται στην ταινία «Το αίμα του ποιη­τη» του Jean Cocteau («Le sang d’un poète», 1930), στα «Παιδικά χρόνια του Ιβάν» (1962) ή στον «Καθρέφτη» (1975) του Ταρκόφσκι, ή ακόμη και στη «Λεπτή κόκκινη γραμμή» του Terrence Mallick («The Thin Red Line», 1998) και στον σύγχρονο κινηματογράφο του υπερβατικού στοχασμού του Αλεξάντερ Σοκούροφ. Όπως και αυτοί, ο Κανελλόπουλος διερευνούσε το εξαιρετικά δύσκολο ηθικό ζήτημα της ανθρώπινης καλοσύνης και αγνότητας. «Πιστεύω στον καλό άνθρωπο, στον άγιο, σ’ αυτόν που είναι γεμάτος αγάπη και τρυφεράδα και που τίποτα δεν μπορεί να τον αλλάξη» είχε πει ο ίδιος. […]

«Ουρανός», 1963
«Ουρανός», 1963

Το 1980 ο Κανελλόπουλος κυκλοφόρησε την τελευταία του ταινία, τη «Σόνια», έναν ελεγειακό αποχαιρετισμό σ’ έναν ολόκληρο τρόπο ύπαρξης και σ’ ένα ύφος που πλέον έμοιαζε με απομεινάρι του παρελ­θόντος. Σε μια εποχή ηχηρών πολιτικών δηλώσεων, ο Κανελλόπουλος απείχε από κάθε δημόσια δήλωση: οι οπτικοί ψίθυροι εξουδετερώνονταν από τη θυελ­λώδη ρητορική των ιδεολογιών. Ωστόσο, το τρυφερό θέμα μιας εφήμερης και στοργικής ερωτικής σχέσης μεταξύ μιας μοναχικής νεα­ρής γυναίκας και ενός παντρεμένου μεσήλικα δασκάλου μουσικής αντιμετωπιζόταν με θρησκευτική ενοχή, συμπάθεια και ζεστασιά — και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο πέρασε απαρατήρητο.

Μετά το 1980, ο Κανελλόπουλος σταμάτησε να γυρίζει ταινίες. Παρέμεινε ένας άνθρωπος απομονωμένος, ένας ερημίτης, του ­οποίου το όραμα για τον κινηματογράφο, ως πρόταγμα εξατομίκευσης, δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Ωστόσο, οι πρώτες ταινίες του συγκαταλέγονται στις καλύτερες που γυρίστηκαν ποτέ στη χώρα. Το ύφος του ήταν μοναδικό και απαράμιλλο, και διερεύνησε τις δυνατότητές του σε λίγες μόνο ταινίες, οι οποίες, όταν εξετάζονται σαν σύνολο, συγ­κροτούν την πιο ολοκληρωμένη και συνεπή εργογραφία του ελληνικού κινηματογράφου, με την οποία μπορεί να παραβληθεί μόνο αυτή του Θόδωρου Αγγελόπουλου.

* * *

Βρασίδας Καραλής - βιογραφικό

Ο Βρασίδας Καραλής (1960) γεννήθηκε στην Κρέστενα. Είναι Καθηγητής Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ και εκδότης του Journal of Modern Greek Studies (Australia and New Zealand). Έχει μεταφράσει Βυζαντινούς ιστορικούς και αυστραλιανή λογοτεχνία στα νέα ελληνικά και έχει δημοσιεύσει μελέτες, όπως: «Ο Νίκος Καζαντζάκης και το παλίμψηστο της ιστορίας» (1994), «Για τον Ανδρέα Αγγελάκη» (2003), «Αναγνώσεις σολωμικών κειμένων» (2004). Στα αγγλικά έχει δημοσιεύσει, μεταξύ άλλων, τα: «Realism in Greek Cinema» (2017), «The Cine­matic Language of Theo Angelopoulos» (2022), «Theo Angelopoulos: Filmmaker and Philosopher» (2023), και έχει επιμεληθεί συλλογικούς τόμους για τον Μάρτιν Χάιντεγκερ, τη Χάννα Άρεντ και τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Το έργο του «Μια ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου» («A History of Greek Cinema», 2012), που κυκλοφορεί από το Δώμα σε επαυξημένη έκδοση, μεταφράζεται ήδη στα ισπανικά και τα τουρκικά.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ