Βιβλιο

Γιατί γνωρίζουν τόση επιτυχία τα βιβλία αυτοβοήθειας στη χώρα μας;

Ίσως δεν είναι περίεργο ότι καταναλώνονται από το κοινό με πρωτοφανή μανία

Εύα Στάμου
Εύα Στάμου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η επιτυχία των βιβλίων αυτοβοήθειας στην Ελλάδα, η ανταπόκριση του αναγωνιστικού κοινού, η δυσπιστία στους ειδικούς.

Η επιτυχία των βιβλίων αυτοβοήθειας στην Ελλάδα, η ανταπόκριση του αναγωνιστικού κοινού, η δυσπιστία στους ειδικούς.

Σε χώρες όπου η ψυχοθεραπεία είναι ευρέως αποδεκτή και συστηματικά ασκούμενη από ειδικούς που μεριμνούν για μεγάλο αριθμό πελατών, η ζήτηση βιβλίων αυτοβοήθειας, είναι αναλογικά μικρή. Το ίδιο ισχύει ακόμη και για λογοτεχνικά βιβλία που προσφέρουν μυθοπλαστικές αναπαραστάσεις αυτής της διαδικασίας, όπως είναι, για παράδειγμα, τα κείμενα του Γιάλομ. Στη χώρα μας, αντιθέτως, τα βιβλία αυτοβοήθειας βρίσκουν μεγάλη ανταπόκριση στο αναγνωστικό κοινό, όπως πιστοποιείται από τις εβδομαδιαίες λίστες των ευπώλητων τίτλων.

Η συμμετοχή στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορεί να μας βοηθήσει όχι μόνο στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων χρόνιων ψυχολογικών προβλημάτων, αλλά και στην αναδόμηση της προσωπικότητας μας με σκοπό τη βελτίωση της ζωής, των διαπροσωπικών σχέσεων και του εαυτού μας. Αν και ποτέ δεν είναι αργά για να αναζητήσουμε την αρωγή κάποιου ψυχοθεραπευτή, όσο νωρίτερα αντιμετωπίσει κανείς τα προβλήματα που τον απασχολούν, τόσο πιο θετική θα είναι η έκβαση.

Σύμφωνα, μάλιστα, με την European Act for Mental Health and Well-Being, το 50% των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πάσχουν από κατάθλιψη ή κάποια άλλη ψυχική νόσο εμφανίζουν συμπτώματα της κατάστασής τους κατά τη διάρκεια της εφηβείας, γεγονός που καθιστά απαραίτητη τη διάγνωση αυτή την περίοδο. Ακόμη και η σχιζοφρένεια μπορεί να αντιμετωπιστεί πολύ πιο αποτελεσματικά, και με λιγότερες αρνητικές συνέπειες για το άτομο και το περιβάλλον του, αν διαγνωσθεί κατά την εφηβεία.

Ωστόσο, αρκετοί συμπολίτες μας, που διστάζουν να επισκεφθούν το γραφείο του ψυχολόγου ή που τείνουν να εγκαταλείψουν τη διαδικασία στην πρώτη -υπαρκτή ή επινοημένη- δυσκολία, ψάχνουν συστηματικά τη λύση στα προβλήματά τους στα εγχώρια και μεταφρασμένα βιβλία αυτοβοήθειας ή αυτοβελτίωσης.

Δεν είμαι σίγουρη, λοιπόν, αν η επιτυχία αυτών των βιβλίων στην Ελλάδα οφείλεται στο απόσταγμα σοφίας και το λογοτεχνικό χάρισμα που διαθέτουν οι συγγραφείς τους, ή στην απουσία ευρύτερης παιδείας για ζητήματα σχέσεων και ψυχικής υγείας.

Σε μια χώρα που η Πολιτεία έχει αποτύχει να καταστήσει στους πολίτες οικείο το ζήτημα της ψυχικής ασθένειας, με αποτέλεσμα η ψυχοθεραπεία να θεωρείται ακόμα ταμπού, ίσως δεν είναι περίεργο ότι τα βιβλία αυτοβοήθειας καταναλώνονται από το κοινό με πρωτοφανή μανία, όπως άλλωστε ισχύει και για τα παραλογοτεχνικά ρομάντζα που πραγματεύονται με επιφανειακό τρόπο το ζήτημα των σχέσεων.

Γιατί όμως ψάχνουμε απαντήσεις στα προβλήματά μας -ερωτικά, επαγγελματικά, κοινωνικά, οικονομικά- πάντα τόσο μακριά ή τόσο έξω από εμάς; Η δυσπιστία προς τους ειδικούς αλλά και η αδυναμία αρκετών Ελλήνων να δεχθούν οποιαδήποτε κριτική, καθώς και η απώθηση που νιώθουν για διαδικασίες που απαιτούν προσωπική δέσμευση, τους ωθεί να αναζητούν το μαγικό ραβδί που θα μεταμορφώσει την καθημερινότητά τους χωρίς μόχθο, το «θαύμα» που θα αλλάξει ξαφνικά τη ζωή τους.

Στην πραγματικότητα, όποτε επιχειρούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τον εαυτό μας, να βρούμε απαντήσεις στις υπαρξιακές ανησυχίες και τους φόβους μας, όχι ακολουθώντας διαδικασίες που απαιτούν χρόνο, κόπο, ανάληψη ευθυνών, αλλά αναζητώντας στιγμιαίες λύσεις που όπως το μάννα εξ ουρανού θα χορτάσουν την (πνευματική) πείνα μας, συνήθως δεν αλλάζει τίποτα.

Σε αρκετές περιπτώσεις, το να ψάχνει κανείς συστηματικά απαντήσεις στα βιβλία αυτοβελτίωσης τον καθυστερεί από το να απευθυνθεί στους ειδικούς ή από το να μιλήσει με ειλικρίνεια στους συναδέλφους, τους φίλους, ή τους συγγενείς του για όσα τον ενοχλούν στη σχέση τους, θεωρώντας ίσως ότι κάνει ήδη αρκετά για την επίλυση των ζητημάτων που τον απασχολούν.

Το να αγοράζουμε βιβλία αυτοβοήθειας για να μάθουμε περισσότερα για τις εμπειρίες άλλων ανθρώπων, ή ως ένα ακόμα μέσο αντιμετώπισης μιας κατάστασης που δυσχεραίνει την καθημερινότητά μας, δεν είναι βέβαια κακό. Αρκεί να συνειδητοποιήσουμε πως κανείς δεν έκοψε έναν εθισμό, δεν απέκτησε υπέροχη σιλουέτα, δεν έγραψε ένα λογοτεχνικό αριστούργημα, δεν έγινε πλούσιος, δεν γνώρισε τον τέλειο σύντροφο, επειδή αποστήθισε ένα βιβλίο αυτοβελτίωσης.

Πιστεύω ότι είναι καλό να αποφεύγουμε τις τυποποιημένες συνταγές που τελικά ακυρώνουν τη μοναδικότητα του προσώπου και την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης. Αν αναλογιστούμε την πορεία μας θα κατανοήσουμε άλλωστε ότι οι σημαντικές αλλαγές στη ζωή μας δεν έρχονται επειδή διαβάσαμε τις συμβουλές κάποιου που θεωρείται επιτυχημένος στον τομέα του, ή που ισχυρίζεται πως κατέχει τις απαντήσεις στα υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπινου βίου, αλλά μέσα από δοκιμασμένες και εγκεκριμένες επιστημονικές μεθόδους και διαδικασίες.

Ας παραδεχτώ, ωστόσο, ότι υπάρχει και κάποιος που μπορεί να ωφεληθεί άμεσα από τη μαζική κατανάλωση βιβλίων αυτοβοήθειας: ο ίδιος ο συγγραφέας τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ