Βιβλιο

Δημήτρης Β. Προύσαλης: Οι αλήθειες ενός παραμυθά

«Τα λαϊκά παραμύθια μιλούν για τον πυρήνα της ψυχής του ανθρώπου διαχρονικά. Μας θυμίζουν πόσο όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος αλλά και πόσο δύσκολο είναι να κρατήσεις την ανθρωπιά σου»

62222-137653.jpg
A.V. Team
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο αφηγητής Δημήτρης Προύσαλης
Ο αφηγητής Δημήτρης Β.Προύσαλης

Ο αφηγητής Δημήτρης Β. Προύσαλης μιλά για την αξία των λαϊκών παραμυθιών και την ικανότητά τους να παραμένουν επίκαιρα στα ζητήματα του σύγχρονου κόσμου

Άραγε μπορούν τα λαϊκά παραμύθια να αλλάξουν τον τρόπο σκέψης των ενηλίκων; Να ξεμπλοκάρουν το μυαλό σε μια δύσκολη συγκυρία ή ακόμα να δώσουν δύναμη και έμπνευση σε μια κρίσιμη στιγμή; Κι όμως, σύμφωνα με τον αφηγητή κ. Δημήτρη Β. Προύσαλη, τα λαϊκά παραμύθια πολύ συχνά έχουν σαν αποδέκτες ενήλικο κοινό. Παραμύθια που δείχνουν τον δρόμο όταν γύρω μας τα πράγματα δυσκολεύουν. Και ίσως είναι ακόμα πιο χρήσιμα και αποτελεσματικά σε αντίξοους καιρούς και περιόδους κρίσης. Αξιακά συστήματα και φιλοσοφίες ζωής, νοήματα δοσμένα με τόσο απλές λέξεις που εντυπώνονται αμέσως στο μυαλό χωρίς επιτηδευμένες ορολογίες ή μακροσκελείς αναλύσεις. Απλά και ουσιαστικά καταφέρνουν το στόχο τους. Χτυπούν την πόρτα της καρδιάς και τότε ένας ολόκληρος κόσμος ξεδιπλώνεται μπροστά μας έτοιμος να οδηγήσει σε ένα προσωπικό ταξίδι σκέψης, περισυλλογής και ανάπτυξης.

Ο Δημήτρης Β. Προύσαλης έχει πραγματοποιήσει σπουδές στα παιδαγωγικά, στη Βιβλιοθηκονομία, στην Ειδική Αγωγή και μεταπτυχιακές σπουδές στη Λαογραφία ενώ είναι υποψήφιος Δρ. του ΕΚΠΑ. Από το 1988 εργάζεται ως δάσκαλος στη δημόσια εκπαίδευση. Ασχολείται με τη μελέτη, ανάλυση, συλλογή και καταγραφή του λαϊκού παραμυθιού από το 1999. Από το 2003 αφηγείται ιστορίες που αγαπά και ξεχωρίζει από την ανώνυμη προφορική λογοτεχνία, της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς των λαών του κόσμου. Οι πρωτοβουλίες που παίρνει κινούνται πάντα στην ανάδειξη της σημαντικότητας του storytelling, των λαϊκών παραμυθιών και των μύθων στην κοινωνία, στην εκπαίδευση και στον πολιτισμό.

Σύμφωνα με την έρευνά σας όλα αυτά τα χρόνια, τα λαϊκά παραμύθια πρωτοφτιάχτηκαν έχοντας σαν αποδέκτη ενήλικο κοινό;
Τα λαϊκά παραμύθια αποτελούν τη συλλογική ανάσα αλλά ταυτόχρονα και μνήμη του κόσμου, που προσπάθησε να εκφράσει την πνευματική και ψυχοκοινωνική του αντίληψη για το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων, δημιουργώντας προσομοιώσεις καταστάσεων πραγματικών, σε επίπεδο όμως φαντασιακό και μεταφορική λειτουργία. Αν παρατηρήσει κανείς το εύρος των ζητημάτων που θίγουν ή πραγματεύονται τα παραμύθια των λαών, θα διαπιστώσει πως στο μεγαλύτερο μέρος τους αφορούν κυρίως στις σχέσεις μεταξύ ενηλίκων, καλύπτοντας το σύμπαν της ενήλικης αλληλεπίδρασης. Υπήρχαν βέβαια και ιστορίες που βοηθούσαν τους μικρότερους να μεγαλώσουν, όμως ο κύριος όγκος της μυθοπλασίας απευθυνόταν σε όσους βρίσκονταν σε μια πορεία μύησης στη ενήλικη ζωή, σε εκείνους που έπρεπε να βρουν ισορροπίες εντός και εκτός της οικογένειας, στην συμβίωση του κοινοτικού περιβάλλοντος σε φίλια ή εχθρικά πλαίσια και συνθήκες, υπηρετώντας την προσωπική ανάπτυξη και στηρίζοντας την κοινωνική συνοχή. Η παιδικότητα ως έννοια που βρίσκει ιδιαίτερη θέση στην κοινωνία αποτελεί μια νεότερη ανακάλυψη. Το γεγονός πως αποτελούν αντικείμενο προσέγγισης από την λαογραφία, την ανθρωπολογία, την ψυχολογία και ψυχανάλυση την εκπαίδευση, αλλά και πεδίο έμπνευσης για το σύνολο των τεχνών, σηματοδοτεί ένα άλλο ειδικό βάρος σε ένα είδος παρεξηγημένο και ταυτισμένο στη συνείδηση του πλατύ κοινού με την παιδική ηλικία.

Δημήτρης Προύσαλης, «Παραμύθια λαϊκά ενάντια σε δύσκολους καιρούς»
Μπορείτε να μας διηγηθείτε ένα παραμύθι μέσα σε λίγες φράσεις που θα μπορούσε να δώσει δύναμη εν καιρώ πανδημίας;
Θα σας πω μιαν ιστορία που συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή μου «Παραμύθια λαϊκά ενάντια σε δύσκολους καιρούς»: Σε ένα δάσος, μια μέρα ξεσπάει μια φωτιά που αρχίζει να απλώνεται κατακαίγοντας τον τόπο και σκορπίζοντας την καταστροφή αλλά και τον πανικό στα ζώα που τρέχουν να σωθούν μέσα σε πόνο και φόβο. Μια ομάδα ζώων που τρέχει μακριά από τη φωτιά έχοντας μπροστάρη έναν ελέφαντα φτάνει σε ένα ξέφωτο. Ο ελέφαντας αντικρίζει κάτι παράξενο. Ένα κολιμπρί, το πιο μικρό πουλί στον κόσμο, ορμά σε μια λακκούβα με νερό, παίρνει δύο στάλες νερό-τόσες χωρά στο στόμα του-και χύνεται κόντρα στη φωτιά. Τις πετά ενάντιά της, και ξαναβουτά στη λακκούβα για άλλες δυο στάλες κάνοντας το ίδιο ασταμάτητα. Ο ελέφαντας του φωνάζει πως δε θα τα καταφέρει, πως πρέπει να φύγει να σωθεί. Το κολιμπρί αποκρίνεται «Δεν ξέρω αν θα κατορθώσω να σβήσω τη φωτιά, αλλά εγώ κάνω αυτό που μου αναλογεί».

Δημήτρης Προύσαλης, «Παραμύθια λαϊκά για να σώσουμε το Μεγάλο μας Σπίτι: ιστορίες οικολογικής ευαισθητοποίησης»
Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι ιστορίες που δημιουργήθηκαν πολλούς αιώνες πριν, είναι εξαιρετικά επίκαιρες στα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος κόσμος;

Τα λαϊκά παραμύθια μιλούν για τον πυρήνα της ψυχής του ανθρώπου διαχρονικά. Μας αποκαλύπτουν τις βασικές της ανάγκες, για αποδοχή, ασφάλεια, ψυχοσυναισθηματική ισορροπία, για δίκαια μεταχείριση απέναντι στο νόμο, το δικαίωμα να απολαμβάνει τον κόπο της εργασίας του, την αναγκαία αναζήτηση του άλλου του μισού. Αποτελούν στην ταπεινότητά τους μια ιδιότυπη πυξίδα στο χάρτη της ανθρώπινης εμπειρίας, απεικονίζοντας συμβολικά και υπό την ασφάλεια της σύμβασης του ψέματος την ίδια τη ζωή στην ολότητά της. Μας θυμίζουν πόσο όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος αλλά και πόσο δύσκολο είναι να κρατήσεις την ανθρωπιά σου. Η ουσία των σχέσεων παραμένει ίδια, μόνο οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και τα ιστορικά πλαίσια αλλάζουν. Οι συμπεριφορές αυτές, αρνητικές και θετικές επαναλαμβάνονται σ’ αυτήν την αέναη κίνηση του ανθρώπινου είδους, πότε προς τα εμπρός σκορπίζοντας το φως και πότε οπισθοχωρώντας στο σκοτάδι, και μια ματιά στην Ιστορία ή στο σύγχρονο κόσμο θα μας πείσει. Σε μια πρόσφατη συλλογή μου, «Παραμύθια λαϊκά για να σώσουμε το Μεγάλο μας Σπίτι: ιστορίες οικολογικής ευαισθητοποίησης» η ύβρις της προσβολής του περιβάλλοντος και το χάσιμο του μέτρου από τον άνθρωπο-κάποια από τα αναδυόμενα ζητήματα-αποτυπώνονται σε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αφηγήσεις τόσο παλιές αλλά ταυτόχρονα τόσο σύγχρονες. Σε μια από αυτές, ένας σοφός τρελός μεγάλης ηλικίας αγοράζει δεντράκια και τα φυτεύει στο χωράφι του. Ο κόσμος μαζεύεται γύρω και τον κοροϊδεύει. Όταν κάποιος τον ρωτά κοροϊδευτικά γιατί φυτεύει δέντρα που δεν θα προλάβει ποτέ να δοκιμάσει τους καρπούς τους, ο Νασρεντίν απαντά: «Μας δε σας πέρασε από το μυαλό πως μπορεί να φυτεύω για την επόμενη γενιά;»

Βάσει της μελέτης που έχετε κάνει, η προφορική αφήγηση έχει χρησιμοποιηθεί σε παλαιότερους αιώνες, για να εμψυχώσει τους ανθρώπους ώστε να αντιμετωπίσουν μια δύσκολη πραγματικότητα;
Η ετυμολογική ερμηνεία της παραμυθίας, από το ρήμα «παραμυθέομαι-παραμυθούμαι» παίρνει τη σημασία της προτροπής, παρακίνησης, παρηγοριάς, καταπράυνσης-μετριασμού, εξήγησης-διασάφησης της δυσκολίας, συμβουλής και υποστήριξης. Όλα τα προηγούμενα αποτελούν συστατικά στοιχεία εμψύχωσης, για να σταθεί ο άνθρωπος απέναντι σε αυτό που φαίνεται απειλητικό και τον ξεπερνά, στις λογής λογής κρίσεις κάθε εποχής, στις ποικίλες καταστροφές, τα αδιέξοδα που του μελλόταν να ζήσει χωρίς να είναι επιλογή του αλλά τα προκαλούσαν αποφάσεις άλλων ή συλλογικές συνέπειες. Αναφέρονται πολλές περιπτώσεις εμψυχωτικής χρήσης της προφορικής αφήγησης από τον Κολοκοτρώνη που χρησιμοποιούσε μύθους πριν από τις μάχες καθώς και λαογραφικές αναφορές για την αφήγηση μετά τις μάχες στα κρητικά συντάγματα που συμμετείχαν στην Μικρασιατική εκστρατεία. Ανάλογα με το περιεχόμενο της ιστορούμενης υπόθεσης, η σύμβαση της ψυχαγωγίας γινόταν άδηλη παρέμβαση συμβουλευτικής με έμμεση θεραπευτική αντανάκλαση, και άλλοτε συνέβαλε στην αποθεραπεία, όπως αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα για την αφήγηση μύθων στους τραυματισμένους Αχαιούς. Σε μια παραλλαγή της ιστορίας του κολιμπριού, ένας ελέφαντας κάνοντας βόλτα σε ένα δάσος αντικρίζει ένα κολιμπρί με τα πόδια στον αέρα, την πλάτη στο χώμα. Το ρωτά τι κάνει με τα πόδια ψηλά και το κολιμπρί απαντά πως ακούστηκε η είδηση πως θα πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους και πως σηκώνει τα πόδια για να τον κρατήσει! Όταν ο ελέφαντας απορεί πώς θα μπορέσει να κρατηθεί κοτζάμ ουρανός με τα λιανοπόδαρα του κολιμπριού, το μικρό πουλί απαντά «Αυτά τα ποδάρια έχω, μ’ αυτά θα τον κρατήσω!» Τα παραμύθια, είναι διαχρονικά τα «ποδάρια» του ανθρώπου να αντιμετωπίζει τη ζωή στις δυσκολίες της αλλά και να ανακαλύπτει τις ουσιαστικές χαρές της….

Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να συγκεντρώνει ένας καλός αφηγητής;
Πρέπει πάντα να θυμάται πως οι ιστορίες που αφηγείται τον ξεπερνούν και η συνάντησή τους μαζί του είναι μια στιγμή μονάχα από το αέναο ταξίδι τους. Να βάζει τον εαυτό του στην υπηρεσία τους, έχοντας κατά νου μια «ανομολόγητη» αποστολή, να γίνει ένας δυναμικός ενδιάμεσος ανάμεσα στο «Μια φορά κι έναν καιρό…» και στο «εδώ και τώρα» των σύγχρονων συνθηκών επιλέγοντας προσεκτικά τα θέματά του με στόχο να κερδίσει το είδος περισσότερους φίλους, ενήλικους και μη. Να αναδεικνύει έτσι τη σημαντικότητα της προφορικής αφήγησης, αφού το ακροατήριο είναι βασικός παράγοντας της αφηγηματικής σχέσης. Να αφουγκράζεται τα μηνύματα των υποθέσεων και να έχει κριτήρια ποιοτικά, αισθητικά και κοινωνικά για το τι πρέπει και μπορεί να ακουστεί, πότε, πού και σε ποιους. Να μοιράζεται τις ιστορίες με την καρδιά του ανοιχτή, με τη βεβαιότητα πως χρησιμοποιεί ψέματα που κρύβουν μεγάλες αλήθειες οι οποίες δεν μπορούν να ακουστούν αλλιώς και βέβαια να βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία αυτοβελτίωσης και μελέτης.

Έχετε συμμετάσχει σε πολλά φεστιβάλ αφήγησης στην Ελλάδα και όχι μόνο. Πόσο συχνά στις αφηγήσεις σας έχετε ακροατήριο ενήλικο κοινό;
Τόσο στο δικό μας, το Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» που έκλεισε δέκα χρόνια τον Αύγουστο του 2020, καθώς και το «Αθήνα… μια πόλη παραμύθια», όσο και στα Φεστιβάλ του Μόντρεαλ στον Καναδά, της Ουαλίας και της Κύπρου όπου συμμετείχα ως προσκεκλημένος αφηγητής, οι παραστατικές αφηγήσεις που απευθύνονται σε ενήλικο ακροατήριο κερδίζουν όλο και περισσότερο χώρο στα προγράμματά τους. Άλλες φορές οι ενήλικοι συνοδεύουν τα παιδιά τους σε ανάλογες θεματικές της ηλικίας τους, όπου περνούν εξίσου καλά, και άλλες φορές οι αφηγήσεις συνήθως σε πιο βραδινές ώρες αφορούν αποκλειστικά ενήλικο κοινό. Η λέσχη Αφήγησης Αθήνας «Μοιράσου και εσύ μια ιστορία» από το 2016 έχει ακροατήριο σχεδόν αποκλειστικά ενήλικο κοινό. Μόνο αν κάποιος βρεθεί σε μια παράσταση αφήγησης, μπορεί να καταλάβει τη λειτουργία της επενέργειας και τι δημιουργείται ως εμπειρία μέσα από την απλότητα και την οικειότητα του ανθρώπινου λόγου που δοκιμάστηκε από τον χρόνο και τον νίκησε.

Σε καιρούς πανδημίας το διαδίκτυο δίνει διέξοδο ακόμα και στις αφηγήσεις;
Η ζωντανή αφήγηση δεν έχει ταίρι και φτιάχνει μια μοναδική ατμόσφαιρα διάθεσης, λόγου, συναισθημάτων, ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό κάθε φορά συναπάντημα εσωτερικού διαλόγου, ανθρώπινης παρουσίας και ενέργειας μέσω μιας εξώστρεφης κοινωνικής και επικοινωνιακής δραστηριότητας που συναντά την προσωπική εμπειρία του καθενός και τη νοηματοδοτεί, ξαναφτιάχνοντας τον κόσμο. Το διαδίκτυο είναι ένα αναγκαίο μέσο, πολλές φορές άβολο, αλλά στις παρούσες συνθήκες χρήσιμο προκειμένου να μη σταματήσουν να ακούγονται ιστορίες έστω από απόσταση, μέχρι να αποκατασταθεί η κανονικότητα των αφηγήσεων που προϋποθέτουν τη συλλογική συμμετοχή, τον κοινωνικό χώρο συνεύρεσης και την εγγύτητα, δηλαδή την αναντικατάστατη ζωντανή συνθήκη. Πρόσφατα αφηγήθηκα διαδικτυακά στην Ινδία για ενήλικο κοινό, την ιστορία του βασιλιά Ερυσίχθονα από την ελληνική μυθολογία.

Δώστε μας ένα παράδειγμα σύντομου λαϊκού παραμυθιού για την υπομονή και την δύναμη με την οποία αντιμετωπίζουμε μια κρίση και την ξεπερνάμε.
Σε έναν τόπο που έχει χτυπηθεί από την καταστροφή, φεύγουν όχι μόνο οι άνθρωποι αλλά και τα ποντίκια που ταξιδεύουν μέσα στη νύχτα. Ένας ασκέρι ποντικών κάνει το δικό του ταξίδι έχοντας στο τέλος πίσω πίσω δυο ποντικούς νέους στα χρόνια. Αυτοί παίζοντας και χαζεύοντας αποκόβονται από τους υπόλοιπους και μυρίζονται νερό μέσα στη νύχτα. Ανακαλύπτουν ένα πηγάδι, πέφτουν μέσα και διασκεδάζουν παίζοντας και ξεδιψώντας. Όταν αποφασίζουν να ανέβουν, παγιδεύονται στο πηγάδι καθώς οι τοίχοι του σκεπάζονται με γλίτσα από την υγρασία. Φωνάζουν για βοήθεια, οι φωνές τους φτάνουν στο ασκέρι που επιστρέφει και βρίσκει το πηγάδι. Όταν οι δυο ποντικοί προσπαθούν να ανέβουν μάταια, οι δικοί τους φωνάζουν πως ο κόπος τους είναι άδικος, θα προσπαθήσουν μάταια, πως δεν θα τα καταφέρουν, πως το πηγάδι είναι βαθύ, η άκρη του ψηλά, πως δεν θα τα καταφέρουν. Ο ένας από τους παγιδευμένους ακούει τα λόγια τους, δειλιάζει και αφήνεται να πνιγεί. Ο άλλος όμως είναι κουφός! Βλέπει τις αντιδράσεις των δικών του από ψηλά και πιστεύει πως τον ενθαρρύνουν. Όταν μετά από πολλές προσπάθειες τα καταφέρνει, ευχαριστεί τους άλλους ποντικούς για τη βοήθεια της ενθάρρυνσης. Οι δικοί του λένε πως από τύχη τα κατάφερε, πως δεν έπρεπε να ξεκινήσει καθόλου. Ο ποντικός μονολογεί πως καμιά φορά είναι καλό να είναι κανένας κουφός και να μην ακούει τα λόγια εκείνων που σπέρνουν την απελπισία, την καταστροφή και το κακό και πώς όταν δεν υπάρχει κανένας να σε βοηθήσει, εσύ να πιστεύεις πως μπορεί να βρεθεί έστω κι ένας που να θέλει να σταθεί στο πλευρό σου…

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ