Βιβλιο

Mahi Binebine: Πώς ένα παιδί μετατρέπεται σε τζιχαντιστή

«Τα αστέρια του Σιντί Μουμέν» του Μαροκινού συγγραφέα  είναι από τα βιβλία που πρέπει κανείς, οπωσδήποτε, να διαβάσει

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
350315-726972.jpg
Θανάσης Καρατζάς

«Τα αστέρια του Σιντί Μουμέν» (εκδ. Άγρα) είναι από τα βιβλία που πρέπει κανείς, οπωσδήποτε, να διαβάσει. Όχι μόνο γιατί είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο, αλλά και για να κατανοήσει μέσω ποιας διαδικασίας παιδιά μεταμορφώνονται σε αυτοκτονικούς τζιχαντιστές. Συζητώντας με τον μαροκινό συγγραφέα του Mahi Binebine μάθαμε και τον άλλο σημαντικό τρόπο με τον οποίο αυτός ο υπέροχος άνθρωπος διδάσκει «την κουλτούρα ζωής και όχι του θανάτου, την οποία προτείνουν οι μουλάδες».


Καθόμαστε στην εσωτερική αυλή των εκδόσεων Άγρα συνοδεία πουλιών που έχουν φωλιές στα δένδρα. «Δεν αντέχω τα πουλιά, αλλά επειδή είμαι ποιητής δεν τολμάω να το μαρτυρήσω» θα πει ξεκαρδισμένος. Ως παράδειγμα στο εγκυκλοπαιδικό λήμμα «ανοιχτόκαρδος άνθρωπος» θα έπρεπε να υπάρχει το όνομα του συγγραφέα Mahi Binebine. Είναι αφοπλιστικό το γέλιο του, καθώς βγαίνει αυθόρμητα ακόμα και όταν αναφέρεται στις απειλές που δέχτηκε. «Όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο είχα ελάχιστες ενοχλήσεις από την κυβέρνηση. Μετά άρχισα να δέχομαι απειλητικά μηνύματα με sms από ιδιώτες. Δεν έδωσα σημασία, αλλά άρχισα να το συζητάω όταν στα sms διάβαζα μηνύματα όπως “ξέρουμε σε ποιο σχολείο πηγαίνει η κόρη σου”. Μέχρι που ο αδελφός μου μού είπε “μην ανησυχείς. Όταν είναι να σε καθαρίσουν θα το κάνουν χωρίς να στείλουν ειδοποίηση”». Το λέει και τραντάζεται από τα γέλια. Καθώς τον ακούω να γελάει σκέφτομαι το «Όνομα του Ρόδου» του Ουμπέρτο Έκο. Θα μισούν το γέλιο του οι φανατικοί σκοταδιστές οποιασδήποτε θρησκείας.

Οι τζιχαντιστές σίγουρα μίσησαν και το βιβλίο του «Τα αστέρια του Σιντί Μουμέν». Αλλά ευτυχώς υπάρχουν πολλοί που το λάτρεψαν – κέρδισε μάλιστα και το βραβείο του καλύτερου αραβικού μυθιστορήματος το 2010. Αιτία για να το γράψει ήταν οι πέντε ταυτόχρονες βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας στην Καζαμπλάνκα το 2003. Είχαν βρει το θάνατο 41 άτομα και τραυματίστηκαν εκατό. Ανάμεσα στους νεκρούς, φυσικά, και οι «καμικάζι». Όλοι τους έφηβοι που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μία περιοχή στην άκρη της Καζαμπλάνκα, το Σιντί Μουντέν. Στο βιβλίο του ο Binebine έχει ήρωες αυτά τα παιδιά. Αφηγητής είναι ο Γιασίν που θυμάται, νεκρός πια, τη ζωή του. «Το βιβλίο το έγραψα με αφορμή τις βομβιστικές επιθέσεις στη χώρα μου. Δεν το έγραψα θέλοντας να εξηγήσω, σε όλο το μέγεθός της, την ισλαμική τρομοκρατία. Είναι πολύ πιο σύνθετο αν θέλεις, για παράδειγμα, να μιλήσεις για τους τρομοκράτες της τρίτης γενιάς. Όπως επίσης είναι σίγουρο πως η μιζέρια και η φτώχεια δεν επαρκούν για να εξηγήσουν το φαινόμενο. Γιατί αν το εξηγούσαν τότε θα είχαμε ανάλογα φαινόμενα και στις φαβέλες της Βραζιλίας. Όμως από την άλλη δεν μπορείς να παραμερίσεις το γεγονός πως όλα τα παιδιά που συμμετείχαν στην επίθεση προήλθαν από το συγκεκριμένο μέρος» θα πει. 

Το Σιντί Μουντέν από άποψη συνθηκών ζωής είναι μία κόλαση. «Παλιότερα στις παραγκουπόλεις το πρόβλημα ήταν οι αριστεροί. Επειδή εξυπηρετούσε τους κυβερνώντες άφησαν το φανατισμένο ισλαμικό λόγο να αλώσει. Η γλώσσα που χρησιμοποίησαν ήταν δαιμονικά έξυπνη.“Είστε ήδη μέσα στην κόλαση κι εμείς θα σας πάμε στον παράδεισο” λένε και πείθουν έτσι πολλούς να γίνουν οπαδοί τους. Έτσι λειτουργεί το φαντασιακό. Η μία φαντασίωση για τα παιδιά αυτών των περιοχών είναι ο παράδεισος και η άλλη είναι η φυγή στην Ευρώπη». 

Το βιβλίο παρακολουθεί την παρέα των παιδιών καθώς προσπαθούν να χτίσουν τη ζωή τους σε απάνθρωπες συνθήκες και πώς μεταμορφώνονται από χαρούμενοι έφηβοι σε μηχανές θανάτου. «Προφανώς με τρομάζει όλο αυτό που συμβαίνει με το φανατισμό, αλλά με το βιβλίο θέλησα να κάνω τους αναγνώστες να κατανοήσουν –όχι να δικαιολογήσουν– πώς συνέβη αυτή η μεταμόρφωση. Αυτή είναι η δική μου συγγραφική οπτική ματιά» θα πει ο Binebine.

Κάποια στιγμή ο αφηγητής λέει: «Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι έχω καταντήσει μια οντότητα και –για να χρησιμοποιήσω τη γλώσσα που μιλούν εδώ κάτω– θα την ονομάσω συνείδηση: δηλαδή, την ατάραχη απόρροια από μυριάδες καθαρές σκέψεις. Όχι τις σκοτεινές και μίζερες που διέτρεχαν τη σύντομη ύπαρξή μου, αλλά σκέψεις με χίλιες όψεις, τόσο αστραφτερές που πολλές φορές τυφλώνουν». Έτσι είναι και οι περιγραφές για τη ζωή των παιδιών. Σαν μαχαίρι που αστράφτει στον ήλιο. «Τα αστέρια» είναι ένα ψύχραιμο βιβλίο κι ας μιλάει για ανθρώπινες βόμβες. Είναι το πρώτο βιβλίο αραβόφωνου συγγραφέα που διάβασα και δεν ένιωσα πως γράφτηκε για να ικανοποιήσει το δυτικό κοινό. Κι ας γράφτηκε στα γαλλικά. Κι ας έχει ζήσει ο συγγραφέας στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη, πριν επιστρέψει μόνιμα στην πατρίδα του. «Έχω μεγαλώσει σε συνθήκες που δεν είναι πολύ μακριά από τις συνθήκες που περιγράφω στο βιβλίο. Ήμασταν επτά παιδιά που ζούσαμε σε απόλυτες συνθήκες φτώχειας, αφού ο πατέρας μας είχε εξαφανιστεί για πολλά χρόνια και μας μεγάλωνε η μητέρα μας με το μισθό μιας γραμματέως. Τα πρώτα μου παπούτσια τα απέκτησα σε ηλικία επτά ετών. Όταν γράφω για παραγκουπόλεις ξέρω ακριβώς για τι γράφω. Αν έπρεπε να γράψω για τα γαλλικά σαλόνια θα ήταν πρόβλημα» εξηγεί, πάντα γελώντας.

Ωστόσο υπάρχει η εντύπωση πως αυτού του τύπου οι τρομοκράτες χτυπούν έξω από τη χώρα των πατεράδων τους. «Νομίζω πως πρόκειται για μια λανθασμένη εντύπωση. Απλά η Ευρώπη ασχολείται περισσότερο με τα τρομοκρατικά χτυπήματα που συμβαίνουν στην Ευρώπη. Ντρέπομαι που θα το πω, αλλά συνέβη. Πριν από μερικά χρόνια έγιναν την ίδια εβδομάδα τρομοκρατικά χτυπήματα στην Ισπανία και τον Λίβανο. Μια γαλλική εφημερίδα μού είχε ζητήσει να σχολιάσω με ένα άρθρο το τρομοκρατικό χτύπημα στην Ισπανία, το οποίο και έκανα, χωρίς να αναφερθώ καθόλου στον Λίβανο. Είχα παρασυρθεί κι εγώ από τη λογική πως τα τρομοκρατικά χτυπήματα έχουν μεγαλύτερη αξία εκτός των αραβικών χωρών». 

Στον Οσάμα Μπιν Λάντεν αποδίδεται η φράση «εμείς αγαπάμε το θάνατο, εσείς τη ζωή». Το βιβλίο μοιάζει με απάντηση. Από τη μία δείχνει να κατανοεί κάτω από ποιες συνθήκες ένα χαρούμενο παιδί που γνωρίζει τον έρωτα, ονειρεύεται, αναζητά τη χαρά και προσπαθεί να φτιάξει τη ζωή του, καταλήγει αυτοκτονικός μαχητής της τζιχάντ. Από την άλλη, όμως, έχοντας ως αφηγητή ένα μετανιωμένο νεκρό τρομοκράτη να αναπολεί –όχι να εξωραΐζει– τη ζωή του περιφερόμενος ως φάντασμα εκτός του περιβόητου παραδείσου δεν αφήνει περιθώρια για παρεξηγήσεις. («Μέσα από τα βάθη της μοναξιάς μου, όταν οι μνήμες του ναυαγίου μου με πολιορκούν τυραννώντας με, όταν το βάρος από τα λάθη μου γίνεται τόσο βαρύ για να το σηκώσω, και το πνεύμα μου, ήδη κουρασμένο και γερασμένο, αρχίζει να γυρνάει σαν ένα δαιμονισμένο παιχνίδι, όταν τα δάκρυα της Γιέμμα σαν μια μπόρα φωτιάς και ο πόνος της Γκισλάν διαλύουν μέσα στο αίμα μου το θανατερό τους δηλητήριο, φεύγω να τριγυρίσω στον ουρανό των παιδικών μου χρόνων»).

Όμως δεν είναι λειψή η αποστολή ενός τέτοιου βιβλίου από τη στιγμή που δεν μπορούν να το διαβάσουν τα παιδιά της περιοχής; «Αν σκεφτεί κανείς πως υπάρχει πενήντα τοις εκατό αναλφαβητισμός στο Μαρόκο καταλαβαίνεις πως χρειάζεται πολλή δουλειά για να γίνει. Το βιβλίο έφερε χρήματα. Επίσης έγινε ταινία από τον Nabil Ayouch, που έκοψε πολλά εισιτήρια (σ.σ. η ταινία με τίτλο «Les chevaux de Dieu»/«Horses of God» πήρε πολλά βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ και κέρδισε την υποψηφιότητα για όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας). Με τα χρήματα αυτά, αλλά και με τη βοήθεια και άλλων καλλιτεχνών, δημιουργήσαμε ένα πολιτιστικό κέντρο μέσα στο Σιντί Μουμέντ. Θα πρέπει να γνωρίζετε πως μέχρι τις βομβιστικές επιθέσεις δεν έμπαινε κανένας εκεί, ούτε καν η αστυνομία. Μετά τις επιθέσεις αυξήθηκε πολύ το ενδιαφέρον, αλλά όπως ήταν φυσικό οι κάτοικοι ήταν πολύ επιφυλακτικοί με όλη αυτή την ξαφνική δημοσιότητα. Στο κέντρο έρχονται χίλια άτομα να παρακολουθήσουν ταινίες, μαθαίνουν χορούς, γίνονται αναγνώσεις βιβλίων κ.ά. Προσπαθούμε εκεί να τους δείξουμε μια άλλη εικόνα της ζωής. Αυτό το κέντρο διδάσκει μια κουλτούρα ζωής και όχι του θανάτου, την οποία προτείνουν οι μουλάδες».

Τρέιλερ της ταινίας «Les chevaux de Dieu»/ «Horses of God» που το σενάριο στηρίχτηκε στο βιβλίο του Mahi Binebine «Τα αστέρια του Σιντί Μουμέν».

Στην αγενή εκτίμησή μου ότι μια τέτοια κίνηση μοιάζει σαν να δίνεις ασπιρίνη σε έναν καρκινοπαθή, η απάντησή του ήρθε με μια αραβική παραβολή. «Όταν πήρε φωτιά ένα δάσος όλα τα πουλιά πέταξαν μακριά. Ένα μόνο έμεινε πίσω, το οποίο από ψηλά κατουρούσε στις φλόγες. Όταν τον ρώτησαν, μετά, τα άλλα πουλιά “μα τι νομίζεις ότι κάνεις;” τους απάντησε: “εγώ τουλάχιστον κάτι έκανα”». Επιμένοντας, τον ρώτησα πόσο μπορεί να μένει κανείς μετριοπαθής, όταν έχει απέναντί του τρομοκράτες. Δεν πρέπει να υπάρχει και μια πολιτική θέση; «Φυσικά. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να καταγγείλουμε τα κράτη που χρηματοδοτούν την τρομοκρατία. Σαουδική Αραβία και Κατάρ. Πρέπει να σταματήσουμε να στρώνουμε το κόκκινο χαλί και να δεχόμαστε τα χρήματα που έρχονται από εκεί. Στις παραγκουπόλεις οι ισλαμιστές είναι πάρα πολύ οργανωμένοι και μοιράζουν χρήματα όχι για να καλυτερεύσει η ζωή των κατοίκων, αλλά για να εξυπηρετήσουν τα σχέδιά τους. Σε μια παρόμοια γιορτή με το δικό σας Πάσχα πήγαν και έδωσαν από ένα αρνί σε κάθε οικογένεια που δεν έχει χρήματα να αγοράσει. Στις παραγκουπόλεις δεν έμπαινε ποτέ η αστυνομία και επειδή με τους ισλαμιστές σταμάτησαν τα προβλήματα με το αλκοόλ και την πορνεία, στα μάτια των φιλήσυχων κατοίκων οι τελευταίοι έγιναν αγαπητοί. Από την άλλη, όταν ο σκηνοθέτης της ταινίας που στηρίχτηκε στο βιβλίο μου δημιούργησε την ταινία “Mush Loved” που περιγράφει πώς κοπέλες από το Μαρόκο εκδίδονται στη Σαουδική Αραβία, φανατικοί μαζεύτηκαν μπροστά στο κέντρο όπου θα παιζόταν η ταινία, ώστε να μην επιτρέψουν την προβολή, με τη δικαιολογία ότι “η ταινία θα διαφθείρει τα παιδιά μας”. Ξέρετε τι συνέβη; Η ταινία παίχτηκε γιατί οι μητέρες των παιδιών που πήγαιναν στο κέντρο έσπασαν το “φράγμα”. Δημιουργώντας το πολιτιστικό κέντρο παίζουμε στο γήπεδο των φανατισμένων ισλαμιστών, κάτι που δεν τους αρέσει, αλλά παίζουμε. Το κακό είναι πως αυτή τη στιγμή οι δημοκράτες κάνουν τα στραβά μάτια με τον τρόπο που το κράτος επιτίθεται στους ισλαμιστές. Χρησιμοποιεί ακριβώς τις ίδιες μεθόδους που χρησιμοποιούσε πριν από χρόνια για να εξαφανίσει τους κομμουνιστές. Το θεωρώ λάθος και για έναν επιπλέον λόγο. Έτσι τους ηρωοποιεί ακόμα περισσότερο...»

Ο Binebine έχει δημιουργήσει και ένα δεύτερο πολιτιστικό κέντρο σε άλλη υποβαθμισμένη περιοχή του Μαρόκο και στους επόμενους μήνες θα είναι έτοιμα άλλα δύο. Κάθε πρωί γράφει τα βιβλία του και το απόγευμα ζωγραφίζει ή δημιουργεί γλυπτά επηρεασμένα από τους ήρωές του. Διάσημος και εκτός της πατρίδας του (έχει τιμηθεί στο Μαρόκο ως πρόσωπο του οποίου η συμβολή στον πολιτισμό το έχει αναδείξει διεθνώς), κάθε έργο που πουλάει το χρησιμοποιεί και ως ευκαιρία να πάρει χρήματα για τα πολιτιστικά κέντρα. Μεγάλο μέρος του χρόνου του το αφιερώνει σε αυτά.  

Υπάρχουν μυθιστορήματα που δικαιολογούν τον τζιχαντισμό;

Μυθιστορήματα δεν υπάρχουν. Υπάρχουν όμως δοκίμια, τα οποία το κάνουν με πολύ ύπουλο τρόπο. Πλέον πολλοί συγγραφείς δεν πάμε στην έκθεση βιβλίου της Καζαμπλάνκα και προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια άλλη έκθεση βιβλίου στο Μαρακές. Ο λόγος; Στην Καζαμπάνκα η πλειονότητα των βιβλίων ανήκει στην άλλη πλευρά. Το βιβλίο που πουλιέται περισσότερο εκεί είναι “Ο αγών μου” του Χίτλερ. Οι δε πωλήσεις ανεβαίνουν ακόμα περισσότερο κάθε φορά που υπάρχει ένα επεισόδιο μεταξύ του Ισραήλ και της Παλαιστίνης. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ