Τζέσικα Πρατ: Η απόλυτη Λουτσία ντι Λαμερμούρ στην Εθνική Λυρική Σκηνή
Μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου

Τζέσικα Πρατ: Η Εθνική Λυρική Σκηνή υποδέχεται τη μεγάλη Βρετανίδα σοπράνο για δύο παραστάσεις στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος
Δύο μέρες μετά την άφιξή της στην Αθήνα, συνάντησα την Τζέσικα Πρατ σε ένα διάλειμμα από τις εντατικές πρόβες για την παράσταση της όπερας «Λουτσία ντι Λαμερμούρ», που ανεβαίνει αυτόν τον μήνα στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Αντίκρισα όχι μια ντίβα, αλλά μια νέα, όμορφη γυναίκα, γεμάτη ζωντάνια και με ένα απίστευτα φωτεινό χαμόγελο. Η κουβέντα μας θα μπορούσε να κρατήσει ώρες αν δεν έπρεπε να συνεχίσει την πρόβα της. Με χειμαρρώδη λόγο –και πολλά γέλια ενδιάμεσα–, χωρίς ίχνος έπαρσης, μίλησε στην ATHENS VOICE για τη ζωή της, τις προσπάθειές της να ακολουθήσει το όνειρό της και για τη Λουτσία ντι Λαμερμούρ, τον απόλυτα συνυφασμένο με τη λαμπρή καριέρα της ρόλο.
Οι κριτικοί έχουν εγκωμιάσει τη φωνητική της ευελιξία, την τονική καθαρότητα και τις εκφραστικές ερμηνείες της σε μερικούς από τους πιο απαιτητικούς ρόλους του μπελκάντο. Την περιγράφουν ως μια σοπράνο με αστραφτερό ήχο, αβίαστες ψηλές νότες, αριστοτεχνική δεξιοτεχνία στις κινήσεις κολορατούρας. Η Τζέσικα Πρατ έκανε το ντεμπούτο της στην Ιταλία το 2007, ερμηνεύοντας τον ομώνυμο ρόλο στη «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Ντονιτσέτι. Με περισσότερες από 117 παραστάσεις σε 40 διαφορετικές παραγωγές στα σημαντικότερα λυρικά θέατρα του κόσμου, ο ρόλος αυτός έγινε σήμα κατατεθέν της. Τώρα, για πρώτη φορά, θα τραγουδήσει Λουτσία στην Ελλάδα, στην αναβίωση της σπουδαίας συμπαραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, σε σκηνοθεσία της διάσημης Βρετανίδας σκηνοθέτριας Κέιτι Μίτσελ και μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού.

Τζέσικα Πρατ: Σοπράνο από κούνια...
Η Τζέσικα Πρατ γεννήθηκε στο Μπρίστολ της Αγγλίας και 11 χρονών μετακόμισε στην Αυστραλία. Ο πατέρας της, Φίλιπ Πρατ, τενόρος και μουσικός διευθυντής στο Trinity Grammar School του Σίδνεϊ, τη μύησε στο τραγούδι από παιδί, αν και σπούδασε τρομπέτα για μια δεκαετία πριν επικεντρωθεί στη φωνητική της εκπαίδευση, πρώτα στην Αυστραλία και στη συνέχεια στην Ευρώπη. Η ίδια περιγράφει με γλαφυρότητα και χιούμορ το ταξίδι της προς την καταξίωση.
― Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια για το μουσικό σας ξεκίνημα;
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια καλλιτεχνική και πολύ θορυβώδη, αφού τα πάρτι στο σπίτι μας ήταν συχνά και είχαν πάντα φασαρία! Τα παιχνίδια μας, όταν τα αδέρφια μου κι εγώ ήμασταν παιδιά, είχαν να κάνουν με τη μουσική. Ο πατέρας καθόταν στο πιάνο, έπαιζε διάφορα ακόρντα ζητώντας να αναγνωρίσουμε τις νότες και κέρδιζε όποιος θυμόταν την πιο μεγάλη μουσική φράση. Εκείνος επέμεινε να μάθουμε από μικρά να παίζουμε πνευστά. Εγώ διάλεξα την τρομπέτα, ο αδερφός μου το τρομπόνι, η αδερφή μου το κλαρινέτο και με τον μπαμπά, που έπαιζε τούμπα, φτιάξαμε την οικογενειακή μας μπάντα, κάνοντας τα πάρτι μας ακόμα πιο θορυβώδη!
Η όπερα μπήκε στη ζωή μου όταν ήμουν μόλις εφτά χρονών. Μου άρεσε να παρακολουθώ τον πατέρα μου να διδάσκει τραγούδι σε νέους καλλιτέχνες. Μια μέρα, ακούγοντας μια σοπράνο να προσπαθεί να τραγουδήσει κάτι που της μάθαινε, το τραγούδησα εγώ. Εκείνος ξαφνιασμένος μου ζήτησε να το επαναλάβω και τότε είπε: «Το παιδί θα γίνει σπουδαία τραγουδίστρια!». Αυτό ήταν, το έδεσα. Ξέρετε, σε αυτή την ηλικία πιστεύεις ό,τι σου λένε οι γονείς σου, οπότε από εκείνη τη στιγμή στο μυαλό μου ήμουν ήδη τραγουδίστρια! Και ο πατέρας μου έγινε ο διά βίου δάσκαλός μου στο τραγούδι μέχρι τον θάνατό του, δύο μήνες πριν.
― Ποια ήταν τα ακούσματά σας στην όπερα;
Η πρώτη σοπράνο που με συνεπήρε με τη φωνή της ήταν φυσικά η Μαρία Κάλλας. Έβαζα ξανά και ξανά τα cd της, δεν χόρταινα να την ακούω. Στη συνέχεια ανακάλυψα κι άλλες σπουδαίες λυρικές τραγουδίστριες, και βέβαια την Τζόαν Σάδερλαντ στα τελευταία χρόνια της ζωής της. Μάλιστα, σ’ έναν διαγωνισμό ανάδειξης νέων ταλέντων στον οποίο συμμετείχε ως κριτής, είχα την αφέλεια να λάβω μέρος –ήμουν μόνο 19 χρονών– και να τραγουδήσω μπροστά της την άρια της πρώτης πράξης από τη Λουτσία, βγάζοντας στο φινάλε ένα ψηλό σολ! Μου είπε τότε: «Είναι σπουδαίο να ξέρεις ότι έχεις τη νότα, μόνο που δεν υπάρχει στην άρια που τραγούδησες».

― Πώς βρεθήκατε από την Αυστραλία στην Ιταλία;
Η συμμετοχή μου στο Australian Singing Competition (Διαγωνισμός Τραγουδιού της Αυστραλίας) με έφερε στη Ρώμη. Δεν είχα κερδίσει, αλλά ένας από τους κριτές (o συνθέτης και μαέστρος Τζανλουίτζι Τζελμέτι) με κάλεσε να πάω να τον βρω στην Ιταλία. Χωρίς να σκεφτώ τίποτα, άφησα τα πάντα πίσω μου και πήγα. Όταν έπειτα από περιπέτειες εμφανίστηκα μπροστά του, δεν θυμόταν το όνομά μου, αλλά εκείνος φώναξε «Ααα, το καγκουρό!» (γέλια). Έτσι, άρχισα να τον παρακολουθώ στο πρόγραμμα για νέους καλλιτέχνες που διηύθυνε, κάθε μέρα επί έξι μήνες. Τελειώνοντας, αποφάσισα να μείνω στην Ιταλία. Πέρασα πέντε ζόρικα χρόνια, τα βόλευα όπως μπορούσα. Κυκλοφορούσα με ένα μοτοποδήλατο, έμενα στο σπίτι του φίλου μου, η μαμά του μου μαγείρευε, αλλά δεν είχα λεφτά ούτε για έναν καφέ. Έτρεμα μην αρρωστήσω και χρειαστώ γιατρό. Δεν ήθελα όμως να επιβαρύνω την οικογένειά μου. Ευτυχώς είχα καλές φίλες – τα δανεικά τους με έσωσαν πολλές φορές. Πήγα για ένα διάστημα και στο Λονδίνο –είχα κερδίσει μια σειρά μαθημάτων πιάνου–, αλλά επέστρεψα όταν έμαθα για ένα πρόγραμμα υποτροφιών για το Opera Studio της περίφημης Ρενάτα Σκότο στην Accademia Nazionale di Santa Cecilia της Ρώμης. Φτάνοντας, μου είπαν ότι η λίστα των ακροάσεων είχε κλείσει, αλλά εγώ, απτόητη, στήθηκα από τις δέκα το πρωί έξω από την αίθουσα και περίμενα. Τελικά, στις πέντε το απόγευμα, η Σκότο με λυπήθηκε και μου επέτρεψε να τραγουδήσω. Με δέχτηκε στα μαθήματα, αλλά χωρίς υποτροφία δεν μπορούσα να πληρώσω τα δίδακτρα. Αυτή ήταν η μοναδική φορά που ζήτησα χρήματα από τον πατέρα μου. Το 2006 μετακόμισα στο Μιλάνο για να συνεχίσω τις σπουδές μου με τη Λέλα Κουμπέρλι. Έναν χρόνο αργότερα έκανα την πρώτη μου Λουτσία και υπέγραψα επιτέλους το πρώτο μου συμβόλαιο.
― Η Λουτσία σάς ακολουθεί εδώ και 18 χρόνια! Είναι ένας από τους πιο απαιτητικούς ρόλους του οπερατικού ρεπερτορίου. Σε λίγες μέρες θα σας ακούσουμε στην ΕΛΣ. Θα μας πείτε πώς προετοιμάζεστε;
Η «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» είναι μια συναρπαστική όπερα, εξαιρετικά δομημένη σε δραματικό επίπεδο. Έχει απόλυτα πιστευτή υπόθεση και στέρεους χαρακτήρες. Ακόμα και η τρέλα της Λουτσία είναι δικαιολογημένη, γεγονός που με διευκολύνει αφάνταστα στην ερμηνεία. Φωνητικά, είναι αναμφίβολα μια δύσκολη όπερα, όμως όλες οι όπερες που τραγουδώ έχουν δυσκολίες. Αυτό που φροντίζω πριν βγω στη σκηνή είναι να είμαι καλά διαβασμένη, να αξιοποιώ στο μάξιμουμ την τεχνική μου και να έχω κάνει τις ασκήσεις αναπνοής που πρέπει, έτσι ώστε να αντέξει το σώμα μου.
― Έχετε αποφασίσει πώς θα τραγουδήσετε αυτή τη φορά την περίφημη καντέντσα, τη «συνομιλία» της Λουτσία με το φλάουτο στην τελική σκηνή της τρέλας;
Θα ακολουθήσω την παραδοσιακή ερμηνεία, στην πλήρη της εκδοχή. Νομίζω, ταιριάζει με τη σκηνοθεσία της Κέιτι Μίτσελ. Μπορώ να τραγουδήσω με διαφορετικούς τρόπους την καντέντσα, η τελική επιλογή μου όμως γίνεται ανάλογα με την παραγωγή και σε συνεργασία πάντα με τον μαέστρο.

― Η όπερα αυτή έχει πολλά δραματικά ντουέτα. Στην παράσταση της ΕΛΣ, τον ρόλο του Εντγκάρντο ερμηνεύει ο Ισμαέλ Τζόρντι. Τι κάνετε για να δημιουργηθεί κάθε φορά η αναγκαία χημεία μεταξύ σας;
Είμαι τυχερή, γιατί με τον Ισμαήλ έχουμε συνεργαστεί πολλές φορές – στη Λουτσία του Άμστερνταμ που σας ανέφερα ήμασταν μαζί. Είναι μακράν ο πιο αγαπημένος μου Εντγκάρντο! Είναι υπέροχος τενόρος, με τέλειο φρασάρισμα στην ερμηνεία και καταπληκτικός άνθρωπος, ένας αληθινός ευγενής. Μου είναι τόσο εύκολο να τραγουδάμε μαζί... Γενικά, όταν βρίσκομαι στη σκηνή με ανθρώπους που γνωρίζω και εμπιστεύομαι, ανοίγομαι, διευρύνω τα όριά μου.
― Η εμβληματικότερη σκηνή τρέλας στην όπερα ακούγεται στη Λουτσία ντι Λαμερμούρ. Εσείς όχι μόνο την έχετε ερμηνεύσει πάνω από 100 φορές, αλλά σε ένα πρόσφατο άλμπουμ σας, το «Delirio», την ηχογραφήσατε μαζί με όλες τις ανάλογες σκηνές από τις όπερες του Ντονιτσέτι και του Μπελίνι. Γιατί η τρέλα τότε ήταν τόσο δημοφιλής;
Κατά τον 19ο αιώνα, οι πρώτες προσπάθειες των γυναικών να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, να γίνουν ανεξάρτητες, «μεταφράζονταν» από τους άντρες ως τρέλα. Οι δυναμικές γυναίκες, όσες δεν συμπεριφέρονταν όπως επέτασσε η πατριαρχική κοινωνία, θεωρούνταν υστερικές. Κάπως έτσι έγινε trend και στην όπερα. Σκέφτηκα λοιπόν ότι θα είχε ενδιαφέρον να εξερευνήσω όλες αυτές τις σκηνές και να τις συγκεντρώσω σε ένα cd. Στις περισσότερες όπερες οι ηρωίδες χάνουν για μια στιγμή τα λογικά τους –από έρωτα–, αλλά επανέρχονται. Η Λουτσία, αντίθετα, δεν ξαναβρίσκει τα λογικά της και πεθαίνει. Πιστεύω ότι, επειδή ο ίδιος ο Ντονιτσέτι, εξαιτίας της σύφιλης, είχε συχνές κρίσεις τρέλας, κατανοούσε την αρρώστια, έσκυβε με συμπάθεια πάνω στις ηρωίδες του, είχε ενσυναίσθηση, όπως θα λέγαμε σήμερα. Όλα δε αποτυπώνονται στην παρτιτούρα. Με τη συνεχόμενη ροή, τον διαφορετικό ρυθμό της μουσικής και τα τεράστια άλματα στις οκτάβες, ο συνθέτης ανιχνεύει σε βάθος και με ακρίβεια την ψυχική αστάθεια της Λουτσία.
― Η άποψή σας συμπίπτει με τη σκηνοθετική προσέγγιση της Κέιτι Μίτσελ, που βλέπει τη Λουτσία σαν μια δυναμική γυναίκα και όχι σαν ένα εύθραυστο κορίτσι…
Ακριβώς. Η Λουτσία δίνει μάχες, παίρνει ρίσκα για να συναντήσει τον Εντγκάρντο, εναντιώνεται στον αδερφό της που την αναγκάζει να παντρευτεί κάποιον άλλο. Αν ήταν λιγότερο μαχητική και αποδεχόταν τη μοίρα της, όλα θα τέλειωναν ωραία. Η δύναμή της είναι που τη σπρώχνει στην τρέλα, η ανάγκη της για ανεξαρτησία γίνεται η καταστροφή της.
― Πώς εξελίσσετε την ερμηνεία του ρόλου; Αλλάζετε, προσθέτετε κάτι κάθε φορά που τραγουδάτε;
Η εμπειρία παίζει τον πρώτο ρόλο, συχνά όμως, με αφορμή ένα γεγονός που συμβαίνει στη ζωή μου, μπορεί να αλλάξω γνώμη για την ερμηνεία μου σε κάποιες μουσικές φράσεις. Από την άλλη, διαφέρουν οι παραγωγές, η σκηνοθετική προσέγγιση, το τέμπο του μαέστρου, οι ερμηνείες των άλλων τραγουδιστών, επομένως και η δική μου ερμηνεία προσαρμόζεται, αλλάζει, ανανεώνεται. Πριν από έναν μήνα, βρέθηκα να τραγουδώ Λουτσία στην Μπολόνια και στο Άμστερνταμ. Ταξίδευα από τη μια πόλη στην άλλη. Στην αρχή φοβόμουν ότι θα πάθω σύγχυση, όμως ήταν δύο τόσο διαφορετικές παραγωγές, που είχα την αίσθηση ότι τραγουδώ σε δύο διαφορετικές όπερες! Αυτό που έκανα στο ενδιάμεσο ήταν να μελετώ την παρτιτούρα στο πιάνο, για να μπορώ να ανεβαίνω στη σκηνή έχοντας στο μυαλό μου «καθαρή» τη μουσική.

― Ποιο είναι το καλύτερο μέρος της δουλειάς σας, τι σας συγκινεί περισσότερο, η μελέτη και το χτίσιμο του ρόλου, η ώρα της παράστασης, το χειροκρότημα;
Με το χειροκρότημα αισθάνομαι περίεργα, ντρέπομαι… Για μένα, η καλύτερη στιγμή όταν βρίσκομαι στη σκηνή είναι οι σιωπές. Όταν το ακροατήριο κρατά την ανάσα του και εισπράττω την ενέργειά του. Τότε όλοι γίνονται ένα –τους ενώνει το κοινό συναίσθημα–, κάτι που το ανθρώπινο είδος έχει ανάγκη.
― Έχετε τραγουδήσει στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα. Από την εμπειρία σας, υπάρχει τελικά εύκολο ή δύσκολο κοινό;
Δεν μπορείς να ξέρεις πριν τραγουδήσεις. Το κοινό στη Σκάλα, για παράδειγμα, είναι πιθανό τη μια βραδιά να σε γιουχάρει και την επόμενη να σε αποθεώσει. Πρέπει να προσέχεις πολύ, ιδίως όταν ερμηνεύεις ιταλικό ρεπερτόριο, γιατί οι Ιταλοί παθιάζονται με τις «δικές τους» όπερες. Έχει τύχει άνθρωποι του χώρου να με έχουν προειδοποιήσει –για να μην πω απειλήσει– να μην τραγουδήσω ρόλους του μπελκάντο που θεωρούνται βαρύτεροι, γιατί θα αποτύχω, κι όταν τελικά τα πράγματα πάνε καλά, οι ίδιοι άνθρωποι να έρχονται για να μου πουν μπράβο. Ωστόσο, όταν στην όπερα η ορχήστρα και οι φωνές είναι πάνω από ένα επίπεδο, το κοινό το αισθάνεται, έστω κι αν δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί του άρεσε η συγκεκριμένη παράσταση περισσότερο από κάποια άλλη.

― Υπάρχουν ρόλοι που ονειρεύεστε να τραγουδήσετε αλλά δεν αισθάνεστε ακόμα έτοιμη;
Δεν είμαι ακόμα έτοιμη για το Il Pirata («Ο πειρατής» του Μπελίνι), ίσως σε λίγα χρόνια είμαι, αλλά ανυπομονώ να τραγουδήσω το φθινόπωρο στη Φλωρεντία Λουκρητία Βοργία του Ντονιτσέτι. Από τις όπερες του Βέρντι έχω τραγουδήσει μόνο «Τραβιάτα» και «Ριγκολέτο», αλλά για την ώρα μού είναι αρκετό. Προτιμώ να μείνω στο ρεπερτόριο του μπελκάντο και να προσθέσω ίσως λίγο περισσότερο Μότσαρτ. Και σίγουρα λέω όχι στον Πουτσίνι, δεν νομίζω ότι μου πάει.
― Είπατε ποτέ στον εαυτό σας «τα κατάφερα»;
Δεν το έχω πει ακόμα, δεν το έχω νιώσει. Έχουν υπάρξει στιγμές… τα πέντε μπιζαρίσματα στη Σκάλα του Μιλάνου σε ένα sold out ρεσιτάλ 2,5 ωρών, ναι, ήταν μια όμορφη εμπειρία, όπως και όταν τραγούδησα στη Νάπολη, πρώτη φορά μετά την πανδημία, και ο κόσμος ούρλιαζε από χαρά. Δεν νομίζω όμως ότι εύκολα θα πω «τα κατάφερα». Θα ήταν πιο ρεαλιστικό να το πω όταν θα έχω φτάσει στην κορυφή του λόφου και θα έχω αρχίσει να κατεβαίνω… (γέλια).
― Όταν δεν βρίσκεστε στη σκηνή κάποιου θεάτρου πώς χαλαρώνετε;
Κάνω κηπουρική! Γύρω από το σπίτι που μένουμε με τον σύζυγό μου στη Φλωρεντία έχουμε ένα μεγάλο κτήμα με ελαιόδεντρα και μου αρέσει να τα φροντίζω, με χαλαρώνει. Για να καταλάβετε, ενώ ταξιδεύω τους περισσότερους μήνες του χρόνου, κανονίζω πάντα να βρίσκομαι πίσω την εποχή του μαζέματος των ελιών. Επίσης ζούμε παρέα με τέσσερις γάτες και τρεις σκύλους –παραλίγο και με έναν γάιδαρο– όλα αδέσποτα. Οι γάτες ήταν το πρώτο που λάτρεψα στην Αθήνα, τις βλέπεις παντού!
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η αθηναϊκή σκηνή της μαγείας. Συνδυάζοντας μαγεία, κινηματογράφο, λογοτεχνία, θέατρο και stand-up comedy για το απαιτητικό κοινό του 21ου αιώνα
Όταν είσαι υπάλληλος ή γυναίκα καριέρας τα διλήμματα μιας εγκυμοσύνης είναι βαριά, αλλά όταν είσαι ηθοποιός, χορεύτρια ή τραγουδίστρια, γίνονται ασήκωτα
Η Ελισάβετ Κωνσταντιντίδου πρωταγωνιστεί σε μια «τοιχογραφία» της ανθρώπινης φύσης, γεμάτη σαρκική επιθυμία, ηδονή, πλάνη και λύτρωση
Πριν δούμε το «Αρπαχτή», την καυστική σάτιρα του γνωστού δημοσιογράφου στο θέατρο Λαμπέτη, μιλήσαμε μαζί του
Η παράσταση του ΚΘΒΕ που παρακολούθησαν 14.000 θεατές μέχρι σήμερα στη Θεσσαλονίκη, θα ανέβει στο Θέατρο ΗΒΗ
Η πρώτη συνεργασία του καταξιωμένου σκηνοθέτη με το Εθνικό Θέατρο συνεχίζει τη διεθνή περιοδεία της και θα ταξιδέψει σε επιλεγμένα θέατρα της Ελλάδας
Πρεμιέρες νέων έργων ή παρατάσεις από προηγούμενες σεζόν
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής Γιώργος Χατζηνικολάου και οι συντελεστές των ομάδων μάς μιλησαν για τις παραστάσεις
Ο δραματουργός μάς μιλά για το νέο του έργο, «Σιωπή», που σηκώνει αυλαία την Πέμπτη 8 Μαΐου στο Θέατρο Τέχνης
Η παράσταση των Γρηγόρη Χατζάκη και Βαγγέλη Στρατηγάκου είναι μια παράσταση φεστιβαλικών προδιαγραφών
Ένα σύγχρονο έργο που αστειεύεται πολύ πετυχημένα με τραγικά θέματα.
Για την καλύτερη γυναικεία ερμηνεία νέας ηθοποιού
Η Βένια Σταματιάδη και η Ελένη Χαλαστάνη, οι πρωταγωνίστριες της παράστασης, μας μίλησαν για το θέμα
Η αγαπημένη ηθοποιός μίλησε στην Athens Voice με αφορμή την παράσταση «Tiny beautiful things» που ανεβαίνει στο Παλλάς
Ο Θοδωρής Αμπαζής επιστρέφει στο Θέατρο Τέχνης και σκηνοθετεί το νέο έργο του Γρηγόρη Λιακόπουλου, δημιουργώντας μία ατμοσφαιρική παράσταση υπαρξιακής αγωνίας και υποδόριου χιούμορ
Η γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας θολώνει
Για την καλύτερη ερμηνεία νέου άνδρα ηθοποιού - Τη Δευτέρα 19 Μαΐου η εκδήλωση
Η ομάδα Black Forest μεταμορφώνει τον μύθο σε μια οπτικοακουστική εμπειρία με μικρογλυπτική, video art και ζωντανή δράση
Από την υποκριτική στο ηχητικό βιβλίο και στο life coaching
Πολυαναμενόμενες πρεμιέρες και έργα που παίζονται για περιορισμένο διάστημα
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.