Κινηματογραφος

«1917»: Το πολεμικό έπος του Σαμ Μέντες, έτοιμο για τα Όσκαρ;

Από τον σκηνοθέτη του «Skyfall» και φόντο τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, μία μοναδική εμπειρία που την βιώνεις από την αρχή ως το τέλος με κομμένη την ανάσα.

manos_athens_voice_1.jpg
Μάνος Νομικός
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
1917

Από τον Βρετανό σκηνοθέτη Σαμ Μέντες («Skyfall») έρχεται στις 9 Ιανουαρίου στις αίθουσες το πολεμικό έπος «1917», με φόντο τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Την πρώτη φορά που κατάλαβα την έννοια του πολέμου ήταν τότε που ο παππούς μου μου διηγήθηκε τις εμπειρίες του από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή η ταινία δεν είναι μια ιστορία για τον παππού μου, περισσότερο είναι για το πνεύμα του – όλο αυτά που πέρασαν εκείνοι οι άντρες, τις θυσίες, η αίσθηση του να πιστεύεις σε κάτι ανώτερο από τον εαυτό σου. Στους δύο βασικούς μας χαρακτήρες ανατίθεται μια επικίνδυνη αποστολή στο στρατόπεδο του αντιπάλου όπου και θα παραδώσουν ένα πολύ σημαντικό γράμμα που θα σώσει 1,600 στρατιώτες. Η κάμερά μας δεν τους αφήνει ποτέ. Ήθελα να κάνω μαζί τους κάθε βήμα και να νιώθω τις ανάσες τους. Μαζί με τον Ρότζερ Ντίκινς συζητήσαμε να κάνουμε την ταινία με ένα άκρως ξεχωριστό τρόπο. Την σχεδιάσαμε έτσι ώστε να φέρουμε το κοινό όσο πιο κοντά στην δική τους εμπειρία. Αυτό είναι το πιο συναρπαστικό πράγμα που έχω κάνει ποτέ μου»,  Σαμ Μέντες

1917

Λίγα λόγια για την ταινία
Στην καρδιά του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, δύο νεαροί Βρετανοί στρατιώτες, ο Σκόφιλντ (Τζορτζ ΜακΚέι) και ο Μπλέικ (Ντιν-Τσαρλς Τσάπμαν) αναλαμβάνουν μια σχετικά δύσκολη και επικίνδυνη αποστολή. Σε μια μάχη ενάντια στο χρόνο, πρέπει να περάσουν στα εδάφη του αντιπάλου και να παραδώσουν ένα μήνυμα που θα σταματήσει μια θανάσιμη επίθεση σε εκατοντάδες στρατιώτες. Ανάμεσα σε αυτούς είναι και ο αδερφός του Μπλέικ. Γυρισμένο σαν μονοπλάνο σε πραγματικό χρόνο από τον σκηνοθέτη του «Skyfall», Σαμ Μέντες, σε συνεργασία με τον βραβευμένο με Όσκαρ διευθυντή φωτογραφίας Ρότζερ Ντίκινς και με ένα μεγαλειώδες καστ, το «1917» είναι μία επική πολεμική ταινία που υπόσχεται να αφήσει το στίγμα της και να μείνει κλασική.

1917

Πίσω από την Ιστορία
Η ιδέα για τη δημιουργία του «1917» προήλθε από τον παππού του σκηνοθέτη, τον Άλφρεντ Μέντες, ο οποίος μοιράστηκε τις εμπειρίες του από την περίοδο που υπήρξε υποδεκανέας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και από τους ενδιαφέροντες χαρακτήρες που γνώρισε εκεί. Το 1917, ο 19χρονος τότε Άλφρεντ μπήκε στο Βρετανικό Στρατό. Εξαιτίας του σωματότυπου του, επελέγη να γίνει αγγελιαφόρος στο Δυτικό Μέτωπο. «Από πάντα με ενθουσίαζε ο Μεγάλος Πόλεμος, ίσως επειδή ο παππούς μού έλεγε γι’ αυτόν όταν ήμουν μικρός», λέει ο Μέντες. «Η ταινία μας πρόκειται για μυθοπλασία αλλά ορισμένες σκηνές και πτυχές είναι βασισμένες στις ιστορίες που μου έλεγε και άλλες σε ιστορίες που του είπαν οι υπόλοιποι στρατιώτες». Ο απλός πυρήνας της ιστορίας – ένας άνθρωπος να μεταφέρει ένα μήνυμα από ένα μέρος σε ένα άλλο – έμεινε στο μυαλό του Μέντες και έμελλε να σταθεί αφετηρία για το «1917».

Σαμ Μέντες
Ο Σαμ Μέντες με τους πρωταγωνιστές

Ο Σαμ Μέντες («Skyfall», «Spectre») ξόδεψε χρόνο κάνοντας έρευνα γύρω από πρωτογενείς μαρτυρίες της εποχής, περισσότερες από τις οποίες βρίσκονται στο Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο στο Λονδίνο. Συγκεντρώνοντας πολλές πληροφορίες και παίρνοντας αρκετές σημειώσεις, ο Μέντες άρχισε να μαζεύει τα διάφορα μέρη για να τα χωρέσει σε μια ιστορία. Σε αυτή την εξερεύνηση, ο σκηνοθέτης διαπίστωσε ότι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν εξ ολοκλήρου εδραιωμένος σε μικρό γεωγραφικό χώρο που είχε ελάχιστα μακρινά ταξίδια. «Ήταν ένας πόλεμος που ουσιαστικά έφερνε την παράλυση, ένας πόλεμος στον οποίο χάθηκαν εκατομμύρια άνθρωποι μέσα σε λίγα μόνο στρέμματα γης», σχολιάζει ο Μέντες. «Υπό αυτό το σκεπτικό, έθεσα στον εαυτό μου το ερώτημα πώς είναι δυνατόν να διηγηθώ μια ιστορία για ένα επικό ταξίδι όταν βασικά κανείς δεν πηγαίνει μακριά».

Εμπνευσμένος από τις διηγήσεις του παππού του και από τις πρωτογενείς μαρτυρίες, ο Μέντες κατόρθωσε και έφτιαξε τη δομή της ιστορίας του «1917». Ο ίδιος σχολιάζει: «Όπως θαυμάζω πολεμικές ταινίες σαν το «Ουδέν Νεότερον από το Δυτικό Μέτωπο» και  «Αποκάλυψη Τώρα!», ήθελα να κάνω μια μυθοπλασία βασισμένη σε γεγονότα». Για τη συγγραφή του σεναρίου, στράφηκε στην σταθερή του συνεργάτιδα Κρίστι Γουίλσον- Κερνς («Penny Dreadful»), με την οποία συνεργάστηκε στο σενάριο δίχως ο ίδιος να γνωρίζει πως η Κερνς είναι οπαδός της ιστορίας. Έτσι, η συνεργασία αυτή έμελλε να έχει πολύ ενδιαφέρον από την αρχή.

1917
1917

Αναζήτηση της Αλήθειας και της Μνήμης
Ως μέρος της έρευνας της, η Γουίλσον-Κερνς μαζί με τη μητέρα της ταξίδεψαν στη βόρεια Γαλλία και τον ποταμό Σομ, τοποθεσίες που χαρακτήρισαν ιδιαίτερα σημαντικές. «Ταξίδεψα στις τοποθεσίες αυτές που διαδραματίζεται η ταινία, ήταν μια συγκινητική εμπειρία», λέει η ίδια. Η εμπειρία της αυτή υπήρξε καταλυτική για τη συγγραφή του σεναρίου. «Με βοήθησε να καταλάβω σε πραγματική κλίμακα το ταξίδι που θα έκαναν οι χαρακτήρες, όπως και το ότι χιλιάδες νεαροί άντρες πέθαναν για ένα κομμάτι γης. Όλο αυτό το αντιλαμβάνεται κάποιος διαφορετικά από τη στιγμή που πάτησε σε αυτές τις τοποθεσίες που συνέβησαν τότε όλα αυτά τα γεγονότα».

Εκτός της συν-σεναριογράφου της ταινίας, στη Γαλλία ταξίδεψε και ο Σαμ Μέντες, ο διευθυντής φωτογραφίας Ρότζερ Ντίκινς, η location manager Έμμα Πιλ («Spectre») και ο υπεύθυνος σχεδιασμού παραγωγής Ντένις Γκάσνερ («Ο Δρόμος της Απώλειας») ώστε να επισκεφτούν τις πραγματικές τοποθεσίες. Η ομάδα περιπλανήθηκε στα χαρακώματα και βυθίστηκε μέσα στα απέραντα τοπία και χωριά όπου θα ζούσαν οι χαρακτήρες της ταινίας. Μιας και δεν θα άρμοζε να κάνουν γυρίσματα στις ιστορικές πολεμικές ζώνες, το γύρισμα της ταινίας ποτέ δεν αποτέλεσε επιλογή να γίνει στη Γαλλία διότι αυτές οι τοποθεσίες είναι ιερές. «Τα περισσότερα σημεία εδώ είναι πραγματικές πολεμικές ζώνες. Υπάρχουν ακόμα πυρομαχικά αλλά και νεκροί στα εδάφη αυτά. Δεν θα μπορούσαμε να το κάνουμε, δεν θέλαμε να προσβάλλουμε κανέναν», δηλώνει η Πιλ.

Άντριου Σκοτ
Άντριου Σκοτ

Πίσω στο Ηνωμένο Βασίλειο, η μοναδική λύση ήταν να βρουν μια παρόμοια τοποθεσία ίδιας κλίμακας – με λιγοστά δέντρα και ελάχιστα σημάδια ζωής – και αυτό ήταν μακριά από το Λονδίνο και τις γύρω περιοχές. Η δουλειά της Πιλ ήταν να ψάξει και να βρει ιδανικές τοποθεσίες που θα έφερναν στο νου εκείνες πίσω στη Γαλλία καθώς και σε ποια σημεία θα μπορούσαν να κατασκευαστούν σκηνικά. Αποτέλεσμα της αναζήτησης αυτής ήταν η ομάδα της να ψάξει για τις ιδανικές τοποθεσίες. Μεταξύ των τοποθεσιών είναι το Σαλίσμπουρι, η Γλασκώβη, το Στόουνχεντς και το Μπόβινγκτον. 

Στο τέλος, η ταινία όχι μόνο αποτίνει φόρο τιμής στους στρατιώτες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και σε όλα τα μέλη του στρατού από το παρελθόν και το παρόν που θυσιάστηκαν και θυσιάζονται για το κοινό καλό και την ελευθερία.

1917

Το Πρωταγωνιστικό Δίδυμο: Τζορτζ ΜακΚέι και Ντιν-Τσαρλς Τσάπμαν
Οι υποδεκανείς Σκόφιλντ και Μπλέικ του 8ου τάγματος, αναπτύσσουν μια φιλία και ένα αίσθημα συντροφικότητας που μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα δοκιμάζεται περισσότερο από όσο κανείς μπορεί να φανταστεί. Οπλισμένοι μονάχα με φακούς, χάρτες, φωτοβολίδες και χειροβομβίδες – και ελάχιστο φαγητό – πρέπει να διασχίσουν τα χαρακώματα με στόχο να βρουν το μεγαλύτερο αδερφό του Μπλέικ. Οι οδηγίες τους: να παραδώσουν ένα γράμμα και να σώσουν χιλιάδες στρατιώτες από μια ενδεχόμενη επίθεση των Γερμανών. Αυτή η αναπάντεχη, τρομακτική αποστολή θα τους αλλάξει στην πορεία μια για πάντα.

Όταν ο Μέντες έφτασε στο σημείο επιλογής για το πρωταγωνιστικό δίδυμο, ήταν ξεκάθαρο πως ήθελε δυο νέα πρόσωπα. Έτσι, επέλεξε τον Τζορτζ ΜακΚέι («Captain Fantastic») για το ρόλο του Σκόφιλντ και τον Ντιν-Τσαρλς Τσάπμαν («Game of Thrones») για το ρόλο του Μπλέικ. «Η ταινία βασίζεται στο ταξίδι των δύο νέων αυτών στρατιωτών και ήθελα εξ αρχής το κοινό να μην έχει προηγούμενη γνωριμία μαζί τους», λέει ο Μέντες. «Ήταν κατόρθωμα να γίνει μια ταινία τέτοιου βεληνεκούς με δύο σχετικά άγνωστους πρωταγωνιστές».

Τζορτζ Μακέι
Τζορτζ Μακέι

Στο πρόσωπο του ΜακΚέι, ο Μέντες βρήκε όχι μόνο έναν ανερχόμενο νέο ηθοποιό αλλά και τον ερμηνευτή με τα προσόντα και τις ευαισθησίες πού έψαχναν ο Μέντες και η Κερνς. «Υπάρχει κάτι στον Τζορτζ που θυμίζει έντονα κάτι από το παρελθόν. Ενσωματώνει υπέροχα στον χαρακτήρα του αρετές - εντιμότητα, αξιοπρέπεια και ηρωισμό - που σχεδόν είναι από άλλη εποχή. Μέσα στην ιστορία μας, διαφαίνεται και ένα στοιχείο περί τάξεων. Ο Σκόφιλντ έχει ανατραφεί να είναι ευγενικός, συγκρατημένος, αρκετά κοντά στα αγγλικά πρότυπα. Όμως, την ίδια στιγμή μέσα του υπάρχει ένα απέραντο τοπίο, ένας άλλος κόσμος. Ο Τζορτζ είναι τρομερά ευφυής και έχει μια ικανότητα να συνδυάζει μοναδικά αυτά τα στοιχεία στον χαρακτήρα που υποδύεται».

Ο Τζορτζ ΜακΚέι λέει για το ρόλο του: «Ο Σκόφιλντ είναι ένας κατά βάση ήρεμος άνθρωπος. Είναι κάποιος που μπορεί να αντιμετωπίσει αυτό που βιώνει και αυτό που του συμβαίνει μπορεί άνετα να το καταπολεμήσει. Πίσω στο σπίτι του έχει μια οικογένεια που αγαπάει πάρα πολύ. Όλα αυτά που περνάει στο μέτωπο του πολέμου καταφέρνει να τα ισορροπήσει μέσα του πολύ εύστοχα, κάτι που μου αρέσει πολύ όταν υποδύομαι αυτό τον χαρακτήρα». Μεταξύ των δύο στρατιωτών, ο Σκόφιλντ είναι εκείνος που έχει περισσότερη εμπειρία από πόλεμο και είναι καλύτερα εκπαιδευμένος. «Βέβαια όταν τους ανακοινώνεται η αποστολή είναι λίγο επιφυλακτικός στην αρχή», προσθέτει ο ΜακΚέι. Επίσης, ο ίδιος ο ηθοποιός πραγματοποίησε την πλειοψηφία των επικίνδυνων σκηνών του με εξαίρεση μια σκηνή όπου πέφτει ανάποδα στις σκάλες ενός σπιτιού. «Ανησυχούσα για τη σωματική του ακεραιότητα. Χάρη στην επιμονή του, πίστευα πως θα το έκανε δίχως δεύτερη σκέψη!», λέει ο Μέντες για τον πρωταγωνιστή του.

1917
Ντιν-Τσαρλς Τσάπμαν και Τζορτζ Μακέι

Για το ρόλο του Μπλέικ, ο σκηνοθέτης ήθελε κάποιον που να διαθέτει την αθωότητα και την απλότητα του χαρακτήρα αυτού. «Τον Ντιν-Τσαρλς δεν τον ήξερα καθόλου μέχρι που ήρθε και διάβασε μερικές γραμμές για το ρόλο. Τον διακατέχει μια γλυκύτητα και μια ευαισθησία. Είναι πράγματι καλός ηθοποιός και βασίζεται στο ένστικτό του», λέει ο Μέντες. Ο Μπλέικ ξέρει να χειρίζεται άψογα τους χάρτες και είναι πάντα πρόθυμος για οποιαδήποτε αποστολή θέλοντας να είναι στην πρώτη γραμμή. «Όταν διάβασα το σενάριο, αμέσως ταυτίστηκα με τον Μπλέικ», λέει ο Τσάπμαν. «Είναι ένας άνθρωπος της επαρχίας που αγαπάει τη μητέρα του, τον αδερφό του και το σκύλο του. Είναι αδύνατον κάποιος να μη συμπαθήσει τον Μπλέικ!».

Από τη στιγμή που αναθέτεται στους δύο υποδεκανείς η αποστολή, ο Μπλέικ δεν ξέρει τι είναι αυτό που πρόκειται να κάνει. «Δεν έχει τόση εμπειρία με τον πόλεμο, καθόλου θα έλεγα. Μόλις πρόσφατα μπήκε να πολεμήσει. Και όλα αυτά που του λείπουν, του δίνουν δύναμη και κουράγιο να συνεχίσει να πολεμάει», επισημαίνει ο Τσάπμαν. Η επιμονή του Μπλέικ έχει σημαντική επίδραση στον Σκόφιλντ. «Ο στόχος του Σκόφιλντ είναι να σώσουν χιλιάδες στρατιώτες στο μέτωπο του πολέμου, στο τέλος, όμως, στόχος τους είναι να σώσουν και τον αδερφό του Μπλέικ», υποστηρίζει ο ΜακΚέι. «Γίνεται ξαφνικά προσωπική υπόθεση και για τον Σκόφιλντ. Νιώθω πως χάρη στην υπόσχεση του Σκόφιλντ στον Μπλέικ, κατάφεραν και πέτυχαν αυτό έπρεπε να κάνουν».

1917

Καθώς η ταινία επικεντρώνεται σε αυτή τη φιλία, ο Μέντες γνώριζε από την αρχή πως έπρεπε οι δυο πρωταγωνιστές να είναι δεμένοι και να σέβονται ο ένας τον άλλον. «Σε αυτόν τον πόλεμο, όλοι οι άντρες αφήνουν πίσω τις διαφορές τους και είναι ίσοι μεταξύ τους. Δεσμοί αναπτύσσονται και φιλίες δημιουργούνται που διαρκούν σε όλη τη ζωή τους. Ήθελα, λοιπόν, να ανακαλύψω αυτή την απρόσμενη φιλία αυτών των δύο αντρών», λέει ο Μέντες.

Ο ΜακΚέι και ο Τσάπμαν μπήκαν στην παραγωγή της ταινίας το Νοέμβριο του 2018 και άρχισαν άμεσα τις πρόβες αλλά και τις στρατιωτικές εκπαιδεύσεις. «Κάναμε τουλάχιστον πέντε μήνες εκπαίδευση πριν αρχίσουμε τα γυρίσματα», υποστηρίζει ο Τσάπμαν. «Σε όλη την ταινία, οι δυο τους είναι συνεχώς όρθιοι εκτός από δυο-τρεις σκηνές. Έπρεπε να κάνουμε καλή εξάσκηση και πιστεύω το τηρήσαμε», λέει ο ΜακΚέι.

Πέρα από τους κορυφαίους ανθρώπους που πλαισιώνουν την παραγωγή, αυτό που εντυπωσίασε τους δυο πρωταγωνιστές ήταν η κατασκευή της ταινίας. «Η κάμερα δεν απομακρύνεται ποτέ από τους δύο αυτούς ήρωες», σχολιάζει ο Τσάπμαν. «Όλοι όσοι συμμετείχαν στην ταινία ήταν συνεχώς προετοιμασμένοι για κάθε τι που θα συνέβαινε. Περιμέναμε όλοι μας να φύγει το σύννεφο από τον ήλιο για να αρχίσουμε τη σκηνή μας σωστά. Ήταν μοναδική εμπειρία». Και για τους δύο, η δημιουργία του «1917» είχε μεγάλη επίδραση πέρα από την ίδια την ταινία. «Πρόκειται για δύο νεαρούς στρατιώτες, θα μπορούσε να είναι ο καθένας στη θέση τους. Ο Μπλέικ και ο Σκόφιλντ αντιπροσωπεύουν όλους μας, είναι οι ήρωες ανάμεσα μας», υποστηρίζει ο ΜακΚέι.

Σαμ Μέντες
Σαμ Μέντες

Οι Υπόλοιποι Χαρακτήρες της Ταινίας
Ακριβώς επειδή η αφήγηση της ταινίας είναι ευθύγραμμη – δύο αγόρια που μεταφέρουν ένα μήνυμα -, οι υπόλοιποι χαρακτήρες της ταινίας αποτελούνται από εκείνους που ο Σκόφιλντ και ο Μπλέικ συναντούν στη διάρκεια της αποστολής τους. Για αυτούς τους σημαντικούς χαρακτήρες, από τους οποίους αρκετοί είναι αξιωματικοί, ο Μέντες θεώρησε αναγκαίο να βρεθούν ηθοποιοί που θα έδιναν το στίγμα τους με την ελάχιστη παρουσία τους επί της οθόνης. «Αρκετούς από αυτούς τους βλέπουμε για πέντε ή δέκα λεπτά το πολύ, μετά φεύγουν», λέει ο Μέντες. «Θέλαμε να δώσουν μια αίσθηση ιστορίας, ότι τους συνάντησε ο θεατής στο δρόμο της αποστολής των ηρώων μας. Για αυτούς τους ρόλους, χρειαζόμαστε άτομα υπεύθυνα με κοινωνική αποδοχή και ικανότητες. Πολλοί από αυτούς τους ηθοποιούς, με τους οποίους συνεργάστηκα είτε στο θέατρο είτε στο σινεμά πριν, πίστεψα πως μπορούν να αποδώσουν μια ζωντάνια στους ρόλους τους παρά τα λίγα λεπτά που εμφανίζονται στην ταινία».

Ο Στρατηγός Έρινμορ (Κόλιν Φερθ)
Παρά τη σύντομη σκηνική παρουσία του, ο Φερθ ήταν εντυπωσιασμένος από την τεχνική ακρίβεια του Μέντες και της ομάδας του. «Ήταν απόλυτα συναρπαστική εμπειρία να παρακολουθείς τις ικανότητες και την ευφυία όλης της ομάδας που γύριζε κάθε σκηνή της ταινίας», λέει ο Φερθ. «Η προετοιμασία από όλα τα τμήματα ήταν πραγματικά αδιανόητη».

Κόλιν Φερθ
Κόλιν Φιρθ

Ο Λοχαγός Σμιθ (Μαρκ Στρονγκ)
Όταν οι άντρες του λοχαγού Σμιθ συναντούν τον Σκόφιλντ και τον Μπλέικ σε έναν εγκαταλελειμμένο αχυρώνα, ο ίδιος είναι εξουθενωμένος. Ως σοφός, διορατικός και ευγενικός, δίνει στον Σκόφιλντ συμβουλές στρατηγικής σχετικά με τον σκληρό συνταγματάρχη Μακένζι: «Αν φτάσεις σε αυτόν, φρόντισε να υπάρχουν μάρτυρες».

Μαρκ Στρονγκ
Μαρκ Στρονγκ

Ο Συνταγματάρχης Μακένζι (Μπένεντικτ Κάμπερμπατς)
Ως διοικητής του 2ου τάγματος, ο συνταγματάρχης Μακένζι είναι πεπεισμένος πως έχει τους Γερμανούς στο χέρι του και μπορεί να τους καταστρέψει. Αγνοώντας εισερχόμενες εντολές να σταματήσει αυτή την επίθεση, ο Μακένζι είναι απόλυτα βέβαιος πως αυτή του η ενέργεια θα ανατρέψει τη ροή του πολέμου. Ωστόσο, ο στρατηγός Έρινμορ είναι βέβαιος πως ο συνταγματάρχης – ο οποίος έχει χάσει κάθε επαφή με τις διαταγές του – δεν είναι καλά ενημερωμένος και έχει έλλειψη σε όπλα.

Μπένεντικτ Κάμπερμπατς
Μπένεντικτ Κάμπερμπατς

Ο Υπολοχαγός Μπλέικ (Ρίτσαρντ Μάντεν)
Ο αδερφός του υποδεκανέα Μπλέικ, ο υπολοχαγός Μπλέικ, είναι αξιωματικός και έχει ακολουθήσει τον Μακένζι στην άκρη του Χίντενμπεργκ. Δεν έχει καμία απολύτως ιδέα ότι έχει ανατεθεί στον αδερφό του να σταματήσει αυτή την αποστολή. Όπως και ο διοικητής του, δεν ξέρει τι κρύβεται πίσω από το νέο μπλόκο των Γερμανών: ένα οπλοστάσιο καταστροφής βάθους τριών μιλίων – με οχυρώσεις πεδίου, αμυντικές γραμμές και βαθύ πυροβολικό, κάτι που δεν έχουν ξαναδεί ποτέ οι Βρετανοί.

1917

Βοηθητικοί ηθοποιοί σε σκηνές πλήθους
Σε αντίθεση με πολλές σύγχρονες ταινίες που χρησιμοποιούν τα ψηφιακά μέσα για να δημιουργήσουν σκηνές με πλήθος, οι βοηθητικοί ηθοποιοί στο «1917» ήταν πραγματικοί άνθρωποι. Ο Μέντες διάλεξε 500 άτομα από την αρχική ομάδα των 1,600 βοηθητικών ηθοποιών που συγκέντρωσε η ομάδα παραγωγής. Οι στρατιωτικοί σύμβουλοι της ταινίας τους παρείχαν εκπαίδευση και πληροφορίες για τις τακτικές μάχης και τους τρόπους χειρισμού των όπλων.

1917



Μοναδικό Soundtrack
Την σύνθεση του soundtrack του «1917» ανέλαβε ένας ακόμα συνεργάτης του Μέντες, ο Τόμας Νιούμαν («Άρωμα Γυναίκας», «American Beauty», «Η Γέφυρα των Κατασκόπων»), με τον οποίο έχουν δουλέψει σχεδόν σε όλες τις ταινίες του σκηνοθέτη εδώ και είκοσι χρόνια. Ήδη από τις πρώτες τους συζητήσεις για την ταινία, ο Νιούμαν διαπίστωσε πως δεν θα έμοιαζε με οτιδήποτε άλλο είχε κάνει ως τότε. «Η εμπειρία του χρόνου σε αυτή την ταινία είναι όντως πολύ διαφορετική από κάθε άλλο project που έχω κάνει στο παρελθόν», ισχυρίζεται ο ίδιος. Συνεπώς, η προσέγγιση του συνθέτη και του σκηνοθέτη στη μουσική ήταν διαφορετική. Ο Νιούμαν λέει: «Συζητήσαμε με τον Σαμ για το πώς έπρεπε να δρα η μουσική στην ταινία, πότε έπρεπε να δίνει συναίσθημα και πότε να μην υπερβαίνει τα όρια της υπερβολής». Στόχος ήταν να δημιουργηθεί μια μουσική που θα υπηρετούσε την ιστορία και δεν θα την αποσπούσε από αυτή.

Ο Νιούμαν άρχισε να γράφει τη μουσική της ταινίας πριν και κατά την παραγωγή της. «Η σύνθεση της μουσικής συνέβαινε κατά κάποια έννοια και αυτή σε πραγματικό χρόνο, ήταν κάτι το μοναδικό». Σε μεγάλο βαθμό η μουσική της ταινίας διαμορφώθηκε σύμφωνα με τις ίδιες τις τοποθεσίες. «Είχαν μια επίδραση σε μένα σε ότι αφορά την αρμονία και τον ρυθμό», σχολιάζει ο ίδιος. Όπως όλα τα υπόλοιπα, έτσι και η μουσική σχεδιάστηκε ώστε να φέρνει το κοινό πιο κοντά στις εμπειρίες των δύο αγοριών στο μέτωπο του πολέμου.

9 Ιανουαρίου στους κινηματογράφους από την ODEON

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ