Κινηματογραφος

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Ο Β΄ εξώστης δεν μένει πια εδώ

62445-139121.jpg
Σπύρος Βλέτσας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
113686-225520.jpg

Οι αίθουσες προβολής στο Ολύμπιον της πλατείας Αριστοτέλους και στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης είναι συνεχώς γεμάτες. Οι ουρές στα ταμεία είναι τεράστιες με ανθρώπους κάθε ηλικίας, ενώ είναι εντυπωσιακή η παρουσία φοιτητών και άλλων νέων. Για μια ακόμη χρονιά η πόλη λάμπει από τη διοργάνωση του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Για όσους έζησαν την εξέλιξη του φεστιβάλ κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες είναι μερικές φορές αναπόφευκτη η σύγκριση με εποχές που τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά.

Λίγα χρόνια πριν, όταν η Ελλάδα σπαταλούσε τα δανεικά, το φεστιβάλ είχε επιδοθεί σε ένα πανάκριβο κυνήγι δημοσίων σχέσεων με προσκλήσεις σε διασημότητες του παγκόσμιου σινεμά. Η εποχή αυτή άφησε πίσω της μεγάλα χρέη. Η κρατική επιχορήγηση το 2010 ήταν 7,5 εκατομμύρια ευρώ, η οποία δεν έφτασε και έμειναν 6,5 εκ. χρέη στη σημερινή διοίκηση. Σήμερα το φεστιβάλ –καλύτερο από τότε– στοιχίζει μόλις 700.000 ευρώ, το ένα δέκατο από όσο ήταν προηγουμένως η επιχορήγηση.

Τη δεκαετία του 1980 το φεστιβάλ ήταν αποκλειστικά ελληνικό και διοικούταν από τους εκπροσώπους των κινηματογραφικών σωματείων. Δεν ξέρω αν υπήρχε στον κόσμο άλλο φεστιβάλ που η ταυτότητά του να εξαρτάται από συνδικαλιστικούς συσχετισμούς. Οι ταινίες που έπαιρναν μέρος ήταν σχεδόν όλες κρατικές παραγωγές του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και πολύ σπάνια κατόρθωναν να περάσουν τα σύνορα της χώρας και να έχουν παρουσία σε μεγάλα διεθνή φεστιβάλ.

Αυτή η εσωστρέφεια δεν ήταν καθόλου ειρηνική. Μέσα στον μικρόκοσμο των Ελλήνων κινηματογραφιστών ξεσπούσαν κόντρες και καβγάδες, συνήθως για ασήμαντα ζητήματα. Από τη μια μεριά έλειπε εντελώς η επαφή με τα ρεύματα και τις τάσεις του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου κινηματογράφου και από την άλλη περίσσευε ο φθόνος, η αντιπαλότητα και η μιζέρια που γεννά η απομόνωση. Κακό χωριό τα λίγα σπίτια.

Την εποχή αυτή κορυφώθηκαν και οι παρεμβάσεις του Β΄ εξώστη στο φεστιβάλ. Τότε οι κεντρικές προβολές γίνοταν στο θέατρο της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών, απέναντι από τον Λευκό Πύργο. Τα εισιτήρια για τις προβολές του διαγωνιστικού προγράμματος ήταν δυσεύρετα, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι της αίθουσας καλυπτόταν από προσκλήσεις. Για να εξασφαλίσουν οι παρέες τα εισιτήριά τους έπρεπε να περιμένουν με βάρδιες στην ουρά από τα μεσάνυχτα μέχρι το πρωί που άνοιγαν τα ταμεία.

Από την εποχή της χούντας ο Β΄ εξώστης του φεστιβάλ φιλοξενούσε τους φοιτητές και τη νεολαία της πόλης και έγινε ένας πυρήνας αμφισβήτησης. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 η παρουσία του Β΄ εξώστη έγινε πολύ έντονη και στο όνομα της αντίδρασης στο «κινηματογραφικό κατεστημένο» άρχισαν να εμφανίζονται φωναχτά χιουμοριστικά σχόλια και συνθήματα κατά τη διάρκεια της προβολής. Το καλαμπούρι σε λίγο κατέληξε σε μια πολύ επιθετική καταστροφή των συνθηκών προβολής αρκετών ταινιών. Δεν μιλάμε για γουχάρισμα ή αποδοκιμασίες στο τέλος της ταινίας, μιλάμε για βίαιη τροποποίηση της προβολής. Κανείς δεν μπορούσε να παρακολουθήσει τις ταινίες ανεπηρέαστος από τα «χάπενιγκ» που εξελίσσονταν.

Τα σχόλια και τα συνθήματα πολλές φορές ήταν εύστοχα και ευφάνταστα, όμως το σημαντικό ήταν η παρεμπόδιση της προβολής, που ουσιαστικά ήταν μια μορφή λογοκρισίας. Ό,τι δεν εγκρινόταν από τον εξώστη δεν μπορούσε να συναντήσει το κοινό. Και ενώ ο εξώστης ισχυριζόταν ότι πολεμούσε το κατεστημένο οι ταινίες με τηλεοπτική αισθητική ή με στρωτή αφήγηση γίνονταν αποδεκτές. Αντίθετα, πειραματικές ταινίες ή ταινίες με προσωπική αισθητική και ασυνήθιστες αναζητήσεις συγκέντρωναν τη μανία του εξώστη.

Πρωτοπόροι του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, όπως ο Δήμος Θέος και ο Κώστας Σφήκας, είδαν τις ταινίες τους να «ξεσκίζονται» από τον εξώστη. Στην προβολή της ταινίας του Σφήκα «Αλληγορία» ο εξώστης έψελνε τροπάρια και άναβε κεριά. Εξίσου εξωφρενική ήταν και η αντιμετώπιση του Σταύρου Τορνέ, ενός μοναχικού δημιουργού που οι ταινίες του ήταν μέρος της φτωχής και ασκητικής ζωής του. Ο Τορνές γύριζε τις ταινίες του –που δεν έβρισκαν διανομή στα σινεμά– με χίλιες στερήσεις και τις έβλεπε να γίνονται αντικείμενο κοροϊδίας σε μια από τις ελάχιστες ευκαιρίες που είχε να τις δείξει.

Κι αν ονόματα όπως Σφήκας, Θέος και Τορνές μπορεί να μη λένε πολλά πράγματα σε νεότερους αναγνώστες, ας δούμε πώς υποδέχτηκε ο εξώστης την πρώτη ταινία μικρού μήκους «Καλημέρα Νύχτα» ενός από τους πιο δυναμικούς και διεθνώς καταξιωμένους Έλληνες σκηνοθέτες, του Γιάννη Οικονομίδη («Σπιρτόκουτο», «Μικρό Ψάρι»). Η ταινία ήταν μια κινηματογραφική σύνθεση πάνω στα τοπία των καμένων δασών και από το πρώτο λεπτό της προβολής ο εξώστης φώναζε συνθήματα όπως «χασίσι και γα...σι και επιστροφή στη φύση».

Για το ανεκδοτολογικό μέρος του πράγματος αξίζει να πούμε ότι την ταινία του Οικονομίδη ακολούθησε η προβολή μιας ταινίας όπου η ηθοποιός Ρένη Πιτακή υποδυόταν Ελληνίδα αριστερή διανοούμενη που επέστρεψε από το Παρίσι για να σχετιστεί με ένα μηχανόβιο (Κλέων Γρηγοριάδης) εκπρόσωπο μιας... γενιάς χωρίς μνήμη. Τα συνθήματα αμέσως έγιναν «Παρίσι και γα...σι και επιστροφή στη φύση» και «Μ’ εντούρο μηχανή για γέρικό μου...»

Έχω ακούσει την άποψη ότι τότε οι περισσότερες ταινίες ήταν κακές και δεν χαλούσαν και τίποτε σπουδαίο οι παρεμβάσεις του εξώστη. Πέρα από την αυτονόητη επισήμανση ότι το καλό και το κακό στην τέχνη είναι πράγματα εντελώς υποκειμενικά, το ζήτημα είναι να μπορεί κάποιος να ανέχεται και ό,τι δεν του αρέσει και να αφήνει ζωτικό χώρο και για όσα του φαίνονται άσχημα. Αυτή η δυσανεξία στο διαφορετικό και το αντίθετο από το δικό μας είναι αυτό που τροφοδοτεί την κουλτούρα της επιθετικότητας που κατατρώει τα σωθικά της ελληνικής κοινωνίας.

Δεν είναι μόνο ο εξώστης του φεστιβάλ που σύντομα εκφυλίστηκε από αντίδραση στο κατεστημένο σε μια επιβολή πάνω στο καλλιτεχνικό έργο. Την ίδια διαδρομή ακολούθησαν στην Ελλάδα τα γκράφιτι που ξεκίνησαν από νεανική πράξη αμφισβήτησης και κατέληξαν μια ισοπεδωτική ρύπανση του δημόσιου χώρου. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τις καταλήψεις των πανεπιστημίων. Για να μη μιλήσουμε εδώ για την πολιτική επιθετικότητα και τα τέρατα που προέκυψαν τα τελευταία χρόνια.

Επιστρέφοντας στον ελληνικό κινηματογράφο, τα πράγματα είναι πολύ πιο αισιόδοξα. Μπορούμε σήμερα να διαπιστώσουμε ότι η εξωστρέφεια και η ουσιαστική δουλειά έφερε εξαιρετικά αποτελέσματα στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Κυρίως όμως η εξωστρέφεια και η δημιουργική πνοή εκτόξευσε το νέο ρεύμα του ελληνικού κινηματογράφου, που ανοίχτηκε με μεγάλη επιτυχία στον ευρωπαϊκό χώρο. Αφήνοντας πίσω του την εγχώρια μιζέρια.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

10 ψυχεδελικές καλτ ταινίες του ιαπωνικού κινηματογράφου
10 ψυχεδελικές καλτ ταινίες του ιαπωνικού κινηματογράφου

Ταινίες, κυρίως από το Νέο Κύμα —συχνά με πολλά «avant-garde» στοιχεία— που ξεχώρισαν για την εκκεντρική τους πλοκή και τις δυνατές τους εικόνες, αποκτώντας με τα χρόνια καλτ «status»

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY