Πολιτικη & Οικονομια

Αν-ορθόδοξος κυνισμός

Πανδημία & Κοινωνία 2: Οι αρνητές του covid, το ιδεολόγημα της «ατομικής ευθύνης» και η νέα σκοτεινή ταυτότητα της Ελλαδικής Eκκλησίας

23660472_945802692242346_639465225_o.jpg
Παναγής Παναγιωτόπουλος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
mask-grafiti_1.jpg

Ο Παναγής Παναγιωτόπουλος γράφει για την άρνηση του ιού και για τις αιτίες και τις συνέπειες της στάσης που κράτησε η Εκκλησία στην πανδημία

Καθώς το δεύτερο κύμα της πανδημίας του covid 19 κορυφώνεται στην Ευρώπη και στη χώρα μας, αξίζει τον κόπο να σκεφτούμε τους νοητικούς, ψυχικούς και πολιτικούς μηχανισμούς που κρύβονται πίσω από την απειθαρχία μπροστά στα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας που προσπαθεί να επιβάλει η ελληνική κυβέρνηση.

Το πρώτο που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι σε όλη σχεδόν την Ευρώπη αναπτύσσεται ένα πολύμορφο ρεύμα άρνησης του ιού και μια πολυμιγής αντίδραση στις πολιτικές αντιμετώπισης της διασποράς του που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις.

Το πρόβλημα συνεπώς δεν είναι ελληνικό παρότι ενδύεται, όπως θα το δούμε παρακάτω, κάποια ειδικά χαρακτηριστικά.

Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τους κάθε λογής αρνητές του ιού με βάση το αποτέλεσμα της δράσης τους που δεν είναι άλλο από την περαιτέρω διάδοσή του, την αύξηση του αριθμού των θανάτων και την καθυστέρηση επιστροφής σε μια στοιχειώδη οικονομική και κοινωνική ομαλότητα. Να θεωρήσουμε ότι, από την στιγμή που παραβιάζουν τις επιστημονικές οδηγίες και τις κυβερνητικές αποφάσεις διασπείροντας τον ιό,  είναι όλοι ίδιοι Και να σταματήσουμε εκεί, στη γενίκευση και την καταγγελία.

Όμως τα κίνητρα της άρνησης, παρότι σχετίζονται πάντοτε με μορφές του λαϊκιστικού ανορθολογισμού, παραμένουν ετερόκλητοι σχηματισμοί μέσα σε κάθε κοινωνία. Δεν  συντονίζονται καν σε ένα ενιαίο διάβημα ενώ διαφέρουν και από χώρα σε χώρα. Εκ του αποτελέσματος, και μόνον εξ αυτού, προκύπτει μια άτυπη διεθνής του θανάτου, αυτή που έχασε τον φυσικό της ηγέτη με την εκλογική ήττα του Τραμπ στις ΗΠΑ. Δεν υπάρχει όμως ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο, σταθερή ταυτότητα και κοινή στόχευση που να την ολοκληρώνει. 

Η υπονόμευση των ελάχιστων μεθόδων κοινωνικής καταπολέμησης του ιού, που έχει να μας προτείνει η επιστήμη, δεν έχει προς το παρόν οδηγήσει σε μια ενιαία και σταθερή ταυτότητα:

Κοινωνικό-επαγγελματικές ομάδες που πλήττονται -και πολύ λογικά- εξοργίζονται από τα μέτρα, αντιπαγκοσμιοποιητές ευρέως φάσματος, φοβισμένα για το μετα-covid μέλλον τμήματα της έκπτωτης μεσαίας τάξης, ακροδεξιοί που ανακαλύπτουν τις ατομικές ελευθερίες, υπέρμαχοι ενός κυνικού υπερ-φιλελευθερισμού που μετατρέπουν τον ήδη οξύ κοινωνικό τους  δαρβινισμό στις περιοχές σε απολογία μιας «φυσικής ευγονικής», φυσιοκράτες οικολόγοι, θεσμοί προσηλωμένοι σε θρησκευτικούς αρχαϊσμούς, ομάδες βυθισμένες στη συνωμοσιολογική εξήγηση του κόσμου και ελίτ της εναλλακτικής πνευματικότητας, ένα κόσμος λαϊκής δυσφορίας που εισπράττει  κάθε οδηγία που εκπορεύεται από την εξουσία ως απαίτηση κομφορμιστικής συμμόρφωσης, μπουρζουάδες ηδονιστές-μηδενιστές που μας καλούν να απολαύσουμε τον επικείμενο θάνατό μας ζώντας επικινδύνως, σκληρές πολιτικές γκρούπες γαλουχημένες στο να ταυτίζουν τον καπιταλισμό με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και άλλες υπο-ομάδες αποτελούν τους πιο συχνούς κοινωνικούς φαινότυπους της ανυπακοής και της δολιοφθοράς των προσπαθειών περιορισμού της νόσου στην κοινότητα.

Η σύνθεση μοιάζει να επαναλαμβάνεται σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα. Όμως οι εσωτερικές ισορροπίες αυτής της άτυπης συνάντησης είναι κάθε φορά διαφορετική.

Άνθρωποι που εκφράζουν την κοινωνική τους αγωνία και την προσωπική τους οδύνη μέσα από τη θυμωμένη άρνηση, πολυτελείς ιδεολόγοι της ψυχρής θανατολογίας, ακτιβιστές που πιστεύουν ότι ήρθε η ώρα της μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης συμπίπτουν χωρίς να μοιάζουν.

Από κοινού αρνούνται τa μέτρα –άσχετα αν δεν αρνούνται όλοι την ύπαρξή του ιού– παρότι παλεύουν για τελείως διαφορετικά πράγματα.

covid_2.jpg

Το ιδεολόγημα της «ατομικής ευθύνης»

Στην Ελλάδα η άρνηση του ιού, η υποτίμηση της επικινδυνότητάς του, το ελαφρύ πολιτικό παιχνίδι γύρω από την ανθρώπινη ζωή, άργησαν να έρθουν.

Στο πρώτο κύμα της πανδημίας σχεδόν δεν εκδηλώθηκαν, με αποτέλεσμα την εντυπωσιακή επιτυχία των κυβερνητικών μέτρων, που απέδωσαν γρήγορα και σε βάθος καθιστώντας τον εγκλεισμό και τον κοινωνικό φόβο διαχειρίσιμο. Πράγματι, η απόφαση της κυβέρνησης να αναδεχτεί τον ιστορικά ιδρυτικό και κοινωνικά θεμελιώδη ρόλο του κράτους ως προστάτη και η εφαρμογή της αρχής της προφύλαξης, έφτιαξαν ένα πλαίσιο συνεκτικό, απλό, μέσα στο οποίο κάθε ένας μπορούσε να αναγνωρίσει τον εαυτό του ως μέρος μιας εθνικής προσπάθειας.

Η νοηματοδότηση που πρόσφερε αυτή η κυβερνητική επιλογή, μαζί με μια πρωτόγνωρη για τα μεταπολιτευτικά δεδομένα κινητοποίηση του κράτους και σε συνδυασμό με την εκχώρηση μέρους της εξουσίας σε καλοπροαίρετες και άξιες μορφές του ιατρικού κόσμου, έκαναν την εμπιστοσύνη να διαδίδεται πιο γρήγορα από τον ιό.

Η αίσθηση ενότητας έναντι της απειλής, η πρόσκαιρη κοινωνική εξίσωση μέσω του κοινού για όλους μέτρου του εγκλεισμού και ο φόβος που είχε προκαλέσει η ιταλική τραγωδία ερχόταν να συναντήσουν ένα νέο κοινωνικό ρεαλισμό.

Πράγματι, η ελληνική κοινωνία μετά από τη δεκαετία άρνησης της πραγματικότητας της χρεοκοπίας και τη συνακόλουθη βεβαιότητα ότι τα μνημόνια ήταν ένα είδος συνωμοσίας κατά του λαού μας, πίστεψε επιτέλους ότι δεν είναι άτρωτη. Ότι ο αδιατάρακτος ευδαιμονιστικός βίος απειλείται, ότι ζούμε σε έναν επικίνδυνο κόσμο που δεν είναι ψευδής και ότι τα δεινά του δεν αφορούν μόνον τον περιούσιο λαό των Ελλήνων.

Η ελληνική κυβέρνηση από το καλοκαίρι και μετά ακολούθησε όμως μια πολύ διαφορετική στρατηγική η οποία αποδείχθηκε ως επί το πλείστων προβληματική. Ωθούμενη από την πανευρωπαϊκή σπουδή να ανοίξουν όλες οι υπερσυνοριακές δραστηριότητες και δικαίως αγωνιούσα για την επανεκκίνηση της οικονομίας, επέλεξε να προωθήσει ένα άλλο μοντέλο διαχείρισης του ιού, που είχε ως στόχο την αυτοπροφύλαξη του πληθυσμού και τη συμβίωση με την πανδημία. Για την ακρίβεια μια προσπάθεια να καταστήσουμε την πανδημία ενδημική ασθένεια. Μαζί με αυτό η κυβέρνηση –χωρίς καμία ουσιαστική διαφωνία φυσικά από την πλευρά της αντιπολίτευσης– υποδείκνυε και μια διαφορετική αρχιτεκτονική των κοινωνικών συναισθημάτων.

Η προφυλακτική λειτουργία του κράτους θα μετατρεπόταν σε ατομική ευθύνη των πολιτών. Η υποχρεωτική συμμόρφωση σε αυστηρούς κανόνες θα γινόταν προσωπική επιλογή αποδοχή προτροπών και οδηγιών.

Με τη βοήθεια όμως της ίδιας της δυναμικής του ιού, αυτή η στρατηγική «υπευθυνοποίησης» του πληθυσμού ξέπεσε σε νοσηρή ελευθεριότητα του καθενός και απέτυχε.

Μη έχοντας καν καταλάβει πώς μεταδίδεται ο ιός και πως λειτουργεί η μάσκα, ο καθείς αποφάσιζε να ρυθμίσει ο ίδιος το ρίσκο που πίστευε ότι αναλάμβανε για τον εαυτό του. Ενώ στην πραγματικότητα γινόταν επικίνδυνος για τους άλλους.

Οι επιτήδειοι της αγοράς δεν έχασαν την ευκαιρία. Και εν τέλει η οικονομία της εγγύτητας, κυριάρχησε της έκκλησης για αλληλέγγυα καχυποψία, «για τη μάσκα του άλλου που προστατεύει εμένα και τη δική μου που προστατεύει τον άλλον». Κάτι που εξ άλλου δεν εξηγήθηκε ποτέ επαρκώς στον πληθυσμό.

Δεν είναι εντούτοις ελληνικό το λάθος, δεν είναι μόνον κυβερνητική η ευθύνη (η άλλη λύση ήταν η σκληρή απομόνωση της χώρας, όταν το ιικό φορτίο ήταν χαμηλό, και ήταν ανέφικτη). Δεν είναι μόνο κυβερνητική η ευθύνη γιατί οι ποικίλες κατηγορίες αρνητών έχουν το δικό τους μερίδιο στη σφοδρότητα του δεύτερου κύματος.

Και αν οι νεοπαγείς ταυτότητες της κοινωνικής ανασφάλειας, της νάρκισσης και νεανικής ελευθεριότητας ακόμα και της συνωμοσιολογικής καχυποψίας ήταν αναμενόμενο –και ως ένα βαθμό δικαιολογημένο– ότι θα βρουν ένα φιλόξενο περιβάλλον στο οικοσύστημα της αβεβαιότητας, της σύγχυσης και της μεταφοράς της ευθύνης από την κρατική επιβολή στην ατομική συμπεριφορά, είδαμε ολόκληρους ιστορικούς θεσμούς να έχουν διαβρωθεί από έναν σκληρό ατομικιστικό κυνισμό και έναν ασύνειδο πεισιθανάτιο ανθρωπολογικό ορίζοντα. Είδαμε μεγάλες συλλογικότητες, ολόκληρά τμήματα της δημόσιας ζωής να συνεργούν στη διάδοση του ιού.

Θεία λειτουργία με αποστάσεις και μέτρα προστασίας EUROKINISSI/ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
Θεία λειτουργία με αποστάσεις και μέτρα προστασίας EUROKINISSI/ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Η αλαζονική αυτοεξαίρεση υπερμεταδότης του ιού

Οι τελευταίες μέρες ήταν πράγματι αποκαλυπτικές για την Εκκλησία της Ελλάδος. Ιεράρχες και όχι μόνον, νοσηλεύονται βαριά χτυπημένοι από τη νόσο και τα αξιόπιστα ρεπορτάζ δείχνουν ότι οι μαζικές εορταστικές συναθροίσεις αλλά και οι εσωτερικές συνάξεις της Ιεραρχίας λειτούργησαν ως γεγονότα υπερμετάδοσης του ιού. Τα ίδια και χειρότερα έγιναν και στη Σερβία.

Η εικόνα ιερωμένων που λειτουργούσαν επί μήνες χωρίς μάσκες, και εν γένει η αίσθηση μιας αλαζονικής αυτοεξαίρεσης αποδείχθηκε ότι δεν ήταν ούτε μαγική ούτε χωρίς συνέπειες.

Ας μη σταθούμε εδώ στην ανοχή που επέδειξε το Κράτος απέναντι σε αυτές τις συμπεριφορές αλλά και στις ποικίλες δηλώσεις εκκλησιαστικών αξιωματούχων και θρησκόληπτων επιστημόνων –μεγάλου κύρους κατά τα άλλα–, για τη νόσο και τις θρησκευτικές διαδικασίες, ας μη στρέψουμε την κριτική μας στην εξίσου απαθή στάση της αντιπολίτευσης μπροστά στην αργή και οξειδωτική  συμπεριφορά της ελλαδικής εκκλησίας.

Η ίδια η συμπεριφορά του κλήρου είναι ιστορικά πρωτόγνωρη και μαρτυρά για τη θεολογική ένδεια της ιεραρχίας, την καταβύθιση της πνευματικότητας εντός της και την ταχεία διολίσθηση του θεσμού σε έναν μηχανισμό ενεργού και καινοφανούς αρχαϊσμού.

Και αυτό διότι η Εκκλησία της Ελλάδος με το μεγάλο ενοριακό της δίκτυο και την παράδοσή της θα μπορούσε να  συμμετάσχει ουσιαστικά στην ανάσχεση του ιού. Κάνοντας όλα όσα έκανε πάντοτε για το ποίμνιό της και για τους πιστούς εν γένει. Προστατεύοντάς το από τη νόσο, εκπαιδεύοντας τους ενορίτες στις τεχνικές της μάσκας και εν τέλει εκπέμποντας το μήνυμα της Ζωής που θα πατήσει τον Θάνατο κατά το αναστάσιμο μήνυμα.

Θα εξαντλούσε όλα τα κατ’ οικονομίαν μέσα που διαθέτει η εύπλαστη θεολογία της ακυρώνοντας κάθε συνάθροιση, θα καταργούσε τον αδελφικό και ιερατικό ασπασμό για όσο χρειάζεται και βεβαίως θα αποστείρωνε τη θεία κοινωνία ή θα τη διέκοπτε για όσο χρειαστεί. Τι χρειαζόταν για να το κάνει αυτό;

Η ανάκληση της ποιμαντικής της διάστασης και η επιβεβαίωση –εντός της– ότι η τελετουργικότητά της είναι –ακριβώς– τελετουργική δίχως ουδεμία πραγματολογική σημασία. Ότι η μεταφορά είναι μεταφορά και ο συμβολισμός συμβολισμός.

Αντ’ αυτών η θεία μετάληψη εξυψώθηκε περίπου σε πραγματικό αίμα του Χριστού και η φυσική παρουσία των πιστών κατέστη μέγιστο ζήτημα ομολογίας πίστης! 

Η εγνωσμένη ικανότητα της Εκκλησίας να κινείται στο εκκοσμικευμένο περιβάλλον, η συστηματική της τριβή με τα εγκόσμια μα και η παιδαγωγική της δύναμη στους ενορίτες είχαν εξαφανιστεί.

Αντί να νιώθει ότι το ποίμνιό της απειλείται από την αρρώστια ένιωσε ότι απειλείται η ίδια ως θεσμός από την επιστήμη.

Στην ουσία φέρθηκε σαν να μην πίστεψε ποτέ ότι υπάρχει ιός. Η Ελλαδική Εκκλησία αναίρεσε την εκκοσμικευμένη στάση της απέναντι στην επιστήμη και στα πορίσματά της που έως τώρα αποδεχόταν – ειδικά στον ιατρικό τομέα.    

Ο ιστορικός αυτός θεσμός, που είναι και θεσμός του Κράτους μην το ξεχνάμε, ενσωματώνει παραδοσιακά μεγάλους πληθυσμούς. Εκείνους που συστηματικά ζουν γύρω από την ενορία τους, και ένα τεράστιο πλήθος πιστών που επηρεάζεται σε όλα τα επίπεδα από τις δημόσιες συμπεριφορές και τοποθετήσεις των παπάδων, των μητροπολιτών και του ίδιου του ασθενούντος σήμερα Αρχιεπισκόπου.

Και αυτή τη φορά, εξέθεσε με τέτοιο τρόπο σε κίνδυνο τον δικό του λαό λες και πρόκειται για 17χρονο που δεν τον χωρά το σπίτι των γονιών του – συμπαρασύροντας όμως ολόκληρη την κοινωνία σε έναν συμβολισμό αδιαφορίας για τον κίνδυνο.

kideia-eirinaios-serbia.jpg
Από την κηδεία του πατριάρχη της Σερβίας © EPA/ANDREJ CUKIC

Viva la muerte!

Πολλοί θα σπεύσουν να θεωρήσουν αυτή τη στάση της εκκλησίας απόρροια κάποιου πολιτισμικού της αρχαϊσμού, αυτό που κάπως πρόχειρα καταλήγει στον ψόγο του σκοταδισμού.

Σίγουρα η επιθετική ενίοτε δήλωση απείθειας Μητροπολιτών και κληρικών αλλά και η ευρύτερη εικόνα αδιαφορίας για τους κινδύνους της μετάδοσης έχουν έναν αταβιστικό χαρακτήρα, δείχνουν να οριοθετούν ένα κανάλι επιστροφής στην αντίληψη της θείας τιμωρίας ή έστω της μοιρολατρικής αντιμετώπισης των δεινών.

Φοβούμαι ότι τα πράγματα είναι πιο σύνθετα απ’ αυτό, τελείως καινούργια και εξ αυτών πιο δύσκολα διαχειρίσιμα.

Η εγκατάλειψη της έννοιας της φροντίδας υπέρ της ταυτότητας εντάσσει την εκκλησία της Ελλάδας στην πιο σκοτεινή πλευρά του μεταμοντέρνου κόσμου.

Αποτελεί μια αν-ορθόδοξη προσαρμογή σε μια νέα κουλτούρα του θανάτου και τη συμμετοχή της στο σύστημα παθολογιών του σύγχρονου δημοκρατικού ανθρώπου. Του άτρωτου και ευαίσθητου που μπορεί να γίνει ευάλωτος και κυνικός, που δεν διστάζει να συνομιλήσει με την αυτοκαταστροφή του και να φωνάξει (χωρίς επίγνωση ελπίζω) ένα μετανεωτερικό και ασυνείδητο Viva la muerte! ενάντια στον προηγούμενο εαυτό του και στην κοινωνική μας συμβίωση. Που ομνύει σε μια αδιατάρακτη -υποτίθεται- τελετουργία για να επιβεβαιώσει της μοναδικότητά του, ακόμα και αν αυτή είναι θανατηφόρος.  

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ