Life in Athens

Το πνεύμα της Ομόνοιας είναι ακόμα εκεί

Η ζωή συνεχίζεται στο κέντρο της πόλης

35183-103893.jpg
Γιώργος Παναγιωτάκης
ΤΕΥΧΟΣ 719
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ομόνοια,1958
Ομόνοια,1958 © Seymour Katcoff, αρχείο Joel Katcoff

Παρά την εγκληματικότητα γύρω από την πλατεία Ομονοίας, η ζωή με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, συνεχίζεται

Η βροχή έχει μόλις σταματήσει και οι δρόμοι γύρω από την Ομόνοια γυαλίζουν λες και τους έχεις περάσει με καθαριστικό. Στο πεζοδρόμιο δίπλα στον ΕΦΚΑ στην Πειραιώς, κάτι τύποι με ύποπτες φάτσες συνομιλούν με τα ενήλικα μέλη μιας οικογένειας. Τα παιδιά, φορτωμένα με σακίδια και σακούλια, στέκονται παραδίπλα. Το κορίτσι έχει στο πρόσωπό του ένα ύφος παραίτησης και απάθειας, για το οποίο πιθανότατα δεν ευθύνεται η εφηβεία. Το αγόρι δείχνει απλά εξαντλημένο. Είναι δεν είναι εννιά χρονών.

Δεν καταλαβαίνω σε τι γλώσσα μιλούν. Όμως από τις κινήσεις και τις στάσεις των σωμάτων φαίνεται πως οι γονείς παρακαλούν για κάτι. Ο δε επικεφαλής της παρέας τούς αντιμετωπίζει με απαξίωση και εξάρσεις αγριάδας. Κάτι παζαρεύουν. Τη διαμονή της οικογένειας σε κάποιο χώρο; Τη μεταφορά τους κάπου; Την εύρεση μιας εργασίας; Ένας από την παρέα των αντρών με βλέπει που τους κοιτάζω και μου κάνει νόημα να φύγω. Προτιμώ να ακολουθήσω τη συμβουλή του. Ανεβαίνω στο μηχανάκι, βάζω μπρος και απομακρύνομαι. 

Λίγο νωρίτερα, στα (ας τα πούμε) γραφεία του ΕΦΚΑ είχα γίνει μάρτυρας μιας άλλου τύπου ενοχλητικής σκηνής. Μια παχύσαρκη γυναίκα έφτασε κουτσαίνοντας στον γκισέ έπειτα από μιάμιση ώρα αναμονής, για να αποδειχτεί πως δεν είχε μαζί της μια απαραίτητη φωτοτυπία. Τα παρακάλια της δεν έπιασαν τόπο. Ο υπάλληλος την αντιμετώπιζε με κοφτές υπηρεσιακές φράσεις και επιδεικτικά ξεφυσήματα, ενώ οι πολίτες την κατσάδιασαν επειδή καθυστερούσε την ουρά. Μισή ώρα αργότερα, ήταν καθισμένη στα σκαλοπάτια του ορόφου με το κεφάλι να ακουμπάει στον θεοβρόμικο τοίχο. 

Η αιώνια ανημποριά του αδύναμου. Η αδιαφορία. Η αίσθηση της σύνθλιψης. Οι δουλειές, ύποπτες και μη, που προχωρούν – στην ανάγκη ισοπεδώνοντας όποιον κουτσαίνει. Η συνθήκη αυτή υπήρχε πάντα στην περιοχή γύρω από την Ομόνοια. Ψάχνοντας για παλιές φωτογραφίες, έπεσα πάνω σε μία από την Κατοχή: Κάποιοι εξαθλιωμένοι –μάλλον επαρχιώτες στρατιώτες που έχουν ξεμείνει στην Αθήνα– ξαπλώνουν στις σχάρες της πλατείας, ενώ από δίπλα τους περνούν, κομψοί και αεράτοι, δύο δανδήδες. 

Στιγμιότυπο στην Ομόνοια, την περίοδο της Κατοχής
Στιγμιότυπο στην Ομόνοια, την περίοδο της Κατοχής

Στην οδό Σωκράτους, απέναντι από το Εφετείο, βρισκόταν κάποτε το γραφείο όπου δούλευε ο πατέρας μου. Θυμάμαι σαν παιδί τα εσωτερικά των κτιρίων με το επιτηδευμένο λούστρο, τα λεφούσια των κουστουμαρισμένων που σε παράσερναν στα πεζοδρόμια, τους δικηγόρους με τις χαλαρωμένες γραβάτες που γελούσαν αυτάρεσκα στα μικρά ουζερί των στοών... Και λίγα μέτρα πιο εκεί, παπατζήδες, επαίτες με κολοβά πόδια και μικροπωλητές που σκέπαζαν το καρότσι τους με ένα σεντόνι και έτρεχαν μακριά μόλις εμφανιζόταν αστυφύλακας.    

Στις αρχές των 90s, όταν το πρώτο κύμα των μεταναστών λίμνασε στην Ομόνοια, οι εργολάβοι φρέναραν με το ημιφορτηγό και έδειχναν με το δάχτυλο τους τυχερούς που θα έκαναν μεροκάματο. Στην οδό Αθηνάς, οι αργυραμοιβοί έστηναν κάθε πρωί τις βιτρινούλες τους και στα στενά τα πρεζάκια εκδίδονταν για τη δόση τους. Σταδιακά, νέες μαφίες μπήκαν στο παιχνίδι. Τα στέκια άλλαζαν διαρκώς θέση, μα ήταν πάντα εκεί. Κατά διαστήματα, στα 00s, έτρεμε το φυλλοκάρδι σου όταν περνούσες από τη Γερανίου, τη Ζήνωνος, τη Μενάνδρου, την πλατεία Θεάτρου... 

Η σημερινή κατάσταση μοιάζει λιγότερο επικίνδυνη. Ίσως επειδή την έχουμε πια συνηθίσει και με ένα τρόπο αποδεχτεί. Σύμφωνα με τα περσινά στοιχεία της αστυνομίας, ο δείκτης της εγκληματικότητας είναι πολύ υψηλός, με τη μικρο-εγκληματικότητα (βασικά τις μικροκλοπές) να αφορά το 70% των περιπτώσεων. Το αστυνομικό τμήμα Ομονοίας –αυτή η «μαύρη τρύπα της Αθήνας», όπως αναγράφεται σε έναν τοίχο στην Πειραιώς– έχει πάντα πολλή δουλειά. 
Έστω και έτσι, η ζωή δεν παύει να σε εκπλήσσει. Αργά το μεσημέρι, ας πούμε, πετυχαίνεις καλοντυμένες μητέρες από την Αφρική και την Ασία μαζί με παιδάκια που κουβαλούν σχολικές τσάντες. Και το απόγευμα, στα πολυώροφα καταστήματα ρούχων στη Σταδίου, οι μισοί σχεδόν πελάτες μιλούν μεταξύ τους σε άγνωστες γλώσσες. Υπάρχουν δηλαδή κανονικοί άνθρωποι, οι οποίοι κατοικούν και βγαίνουν βόλτα και πηγαίνουν σχολείο στην περιοχή – πράγμα από μόνο του εντυπωσιακό. Το πνεύμα της Ομόνοιας, λοιπόν, είναι ακόμα εκεί. Και η ζωή, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, συνεχίζεται.   

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ