Η Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, τα παιδιά και οι γονείς τους
Ένα δοξαστικό βιβλίο για την οικογένεια, από τον βραβευμένο συγγραφέα και εικονογράφο Ζένο Σουόρντερ
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας: Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΟΥΜΕ
Τα βράδια, περιμένουμε. Και, περιμένοντας, κοιτάμε τα φώτα στα άλλα σπίτια, στους απέναντι. Παντού έχει φώτα, και είναι όλα τους μια στάλα χαμηλά, βαριά, λίγο θολά. Είναι φώτα από λάμπες, πολύφωτα, προβολάκια, led, οθόνες υπολογιστών, επιτραπέζια και επιδαπέδια πορτατίφ, από κινητά και από τάμπλετ. Είναι όλων των ειδών τα φώτα: χαμηλά, βαριά, θολά. Βρίσκονται σε σαλόνια, σε καθιστικά, σε κουζίνες, σε γραφεία. Στο χολ. Παντού στα σπίτια μας. Παντού στα σπίτια των απέναντι.
Όλη μας η ζωή, το βράδυ, τις ώρες που είμαστε μόνοι, με τον εαυτό μας ή με τους ανθρώπους μας, ή με τον σκύλο, τη γάτα ή το καναρίνι μας, περιστρέφεται γύρω από αυτά τα λογής-λογής φώτα. Τα δικά μας φώτα, και τα φώτα των απέναντι. Περιμένουμε, όλοι μας. Και, περιμένοντας, δεν κάνουμε πολλά. Σχεδόν κρατάμε την ανάσα μας. Όχι για να ξαναρχίσουμε να ζούμε, προς Θεού, παρά μονάχα για να ’ρθει η ευλογημένη στιγμή να κλείσουμε τα φώτα και, επιτέλους, πάνω απ’ όλα, να κοιμηθούμε.
* * *
ΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟ
Σαν την πανσέληνο που κάνει κοντά έναν ολόκληρο μήνα να φανεί —τσούκου-τσούκου κάθε βράδυ να γεμίζει κι από ’να ψέμα το φεγγάρι, τσούκου-τσούκου κάθε βράδυ να γεμίζει κι από ’να ψέμα, από ένα νύχι—, μα που από την επόμενη κιόλας νύχτα φθίνει ολοταχώς και κανείς δεν κάνει ποτέ τον κόπο να σηκώσει το κεφάλι του και να κοιτάξει ψηλά μπας και το δει, είναι πολύ εύκολο, είναι πάρα πολύ εύκολο, είναι παιχνιδάκι, να διαλυθεί κάτι που χτιζόταν επί χρόνια και με σφιγμένα δόντια, μ’ αυτό που λέμε «θυσίες» και με επιμονή λεπιδοπτερολόγου, με μόχθο εργάτη ορυχείων, μέσα σε λίγα λεπτά, ή άντε σε δυο-τρεις μήνες.
* * *
ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΗ
Η μεταφράστρια και επιμελήτρια κειμένων Χρύσα Φραγκιαδάκη προτείνει στους αναγνώστες του Ημερολογίου πράγματα που της τράβηξαν την προσοχή. Την ευχαριστούμε! Σήμερα, έχουμε ακόμη ένα κείμενο στη στήλη-μέσα-στη-στήλη της με τίτλο Cats and the cities. Εδώ είναι το πρώτο, και εδώ το δεύτερο για όσους τυχόν δεν τα διάβασαν. Επεισόδιο 3ο, λοιπόν:
Ρώμη: Ο Δρόμος της Γάτας
Η Via della Gatta είναι ένας μικρός δρόμος κοντά στην Πιάτσα Βενέτσια, στη συνοικία Πίνια της Ρώμης. Οφείλει το όνομά της στο μαρμάρινο άγαλμα μιας γάτας σε φυσικό μέγεθος, που είναι τοποθετημένο στο γείσο του πρώτου ορόφου του Παλάτσο Γκρατσιόλι. Το άγαλμα θεωρείται ότι προέρχεται από το Iseo Campense, τον κοντινό αρχαίο ναό της Ίσιδας. Η γάτα, ως γνωστόν, ήταν ιερό ζώο για τους Αιγύπτιους, που λάτρευαν, μάλιστα και μια θεά-γάτα, την Μπαστέτ, κόρη του Ρα και της Ίσιδας.
Το Παλάτσο Γκρατσιόλι, που υπήρξε κατοικία του Σίλβιο Μπερλουσκόνι και έδρα του parlamentino azzuro (συνέλευση των βουλευτών του Forza Italia) ενώ σήμερα στεγάζει την Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου της Ιταλίας, χτίστηκε τον 16ο αιώνα από τον Τζάκομο Ντέλα Πόρτα για την οικογένεια Ερκολάνι. Προς τα μέσα του 19ου αιώνα το αγόρασε ο διοικητής Βιντσέντσο Γκρατσιόλι, αργότερα Δούκας του Σάντα Κρότσε ντι Μαλιάνο. Κατά τις εργασίες αποκατάστασής του, περί το 1874, αποφασίστηκε να τοποθετηθεί το άγαλμα της γάτας στη θέση που βρίσκεται σήμερα, δίνοντας έτσι το όνομα αρχικά στη μικρή πλατεία που βρισκόταν από κάτω (Πιάτσα Ντέλα Γκάτα, σήμερα Πιάτσα Γκρατσιόλι) και κατόπιν στον δρομάκο. Το πραγματικό κίνητρο για την τοποθέτησή του στο συγκεκριμένο σημείο δεν είναι γνωστό — ίσως προήλθε απλώς από στιγμιαία έμπνευση του αρχιτέκτονα Αντόνιο Σάρτι, σε συνδυασμό με την ευκολία μετακίνησής του από τον παρακείμενο ναό, απ’ όπου, μέσα στους αιώνες, είχαν αφαιρεθεί και άλλα γλυπτά, οβελίσκοι κλπ. Όπως, όμως, ήταν αναμενόμενο, οι κάτοικοι της Ρώμης προτίμησαν να δώσουν πιο ευφάνταστες εξηγήσεις.
Ένας από τους επικρατέστερους θρύλους, λοιπόν, είναι ότι κάποτε ένα παιδάκι είχε σκαρφαλώσει στο γείσο όπου εδράζεται σήμερα το άγαλμα, και κινδύνευε να πέσει στο κενό. Μια γάτα που σουλατσάριζε στα πέριξ το είδε και άρχισε να νιαουρίζει απελπισμένα, μέχρι που την άκουσε η μητέρα του παιδιού και έσπευσε να το σώσει. Στη μνήμη της γάτας αυτής τοποθετήθηκε το άγαλμα.
Ένας δεύτερος θρύλος λέει ότι, κάποια νύχτα, μια περιπλανώμενη γάτα αντιλήφθηκε ότι κάποιο κτίριο είχε πιάσει φωτιά και, με τα νιαουρίσματά της, ξύπνησε τους κατοίκους της γειτονιάς, που την έσβησαν και σώθηκαν κι οι ίδιοι και τα σπίτια τους.
Ένας τρίτος, μεταφυσικός αλλά και αρκούντως υλιστικός, διατείνεται ότι, αν ακολουθήσει κάποιος το βλέμμα της μαρμάρινης γάτας που κοιτάζει προς το έδαφος, θα εντοπίσει το ακριβές σημείο όπου είναι θαμμένος ένας θησαυρός — που, φυσικά, κανείς δεν έχει καταφέρει να βρει ακόμα, αφού αν μη τι άλλο είναι απίθανο να πάρει άδεια ανασκαφής!
«Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει» λέει η λαϊκή παροιμία. «Πόλη χωρίς (δρόμο με) Γάτα, μαύρα τα μαντάτα» μπορούμε να πούμε αντίστοιχα εμείς, μιας και, τελικά, οι περισσότεροι αστικοί θρύλοι σχετικά με τις γάτες έχουν να κάνουν με ιστορίες σωτηρίας και δοξασίες καλής (ή κακής, αν παρ’ ελπίδα η γάτα είναι μαύρη) τύχης.
* * *
GUEST EDITOR
Με την αφορμή της ραδιοφωνικής εκπομπής που κάνουμε, η μεταφράστρια Μαρία Μαντή έγραψε ένα μικρό, εισαγωγικό περιεκτικότατο κείμενο για τη μεταφορά λογοτεχνικών έργων στο σινεμά ή στην τηλεόραση. Πήραμε την άδειά της και το δημοσιεύουμε εδώ. Την ευχαριστούμε θερμά!
Δυο λόγια για την κινηματογραφική μεταφορά των λογοτεχνικών έργων
Το συγκεκριμένο θέμα είναι πολύ ενδιαφέρον και συνειδητά ή ασυνείδητα μας έχει απασχολήσει όλους κάποια στιγμή. Πόσες φορές δεν έχετε ακούσει κάποιον να λέει, ή δεν είπατε και εσείς οι ίδιοι, ότι «το βιβλίο ήταν καλύτερο από την ταινία»; Προσωπικά, και έχοντας ασχοληθεί για πολλά χρόνια με το σενάριο σε πρακτικό και θεωρητικό επίπεδο, βρίσκω αυτή τη σύγκριση κάπως άδικη — και θα εξηγήσω γιατί.
Η κινηματογραφική μεταφορά λογοτεχνικών έργων (film adaptation) αποτελεί αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης στις επιστήμες της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου. Οι μελέτες προσαρμογής (adaptation studies) εξετάζουν τη διαδικασία μετατροπής ενός γραπτού κειμένου σε οπτικοακουστικό αφήγημα, αναλύοντας τις τεχνικές, τις προκλήσεις και τις αισθητικές αποφάσεις που εμπλέκονται.
Η ακαδημαϊκή μελέτη της κινηματογραφικής μεταφοράς ξεκίνησε τον 20ό αιώνα, όταν ο κινηματογράφος αναδείχθηκε ως τέχνη. Αρχικά, οι προσεγγίσεις επικεντρώνονταν στη «πιστότητα» της ταινίας προς το πρωτότυπο κείμενο, θεωρώντας ότι μια «καλή» προσαρμογή πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο πιστή στο πρωτότυπο έργο. Αυτή η άποψη έχει επικριθεί, καθώς αγνοεί τη φύση του κινηματογράφου ως ξεχωριστής τέχνης, με δικές της αφηγηματικές και εκφραστικές δυνατότητες. Πράγματι, το βιβλίο και ο κινηματογράφος είναι δύο εντελώς διαφορετικά μέσα, που το καθένα διέπεται από τους δικούς του κανόνες και διαθέτει τους δικούς του εκφραστικούς κώδικες. Μια ταινία είναι αναγκασμένη να οπτικοποιήσει. Είναι αναγκασμένη να αφηγηθεί με εικόνες, και μάλιστα εντός περιορισμένου χρονικού ορίου.
Κάποια στιγμή η έρευνα για τις κινηματογραφικές μεταφορές εμπλουτίστηκε με θεωρητικές επιρροές από τον δομισμό, τον μεταδομισμό και τις πολιτισμικές σπουδές, και η έμφαση μετατοπίστηκε από την πιστότητα προς την προσαρμογή ως δημιουργική και ανεξάρτητη διαδικασία, όπου ο σκηνοθέτης και το κινηματογραφικό μέσο έχουν τη δική τους συμβολή στη διαμόρφωση του τελικού έργου.
Αυτή η οπτική με βρίσκει κι εμένα σύμφωνη. Ας δεχτούμε ότι το κάθε μέσο έχει τους περιορισμούς και τις αρετές του και ας δούμε την ταινία, όχι ως έναν «κλέφτη» της μαγείας του βιβλίου από το οποίο, φευ, απομακρύνθηκε, αλλά ως μία διαφορετική «ανάγνωσή» του. Γιατί, τελικά, η κινηματογραφική μεταφορά δεν είναι απλώς μια μεταγραφή ενός βιβλίου σε εικόνες, αλλά μια νέα καλλιτεχνική δημιουργία που προσφέρει μια διαφορετική οπτική στο αρχικό έργο. Οι σύγχρονες έρευνες συνεχίζουν να αναδεικνύουν τη δυναμική της διαδικασίας αυτής, αποδεικνύοντας ότι η λογοτεχνία και ο κινηματογράφος αλληλεπιδρούν με τρόπους που εμπλουτίζουν και τα δύο μέσα.
Όσο για τους «κανόνες» που σε έναν βαθμό είναι «υποχρεωτικοί» κατά την οπτικοποίηση του λογοτεχνικού υλικού, αυτούς δεν έχει παρά να τους αναζητήσει κανείς στη θεωρία του σεναρίου, σίγουρα οικεία για τον επαγγελματία σεναριογράφο, που θεωρείται άλλωστε και ο πρώτος σκηνοθέτης της ταινίας και ο οποίος καλείται να παρουσιάσει την ιστορία του στο χαρτί με τρόπο που θα επιτρέψει στον δικό του αναγνώστη (τον script reader, κάποιον παραγωγό, σκηνοθέτη κ.ο.κ.) να τη φανταστεί οπτικοποιημένη.
Χρυσός κανόνας για τον σεναριογράφο είναι το περίφημο «Show, don’t tell». Και ο καθένας μπορεί να «δείξει» μόνο ότι ο ίδιος έχει αντιληφθεί μέσα από το υποκειμενικό του φίλτρο.
* * *
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Ζένο Σουόρντερ, «Οι αλλιώτικοι μικροί γονείς μου» (μετάφραση Εύη Γεροκώστα, σκληρόδετο, 48 σελίδες 20,50 x 29 εκ., Εκδόσεις Μάρτης)
Κανονικά η ρουμπρίκα μας αυτή πρέπει να λέγεται σήμερα, Το Βιβλίο της Ημέρας Για Μια Σπουδαία Παγκόσμια Ημέρα. Καταρχάς, επιλέξαμε να μιλήσουμε μόνο για ΕΝΑ παιδικό βιβλίο σήμερα και όχι για το παιδικό βιβλίο γενικώς, για διάφορους λόγους:
(1) Επειδή έχουμε έτσι κι αλλιώς μιλήσει δεκάδες φορές για το παιδικό βιβλίο μέχρι τώρα. (2) Επειδή όλοι ξέρουν πια —ακόμα και οι γονείς που δεν έχουν διαβάσει ποτέ τους βιβλία οι ίδιοι— πως το παιδικό βιβλίο είναι ένα όχημα, και μια περιουσία, για το μέλλον όλων των παιδιών, απαραίτητο όσο τα φρούτα και τα λαχανικά. (3) Επειδή το παιδικό βιβλίο είναι στην κορυφή της ζήτησης απέναντι σε όλες τις άλλες ηλικιακές κατηγορίες. (4) Επειδή το διαδίκτυο θα γεμίσει σήμερα με κείμενα για το παιδικό βιβλίο. (5) Και γιατί αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο έχει τόσο μα τόσο πολλά από τα στοιχεία που μας κάνουν να αγαπάμε το παιδικό βιβλίο, να το ξεχωρίζουμε και να μας μαγεύει. Για να το πούμε με μια λέξη: είναι αριστούργημα. Και θα το καταλάβετε με το πρώτο ξεφύλλισμα κι εσείς, πριν καν το διαβάσετε για πρώτη φορά.
Οι Εκδόσεις Μάρτης, που είναι αφιερωμένες στο παιδικό βιβλίο, ξεχωρίζουν κυρίως από τις αυστηρές επιλογές τους και από την ποιότητα της κατασκευής των βιβλίων τους. Έχουμε απολαύσει ήδη ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής τους, και ξέρουμε καλά τι λέμε. Αλλά αυτό εδώ το βιβλίο, με τον παράξενο τίτλο: «Οι αλλιώτικοι μικροί γονείς μου», μας τάραξε — για να το πούμε από την αρχή-αρχή και να μην το κουβαλάμε στην πλάτη μας. Και όχι επειδή μάς βρήκε απροετοίμαστους, που πράγματι μας βρήκε. Γιατί θα ταράξει κι εσάς. Επειδή είναι τόσο δυνατό.
Έχουμε να κάνουμε εδώ με την ιστορία μιας οικογένειας. Πολύ ίδιας με τη δικιά μας, και αρκετά διαφορετικής ταυτόχρονα. Οι γονείς έρχονται από μακριά —καμία σημασία δεν έχει το από πού— έχοντας μόνη τους έγνοια πώς να προσφέρουν μια καλύτερη ζωή στο παιδί τους σ’ αυτόν τον νέο τόπο που βρέθηκαν. Θα κουραστούν, θα δουλέψουν σκληρά, θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να του δώσουν όσα χρειάζεται… και, ναι, θα τα καταφέρουν παρά τα εμπόδια.
Σας φαίνεται σαν μια συνηθισμένη ιστορία μετανάστευσης, ρατσισμού και οικογενειακής αγάπης; Που έχει παρουσιαστεί μερικές δεκάδες φορές ακόμη σε παρόμοια παιδικά βιβλία;
Καμία σχέση.
Αυτή εδώ είναι μια ρεαλιστική ιστορία φαντασίας για το «δώσιμο», για την προσφορά, για τη θυσία: και για το τι σημαίνει εντέλει αυτή η λέξη στ’ αλήθεια. Και είναι, ακόμη, μια ιστορία για τη συνταρακτική ποίηση της καθημερινότητας, και μια ερωτική επιστολή στην οικογένεια. Και έχει, τέλος, ένα εύρημα που μας συνάρπασε και το ζηλέψαμε. Είναι κάτι παραπάνω από ξεχωριστό βιβλίο.
Αλλά και πόσο έξοχα εικονογραφημένο από τον Ζένο Σουόρντερ είναι! Παραμυθένια σκηνικά ζωγραφισμένα με ακουαρέλες και ξυλομπογιές που στον καθένα μας θυμίζουν και κάτι άλλο, ανατριχιαστική σκηνοθεσία, ανεξάντλητο πάθος, χιούμορ και χαρά, συγκίνηση και ένταση, τρυφερότητα και ποίηση. Έξοχο, έξοχο βιβλίο, και μια συνολικά παραμυθένια έκδοση που θα την απολαύσετε όλοι (μικροί-μεγάλοι) και θα τη διαβάσετε πολλές φορές.
Ένα, αν μας επιτρέπεται, γενναιόδωρο βιβλίο, που χαρίζεται απλόχερα στον αναγνώστη (απευθύνεται σε παιδιά 4-5 χρονών κι επάνω), με μια παράξενη σεμνότητα που σε ενθουσιάζει.
- Και ένα μικρό βιογραφικό του συγγραφέα και εικονογράφου:
Ο Ζένο Σουόρντερ ζει με την οικογένειά του στη Μελβούρνη. Μετά τις σπουδές του στην κινεζική λογοτεχνία και το μεταναστευτικό δίκαιο, άρχισε να πλένει πιάτα σε εστιατόρια. Στη συνέχεια εργάστηκε ως δημοσιογράφος, καθηγητής αγγλικών, δικηγόρος για τα δικαιώματα των προσφύγων και των μεταναστών και σχεδιαστής κοσμημάτων. Αγαπάει ό,τι έχει σχέση με τη γραφική ύλη, όμως η μεγάλη αδυναμία του είναι τα μολύβια. Το 2021 βραβεύτηκε ως εικονογράφος από τo Children’s Book Council of Australia (CBCA). Την ίδια χρονιά τιμήθηκε με το βραβείο εικονογράφησης της Australian Book Designers Association και με το βραβείο παιδικού/νεανικού βιβλίου Designers’ Choice.
Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Για τους πολλούς είναι ένα μπαρ, για κάποιους μια ιδέα
Τιμή και δόξα στον άνθρωπο που πέρασε τη Θεσσαλονίκη στην επόμενη φάση της
Εναλλακτικός τίτλος: Έχω ένα πρόβλημα για κάθε σας λύση
Από το Big Ben στο Λονδίνο μέχρι τον αστρονομικό πύργο της Πράγας, αυτά τα ρολόγια δεν δείχνουν απλώς την ώρα, είναι τοπόσημα
«Οι αργόσχολοι μαζεύτηκαν και κοίταζαν τα αυγά, με κέλυφος βέβαια, να ρίχνονται στο σκάμμα»
Ένα μήνυμα προστασίας για τη νανόχηνα και τα μεταναστευτικά πουλιά
Ποια σενάρια διακινούνται για την τύχη του
«Ξυπνάτε από τα μνήματα αδικοσκοτωμένοι / Να δήτε την πατρίδαν σας απελευθερωμένη. / Ξυπνάτε από τα μνήματα, δεν είσθε πια ραγιάδες / Ξυπνάτε κι ήρθ’ η λευθεριά, έφυγαν οι αγάδες»
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου είναι σαν χρονοκαψούλα, μέσα του συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν και νοηματοδοτούν η μια την άλλη οι μεγάλες ιστορικές στιγμές που σημάδεψαν τη Θεσσαλονίκη
Αισιόδοξο το παρόν, λαμπερό το μέλλον. Στοίχημα;
Τι χρωστάει η Θεσσαλονίκη στη δόκιμη καλόγρια Λουίζα Σανκιόνι;
Φρέσκα πράγματα, καινούργια στέκια, ωραίες φάσεις
Επόμενη στάση: μητροπολιτικό πάρκο
Ιστορίες από τον αφρό των ημερών
Οι φυλές που τις προτιμούν, τα έργα που ετοιμάζονται
Και το χρωστάει στους επισκέπτες της
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.