Design & Αρχιτεκτονικη

Ζήσης Κοτιώνης: Αρχιτεκτονική είναι η ζωή

Ο ίδιος λέει για τον εαυτό του ότι είναι «επιχειρησιακός» αρχιτέκτονας, εννοώντας ότι σχεδιάζει και κατασκευάζει κτίρια

unnamed.jpg
Γιάννης Κωνσταντινίδης
ΤΕΥΧΟΣ 18
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
9731-31937.jpg

Ο ίδιος λέει για τον εαυτό του ότι είναι «επιχειρησιακός» αρχιτέκτονας, εννοώντας ότι σχεδιάζει και κατασκευάζει κτίρια. Παράλληλα ασχολείται με τη θεωρία της αρχιτεκτονικής, τη συγγραφή και τις εικαστικές δράσεις, παραμένοντας στον τόπο όπου όλα αυτά συναντιούνται χωρίς διακριτά διαχωριστικά όρια. Γενικότερα, όμως, η έννοια τόπος αποτελεί ένα θέμα στο οποίο επανέρχεται συχνά: «Όταν αναφέρομαι σε τόπους δεν εννοώ την καθαρή γεωγραφία από την οποία έχεις αφαιρέσει την ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά εκείνο το κάπου, όπου κάτι συμβαίνει: μια ανθρώπινη δράση. Με το πέρασμα των χρόνων καταλήγω στη γενικότερη πεποίθηση ότι η ίδια η αρχιτεκτονική είναι ένα κάπου για να συμβαίνει κάτι».

Αυτός είναι ένας ορισμός της που θα προτείνατε και στους φοιτητές σας; Ναι, και θα πρόσθετα μάλιστα ότι το ίδιο το συμβάν, η ανθρώπινη δράση, οι πρακτικές της καθημερινότητας, είναι όλα αρχιτεκτονική.

Τι πιστεύετε ότι έχει μάθει σε σας τον ίδιο το μέχρι τώρα διδακτικό σας έργο; Λέγεται ότι οι δάσκαλοι είναι βαμπίρ που ζουν και αναγεννώνται μέσα από τη σχέση τους με τους νεότερους, επειδή αυτοί φέρνουν στο διδάσκοντα εκείνο που ο ίδιος δεν θα περίμενε να δει. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Βέβαια ο νεότερος φέρνει και το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή το τρέχον πρότυπο –τον κυρίαρχο λόγο–, με το οποίο ο δάσκαλος οφείλει επίσης να αναμετρηθεί. Όμως είναι αλήθεια ότι το «αναπάντεχο» κάνει το δάσκαλο να ζει μέσα από τη διδασκαλία.

Στο υλοποιημένο αρχιτεκτονικό έργο σας εντοπίζονται στοιχεία που φαντάζουν ανεξήγητα, σαν να κρύβουν κάποιο μυστικό – μια έννοια ή μια πρόθεση, για παράδειγμα. Πιστεύετε ότι αυτό είναι αλήθεια; Νομίζω ότι δίνετε μια θετική όψη του πράγματος, ενώ εγώ θα μπορούσα να πω ότι πρόκειται για ένα είδος αυτισμού. Η αρχιτεκτονική απευθύνεται στους ανθρώπους και δεν πρέπει να τους κρατάει μυστικά. Θα μπορούσα, όμως, να εξηγήσω αυτό που λέτε από μια διαφορετική σκοπιά. Στην εποχή που επικράτησε ο νεομοντερνισμός, δημιουργήθηκαν πολύ ισχυρά πρότυπα του τι είναι ωραίο και τι άσχημο. Προσωπικά, μέσα από τις δουλειές μου έκανα μια συνειδητή αντίσταση σ’ αυτή την προτυποποίηση που επέβαλε το νεομοντερνίστικο lifestyle – εννοώ προβόλους, λευκές επιφάνειες κ.λπ. Όλα αυτά κατά τη γνώμη μου αποκτούσαν πολιτική ουσία. Ανάγονταν σε ένα είδος ερμηνείας του νεοφιλελευθερισμού και του γιαπισμού μέσα από αρχιτεκτονικά μοντέλα και πρότυπα. Έτσι –παρά το ότι αγαπώ πάρα πολύ το μοντέρνο–, ανέπτυξα μια σωματική απώθηση σ’ αυτά. Για την ακρίβεια, επειδή το σώμα μου είναι πολιτικό, έδινα κι εγώ «σώμα» στην πολιτική μου αντίδραση με τον τρόπο που σχεδίαζα. Αισθανόμουν ότι έπρεπε να ρισκάρω κάποια πράγματα, προκειμένου να αντιπαραταχθώ στο κυρίαρχο μοντέλο. Έτσι, ορισμένα στοιχεία των έργων μου που δεν αναφέρονται σ’ αυτό διασώζονται μέσα στο χρόνο, ή τουλάχιστον στη συνείδησή μου.

Αν υποθέσουμε ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψετε πολύ γρήγορα και διαπαντός το γραφείο σας και ως εκ τούτου θα προλαβαίνατε να περισώσετε μόνο τα σχέδια τριών έργων σας, ποια θα ήταν αυτά; Μια απάντηση θα ήταν ότι θα ήθελα να πάρω τα τρία τελευταία, διότι πάντα αισθάνεσαι την ανάγκη να υπερασπιστείς ό,τι νεότερο έχεις κάνει. Ωστόσο, θα πω ότι θα έσωζα ένα βιομηχανικό κτίριο στο Κορωπί, το οποίο επανέφερε μέσα μου παλαιές υποθήκες και εμμονές. Έχει σχεδιαστεί σαν μεγαλιθικό τοίχος, κάτι που ανέσυρε στην επιφάνεια πολύ αρχικές προβληματικές – της εποχής που ψάχναμε την αρχιτεκτονική που προϋπήρξε της ιστορικής αρχιτεκτονικής. Το δεύτερο θα ήταν ένα σπίτι που σχεδιάζω τώρα στον Βαρνάβα της Αττικής και για το οποίο δεν θα μπορούσα να πω ακόμα τίποτα, πέραν του ότι είναι ένα πολύ απλό σπίτι με τέσσερις τοίχους, στέγη και πολλούς εξωτερικούς χώρους. Το τρίτο, θα ήταν ένα σπίτι στην Κέα, που ανήκει στην κατηγορία εκείνων που δεν φωτογραφίζονται. Εννοώ ότι το κτίσμα έχει μια λειτουργία που δεν μπορεί να συλληφθεί από το κάδρο μιας φωτογραφικής μηχανής, λόγω μιας διαρκούς εναλλαγής υπαίθριου και κλειστού χώρου. Μόνο όποιος βρίσκεται εκεί μπορεί να καταλάβει την ιδιαίτερη «εμπειρία ρευστότητας» του μέσα με το έξω.

Παλιότερα δημοσιεύατε άρθρα για την αρχιτεκτονική σε εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας, που έτυχαν πολύ καλής υποδοχής, αν και γραμμένα στη θεωρούμενη «αρχιτεκτονική» γλώσσα, που είναι πολύπλοκη και δύσκολη. Πώς αντιμετωπίζετε σήμερα εκείνο το ύφος λόγου; Μα είμαστε θύματα των εποχών –υποχείριά τους–, συντονιζόμαστε μ’ αυτές και μοιραία τις εκφράζουμε. Καθώς ο χρόνος περνά οφείλει κανείς να αναζητά μια σαφήνεια, να την απαιτεί. Εγώ συνεχίζω να έχω μια αμφιθυμία μέσα μου για πολλά πράγματα. Μπορώ να υποστηρίζω αυτό και το αντίθετό του. Νομίζω, ωστόσο, ότι έχω ξεφύγει κάπως από τις «υποχρεώσεις μου προς τρίτους». Όταν είναι κάποιος νέος και διαμορφώνεται, επηρεάζεται πολύ από τρίτους, όπως θα όφειλε άλλωστε. Έτσι αισθάνεσαι ότι έχεις την υποχρέωση να ανταποδώσεις κάτι σ’ αυτόν που σε επηρέασε (π.χ. έναν θεωρητικό). Επομένως όταν συμβαίνει να σε επηρεάζουν πολλοί, έχεις και πολλές υποχρεώσεις προς τρίτους. Οπότε «βγαίνεις στον αέρα» σύνθετος και αντιφατικός. Νομίζω ότι αυτό εξηγεί το γιατί εκείνα τα κείμενα και ο λόγος μου ήταν πιο πολύπλοκα και αντιφατικά, ενώ τώρα είναι όλα κάπως πιο καθαρά. Έχουν μειωθεί οι υποχρεώσεις και τα δάνειά μου.

Πιστεύετε ότι η Αθήνα διαθέτει κάτι που της χαρίζει μια ξεχωριστή ταυτότητα; Ίσως αυτό που θα πω φανεί παλιομοδίτικο, αλλά κατά τη γνώμη μου είναι και μελλοντολογικό: το ενδιαφέρον στην πόλη, πέρα από τα αρχαιολογικά της, είναι η τοπογραφία της – η σχέση της με τη θάλασσα και με το ευρύτερο αττικό τοπίο. Νομίζω ότι υπάρχει μια τεράστια δυναμική ανασυγκρότησής της με βάση αυτή τη σχέση.

Ζήσης Κοτιώνης  Αρχιτεκτονική είναι η ζωή

Από αυτό θα μπορούσε κάποιος να καταλάβει ότι ίσως θέλετε να κρατήσετε το τοπίο και να ισοπεδώσετε την πόλη για να την ξαναχτίσετε από την αρχή. Καθόλου. Αντίθετα με ενδιαφέρει το πώς η υπάρχουσα πόλη θα οδηγούσε τη δραστηριότητα των κατοίκων της προς το τοπίο που την περιβάλλει. Πιστεύω ότι ορισμένα στοιχεία της φυσικής γεωγραφίας της πόλης λειτουργούν σήμερα σαν γκέτο. Π.χ., ο Υμηττός. Πρόκειται για βουνό-γκέτο, δεν προσεγγίζεται εύκολα. Πέρα από τις θάλασσες, που όντως είναι ο πιο ζωντανός χώρος της πόλης κατά τους λίγους μήνες του καλοκαιριού, όλο το υπόλοιπο τοπίο συνιστά ένα απόθεμα που παραμένει ανενεργό. Εγώ, λοιπόν, συζητώ για μια ενεργοποίησή του. Το άλλο καυτό θέμα είναι η αλλαγή της ανθρωπολογίας της πόλης. Δηλαδή το ότι έχουμε πια μια πολυπολιτισμική πόλη, αλλά κάνουμε σαν να μην το ξέρουμε. Η Αθήνα θα έπρεπε να μεταβεί σε μια κατάσταση όπου όλοι οι νέοι κάτοικοί της θα έχουν δικαίωμα σ’ αυτήν. Είναι κάτι που αποκλείεται να μη συμβεί. Η πολυπολιτισμικότητα της πόλης δεν μπορεί να παραμένει στα απωθημένα.

Υπάρχουν αρχιτεκτονήματα που σας γοητεύουν στην Αθήνα; Η επιτομή αυτού που θα έλεγα επιθυμητικό ή φαντασιακό μου για την πόλη είναι το τελευταίο έργο του Πικιώνη: ο παιδικός κήπος στη Φιλοθέη. Δεν είναι κτίριο, αλλά διαμόρφωση υπαίθριου χώρου που διαπαιδαγώγησε γενιές με ένα πλούσιο φαντασιακό για το τι είναι ο χώρος και τι μπορείς να κάνεις μέσα σ’ αυτόν. Το άλλο αρχιτεκτόνημα που θα ξεχώριζα είναι το στρογγυλό σχολείο του Ζενέτου. Αποτελούν και τα δύο «ετεροτοπίες» μέσα στην πόλη. Ίσως μπερδεύει λίγο ο όρος αυτός, αλλά ας πούμε πως τον εννοούμε σαν «πραγματοποιημένες ουτοπίες». Πρόκειται για παραισθητικές αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις που σε ταξιδεύουν αλλού.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ