Αυτοκινηση

Journey vs Destination

Δεν μου αρέσουν τα ταξίδια, εκτός κι αν ξέρω ότι θα με κουράσουν...

32014-72458.jpg
A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 636
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
views-2.jpg

Δεν μ’ αρέσει να φτιάχνω βαλίτσα. Παίρνω πάντα πάρα πολλά ή πολύ λίγα. Συνήθως κάτι θα ξεχάσω, το οποίο θα συνειδητοποιήσω όταν είναι πια αργά, 7-10 λεπτά αφού φύγω από το σπίτι. Την οδοντόβουρτσά μου ή εκείνο το φουλάρι που θα πήγαινε τέλεια με αυτό το μπλουζάκι. Κι αν το είχα, μάλλον δεν θα το φορούσα. 

Ένα ταξίδι πάντα σημαίνει φυγή, απουσία, έλλειψη. Όπου κι αν θέλουμε να φτάσουμε, πρέπει πρώτα να φύγουμε, να αφήσουμε κάτι πίσω μας. Κι όταν επιστρέψουμε θα έχουμε φέρει κάτι καινούργιο μαζί μας. Μια απόδειξη ότι υπήρξαμε, αλλού. 

Τρία πράγματα δεν ξεχνάω ποτέ: μουσική, το άρωμά μου και ένα βιβλίο. Όλα τα άλλα βρίσκονται. Άλλωστε, πάντα χρειάζεσαι ένα καινούργιο φουλάρι. Η επιλογή του προορισμού είναι αποτέλεσμα μιας στοιχειώδης έρευνας, σε αντίθεση με τα logistics του ταξιδιού τα οποία συχνά μεθοδεύονται με διεκπεραιωτικές και κυρίως συνοπτικές διαδικασίες.

views-1.jpg
 

Το ταξίδι ξεκινάει, ή θα έπρεπε να ξεκινάει, στον τοκετό της ανάγκης για φυγή και οξυγονώνεται από τις σκέψεις που αφορούν την ώρα αφύπνισης και αναχώρησης, την ακριβή τοποθεσία συγκομιδής του καφέ, την επιλογή πρωινού το οποίο θα καταναλωθεί απολαυστικά στο αυτοκίνητο, είτε με το ένα χέρι στο τιμόνι, είτε με τα πόδια στο παρμπρίζ. Το soundtrack έτοιμο, τα τσιγάρα στριμμένα από πριν και το νερό, που μάλλον θα επιστρέψει ανέγγιχτο, πηγαινοέρχεται στα πόδια του συνοδηγού. Θα πρέπει άλλωστε να σταματήσουμε για ένα δεύτερο καφέ, και μια οδοντόβουρτσα. 

Μ’ αρέσει να φεύγω ξημερώματα, ειδικά το χειμώνα. Μ’ αρέσει να μαθαίνω την κατεύθυνσή μου όταν ο ήλιος ανατέλλει. Μ’ αρέσουν οι σκέψεις που έρπονται προκλητικά μπροστά σου όταν ο δρόμος είναι άδειος. Μ’ αρέσει όταν ο χρόνος μηδενίζεται σεβόμενος την ήττα του μπροστά στη χάρη της έναρξης του ταξιδιού. Μ’ αρέσουν τα λόγια που ξεδιπλώνονται αργά για να σχηματίσουν κουβέντες. Αυτός του οποίου οι λέξεις πάρουν πρώτες μορφή χαμηλώνει τη μουσική. Βαθιά ανάσα. Ας είναι. Αλλά γιατί δεν είναι ποτέ οι δικές μου; 

Κάπου εδώ, ο προορισμός φαντάζει ασήμαντος, κι ας έχουμε μόλις αποφασίσει εάν θα αφήσουμε πρώτα τα πράγματα ή εάν θα πάμε κατευθείαν για φαΐ. Ακόμα και όταν φτάσουμε, βρισκόμαστε μέσα στο ταξίδι. Ακόμα και όταν επιστρέψουμε, οι αναμνήσεις θα μας φέρνουν πίσω σε αυτό. Ο προορισμός ήταν η πρόφαση, το βάπτισμα της χρείας. Ο σκοπός ποιος είναι;

Αλλά πού είχαμε μείνει; Α ναι, στα λόγια.

Μ’ αρέσουν οι ερωτήσεις που αιφνιδιάζουν, τόσο εμένα όσο και αυτόν που τις ξεστόμισε. Κυρίαρχοι του μυαλού, είλωτες του στόματος. Θεία δικαιοσύνη. Κοιτάμε και οι δύο μπροστά και αφήνουμε νοήματα να αιωρούνται χωρίς τρόπο διαφυγής. Ίσως γι’ αυτό κάποιοι καπνίζουν στο αμάξι. Ίσως γι’ αυτό καμιά φορά αποφεύγουν να ταξιδεύουν σ’ αυτό. Η απομόνωση που πρεσβεύει και οι όροι που θέτει ενεργοποιούν φόβους και απελευθερώνουν καταδυναστευμένες εκκλήσεις. Μα ο σκοπός... ποιος είναι; Kαι ποια η μοίρα αυτών που τρέμουν τον εγκλωβισμό σε μια συνθήκη προαπαιτούμενης έκφρασης; Τι ελπίζουμε να πάρουμε από την περιήγηση αυτή; Και αν η απάντηση είναι «τίποτα», τι κάνουμε εδώ μέσα;

Μ’ αρέσουν οι συνειρμοί που οδηγούν σε αλήθειες, ακόμα και αυτές που σφίγγεις τα δόντια σου για να αντέξεις. Μ’ αρέσει να βλέπω το χιλιομετρικό υπόλοιπο στις πινακίδες για να ξέρω τι μου έχει κοστίσει να φτάσω μέχρι εδώ και πόσο έχω ακόμα. Μικρή μ’ άρεσε να μετράω τούνελ, και μερικές φορές να κρατάω την αναπνοή μου όσο βρίσκομαι μέσα τους. Έμαθα να περνάω ατελείωτες ώρες στο αυτοκίνητο. Έπαψα να ρωτάω εάν φτάνουμε, διότι έμαθα να μη με νοιάζει. Έμαθα να μιλάω, να σωπαίνω, να τραγουδάω, να παίζω και να διαβάζω μέσα σε αυτό. Έμαθα να στριμώχνομαι με άνεση ανάμεσα σε ανθρώπους και πράγματα. Έμαθα να κοιμάμαι ακουμπώντας το κεφάλι μου σε ώμους και αντικείμενα, και έμαθα να χαϊδεύω μέτωπα που αφέθηκαν στα γόνατά μου. Έμαθα να διαβάζω χάρτες, να προσανατολίζομαι και να κρατάω νοητά σημεία στο δρόμο για να ξέρω πώς θα επιστρέψω σε κομβικά σταυροδρόμια σε περίπτωση που χαθώ. Έμαθα να εκτιμώ την ταχύτητα με την οποία ταξιδεύω, είτε το γκάζι το πατάω εγώ, είτε όχι.

auto-views-kentriki-se-olo-to-saloni.jpg

Έμαθα γιατί έπρεπε. Έμαθα γιατί δεν είχα πάντα επιλογή. Έμαθα γιατί συνειδητοποίησα ότι εάν θέλω μια μέρα να οδηγήσω σωστά, πρέπει να ξέρω τι φορτίο έχω, τι βάρος κουβαλάω, τι μπορώ ν’ αντέξω. Έμαθα γιατί αντιλήφθηκα ότι όποιον κι αν έχεις δίπλα σου, το τιμόνι και η ευθύνη είναι πάντα στα χέρια σου. Έμαθα γιατί μ’ αρέσει να μαθαίνω, και γιατί τώρα πια ξέρω ότι όσο και να ταξιδέψω, δεν θα φτάσω ποτέ.

Διότι όσους είδα να «φτάνουν», αργότερα φάνηκε ότι είχαν απλά σταματήσει, στη μέση του πουθενά για μια ανάσα, στην άκρη του δρόμου για να κοιτάξουν πίσω, σε ένα αναψυκτήριο με ωραία θέα· κάποιοι ξέχασαν, άλλοι κουράστηκαν, και οι υπόλοιποι συμβιβάστηκαν.

Μ’ αρέσει να ταξιδεύω νύχτα, απαιτώ όμως απ’ το συνοδηγό μου να μην κοιμηθεί, να μου μιλάει και να μου δίνει ό,τι χρειάζομαι.

Δεν μ’ αρέσουν τα αυτόματα: αυτοκίνητα, λόγια, φιλιά, σ’ αγαπώ. Μεγαλώνουν αποστάσεις. Κάνουν την κίνηση του χεριού προς το λεβιέ περιττή και την προσέγγιση των άκρων του συνοδηγού άκομψη, υπερβατική, σχεδόν αδύνατη. Δεν μ’ αρέσουν οι κουβέντες που ξοδεύουν οξυγόνο χωρίς ουσία, που περιφέρονται αόριστα στον αέρα για να γεμίσουν τις άδειες φούσκες που όλοι νοητά κουβαλάμε πάνω από το κεφάλι μας. Δεν μ’ αρέσουν οι προορισμοί που επινοήθηκαν για να καλύψουν κενά σε αφηγήσεις λανθάνουσες μιας ιστορίας που έχει τελειώσει εν αγνοία των πρωταγωνιστών της.

Μ’ αρέσει να ταξιδεύω νύχτα, να μη γνωρίζω την επόμενη στροφή μέχρι να την πάρω, να (δια)φωτίζω το δρόμο μπροστά μου με τα δικά μου φώτα, και να οδηγώ πάντα ανάμεσα στις γραμμές μόνο μέχρι να μάθω να πιλοτάρω σωστά έξω από αυτές. Δεν μου αρέσουν τα ταξίδια, εκτός κι αν ξέρω ότι θα με κουράσουν. 


Της Ελένης Χελιώτη (www.DarkCaffeineMatter.blogspot.gr)

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ