TV & Media

Τυχεροί όσοι δεν έχουν ακούσει τον Διακογιάννη να περιγράφει

Γιατί δεν έχει υπάρξει άλλος σαν κι αυτόν

41586-784579.jpg
Μάνος Βουλαρίνος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γιάννης Διακογιάννης
© EUROKINISSI / ΑΡΧΕΙΟ

Γιάννης Διακογιάννης (1931 - 2022): Οι περιγραφές του σε αθλητικούς αγώνες και γιατί διαφέρει από άλλους Έλληνες σπορτκάστερ

Τις περισσότερες φορές θυμόμαστε το παρελθόν πολύ καλύτερο απ’ ό,τι υπήρξε. Το ίδιο και τους πρωταγωνιστές του. Στην πραγματικότητα αυτό που κάνει το παρελθόν να φαίνεται ωραίο και τους πρωταγωνιστές του να φαντάζουν μοναδικοί είναι το ότι στο παρελθόν ήμασταν νεότεροι. Κατά τα άλλα, οι περισσότεροι και τα περισσότερα από αυτά που νοσταλγικά θυμόμαστε θα μας φαίνονταν αδιάφορα ή ακόμα και ανυπόφορα εάν με κάποιο μαγικό τρόπο επέστρεφαν στις ζωές μας. Το ίδιο ισχύει για τους σπουδαίους του παρελθόντος της τηλεόρασης. Δεν ήταν καλοί. Ήταν απλώς οι πρώτοι που είδαμε ή ακούσαμε.

Ο Γιάννης Διακογιάννης ήταν μια από τις πολύ λίγες εξαιρέσεις.

Ο Διακογιάννης ήταν (και παραμένει ακόμα και μετά τον θάνατό του) ο κορυφαίος Έλληνας σπορτκάστερ χωρίς να φαίνεται πουθενά ο δεύτερος. Φυσικά ήταν πολύ περισσότερα από αυτό αλλά νομίζω πως οι πιο πολλοί θα τον θυμόμαστε ως τον (πιθανότατα μοναδικό) άνθρωπο που όταν περιέγραφε ένα ποδοσφαιρικό ματς ή κάποιο αγώνισμα του στίβου ήθελες να δυναμώσεις και όχι να χαμηλώσεις την ένταση του ήχου της τηλεόρασης.

Ήταν καλλιεργημένος. Δηλαδή, εκτός από τις αθλητικές γνώσεις, είχε διευριμένο γνωστικό πεδίο και ταυτοχρόνως είχε την ικανότητα να επεξεργάζεται τις γνώσεις του αυτές και να τις μεταφέρει στην περιγραφή ενός αγώνα χωρίς ποτέ να μοιάζει ότι έκανε επίδειξη. Ό,τι έλεγε ήταν σχετικό με το θέαμα και απλώς πρόσθετε κάτι παραπάνω στην απόλαυση της παρακολούθησης.

Καταλάβαινε τα σπορ. Είχε δει πολλή μπάλα, είχε δει πολύ στίβο και η περιγραφή του ήταν αυτή ενός φιλάθλου με εμπειρία και όχι ενός άσχετου με την ουσία δημοσιογράφου που πασχίζει να κάνει εντύπωση με τις φωνές του, με εντελώς άσχετες και αδιάφορες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις ή με λατινικούρες και κακοποιημένες λόγιες εκφράσεις.

Δεν υποτιμούσε τους τηλεθεατές και τους ακροατές. Και γι’ αυτό δεν τους πουλούσε ποτέ αυθεντία. Καταλάβαινε ότι πολλοί από αυτούς που παρακολουθούν και ακούνε επίσης έχουν δει πολλή μπάλα ή στίβο και φρόντιζε να μην εκτίθεται με εντυπωσιακές πλην όμως κενές περιεχομένου αναλύσεις.

Ήξερε ότι οι πρωταγωνιστές ήταν οι αθλητές και όχι ο ίδιος. Ποτέ δεν καπέλωνε το αθλητικό γεγονός που περιέγραφε. Ποτέ δεν έδινε την αίσθηση ότι αυτά που ήθελε να πει ήταν πιο σημαντικά από τους 22 που παίζουν ή τους 8 που τρέχουν.

Ήξερε πότε να σχολιάσει, πότε να ανεβάσει ένταση και πότε απλώς να περιγράψει.

Με λίγα λόγια, ήταν όλα όσα δεν έχουν υπάρξει και μάλλον δεν θα υπάρξουν και μελλοντικά για κανέναν άλλον Έλληνας σπορτκάστερ (ο Αντώνης Πανούτσος που σίγουρα ήρθε στο μυαλό σας δεν είναι σπορτκάστερ, δεν περιγράφει αγώνες).          

Εξαιτίας όλων αυτών των αρετών του πολλοί συμπολίτες λένε σε όσους δεν τον πρόλαβαν πόσο άτυχοι είναι. Για τον ίδιο λόγο εγώ θα τους πω ότι είναι τυχεροί.

Γιατί, ακριβώς επειδή δεν έχουν ποτέ ακούσει τον Διακογιάννη, δεν έχουν μέτρο σύγκρισης. Επειδή δεν έχουν ακούσει τον Διακογιάννη, μπορεί να νομίζουν ότι δεν γίνεται ένας δημοσιογράφος που περιγράφει έναν ποδοσφαιρικό αγώνα να είναι ευχάριστος, εύστοχος, ενημερωτικός και διαφωτιστικός. Κι έτσι να αντέχουν πιο εύκολα, να αντιλαμβάνονται ως αναπόφευκτο κακό τις περιγραφές τις οποίες υφιστάμεθα εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Και μπράβο μας.   

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ