Πολιτικη & Οικονομια

Το Τείχος ανάμεσά μας

Το ζητούμενο για την Ελλάδα είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση

62445-139121.jpg
Σπύρος Βλέτσας
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
81211-163988.jpg

Η επέτειος της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, δεν φέρνει μόνο στην επικαιρότητα την κομμουνιστική τραγωδία που έζησαν οι λαοί της ανατολικής Ευρώπης, αλλά μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πώς το κομμουνιστικό φαινόμενο εξακολουθεί να επηρεάζει τα πολιτικά ήθη στη χώρα μας.

Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα συνορεύει με πρώην κομμουνιστικές χώρες και ζήσαμε από κοντά τα αποτελέσματα των εκεί καθεστώτων, αρκετοί συμπολίτες μας διατηρούν μια ρομαντική άποψη για τον κομμουνισμό και δείχνουν ανοχή στους υπερασπιστές του.

Πολλοί θα έχουν ήδη αναρωτηθεί ποια επικαιρότητα μπορούν να έχουν όλα αυτά στην σημερινή Ελλάδα της κρίσης, της φτώχειας και της ανεργίας. Η απάντηση είναι ότι για να θεωρηθεί αξιόπιστη η λύση που προβάλλει κάποιος θα πρέπει να δούμε την ιδεολογία του και τα ιστορικά του πρότυπα. Γιατί μπορεί κάποιος να υπόσχεται με περισσή ευκολία τα πάντα στους πάντες, αλλά θα πρέπει να δούμε τι αποτελέσματα είχαν για τους λαούς οι πολιτικές που εφαρμοστήκαν από τα καθεστώτα που θαυμάζει.

Η οικονομική κατάρρευση, η χειροτέρευση της ζωής εκατομμυρίων Ελλήνων, η φτώχεια και η απαξίωση του πολιτικού συστήματος δημιούργησαν ένα ευνοϊκό έδαφος για το λαϊκισμό και τη δημαγωγία. Η αδυναμία μεγάλου τμήματος της κοινωνίας να κατανοήσει τα αίτια της οικονομικής κρίσης και να αντιληφθεί την κατάσταση του σημερινού κόσμου συμπληρώθηκε από την τυχοδιωκτική επιδίωξη πολιτικών και ΜΜΕ να αποκομίσουν κέρδη από τα δεινά των πολιτών.

Έτσι φθάσαμε στη μεγάλη έκρηξη του αντιδημοκρατικού πολιτικού εξτρεμισμού που καλλιεργήθηκε με τα αντικοινοβουλευτικά συνθήματα των αγανακτισμένων και βρήκε κορυφαία έκφραση στην είσοδο της Χρυσής Αυγής στη βουλή. Από το ίδιο ρεύμα αγανάκτησης τροφοδοτήθηκε και η ταυτόχρονη άνοδος του κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογείται η ταύτιση της Χρυσής Αυγής με τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς μεταξύ τους υπάρχουν τεράστιες διαφορές. Δεν μπορούμε, όμως, να αγνοήσουμε το γεγονός ότι οι δύο αυτοί χώροι συνέπεσαν την περίοδο της κρίσης στη βία εναντίον πολιτικών αντιπάλων, οι οποίοι παρουσιάστηκαν σαν προδότες, ανθέλληνες και υπηρέτες των ξένων δυνάμεων.

Όλη αυτή η επιθετικότητα εκφράστηκε από το σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ «ή εμείς ή αυτοί» που επιζητεί την εξόντωση του εχθρού. Για να καταλάβουμε το μέγεθος της αντιδημοκρατικής πρόκλησης αρκεί να το αντιπαραβάλουμε με την πολιτική συνύπαρξης που υποστήριξε ο Νέλσον Μαντέλα απέναντι στο απίστευτης βαρβαρότητας καθεστώς του Απαρτχάιντ.

Η βία και ο εμφυλιοπολεμικός λόγος στηρίζεται στη βεβαιότητα ότι εμείς εκπροσωπούμε το απόλυτο καλό και οι άλλοι το απόλυτο κακό. Δεν είναι τυχαίο ότι οι φορείς της ακραίας αντιπαλότητας εμπνέονται ιδεολογικά από δικτατορικά καθεστώτα, υπεύθυνα για μεγάλες ιστορικές τραγωδίες με εκατομμύρια νεκρούς. Και ενώ η σύνδεση της Χρυσής Αυγής με το ναζισμό καταδικάζεται από κάθε δημοκρατικό πολίτη, η συμπάθεια στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για κομμουνιστές δικτάτορες γίνεται αποδεκτή.

Ο Αλέξης Τσίπρας το 2008 είχε δηλώσει στο περιοδικό Schooligans: «Η σκέψη του Μάο σε πολλά σημεία της αξίζει. Το πιστεύω αυτό... Ας πούμε, η σκέψη πίσω από την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο είναι ότι πρέπει συνεχώς να αμφισβητούμε τις δομές και την νομενκλατούρα, ακόμα και όταν είμαστε μέσα στην «επαναστατική» διαδικασία. Αυτή είναι μια σημαντική σκέψη».

Στην ένσταση των συνομιλητών του ότι εξαιτίας της πολιτικής του Μάο «πέθαναν 38 εκατομμύρια άνθρωποι! Περισσότεροι απ' όσους σκότωσε και ο Χίτλερ» ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ απάντησε: «Ε, τώρα δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τον Χίτλερ με τον Μάο! Μπορεί τα κομμουνιστικά καθεστώτα να είχαν αυτό το τεράστιο έλλειμμα ελευθερίας, αλλά τουλάχιστον είχαν στο κέντρο της σκέψης τους τον άνθρωπο».

Οι ιδέες της πολιτιστικής επανάστασης είναι παρούσες και στη διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ (Ιούνιος 2013): «Για μας ο σοσιαλισμός αποσκοπεί τελικά στην κατάργηση των μεγάλων διακρίσεων ανάμεσα σε χειρωνακτική και διανοητική εργασία, σε διεύθυνση και εκτέλεση, σε πόλη και ύπαιθρο, στα κοινωνικώς προσδιορισμένα φύλα».

Αυτά μπορεί να ακούγονται γραφικά, αλλά στην Κίνα του Μάο προκάλεσαν πείνα και λιμούς και αποτέλεσαν το πρόσχημα για εκατομμύρια διώξεις διανοουμένων και εξοντώσεις αντιπάλων. Η διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ παραδέχεται, πάντως, ότι το σοσιαλιστικό πείραμα απέτυχε, αλλά η παραδοχή αυτή δεν τους κάνει επιφυλακτικούς. Εξακολουθούν να επιδιώκουν τον σοσιαλισμό χωρίς να ξέρουν τι πήγε στραβά και χωρίς να σιγουρευτούν πώς το πείραμα δεν θα αποτύχει ξανά. Τους αρκεί να θρηνούν για την ήττα στον εμφύλιο που μας στέρησε την  ευκαιρία της δοκιμής.

Ας υποθέσουμε ότι ένας Έλληνας πολιτικός ηγέτης έλεγε τα σωστότερα πράγματα και είχε επεξεργαστεί τις καλύτερες λύσεις για τα προβλήματα της χώρας, αλλά ταυτόχρονα δήλωνε θαυμαστής ενός δικτάτορα, για παράδειγμα του Μουμπάρακ της Αιγύπτου. Πόσο αποδεκτό θα ήταν, αν από όλο τον κόσμο εκείνος επέλεγε να θαυμάζει κάποιον που κυβέρνησε αυταρχικά και άφησε το λαό του στη φτώχεια και την εξαθλίωση; Τα πράγματα θα ήταν χειρότερα αν ο Έλληνας ηγέτης απέρριπτε ταυτόχρονα πολιτικούς και κόμματα που προσέφεραν στους λαούς τους έναν συνδυασμό πραγματικής ελευθερίας και ευημερίας.

Το 1931 οι Σουηδοί σοσιαλδημοκράτες ανέβηκαν στην εξουσία και επιδόθηκαν σε θυελλώδεις συζητήσεις για να καταλήξουν στο ότι η πρώτη προτεραιότητα για τη χώρα ήταν η κοινωνική δημοκρατία. Τότε ανακοίνωσαν: «Όσο για το οικονομικό μας πρόγραμμα, οι Σοβιετικοί μας γείτονες πειραματίστηκαν συστηματικά με τους προσανατολισμούς που προτιμούσαμε. Αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι καθόλου πειστικά. Επιμένουμε επί του παρόντος στον περιορισμό της κοινωνικής βαναυσότητας που φέρνει η οικονομίας της αγοράς, κάποιο υποκατάστατο της οποίας δεν γνωρίζουμε».

Πρόκειται για το ξεκίνημα ενός από τα μεγαλύτερα κοινωνικά επιτεύγματα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μέσα σε συνθήκες πρωτόγνωρης ελευθερίας το ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος βελτίωσε ουσιαστικά την κατάσταση των αδυνάμων, πράγμα που αποτελεί κριτήριο προόδου, καθώς οι πλούσιοι περνούν παντού καλά. Πώς μπορεί να αγνοούνται αυτά τα επιτεύγματα και να δοξάζονται καθεστώτα φτώχειας και καταπίεσης;

Σήμερα, που η εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας και η ανισότητα απειλούν τις κοινωνικές κατακτήσεις η λύση βρίσκεται στον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και τον εξορθολογισμό των κοινωνικών παροχών ώστε να πηγαίνουν σε αυτούς που έχουν πραγματικά ανάγκη. Αυτά δεν μπορούν να γίνουν από εκείνους που είναι προσανατολισμένοι σε ιστορικούς αναχρονισμούς και νοσταλγούν καταπιεστικά καθεστώτα. Πώς θα μπορέσουν να υπηρετήσουν την οικονομία της γνώσης και της καινοτομίας εκείνοι που διακηρύττουν σαν στόχο την εξομοίωση χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας; Και πώς σκέφτονται να την πετύχουν; Αναγκάζοντας τον πυρηνικό επιστήμονα να γίνει αγρότης (όπως στην πολιτιστική επανάσταση) ή αμείβοντάς τον όσο τον ανειδίκευτο εργάτη;

Το ζητούμενο για την Ελλάδα είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση και η εξασφάλιση μιας θέσης στον ανεπτυγμένο κόσμο. Αυτό γίνεται μόνο μέσα από μεταρρυθμίσεις στα πρότυπα των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών και όχι αντιγράφοντας αποτυχημένα κράτη της Λατινικής Αμερικής, πλούσια σε πόρους, αλλά με πάμπτωχους κατοίκους. Κράτη, που συμπληρώνουν τις κομμουνιστικές δικτατορίες στη λίστα με τα αγαπημένα πρότυπα εκείνων που προσφέρουν τις εύκολες λύσεις στα μεγάλα μας προβλήματα.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.