Πολιτικη & Οικονομια

Ο τροχονόμος του Μαξίμου

«Αυτή τη φορά δεν παίζουμε, θα μας πούνε. Μόνο που το πρόβλημα βρίσκεται αλλού»

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κυβερνητικές πηγές: Αυξάνεται η αλαζονεία και ο επιθετικός τρόπος με τον οποίο μιλά ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, όταν πιέζεται να δώσει ουσιαστικές απαντήσεις
© ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI

Η αντιμετώπιση της οπαδικής βίας στην Ελλάδα, η στάση της αστυνομίας και η νοοτροπία που έχει επικρατήσει.

Οι έλεγχοι στην είσοδο του γηπέδου ήταν σχολαστικοί. Είχαμε πάει με το γιό μου, περίπου μια δεκαετία πριν, σε ματς του ελληνικού πρωταθλήματος και οι αστυνομικοί που βρίσκονταν σε κάθε θύρα, υποχρέωναν όλους τους θεατές, πριν μπούνε στο γήπεδο, να αδειάσουν τις τσέπες τους. Αν είχαν κέρματα τα παρακρατούσαν και μπορούσες να τα πάρεις πίσω μετά το τέλος του αγώνα. Μας είχε φανεί υπερβολικό και μάλλον αστείο. Όχι τίποτε άλλο αλλά μετά, στο κυλικείο, μας έδιναν τα ρέστα σε κέρματα! Μηδέν εις το πηλίκον δηλαδή. Αλλά βέβαια δεν είναι αυτό το θέμα. Το αναφέρω απλώς σαν ένα παράδειγμα για το πώς η Πολιτεία αντιμετωπίζει διαχρονικά τη «βία στα γήπεδα». Μέτρα ατάκτως ερριμμένα, αποφασισμένα κάτω από την πίεση των γεγονότων, με μόνο στόχο να ικανοποιήσουν μια ευερέθιστη αλλά γρήγορα ξεχασιάρα, κοινή γνώμη. Μέτρα τα οποία πάντοτε λαμβάνονται κατόπιν εορτής για να περιπέσουν λίγο αργότερα σε αχρησία. Να θυμηθούμε τις κάμερες στα γήπεδα, τον έλεγχο των ταυτοτήτων ή την διάλυση των ομαδικών συνδέσμων. Μέτρα που πάρθηκαν, και γρήγορα ξεχάστηκαν. Όσο για τα κέρματα κανείς δεν τα ζητά πια. Τα θυμήθηκα απλώς τη χρονιά που μας πέρασε, παρακολουθώντας τα ματς από την τηλεόραση, με την «ιεροτελεστία» των δεκάδων φωτοβολίδων που άναβαν οι φίλαθλοι πριν από την έναρξη κάθε αγώνα, χωρίς να νοιάζεται κανείς. Για ψιλά θα μιλάμε; Προχθές βέβαια, με πρόσφατο τον τραγικό θάνατο του νεαρού φιλάθλου της ΑΕΚ, οι έρευνες ανανεώθηκαν. Συνελήφθησαν μάλιστα και δύο φίλαθλοι με φωτοβολίδες. Ως πότε όμως;

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πάντως ότι αυτά και άλλα ανάλογα «σκληρά» μέτρα θα ληφθούν και σήμερα. Για τη βία, όπως και για τις ομπρέλες, για τις φωτιές για ότι τέλος πάντων φέρνει στην επιφάνεια η επικαιρότητα. Μέτρα που θα υπογραμμίζουν την «πολιτική βούληση» να λυθεί το πρόβλημα. Αυτή τη φορά δεν παίζουμε, θα μας πούνε. Μόνο που το πρόβλημα βρίσκεται αλλού. Στην αδυναμία μας να φτιάξουμε μια δημόσια διοίκηση η οποία θα μπορεί να λειτουργεί με κανόνες, συγκεκριμένες διαδικασίες, αξιολόγηση και επάρκεια χωρίς έκτακτα μέτρα, χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά την πολιτική ηγεσία να την σπρώχνει. Μια διοίκηση που αν και όταν χρειάζεται θα βάζει και τον υπουργό στη θέση του. Αυτό δηλαδή που δεν είναι η Ελληνική Αστυνομία.

Είμαι απολύτως βέβαιος ότι αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο πρωθυπουργός. Άλλωστε δεν χρειάζεται να πάει μακριά, αρκεί να κοιτάξει από το παράθυρό του στην Ηρώδου του Αττικού. Θα ανακαλύψει ότι έχει γίνει ένα τεράστιο πάρκινγκ παρατρεχάμενων. Μια κανονική αστυνομία και ένας κανονικός διοικητής της τροχαίας θα είχε στείλει ένα περιπολικό να τους πάρει τις πινακίδες. Αλλά βέβαια στην Ελλάδα είμαστε, ο κ. Διοικητής, λογικά θα πείτε, θέλει να έχει το κεφάλι του ήσυχο. Ως παλαιότερος άλλωστε θυμάμαι ένα υπουργό που είχε χαστουκίσει έναν τροχονόμο ο οποίος είχε τολμήσει να του κόψει κλήση. Αν δεν δώσει εντολή λοιπόν ο ίδιος ο πρωθυπουργός, κανένας «τρελός» αστυνομικός δεν θα δώσει εντολή να καθαρίσει η Ηρώδου του Αττικού.

Αν ο πρωθυπουργός έκανε μια βόλτα λίγο πιο πάνω, ως τη γωνία Βασιλίσσης Σοφίας, θα συνειδητοποιούσε  ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της ΕΛΑΣ. Θα έβλεπε λοιπόν ότι η ύπαρξη  τροχονόμων, ουδόλως αποτρέπει τους οδηγούς από το να υποπίπτουν σε συνεχείς παραβάσεις. Αυτοκίνητα για παράδειγμα κλείνουν τη διασταύρωση, κάτι που είχε ανακοινωθεί με τυμπανοκρουσίες ότι θα τιμωρείται, κάποτε μάλιστα είχαν γίνει και ειδικές διαγραμμίσεις ώστε να προειδοποιούνται οι οδηγοί. Στο απέναντι πεζοδρόμιο πάλι, προς την Πλατεία, είναι μονίμως διπλοπαρκαρισμένα, χωρίς καμία επίπτωση. Ο λόγος είναι φυσικά ότι οι τροχονόμοι κάνουν μόνο αυτά για τα οποία τους έχουν δώσει εντολή να κάνουν. Τίποτα παραπάνω. Τις ώρες που δεν διαχειρίζονται ενεργά την κυκλοφορία λοιπόν, απλώς κάθονται. 

Αυτό ισχύει για όλη την αστυνομία. Ακολουθούν απλώς εντολές. Έτσι ακόμα και αν κάνει κάποιος τροχαία παράβαση μπροστά στο σπίτι του πρωθυπουργού, κανείς δεν θα του πει τίποτα, επειδή οι αστυνομικοί βρίσκονται εκεί για άλλο λόγο. Κάτι ανάλογο, σε μεγαλύτερη κλίμακα βέβαια, έγινε και με τους χούλιγκαν. Τους παρακολουθούσαν αλλά κανείς δεν τους έδωσε εντολή να τους σταματήσουν. Τους άφησαν λοιπόν να περάσουν ανενόχλητοι.

Δεν είναι θέμα αν διαθέτουμε καλή η κακή αστυνομία. Σίγουρα υπάρχουν πολλά αξιόλογα στελέχη κι έχουν και σημαντικές επιτυχίες. Είναι η νοοτροπία η οποία έχει επικρατήσει και την εισπράττουμε ως πολίτες. Είναι χαρακτηριστική η εικόνα των μοτοσικλετιστών στο κέντρο της πρωτεύουσας οι οποίοι δεν κάνουν τίποτα αν δεν τους ειδοποιήσει το «κέντρο». Για τις αιτίες μπορούμε να συζητάμε αενάως. Από τους χαμηλούς μισθούς ως τον κομματισμό, την αναξιοκρατία, το ρουσφέτι, την γραφειοκρατική και την κακώς νοούμενη δημόσιο-υπαλληλική λογική ή την την εσωτερική διαφθορά. Οι ειδικοί τα γνωρίζουν καλύτερα. Το πρόβλημα είναι ότι στους μεγάλους οργανισμούς οι νοοτροπίες, το εργασιακό ήθος αν προτιμάτε, αλλάζει εξαιρετικά δύσκολα. Έχουν διεξαχθεί μελέτες επί μελετών για να καταλάβουν τι είναι αυτό που επιτρέπει στον Άγγλο «Μπόμπι» να επιβάλλεται με ένα απλό γκλομπ την ώρα που ο συνάδελφός του στο Μπρονξ, στην πρώτη δυσκολία βγάζει πιστόλι, κατα προτίμηση εναντίον μαύρων πολιτών. Ή πάλι γιατί σε μια υπηρεσία οι υπάλληλοι χρηματίζονται ενώ σε μια άλλη θεωρείται υπόθεση τιμής η προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Εύκολη απάντηση δεν υπάρχει. Σίγουρα η νοοτροπία δεν αλλάζει από τις αποφάσεις που θα πάρει ένας υπουργός. Χρειάζεται συστηματική προσπάθεια χρόνων, κάτι στο οποίο ως χώρα έχουμε αποδείξει ότι δεν είναι στα δυνατά μας σημεία.

Ένα σωστό άρθρο πρέπει να καταλήγει στο δια ταύτα, με προτάσεις. Πλην όμως μετά από τόσα χρόνια όπου συζητάμε τα ίδια και τα ίδια, μια κάποια δόση απαισιοδοξίας είναι ίσως πιο σωστή κατάληξη. Βήματα ασφαλώς θα γίνουν. Να, για παράδειγμα, οι κάμερες στους λεωφορειόδρομους οι οποίες ανακοινώθηκαν, μπορεί να συμβάλλουν στην αποσυμφόρηση τους. Αλλά πάλι κάμερες είχαν μπει ξανά πριν από μια 20ετία. Ποιος ξέρει τι θα γίνει πάλι μετά από 20 χρόνια;

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ