Πολιτικη & Οικονομια

Προς υπεράσπιση της παγκοσμιοποίησης

Ο Economist εξηγεί γιατί οι πολέμιοί της κάνουν λάθος

10129-624076.jpg
Βαγγέλης Κορωνάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
326244-673394.jpg
Economist, John Berkeley

Κόντρα στο ρεύμα της εποχής, όταν όλο και περισσότεροι ψηφοφόροι και κυβερνήσεις στο δυτικό κόσμο στρέφονται κατά της παγκοσμιοποίησης, ο βρετανικός Economist αφιερώνει αυτή την εβδομάδα το τεύχος του στην υπεράσπισή της. Ακολουθεί το εισαγωγικό κείμενο του αφιερώματος.


Τον Σεπτέμβριο του 1843 η εφημερίδα Liverpool Mercury κάλυψε μια μεγάλη συγκέντρωση υπέρ του ελεύθερου εμπορίου στην πόλη. Το Βασιλικό Αμφιθέατρο ξεχείλιζε. Ο John Bright, νεοεκλεγείς βουλευτής, μίλησε πειστικά για την κατάργηση των δασμών στα εισαγόμενα τρόφιμα, επαναλαμβάνοντας τα επιχειρήματα του Economist, μιας νεόκοπης τότε εφημερίδας. Ο κ Bright είπε στο ακροατήριό του ότι κατά τον προεκλογικό του αγώνα, ο ίδιος είχε εξηγήσει πώς «χτίστες, τσαγκάρηδες, ξυλουργοί και κάθε είδους τεχνίτες θα υπέφεραν αν το εμπόριο της χώρας περιοριζόταν». Η ομιλία του στο Λίβερπουλ ξεσήκωσε κραυγές επευφημίας.

Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς, 173 χρόνια αργότερα, έναν κορυφαίο Δυτικό πολιτικό να επαινείται για την υπεράσπιση του ελεύθερου εμπορίου. Κανένας από τους δύο υποψήφιους στις προεδρικές εκλογές της Αμερικής δεν διεκδικεί τα πρωτεία. Ο Ντόναλντ Τραμπ, ασυνάρτητος σε τόσα μέτωπα, είναι σαφής σ' αυτόν το τομέα: ο αθέμιτος ανταγωνισμός από τους ξένους έχει καταστρέψει θέσεις εργασίας στη χώρα. Ο ίδιος απειλεί να διαλύσει τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής, να αποχωρήσει από την Εμπορική Συμφωνία του Ειρηνικού (TPP) και να ξεκινήσει εμπορικό πόλεμο με την Κίνα. Η Χίλαρι Κλίντον καταγγέλλει τώρα το TPP, μια συμφωνία στις διαπραγματεύσεις της οποίας συμμετείχε. Στη Γερμανία, μια από τις μεγαλύτερες εξαγωγικές χώρες στον κόσμο, δεκάδες χιλιάδες βγήκαν στους δρόμους αυτό το μήνα για να διαδηλώσουν κατά της προτεινόμενης εμπορικής συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η αντίδραση κατά του εμπορίου είναι απλώς ένα σύμπτωμα μιας διάχυτης ανησυχίας για τις επιπτώσεις των ανοικτών οικονομιών. Η ψήφος υπέρ του Brexit της Βρετανίας αντανακλά ανησυχίες για τον αντίκτυπο της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης των υπηρεσιών, των θέσεων εργασίας και του πολιτισμού. Οι μεγάλες επιχειρήσεις δέχονται επίθεση για την εκμετάλλευση «παραθύρων» στο εξωτερικό για να αποφεύγουν φόρους.

Η κριτική περιέχει κάποια αλήθεια: πρέπει να γίνουν περισσότερα για να βοηθηθούν όσοι χάνουν από το άνοιγμα των οικονομιών. Αλλά υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ της βελτίωσης της παγκοσμιοποίησης και της αντιστροφής της. Η ιδέα ότι η παγκοσμιοποίηση είναι μια απάτη που ωφελεί μόνο τις επιχειρήσεις και τους πλούσιους δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο λάθος.

Η πραγματική πολιτική υπέρ των φτωχών

Το πρώτο επιχείρημα είναι η μεγάλη βελτίωση στο παγκόσμιο βιοτικό επίπεδο μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η οποία υποστηρίχθηκε από μια έκρηξη του παγκόσμιου εμπορίου. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν από 8% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 1950 σε σχεδόν 20% μισό αιώνα αργότερα. Η ανάπτυξη που προέρχεται από τις εξαγωγές και τις ξένες επενδύσεις έχει βγάλει από τη φτώχεια εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων στην Κίνα και έχει μεταμορφώσει πολλές οικονομίες, από την Ιρλανδία μέχρι τη Νότια Κορέα.

Απλά, οι Δυτικοί ψηφοφόροι δεν βρίσκουν και μεγάλη παρηγοριά στον εξαιρετικό αυτό μετασχηματισμό της μοίρας των αναδυόμενων αγορών.

Αλλά και στη Δύση, τα συνολικά οφέλη του ελεύθερου εμπορίου είναι αδιαμφισβήτητα. Οι εξαγωγικές εταιρείες είναι πιο παραγωγικές και πληρώνουν υψηλότερους μισθούς από εκείνες που εξυπηρετούν μόνο την εγχώρια αγορά. Οι μισές εξαγωγές της Αμερικής πάνε σε χώρες με τις οποίες έχει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, παρόλο που οι οικονομίες τους αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το ένα δέκατο του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Ο προστατευτισμός, αντίθετα, πλήττει τους καταναλωτές και προσφέρει ελάχιστα στους εργαζόμενους. Οι πιο φτωχοί επωφελούνται πολύ περισσότερο από το εμπόριο από τους πλούσιους. Μια μελέτη σε 40 χώρες διαπίστωσε ότι οι πλουσιότεροι καταναλωτές θα χάσουν το 28% της αγοραστικής δύναμής τους εάν το διασυνοριακό εμπόριο σταματήσει, αλλά εκείνοι στο χαμηλότερο 10%  θα χάσουν 63%. Το ετήσιο κόστος για τους Αμερικανούς καταναλωτές όταν στράφηκαν σε μη κινεζικά ελαστικά, όταν ο Μπαράκ Ομπάμα θέσπισε δασμούς το 2009, ήταν περίπου 1,1 δις. δολάρια σύμφωνα με το Ινστιτούτο Peterson για τη Διεθνή Οικονομία. Αυτό ανέρχεται σε πάνω από $900.000 για κάθε μια από τις 1.200 θέσεις εργασίας που «έσωσε».

Οι ανοιχτές οικονομίες παρέχουν και άλλα οφέλη. Οι μετανάστες δεν βελτιώνουν μόνο τη δική τους ζωή αλλά και τις οικονομίες των χωρών υποδοχής: Οι Ευρωπαϊοι μετανάστες που έφτασαν στη Βρετανία από το 2000 έχουν θετικές καθαρές συνεισφορές στο δημόσιο ταμείο, προσθέτοντας περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια στερλίνες στα δημόσια οικονομικά, μεταξύ του 2001 και του 2011. Οι άμεσες επενδύσεις από το εξωτερικό βοηθούν τον ανταγωνισμό, την τεχνολογία, τη διαχείριση της τεχνογνωσίας και τις θέσεις εργασίας,  λόγος για τον οποίο οι υπερβολικά συντηρητικές κινήσεις της Κίνας για την ενθάρρυνση των άμεσων ξένων επενδύσεων, απογοητεύουν.

Τι έχετε κάνει για μένα τώρα τελευταία;

Τίποτα από τα παραπάνω δεν αρνείται ότι η παγκοσμιοποίηση έχει προβλήματα. Από τη δεκαετία του 1840 οι υποστηρικτές του ελεύθερου εμπορίου ξέρουν ότι αν και η μεγάλη πλειοψηφία οφελείται, κάποιοι χάνουν. Πολύ λίγα έχουν γίνει για να βοηθηθούν αυτοί οι άνθρωποι. Ίσως το ένα πέμπτο των περίπου 6 εκατ. καθαρών απωλειών θέσεων εργασίας στην αμερικανική παραγωγή μεταξύ 1999 και 2011 προήλθε από τον κινεζικό ανταγωνισμό. Πολλοί από εκείνους που έχασαν τις δουλειές τους δεν κατάφεραν να βρουν νέες. Εκ των υστέρων, οι πολιτικοί στη Βρετανία φαίνεται ότι ήταν πολύ χαλαροί σχετικά με τις πιέσεις που η μετανάστευση από τα νέα κράτη μέλη της ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη άσκησε στις δημόσιες υπηρεσίες. Και παρόλο που δεν υπάρχουν διαδηλώσεις στους δρόμους για την ταχύτητα και την αστάθεια των διασυνοριακών μετακινήσεων των βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων, αυτές συχνά αποδεικνύονται επιζήμιες, αν μη τι άλλο για τις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης.

Το αφιέρωμά μας αυτή την εβδομάδα υποστηρίζει ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα για να αντιμετωπιστούν αυτά τα μειονεκτήματα. Η Αμερική δαπανά ένα ασήμαντο 0,1% του ΑΕΠ της -το ένα έκτο του μέσου όρου των πλούσιων χωρών- στις πολιτικές για την επανακατάρτηση των εργαζομένων και την ενίσχυσή τους ώστε να βρουν νέες θέσεις εργασίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο, είναι λυπηρό το γεγονός ότι ούτε ο Τραμπ, ούτε η Κλίντον προτείνουν πολιτικές για να βοηθήσουν εκείνους των οποίων οι θέσεις εργασίας έχουν υποφέρει από το εμπόριο ή τη φθηνότερη τεχνολογία. Για τη μετανάστευση, υπάρχει λογική στο να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Δανίας και να συνδέσουν τα έσοδα της τοπικής αυτοδιοίκησης με τον αριθμό των εισερχομένων μεταναστών, έτσι ώστε οι πιέσεις στα σχολεία, τα νοσοκομεία και τις κατοικίες να ελαφρύνουν.

Πολλοί βλέπουν τους κανόνες που δεσμεύουν τους συμμετέχοντες στις εμπορικές συμφωνίες ως προσβολή για τη δημοκρατία. Αλλά υπάρχουν τρόποι ώστε οι κοινοί κανόνες να ενισχύσουν την εθνική ανεξαρτησία. Η εναρμόνιση των κανόνων φορολογίας των πολυεθνικών θα δώσει στις χώρες μεγαλύτερο έλεγχο στα δημόσια οικονομικά τους. Μια συντονισμένη προσέγγιση στον έλεγχο των ροών κεφαλαίων θα αποκαταστήσει την κυριαρχία επί της εθνικής νομισματικής πολιτικής.

Αυτές είναι οι λογικές απαντήσεις στους γυρολόγους του προστατευτισμού και της εσωστρέφειας. Η χειρότερη απάντηση θα ήταν οι χώρες να γυρίσουν την πλάτη τους στην παγκοσμιοποίηση. Το επιχείρημα για το άνοιγμα των αγορών παραμένει σχεδόν το ίδιο όπως ήταν όταν αυτή η εφημερίδα ιδρύθηκε για να υποστηρίξει την κατάργηση των νόμων των δημητριακών. Υπάρχουν περισσότερες και μεγαλύτερες ευκαιρίες στις ανοικτές οικονομίες σε σχέση με τις κλειστές. Και, σε γενικές γραμμές, με τις ευκαιρίες οι άνθρωποι καταλήγουν σε καλύτερη κατάσταση. Από το 1840, οι υπερασπιστές του ελεύθερου εμπορίου πίστευαν ότι οι κλειστές οικονομίες ευνοούν τους ισχυρούς και βλάπτουν τις εργατικές τάξεις. Είχαν δίκιο τότε. Έχουν δίκιο και τώρα.


Μετάφραση B.K. - A.V.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ