Ελλαδα

Ρεπορτάζ από τη δίκη για το Μάτι: Αλήθειες που ακούστηκαν μόνο στην αίθουσα

Εκεί που συνειδητοποιείς το μέγεθος του εγκλήματος

34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
diki-sto-mati__1_

Δίκη για τη φονική φωτιά στο Μάτι: Η ολοκλήρωση των καταθέσων των θυμάτων, τι συζητάνε στους διαδρόμους, η κατάθεση της Ζωής Κωνσταντοπούλου

Τι σημαίνει αυτό που έχει καταγραφεί στη συλλογική μας ιστορία ως η φονικότερη φωτιά στην οποία κάηκαν ζωντανοί, ή παλεύοντας με τα εγκαύματά τους, 104 άνθρωποι; Μετά από τέσσερα χρόνια, τι μας έχει μείνει από αυτή την ιστορία;

Αν πω ότι συγκλονίζεσαι παρακολουθώντας τις συνεδριάσεις του δικαστηρίου, δεν νομίζω ότι γλώσσα από μόνη της μπορεί να το περιγράψει. Ο μόνος τρόπος για να καταλάβεις τι είναι το Μάτι είναι να ακούσεις τις καταθέσεις και να μιλήσεις με τους ανθρώπους που βρίσκονται εκεί: μητέρες, πατέρες, σύντροφοι, αδέρφια, γονείς, παιδιά, γείτονες, ενεργοί πολίτες. Μόνο έτσι μπορείς, πρώτον, να συναισθανθείς τον σταυρό που κουβαλάνε, δεύτερον, να καταλάβεις το παράπονό τους, που πιάνει όλη την γκάμα από την απελπισία μέχρι τον θυμό.

Μία από τις ιδιαιτερότητες αυτής της δίκης μέχρι τώρα: 200 καταθέσεις, η ίδια ιστορία με διαφορετικούς πρωταγωνιστές και κάποιες παραλλαγές στο σενάριο. Οι μάρτυρες περιγράφουν τα γεγονότα και τα συναισθήματα εκείνης της ημέρας που έκοψε τη ζωή τους στα δύο και όσα ακολούθησαν. Ακούς αυτούς που βρίσκονταν αλλού ψάχνοντας απεγνωσμένα τους δικούς τους, και όσους βρίσκονταν εκεί ζώντας τον εφιάλτη. Ακούς τις ιστορίες αυτών που σώθηκαν να μιλούν για αυτούς που δεν σώθηκαν (κάηκαν, πνίγηκαν ή κατέληξαν στο νοσοκομείο).

Πολλοί από αυτούς που σώθηκαν ήταν οι εγκαυματίες – μια πανομοιότυπη αφήγηση πολλών για το μαρτύριο μιας επώδυνης και μακράς αποκατάστασης. Επειδή ο αριθμός των νεκρών είναι εξωπραγματικός, 104, δεν έχουμε στο μυαλό ότι ακόμα και σήμερα πολλοί άνθρωποι μπορεί να έχουν περιορισμένη κινητικότητα, να πονάνε, να μην κοιμούνται τα βράδια.

Οι ομοιότητες στην αφήγηση πολλές, «ανοίξαμε την τηλεόραση αλλά έλεγε για τη φωτιά στην Κινέττα». Βλέπουν τη φωτιά ξαφνικά έξω από την αυλή του σπιτιού τους. Σε πολλές περιπτώσεις μόλις πέντε λεπτά χωρίζουν αυτούς που πρόλαβαν από αυτούς που δεν πρόλαβαν, εξαιτίας μιας τυχαίας στιγμής, μιας στιγμιαίας απόφασης, μιας γρήγορης ή όχι αντίδρασης, ο ένας θα μπορούσε να είναι στη θέση του άλλου. 

Κοινό σημείο σε όλες τις ιστορίες: Δεν μας ειδοποίησε κανείς.

Ακούγοντας τις καταθέσεις των θυμάτων αφενός συγκλονίζεσαι, αφετέτου συνειδητοποιείς το μέγεθος του εγκλήματος. Στον βαθμό που ολοκληρώθηκαν η δίκη μπαίνει σε ένα νέο κεφάλαιο με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, η κατάθεσή της κάνει κάποιους συνηγόρους υπεράσπισης να αποχωρήσουν διαμαρτυρόμενοι. 

Η ιστορία της Zoe Holohan

Ήταν λάτρης της αρχαίας ελληνικής ιστορίας ήδη από το πανεπιστήμιο. Το όνειρό της να έρθει στην Ελλάδα θα γινόταν πραγματικότητα με το γαμήλιο ταξίδι στο Μάτι με τον σύζυγό της Μπράιαν. Ήταν μόλις η δεύτερη μέρα όταν μύρισαν τη φωτιά, κατάφεραν να βγουν έξω από τη βίλα που νοίκιαζαν και βρέθηκαν σε ένα δρόμο με πανικόβλητους ανθρώπους που έτρεχαν μη γνωρίζοντας προς τα πού να πάνε. Περνώντας μέσα από μια κόλαση βρίσκουν στη μέση του δρόμου τρία μικρά παιδιά μόνα τους τα παίρνουν αγκαλιά και συνεχίζουν να περνάνε μέσα από φωτιές μέχρι που περνάει ένα αυτοκίνητο, το σταματάνε, βάζουν μέσα τα παιδιά αλλά δεν υπάρχει χώρος για αυτούς, οπότε μπαίνουν στο πορτμπαγκάζ και ξεκινάνε, τα ρούχα της πιάνουν ξανά φωτιά, τα μαλλιά της... Ένας κορμός πέφτει κοντά τους και ο Μπράιαν δεν μπορεί να κρατηθεί, πέφτει φλεγόμενος αναφωνώντας «γιατί;» ενώ εκείνη νιώθοντας το πρόσωπό της να λιώνει κουρνιάζει μέσα περιμένοντας να πεθάνει. 200 μέτρα μετά έρχεται ένας άντρας, την παίρνει αγκαλιά και τη βάζει μέσα στο αυτοκίνητό του, περνάει μέσα από τις φλόγες και βγαίνουν στον δρόμο. Το επόμενο κομμάτι της αφήγησής της αφορά τον αγώνα της να επιβιώσει από τα εγκαύματα, στον Ευαγγελισμό, στο Μητέρα και στην πατρίδα της την Ιρλανδία, τον αγώνα της αποκατάστασής της, τις φοβίες της, το μεγάλο και παντοτινό της πένθος. Τέσσερα χρόνια μετά, η υγεία της δεν έχει αποκατασταθεί.

Δεν μπορείς να τα πιστέψεις αυτά που ακούς. Στο διάλειμμα γνωρίζω τον άνθρωπο που έσωσε τη Ζόε, είναι υπάλληλος Πολιτικής Προστασίας του Δήμου Ραφήνας, που βρέθηκε στο σημείο. Τον ρωτάω αν πήγε επειδή την είδε. «Δεν κατάλαβες», μου απαντάει, «είδα το πορτμπαγκάζ ανοιχτό και πήγα να το κλείσω για να μην πιάσει φωτιά το αυτοκίνητο, τελευταία στιγμή είδα μέσα ένα μαύρο πράγμα με κάρβουνα από πάνω κι ένα χέρι να κουνιέται, της έριξα νερό γιατί είχαν λιώσει τα ρούχα στο δέρμα της και στα μαλλιά της, την έβαλα στο αυτοκίνητο, και συνεχίσαμε μέσα από τη φωτιά για περίπου ένα χιλιόμετρο».

Η ιστορία της οικογένειας Σπυρίδη

Οι παππούδες έχουν έρθει από τη Βέροια και κρατάνε τα εγγονάκια τους, 8 και 10 χρονών, στο εξοχικό που νοικιάζουν για δεύτερη χρονιά ο γιος τους με τη γυναίκα του στο Μάτι. Ο παππούς και η γιαγιά παίρνουν από ένα εγγονάκι στην αγκαλιά και τρέχουν προς τη θάλασσα με το θερμικό κύμα να τους καίει, βάζουν μπροστά τα σώματά τους για να τα προφυλάξουν. Από τις καταθέσεις της οικογένειας μου αποτυπώνεται η αγωνία της μητέρας που ξέρει ότι τα μικρά  παιδιά της κινδυνεύουν ενώ αυτή βρίσκεται  στο σπίτι τους στην Αθήνα. Η πληροφόρηση, ανύπαρκτη. Ο σύζυγός της έχει πάει στην κόλαση να ψάξει τους γονείς του και τα παιδιά τους, αναζητώντας τρόπους να πλησιάσει. Μικρή λεπτομέρεια της δικής του κατάθεσης: Όταν βλέπει πρώτα τα παιδί του στο Παίδων, και μετά τον πατέρα του στον Ευαγγελισμό, συνειδητοποιεί ότι το παιδί έχει καεί στα σημεία του σώματός του που άφηνε ακάλυπτη η αγκαλιά του παππού του, το έσωσε βάζοντας ασπίδα το δικό τους σώμα.

Σε κατάσταση πανικού, έπαιρνα στην πυροσβεστική, στην αστυνομία, στο λιμενικό, δεν έβρισκα κανέναν, ο γαμπρός μου που εργάζεται στο Λιμεναρχείο στο Ηράκλειο μου είπε ότι οι συνάδελφοί του από το λιμενικό της Ραφήνας τον καθησύχασαν, το ίδιο και ο πυροσβέστης φίλος του συζύγου μου που ερχόταν από Κινέττα, μας καθησύχασε, όμως όσο περνούσε η ώρα έχανα τις ελπίδες μου. Κάποια στιγμή χτύπησε το κινητό και ήταν η κόρη μου σε κατάσταση πανικού, έκλαιγε και τσίριζε, μαμά καιγόμαστε, ο γιος μου σε χειρότερη κατάσταση, μαμά καίγομαι και πονάω, το τηλέφωνο μας το έδωσε μια κυρία, και έκλεισαν. Ήμουν σε σοκ. Κάποια ώρα μετά, ο σύζυγός μου με πήρε και μου είπε ότι ειδοποιήθηκε πως είναι καλά και περιμένουν να τους πάνε στο ξενοδοχείο, να πάω στον Ευαγγελισμό γιατί θα πήγαινε εκεί ο πεθερός μου. Μόνο όταν έφτασα κατάλαβα τι είχε συμβεί, ήταν το μεγαλύτερο σοκ της ζωής μου, ο πεθερός μου ήταν ένας μαύρος άνθρωπος, καμένος παντού, τα ασθενοφόρα έφερναν συνέχεια ανθρώπους καμένους, έλεγα δεν είναι δυνατόν, πώς έγινε αυτό; Έφεραν την πεθερά μου, καμένη κι αυτή, και μου είπε μόνο «τα παιδιά είναι εντάξει, τα φέραμε». Έτρεξα στο Παίδων, όταν μπήκα αντίκρισα δύο παιδιά μαυρισμένα με φουσκάλες παντού, είχα ανοίξει τα χέρια μου να τα αγκαλιάσω και δεν ήξερα πού να τα πιάσω. Ήμασταν στα νοσοκομεία, στην αρχή στο Παίδων, μετά στον Ευαγγελισμό, πήγα στο κέντρο ψυχικής υγείας για βοήθεια, δεν μπορούσα να κοιμηθώ, να φάω, τρόμαζα ότι κάτι μπορεί να συμβεί στα παιδιά, περάσαμε στο νοσοκομείο πολύ μεγάλο διάστημα, τον πεθερό μου πρόλαβα ελάχιστα να τον δω, μετά μπήκε στην Εντατική, πέθανε μετά από πέντε μήνες. Τον θυμάμαι να μου χαμογελάει όταν του έλεγα ότι η μικρή τον περιμένει, προστάτευσαν τα παιδιά μου με τα σώματά τους, είχαν έρθει για να μας βοηθήσουν με μεγάλη χαρά, αισθανόμουν πάρα πολλές τύψεις. Ακόμα κάνουμε συνεδρίες ψυχολογικής υποστήριξης, η ζωή μας έχει αλλάξει.
Για τα παιδιά ήταν πάρα πολύ δύσκολο, πάθαιναν πανικό όταν έβλεπαν μαύρο ουρανό, δεν μπορούσαν να μας αποχωριστούν καθόλου, ούτε κι εμείς, ο γιος μου έχει δυσπλασία στους αγκώνες, η μικρή είναι εντάξει στα χέρια της. Ο γιος μου δεν μιλάει, δεν εκφράζεται, στο άκουσμα του θανάτου του αγαπημένου του παππού δεν αντέδρασε καθόλου…

Από αυτούς που σώθηκαν πολλοί χρειάζονται ψυχοθεραπεία μέχρι και σήμερα. Και πολλοί νιώθουν ενοχές που δεν μπόρεσαν να σώσουν τους δικούς τους, ή που εξαιτίας τους βρέθηκαν οι δικοί τους εκείνη τη μέρα, εκείνη την ώρα, σε εκείνον τον τόπο. Νιώθουν ενοχές που είναι ζωντανοί.

Επιμνημόσυνη δέηση στο Λιμανάκι στο Μάτι
@Eurokinissi / Σωτήρης Δημητρόπουλος

Είναι μια δίκαιη δίκη;

Η κάθε μαρτυρία είναι μοναδική και όλες μαζί αποκαλύπτουν το μέγεθος μιας αδιανόητης και αναίτιας ανθρωπιστικής καταστροφής. Όπως λένε στο διάλειμμα οι άνθρωποι του Ματιού, όταν μιλάμε για την καταστροφή στο Μάτι, δεν αναφερόμαστε  στη φωτιά αλλά στην καταστροφική απουσία του κρατικού μηχανισμού εκείνη τη μέρα. Εκ των υστέρων στήθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός για να ρίξει την υπαιτιότητα στα ίδια τα θύματα, για να τους πει «εσείς φταίτε που καήκατε». Αυτό που ακούω από την πρώτη στιγμή είναι παράπονο και θυμός.

«Έτσι όπως παρουσιάζονται οι καταθέσεις των θυμάτων στα ΜΜΕ δημιουργούν μια πρόσκαιρη συγκίνηση και τέλος. Δεν είναι αυτό το θέμα. Κανείς δεν ασχολείται με την ουσία. Όταν λέμε Ποτέ Ξανά, εννοούμε να αποκτήσουμε ένα υπεύθυνο κράτος, που προστατεύει τη ζωή και ασφάλεια των πολιτών του, που μαθαίνει από τα λάθη του και αλλάζει. Αυτό θα είναι για εμάς δικαίωση. Και για να γίνει αυτό, θα πρέπει πρώτα να γίνει μια δίκαιη δίκη».

Οι ίδιοι θεωρούν ότι η δίκη δεν είναι δίκαιη, και έχουν επιχειρήματα. Ότι λείπουν κατηγορούμενοι, λείπει από το κάδρο των ευθυνών το Λιμεναρχείο Ραφήνας –ενώ έμειναν τόσοι άνθρωποι για πολλές ώρες στις ακτές και στη θάλασσα αβοήθητοι–, αλλά και οι υπεύθυνοι της Τροχαίας και της Αστυνομίας – ενώ έκλεισαν τη Μαραθώνος στη Νέα Μάκρη και στη Ραφήνα, δεν έκαναν αναστροφή στα διερχόμενα αυτοκίνητα εκτρέποντάς τα στο Μάτι. Επίσης, ότι δεν έχουν κληθεί ουσιαστικοί για την υπόθεση μάρτυρες. Το σημαντικότερο, ότι η κατηγορία για ένα έγκλημα που στοίχισε τη ζωή σε 104 (102 στη δικογραφία) ανθρώπους εξετάζεται ως πλημμέλημα και όχι ως κακούργημα.

Όταν μιλάμε για την καταστροφή στο Μάτι, δεν αναφερόμαστε  στη φωτιά αλλά στην καταστροφική απουσία του κρατικού μηχανισμού εκείνη τη μέρα

Η κατάθεση της Ζωής Κωνσταντοπούλου

Μετά τις καταθέσεις των θυμάτων, ακολούθησε μια πολυαναμενόμενη κατάθεση που θα ολοκληρωθεί σε τρεις συνέχειες. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου έχει εμπλακεί καταθέτοντας μήνυση ήδη στις 6 Αυγούστου 2018 «σε βάρος κυβερνητικών και αυτοδιοικητικών προσώπων, καθώς και υπηρεσιακών παραγόντων, για πράξεις και παραλήψεις που συνδέονταν αιτιωδώς με το θάνατο δεκάδων πολιτών κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς, περιγράφοντας μια σειρά κακουργηματικών πράξεων, όπως ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή και έκθεση κατά συρροή από την οποία επήλθε θάνατος ή βαριά βλάβη της υγείας». Σε συμπληρωματική μηνυτήρια αναφορά, στις 4 Οκτώβρη, κατέθεσε επίσης «πλήθος νέων στοιχείων και ντοκουμέντων στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, όπως  μαρτυρίες πολιτών, δημοσιεύματα, κρίσιμες αναρτήσεις και βίντεο».

Στην κατάθεσή της υποστήριξε αυτό που φωνάζουν τεσσεράμισι χρόνια τώρα οι κάτοικοι του Ματιού. Ότι «η υπόθεση του εγκλήματος που αφορά το Μάτι, τον νέο Βουτζά, τη Ραφήνα, έχει δύο πλευρές, η μία είναι αυτή της διάπραξης των αδικημάτων και η άλλη η λυσσαλέα προσπάθεια συγκάλυψης της βλάβης και του ίδιου του αποτελέσματος». 

Ανέτρεξε στα γεγονότα εκείνης της ημέρας, από το ότι δεν υπήρξε καμία προετοιμασία και καμία προειδοποίηση ενώ είχε δοθεί από την προηγουμένη κίνδυνος πυρκαγιάς 4, μέχρι την προσπάθεια συγκάλυψης με τη σκηνοθετημένη σύσκεψη όπου έγινε live η ενημέρωση του Αλέξη Τσίπρα στο Κέντρο Επιχειρήσεων στο Χαλάνδρι, την ίδια ώρα που ακόμα βρίσκονταν άνθρωποι στη θάλασσα ενώ πάρα πολλοί αναζητούσαν τους δικούς τους. «Εκείνο το βράδυ, αφού αποχώρησε ο πρωθυπουργός με μόνη αναφορά ότι κάνουμε ό,τι μπορούμε, έφτασε η ώρα 2.40 για να γίνει η πρώτη επίσημη ανακοίνωση από τον κύριο Τζανακοπουλο, ως κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο οποίος είπε σε ζωντανή μετάδοση ότι υπάρχουν τουλάχιστον 20 νεκροί, και ότι επειδή υπήρχαν πολλαπλές εστίες προσκάλεσε την κυβέρνηση των ΗΠΑ προκειμένου να πετάξει ειδικό κατασκοπευτικό πάνω στο εναέριο χώρο της Αττικής για να εντοπίσει ύποπτες κινήσεις». Και από την επίσημη ενημέρωση των πολιτικών και υπηρεσιακών προϊστάμενων λίγες μέρες μετά που τα βρήκαν όλα «καλώς καμωμένα», μέχρι τη συντονισμένη επιχείρηση μετάθεσης της ευθύνης στα ίδια τα θύματα, αλλά και τις μεθοδεύσεις που ακολούθησαν, όπως υποστηρίζει, κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης προκειμένου να σχηματιστεί η δικογραφία και το κατηγορητήριο.

Τα περισσότερα από όσα κατέθεσε η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι δημοσιοποιημένα, ωστόσο ήταν αποκαλυπτικό να ακούγονται στο δικαστήριο σε χρονική αλληλουχία ή και συγχρονία σαν μία ενιαία αφήγηση που έκανε τις συνδέσεις και έφτιαχνε τη μεγάλη εικόνα.

«Ένα ολοκαύτωμα σε καιρό ειρήνης. Ό,τι πιο ανατριχιαστικό, ασύλληπτο, τραγικό μπορεί να φανταστεί ανθρώπου νους. Κάηκαν άνθρωποι ζωντανοί μέσα στο σπίτι τους, μέσα στην μπανιέρα τους, μέσα στην κουζίνα τους, προσπαθώντας να βγουν από το σπίτι τους, να πάνε στη θάλασσα, να προλάβουν. Και το πιο τραγικό από αυτό που προκύπτει από τις μαρτυρίες τους είναι ότι κανείς δεν τους ειδοποίησε, κανείς δεν τους έδωσε τον χρόνο, την ευκαιρία και το δικαίωμα να σωθούν, κανείς δεν έπραξε αυτό που ήταν το αυτονόητο καθήκον κάθε αρμοδίου. Οι άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους θα έπρεπε όλοι να βρίσκονται ανάμεσά μας, και δεν βρίσκονται όχι γιατί υπάρχει η κλιματική αλλαγή, όπως κάποιοι προσπάθησαν να εμφανίσουν, ούτε γιατί κάποιοι προσπάθησαν να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα, όπως έλεγε τότε η κυβέρνηση, ούτε γιατί ήταν τόσο ασύλληπτα μοναδικό το φαινόμενο που κανείς δεν μπορούσε ούτε να το προβλέψει ούτε να το αντιμετωπίσει. Ένας ράθυμος και τεμπέλης κρατικός μηχανισμός δεν είχε προβλέψει, αλλά ούτε κινητοποιήθηκε και, το χειρότερο, όλοι οι εμπλεκόμενοι προσπάθησαν με λυσσαλέο τρόπο να καλύψουν τις ευθύνες τους, να αποσείσουν την πολύ βαριά ευθύνη που έχουν, να απειλήσουν, να εξαγοράσουν αρμοδίους, να επηρεάσουν διαδικασίες και αποφάσεις,  προκειμένου είτε να απαλλαγούν τελείως, όπως έχει γίνει με αρκετούς, είτε να γλιτώσουν την ευθύνη, είτε να πέσουν στα μαλακά, όπως έχει γίνει με τις κατηγορίες οι οποίες εισάγονται ενώπιόν σας και που στη συνειδήσεις των ανθρώπων του Ματιού είναι κατηγορίες που προσβάλλουν τη μνήμη των θυμάτων και τα βιώματα των ζωντανών.

Στην κατάθεσή της η κ. Κωνσταντοπούλου αναφέρθηκε επίσης στις προσπάθειες παρέμβασης ανώτατων κρατικών αξιωματούχων, όπως της διορισμένης από την κυβέρνηση τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να μην ολοκληρωθεί η προκαταρκτική εξέταση της εισαγγελικής έρευνας, ή στις προσπάθειες υποβάθμισης της πραγματογνωμοσύνης του κ. Λιότσιου από τη γενική Επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης με την πρόφαση πως ο ίδιος ως πυραγός δεν δύναται να ελέγχει ενέργειες ανωτέρων του στην ιεραρχία του Σώματος αλλά και στην μετατροπή του κατηγορητηρίου από κακούργημα σε πλημμέλημα. Η κατάθεση του πραγματογνώμονα Δημήτρη Λιότσιου αναμένεται με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κατάθεσης της κ. Κωνσταντοπούλου, καθώς ανάμεσα σε άλλα θα μιλήσει για τις πιέσεις που δέχτηκε από τον τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής και κατηγορούμενο, κ. Ματθαιόπουλο, ώστε να μην καταθέσει το πόρισμά του, όπως αναφέρθηκε αναλυτικά η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

«Διαβάζοντας τη απομαγνητοφώνηση της συνομιλίας που γίνεται στο γραφείο του αρχηγού της Πυροσβεστικής, ο κ. Λιότσιος γίνεται αποδέκτης ευθύτατων απειλών, εκβιασμών και οδηγιών για την πραγματογνωμοσύνη του. Προκύπτει ότι ο Ματθαιόπουλος λέει στον Λιότσιο ότι τον πήρε η υπουργός και του ζήτησε να του κάνει υποδείξεις, να μη συντάξει πόρισμα στο οποίο να αναφέρεται σε ευθύνες ειδικά και γενικά, και κυρίως ονομαστικά, παρά μόνο να γράψει πέντε γραμμές για την κατεύθυνση της φωτιάς και “κανείς δεν θα καταλάβει”. Του απευθύνει απειλές για το τι μπορεί να του συμβεί υπηρεσιακά, να βρεθεί σε δυσμενή μετάθεση στο πουθενά, μέχρι τι μπορεί να του συμβεί σε ώρα καθήκοντος. Και τότε γίνεται μία τρομερή αποκάλυψη, ότι σε άλλα περιστατικά σε Κύθηρα και Μάνη έχουν αφήσει επίτηδες χωρίς εναέρια μέσα φλεγόμενες περιοχές, περιουσίες, ζώα, το περιβάλλον, άνθρωποι, για να αφήσουν έκθετους τους εκάστοτε επικεφαλής, και αυτό περιγράφεται ως τρέχουσα συμπεριφορά και πρακτική, για να πετύχουν υπηρεσιακή αλλαγή. Τον απειλεί ότι αυτό μπορεί να είναι μια συνέπεια. Ο κ. Λιότσιος είναι σε τρομακτική πίεση, με την ευθύνη να συντάξει την πραγματογνωμοσύνη και τον αρχηγό να τον απειλεί. “Δεν θα γράψεις κανένα όνομα. Έτσι και γράψεις ονόματα θα φας όλα σου τα χρόνια στα δικαστήρια και μπορεί να σου τύχει και κάτι μεμονωμένο”. Το να ασκούνται τέτοιου είδους εκβιασμοί και απειλές και να χρησιμοποιούνται οι υπηρεσιακές, οι ιεραρχικές και πολιτικές αρμοδιότητες στον πραγματογνώμονα... Δεν είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει ένα όργιο παρασκηνίου ώστε η υπόθεση να μη φτάσει ούτε στο ακροατήριο, και βέβαια να μη φτάσει να δικαστεί στην πραγματική της διάσταση;»

Επιμνημόσυνη δέηση στο Λιμανάκι στο Μάτι
@Eurokinissi / Σωτήρης Δημητρόπουλος

Ήταν αναπόφευκτο;

Το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί: Ήταν αναπόφευκτο οι 104 άνθρωποι να κάνουν, να πνιγούν, να πεθάνουν; Δεν υπήρχε δυνατότητα να σωθούν; Και αν ναι, ποιος είχε την ευθύνη; Γιατί ένα κράτος πρέπει να έχει ευθύνη για τους πολίτες του. Οι 21 κατηγορούμενοι τους οποίους δικάζει το δικαστήριο έχουν παραπεμφθεί για αδικήματα σε βαθμό πλημμελήματος και συγκεκριμένα για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή και της πρόκλησης σωματικών βλαβών κατά συρροή. Δεν δικάζονται δηλαδή με την έκθεση σε κίνδυνο ζωής που συνιστά κακούργημα. Είναι πλημμέλημα ο βίαιος θάνατος τόσων ανθρώπων; 

Όπως μου λένε στους διαδρόμους, σύμφωνα με όλον το νομικό κόσμο στην υπόθεση αυτή στοιχειοθετείται το αδίκημα έκθεσης σε θανατηφόρο κίνδυνο ή σωματικές βλάβες. «Η κατηγορία της έκθεσης σε θανατηφόρο κίνδυνο και βαριά σωματική βλάβη, εξηγούν, σημαίνει είτε να μπορώ να κάνω κάτι και να μην το κάνω είτε να σε πάρω από μία ασφαλή κατάσταση και να σε θέσω σε κίνδυνο. Αυτό που έκανε η Τροχαία, για παράδειγμα, δεν είναι ξεκάθαρα έκθεση;»

Να σημειώσουμε ότι οι ίδιες οι ποινές ελάφρυναν. Τον Ιούλιο του 2018 η έκθεση σε κίνδυνο ζωής ήταν κακούργημα είτε προέκυπτε θάνατος είτε όχι, έως 20 χρόνια στην πρώτη περίπτωση και 5 έως 10 ετών στη δεύτερη. Πλέον αν προκύψει τραυματισμός από έκθεση σε κίνδυνο είναι πλημμέλημα, και στον θάνατο έχει μειωθεί έως 10 χρόνια. Τον Ιούνιο του 2019, με ανοιχτή τη διερεύνηση του Ματιού και αν θα πάει για κακούργημα για τους 102 θανάτους, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, τη μία εβδομάδα που κράτησε ανοιχτή τη Βουλή πριν τις εκλογές, έφερε με τη διαδικασία του κατεπείγοντος τον νέο ποινικό κώδικα που ψηφίστηκε χωρίς συζήτηση στη Βουλή, ως τελευταία της πράξη. 

Το πρόβλημα, λένε, είναι ότι το κράτος δεν θέλει να παραδεχθεί ότι εξέθεσε τους πολίτες σε κίνδυνο, γιατί μετά ανοίγει ο ασκός του Αιόλου και θεωρητικά θα μπορεί ο καθένας να μηνύει οποιονδήποτε δημόσιο λειτουργό που έχει να κάνει με θέματα ασφαλείας, ο οποίος δεν κάνει τη δουλειά του για να μην μπλέξει. Αν υπάρχει αυτό το δεδικασμένο ποιος θα πάει να γίνει πυροσβέστης ή αστυνομικός, αν όντως κατηγορήθηκαν και καταδικάστηκαν δημόσιοι λειτουργοί; Η λογική είναι να αυτοπροστατευθεί το κράτος, διαχρονικά και διακομματικά.

Δεν είναι μόνο η δικαίωση για τον ανθρώπινο πόνο που προκάλεσαν η αδιαφορία του κρατικού μηχανισμού στο σύνολό του και η αποποίηση κάθε ευθύνης. Οι κάτοικοι του Ματιού, συγγενείς των θυμάτων και πολίτες που έχουν υποστεί την απόλυτη εγκατάλειψη, υποστηρίζουν ότι η δίκη για το Μάτι μάς αφορά όλους.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ