Κοσμος

Ρίσι Σούνακ: Από το όραμα της παγκόσμιας Βρετανίας, στη μάχη της πολιτικής επιβίωσης

Ο ίδιος εμφανίζεται σίγουρος πως μπορεί να γυρίσει το παιχνίδι. Θα το προσπαθήσει· τίποτα δεν προδικάζει πως θα τα καταφέρει.

agis_avatar_2.jpg
Άγης Παπαγεωργίου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ρίσι Σούνακ

Ρίσι Σούνακ: Ο νέος πρωθυπουργός της Βρετανίας και οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει στο κόμμα και στη χώρα του.

Από τη Δευτέρα το απόγευμα, η Βρετανία έχει ξανά καινούργιο Πρωθυπουργό. Με τους Μπόρις Τζόνσον και Πένι Μόρντοντ να αποσύρονται από την κούρσα, ο Ρίσι Σούνακ αναλαμβάνει τη βρετανική πρωθυπουργία σε μία από τις πιο δύσκολες στιγμές της βρετανικής ιστορίας – αλλά και του κόμματός του. Ο μόλις σαράντα δύο ετών πρώην υπουργός οικονομικών της κυβέρνησης Τζόνσον καλείται όχι μόνο να οδηγήσει το Ηνωμένο Βασίλειο σε μια τουλάχιστον υποτυπώδη πολιτική σταθερότητα –ηρεμώντας παράλληλα τις αγορές– αλλά και να δώσει στους διχασμένους Συντηρητικούς μια προοπτική για τις εκλογές του 2024, τη στιγμή που οι Εργατικοί έχουν αυξήσει τη διαφορά σε ιστορικά επίπεδα.

Ο Σούνακ εμφανίζεται σίγουρος πως μπορεί να γυρίσει το παιχνίδι. Ο πρώτος ινδικής καταγωγής βρετανός πρωθυπουργός είχε διαφωνήσει απόλυτα με το μίγμα πολιτικής της προκατόχου του, Λιζ Τρας, και αναμένεται να δώσει έμφαση στη δημοσιονομική πολιτική με στόχο να πείσει τόσο τους Βρετανούς όσο και την υπόλοιπη υφήλιο που παρακολουθεί από απόσταση το χάος των τελευταίων ημερών πως μπορεί εν μέσω πολέμου να εγγυηθεί τόσο οικονομική, όσο και γεωπολιτική ασφάλεια. Θα το προσπαθήσει· τίποτα δεν προδικάζει πως θα τα καταφέρει.

Ρίσι Σούνακ: Τα προβλήματα που κληρονομεί από τη Λιζ Τρας

Ο βασικότερος στόχος που καλείται να πετύχει ο Σούνακ είναι και εκείνος στον οποίο απέτυχε παταγωδώς η Τρας: η επιστροφή της βρετανικής οικονομίας σε αναπτυξιακή πορεία. Ήδη από τον Αύγουστο και στο πλαίσιο της προηγούμενης πρωθυπουργικής κούρσας, ο Σούνακ είχε εναντιωθεί στις εξαγγελίες της αντιπάλου του, η οποία υποστήριζε μια απότομη απορρύθμιση της αγοράς σε συνδυασμό με δραστική μείωση των φόρων ώστε να ανακοπεί ο διαρκώς αυξανόμενος πληθωρισμός. Η Τρας κέρδισε μεν την πρωθυπουργία με αυτή την ατζέντα, όμως ο μίνι προϋπολογισμός της αποδείχτηκε καταστροφικός· τόσο ο Σούνακ, όσο και η πλειοψηφία των βουλευτών που τον στήριξαν στην κούρσα του Αυγούστου αντέδρασαν έντονα απέναντι στις πρωτοβουλίες της, με τον ίδιο να αποκαλεί την οικονομική πολιτική της προκατόχου του «fairytale economics». Σαφώς, ο Σούνακ δεν διαφωνεί ιδεολογικά με τη μείωση της φορολογίας –καθώς την είχε υποστηρίξει ως υπουργός Οικονομικών–, ωστόσο θεωρεί πως αυτή μπορεί να φέρει επιθυμητά αποτελέσματα μόνο αν πραγματοποιηθεί όταν ο πληθωρισμός θα έχει υποχωρήσει σε πιο διαχειρίσιμα επίπεδα. Ωστόσο, όσο σαφής ήταν η εναντίωσή του στην Τρας, τόσο ασαφή είναι τα μέτρα που σκοπεύει να πάρει άμεσα, ενώ οι ωδές στο οικονομικό όραμα της Μάργκαρετ Θάτσερ μάλλον δεν αρκούν αυτή τη στιγμή ούτε στις αγορές –προφανώς– αλλά ούτε ακόμα και στους πιο πιστούς ψηφοφόρους των Συντηρητικών.

Παράλληλα, ο Σούνακ κληρονομεί και τη διαχείριση του Ρωσο-Ουκρανικού πολέμου. Παρά τα πάσης φύσεως ατοπήματά του, ο Μπόρις Τζόνσον κινήθηκε εξαιρετικά στο συγκεκριμένο ζήτημα· η αστραπιαία αντίδραση του στη ρωσική εισβολή από την πρώτη μέρα, η απόλυτη και αδιαμφισβήτητη ρητορική του καταδίκη απέναντι στον Βλαντιμίρ Πούτιν, η άμεση παροχή στρατιωτικής και υλικής βοήθειας στην Ουκρανία, αλλά και η προσωπική του αφοσίωση στο ζήτημα –με το incognito ταξίδι του στο Κίεβο όπου περπάτησε στους δρόμους της πόλης μαζί με τον Ουκρανό Πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έχουν ανεβάσει πάρα πολύ τον πήχη για τον νέο πρωθυπουργό. Απέναντι στο πομπώδες αλλά πετυχημένο σε έναν βαθμό «τσωρτσιλικό» στυλ του Τζόνσον, ο Σούνακ έχει αρκεστεί σε τυπικές καταδίκες της ρωσικής εισβολής, δηλώνοντας στο παρελθόν πως θα «διπλασιάσει» τη στήριξη του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ουκρανία, ακολουθώντας τα βήματα του προκατόχου του. Όμως, δυστυχώς ο Σούνακ δεν πείθει, καθώς είναι πασιφανές πως η εξωτερική πολιτική δεν ήταν ποτέ στα άμεσα ενδιαφέροντά του, ενώ ακόμα και η υποστήριξή του στο Brexit και το αφήγημα της «παγκόσμιας Βρετανίας» ήταν ουσιαστικά προσχηματική, καθώς ποτέ δεν αποτέλεσε ορκισμένο ευρωσκεπτικιστή. Με τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο να συνεχίζεται και τη Δύση να ανασυντάσσεται σε όλα τα επίπεδα, ο Σούνακ δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να προτεραιοποιήσει απόλυτα την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, ούτε όμως να καλλιεργήσει τον πολιτικό απομονωτισμό από την Ευρώπη, με τον οποίο συντάχθηκε μεν, χωρίς να πιστεύει ιδιαίτερα, αλλά που πλέον έχει ανακαθορίσει την ιδιοσυγκρασία του κόμματός του.

Το διχασμένο συντηρητικό κόμμα και το μομέντουμ των Εργατικών

Πέρα από τις παραπάνω δύο αντικειμενικά κολοσσιαίες δυσκολίες, ο Σούνακ αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό από το ίδιο του το κόμμα. Προτού ο Τζόνσον παραιτηθεί από την κούρσα, ολόκληρη η Αγγλία βούιζε πως αν η επιλογή του επόμενου αρχηγού των Συντηρητικών κρινόταν από τα μέλη –όπως συνέβη στην επιλογή του Αυγούστου– τότε ο Τζόνσον θα επικρατούσε άνετα, επιστρέφοντας ως το απόλυτο «comeback kid» της βρετανικής πολιτικής ιστορίας. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Τζόνσον τελικά δεν διεκδίκησε την πρωθυπουργία όχι επειδή δεν είχε συγκεντρώσει τη στήριξη των απαιτούμενων εκατό βουλευτών, αλλά επειδή τα δύο τρίτα των σημερινών Συντηρητικών βουλευτών –τα οποία τον οδήγησαν και σε παραίτηση– προτιμούσαν τον Σούνακ· ωστόσο εδώ έχουμε μια κραυγαλέα αναντιστοιχία του κοινού αισθήματος των συντηρητικών ψηφοφόρων και της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, η οποία υπονομεύει οποιαδήποτε συντηρητική διακυβέρνηση από την τρέχουσα σύνθεση του κοινοβουλίου. Για να καταλάβει κανείς πόσο καχύποπτοι είναι οι συντηρητικοί ψηφοφόροι απέναντί του, αρκεί να συνυπολογίσει πως εκείνοι προτίμησαν την Τρας –την οποία δεν τη λες και χαρισματική– απέναντι του με 57%.

Όμως το πρόβλημα δεν σταματάει εκεί. Όταν η Τρας διαδέχθηκε τον Τζόνσον, η αθροιστική δημοσκοπική διαφορά Συντηρητικών-Εργατικών υπολογιζόταν περίπου στο 11%· σήμερα –και μετά την αστοχία της δημοσιονομικής πολιτικής της τέως πρωθυπουργού– η διαφορά έχει εκτοξευθεί στο 33%, με τους Εργατικούς να εμφανίζονται περίπου στο 53% και τους Συντηρητικούς μόλις στο 21%. Ακόμα χειρότερα για το κόμμα του Σούνακ, ένα παρόμοιο αποτέλεσμα θα τους εξασφάλιζε μόλις 48 έδρες από τις 365 που έχουν σήμερα, με τους Εργατικούς να φτάνουν τις 507 και να έχουν τη δυνατότητα να σχηματίσουν μια ιστορικά πανίσχυρη κυβέρνηση· αν υποθέσουμε πως η σημερινή εικόνα δεν αλλάζει –κάτι που εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα δε μπορεί να αποκλειστεί απολύτως– τότε η αξιωματική αντιπολίτευση θα σχηματίσει το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα αντί για τους Συντηρητικούς. Το κρίσιμο σημείο εδώ είναι πως ο μετριοπαθής επικεφαλής των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ, είχε ήδη διαμορφώσει ένα προσωπικό ηγετικό προφίλ και παρουσιάσει μια αρκετά πειστική πρόταση εναλλακτικής διακυβέρνησης απέναντι στον Τζόνσον εδώ και σχεδόν έναν χρόνο· οι ακροβασίες των Συντηρητικών και οι εσωκομματικές διαδικασίες με τις οποίες έχουν πραγματοποιηθεί τρεις αλλαγές στην πρωθυπουργία μέσα σε τρεις μήνες έχουν αποξενώσει πλήρως τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους, οι οποίοι πλέον δεν έχουν λόγο να φοβούνται τους εργατικούς, καθώς ο Τζέρεμι Κόρμπιν αποτελεί παρελθόν και ο Στάρμερ έχει πραγματοποιήσει μια σαφή στροφή προς το κέντρο.

Η θέση του Ηνωμένου Βασιλείου στον κόσμο και η κοινωνική συνοχή

Αν η Τρας ξεκίνησε την πρωθυπουργία της με γκολ –εναντίον της– από τα αποδυτήρια, ο Σούνακ παίζει την κατηγορία στα πέναλτι. Αν υποθέσουμε πως η δική του δημοσιονομική πολιτική αποδώσει, με τον ίδιο να καταφέρνει παράλληλα να σταθεί στο ύψος των γεωπολιτικών περιστάσεων απέναντι στη Ρωσία –αλλά και στην Κίνα, με την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο έχει πολύ στενούς πλέον εμπορικούς δεσμούς– τότε ίσως μπορεί να ελπίζει πως θα οδηγήσει το κόμμα του στις επόμενες εκλογές και να διεκδικήσει ό,τι καλύτερο μπορεί, ελπίζοντας ιδανικά σε κάποιο μεγάλο λάθος του Στάρμερ· ωστόσο, στα δημοσκοπικά ζευγαρώματα ο Στάρμερ προηγείται ήδη με 11% ως καταλληλότερος πρωθυπουργός έναντι του Σούνακ πριν καν τον αντιμετωπίσει στο κοινοβούλιο, όταν η διαφορά του με τον Τζόνσον πέφτει μόλις στο 3%, παρά τα σκάνδαλα που ακολουθούν τον τελευταίο. Σημαντικότερα, ακόμα και αν έχει τη στήριξη των περισσότερων βουλευτών του –με τους περισσότερους άλλωστε να παίζουν το πολιτικό τους μέλλον καθώς σήμερα δε μοιάζουν να έχουν ελπίδα επανεκλογής– τόσο οι περισσότεροι συντηρητικοί ψηφοφόροι όσο και ένα μαζικό τμήμα του αγγλικού εκλογικού σώματος σήμερα τουλάχιστον δεν τον εμπιστεύεται σχεδόν καθόλου.

Ίσως ο Σούνακ να αποτελούσε καλύτερη επιλογή από την Τρας πίσω στον Αύγουστο, όμως αυτή είναι μια φαντασιωσική συζήτηση – τη στιγμή που οι Βρετανοί απαιτούν λύσεις σήμερα. Σε πείσμα του πολιτικού χάους, οι Βρετανοί συνεχίζουν να εργάζονται και να ζουν κανονικά, προσαρμοζόμενοι στις συνθήκες τόσο του πολέμου όσο και της πολιτικής αστάθειας, περιμένοντας στωικά να μιλήσουν στην κάλπη το 2024, αν όχι νωρίτερα – εκεί όπου συμβαίνουν οι πραγματικές αλλαγές, όπως άλλωστε ήταν και το Brexit. Στην πραγματικότητα, η πηγή της αστάθειας βρίσκεται εκεί καθώς μια χώρα που από το 1997 μέχρι το δημοψήφισμα του 2016 είχε αλλάξει τρεις υπουργούς Οικονομικών, έχει έκτοτε ήδη αλλάξει έξι. Ο Σούνακ σίγουρα θα το παλέψει, αλλά πιθανότατα ούτε εκείνος θα καταφέρει να γυρίσει το παιχνίδι, με τους Βρετανούς να μοιάζουν πλέον έτοιμοι να στείλουν τους Συντηρητικούς στην αντιπολίτευση στην πρώτη ευκαιρία που θα παρουσιαστεί, και για πρώτη φορά μετά το 2010.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ