Κοσμος

Πέθανε ο Γερμανός πρώην καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ

Σε ηλικία 96 ετών

62224-137655.jpg
Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
113435-224915.jpg

Ο πρώην καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ πέθανε την Τρίτη σε ηλικία 96 ετών, σύμφωνα με γερμανικά μέσα ενημέρωσης.

Υπενθυμίζεται πως πριν από δύο ημέρες, ο γιατρός του Χέινερ Γκρέτεν, μιλώντας στη γερμανική εφημερίδα «Bild» είχε δηλώσει: «Το σώμα του δεν έχει πλέον την ικανότητα να αντιστέκεται. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για οτιδήποτε ανά πάσα στιγμή».

Η εφημερίδα «Hamburger Abendblatt» ανέφερε τη Δευτέρα ότι η κόρη του Σουζάν έχει επιστρέψει από την Αγγλία όπου εργάζεται ως δημοσιογράφος, για να βρίσκεται στο πλευρό του.

Ο 96χρονος Σμιτ υποβλήθηκε σε εγχείρηση για έναν θρόμβο στο πόδι του στις αρχές Σεπτεμβρίου και έφυγε από το νοσοκομείο έπειτα από δύο εβδομάδες.

Οι γιατροί είχαν δηλώσει ότι η υγεία του θα ανάρρωνε πλήρως και μάλιστα τον ενθάρρυναν να συνεχίσει την περίφημη συνήθεια του καπνίσματος, την οποία εγκατέλειψε τον Σεπτέμβριο. «Ο Σμιτ κάπνιζε για πάνω από 80 χρόνια. Δεν θα έπρεπε να ανησυχεί αν έκανε ένα ακόμη τσιγάρο. Το κυριότερο είναι ότι κινείται» είχε δηλώσει τότε ο καρδιολόγος του Καρλ-Χέινζ Κουκ.

Αλλά η κατάστασή του είχε «χειροτερέψει δραστικά» τις τελευταίες ημέρες, όπως δήλωσαν η οικογένεια και οι γιατροί του. Ο πρώην καγκελάριος είχε υψηλό πυρετό και δεν μπορούσε τις τελευταίες ημέρες πλέον να συνομιλήσει με άλλους.

Η στάση του στην ελληνική κρίση

Σημειώνεται ότι ο ιστορικός ηγέτης της Γερμανίας είχε πολλές φορές κατά την περίοδο της κρίσης ταχθεί υπέρ της διαγραφής του ελληνικού χρέους σε συνδυασμό με ένα επενδυτικό πακέτο για τη χώρα μας.

Η τελευταία φορά ήταν στα μέσα Ιουνίου, μέσα στον πυρετό της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, όταν σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων εμφανίστηκε πεπεισμένος ότι χρειάζεται ένα επενδυτικό πρόγραμμα προς όφελος της Ελλάδος και ταυτόχρονα μια συμφωνία για τη διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του χρέους.

Για τις διαπραγματεύσεις, έκρινε τότε ότι βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο όπως και πριν και εκτιμά ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει ποτέ να πληρώσει το τεράστιο χρέος της. Μάλιστα επισήμανε ότι στην πραγματικότητα πολλά από τα δισεκατομμύρια ευρώ της βοήθειας προς την Ελλάδα βρίσκονται στα βιβλία μόνο.

Ο Χέλμουτ Σμιτ χαρακτήρισε τότε απολύτως ανεπιθύμητη την οποιαδήποτε συζήτηση για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.

Αναφερόμενος στο μέλλον της Ευρώπης είχε δηλώσει ότι δεν το έβλεπε τόσο θετικά όπως πριν από 6 μήνες, αλλά πως συνέχιζε να το βλέπει θετικά και παραμένει -όπως τόνιζε- Ευρωπαίος.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε αντιδράσει με ασυνέπεια μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας, τονίζει ο Χέλμουτ Σμιτ, προσθέτοντας ότι υπάρχουν πολλά προβλήματα τα οποία πιέζουν την Ευρώπη και για τα οποία δεν προσφέρονται λύσεις για την αντιμετώπισή τους.

Σύντομο βιογραφικό

Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια, ο Χέλμουτ Χάινριχ Βάλντεμαρ Σμιτ (Helmut Heinrich Waldemar Schmidt) ήταν Γερμανός πολιτικός του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας (SPD) που κατέλαβε υπουργικά αξιώματα ενώ διετέλεσε και καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας από το 1974 έως το 1982.

Ο Χέλμουτ Σμιτ, γιος δύο δασκάλων, γεννήθηκε στο Αμβούργο. Ο πατέρας του Χέλμουτ Σμιτ ήταν γιος ενός Εβραίου επιχειρηματία, αν και αυτό κρατήθηκε μυστικό στην οικογένεια. Αυτό επιβεβαιώθηκε δημόσια από τον Σμιτ το 1984.

Στις 27 Ιουνίου 1942 παντρεύτηκε την Hannelore «Loki» Glaser με την οποία απέκτησε δύο παιδιά: τον Helmut Walter (26 Ιουνίου 1944 - Φεβρουάριος 1945, πέθανε σε βρεφική ηλικία από μηνιγγίτιδα), και την Susanne (1947), η οποία εργάζεται στο Λονδίνο. Προς το τέλος του πολέμου, από τον Δεκέμβριο του 1944 και μετά, υπηρέτησε ως υπαξιωματικός πυροβολικού στο δυτικό μέτωπο. Συνελήφθη από τους Βρετανούς τον Απρίλιο του 1945 στο Λύνεμπουργκ και ήταν αιχμάλωτος πολέμου μέχρι τον Αύγουστο.

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στο Αμβούργο, μελετώντας τα οικονομικά και την πολιτική επιστήμη. Το 1949 έγινε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας ενώ, νωρίτερα, στο διάστημα 1947-1948 ήταν ηγέτης της Sozialistische Deutsche Studentenbund (SDS), της οργάνωσης σπουδαστών της SPD. Εργάστηκε για την κυβέρνηση του κρατιδίου του Αμβούργου στο τμήμα οικονομικής πολιτικής. Αρχίζοντας το 1952 υπό τον Κάρλ Σίλερ (Karl Schiller), ήταν υπουργός Οικονομίας και Μεταφορών του Αμβούργου. Από το 1953 έως το 1962 εργάστηκε για το SPD στην Ομοσπονδιακή Βουλή.

Εκλέχτηκε στην Ομοσπονδιακή Βουλή το 1953 και το 1958 ένωσε το εθνικό συμβούλιο της SPD (Bundesvorstand) για την εκστρατεία ενάντια στα πυρηνικά όπλα και τον εξοπλισμό του γερμανικού στρατού με τέτοια όπλα. Το 1958 παραχώρησε την έδρα του στο κοινοβούλιο για να επικεντρωθεί στους στόχους του στο Αμβούργο. Από τις 27 Φεβρουαρίου 1958 μέχρι τις 29 Νοεμβρίου 1961 ήταν μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο δεν εκλέχτηκε άμεσα αυτό το χρόνο. Το 1961 έγινε υπουργός Εσωτερικών του Αμβούργου. Το 1965 επανεκλέχθηκε στην Ομοσπονδιακή Βουλή και τον Οκτώβριο του 1969 έγινε υπουργός Άμυνας υπό τον Βίλλυ Μπραντ.

Ανέλαβε καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας στις 16 Μαΐου 1974 μετά την παραίτηση του Μπραντ. Δραστηριοποιήθηκε επίσης στη βελτίωση των σχέσεων με τη Γαλλία και τον τότε πρόεδρό της Βαλερί Ζισκάρ Ντ' Εσταίν. Το 1975 υπογράφτηκε στο Ελσίνκι η τελική πράξη, με την οποία δημιουργήθηκε η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασίας στην Ευρώπη (γνωστή και ως ΔΑΣΕ), η οποία εξελίχθηκε στον ΟΑΣΕ.[1] Παρέμεινε καγκελάριος μετά από τις εκλογές του 1976 σε κυβέρνηση συνασπισμού με το FDP.

Η πολιτική εναντίον της τρομοκρατικής Φράξια Κόκκινος Στρατός ήταν αντίσταση με καμία γραμμή συμβιβασμού. Συγκεκριμένα, επέτρεψε στην αντιτρομοκρατική μονάδα GSG 9 να τελειώσει την πειρατεία του αεροσκάφους Landshut της Lufthansa το φθινόπωρο του 1977. Συνέδεσε το πολιτικό μέλλον του έντονα με την επέκταση του ΝΑΤΟ μετά από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν.

Ήταν ο σημαντικότερος υποστηρικτής τις ένταξης της Ελλάδος στην ΕΟΚ, η οποία πραγματοποιήθηκε τελικά το 1981. Τον συνέδεε στενή φιλία με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Τον Φεβρουάριο του 1982 κέρδισε ψήφο εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο, εντούτοις τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους τέσσερις υπουργοί της FDP απομακρύνθηκαν από τον συνασπισμό. Μετά από άκαρπες προσπάθειες να παραμείνει με μια κυβέρνηση μειοψηφίας (που αποτελούνταν μόνο από τα μέλη της SPD), αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν την 1η Οκτωβρίου, μετά από ψηφοφορία, δεν ανανεώθηκε η εμπιστοσύνη της Βουλής. Αποσύρθηκε από την Ομοσπονδιακή Βουλή το 1986 αλλά παρέμεινε πολιτικά ενεργός. Τον Δεκέμβριο του 1986 ήταν ένας από τους ιδρυτές της επιτροπής που υποστηρίζει την ΟΝΕ και τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.