Βιβλιο

Ο Αλέξης Σταμάτης και τα «Αθώα Πλάσματα»

«Ο τίτλος είναι αλληγορικός, ειρωνικός και ταυτόχρονα κυριολεκτικός»

gioyli_tsakaloy.jpg
Γιούλη Τσακάλου
ΤΕΥΧΟΣ 737
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης
Ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης σε μία συνέντευξη για τα «Αθώα Πλάσματά» του

Ο Αλέξης Σταμάτης κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο, «Αθώα Πλάσματα», από τις εκδόσεις Καστανιώτη

Με τον Αλέξη Σταµάτη γνωριζόµαστε χρόνια µέσω του συγγραφικού του έργου. Συµφωνήσαµε λοιπόν να βρεθούµε να µιλήσουµε για το νέο του βιβλίο –ένα νουάρ διαµάντι–, το «Αθώα πλάσµατα» (εκδ. Καστανιώτη), σε ένα καφέ στο κέντρο. Πλησιάζοντας στο τραπέζι που µε περίµενε τον παρατηρώ από µακριά. Τον αποκαλούν Ντόριαν Γκρέι και όντως είναι ένας «αγέραστος πραγµατικά» άνθρωπος, που ενώ στην αρχή φαίνεται απόµακρος, όταν συζητήσεις µαζί του και σπάσει ο πάγος νοµίζεις ότι έχεις απέναντί σου ένα χαρισµατικό παιδί. Με καλωσορίζει και βιάζεται ν’ αρχίσει η κουβέντα µας. Φυσικά στην αρχή πρωταγωνιστεί ο γιος του και η γυναίκα του, που του άλλαξαν, όπως λέει, τη ζωή και του χάρισαν µια ευτυχισµένη οικογένεια. Με πάθος όµως µιλά και για το έργο του. Ο Αλέξης είναι ένας ευγενικός άνθρωπος, µε µια ευγένεια που φάνηκε από την αρχή της καριέρας του, εναρµονισµένη µε όλη την ταυτότητά του ως άνθρωπος και ως λογοτέχνης. Είναι ένας συγγραφέας που σε κάνει να θες να τον συναντάς ξανά και ξανά πράγµα σπάνιο, όπως του λέω. Γελάει, και ανοίγω το κασετόφωνο.

Με τι αφορµή γράψατε το «Αθώα πλάσµατα»; Πώς προέκυψε ο τίτλος;
Εδώ και πολύ καιρό δεν σχεδιάζω πλοκές, ούτε αφιερώνω πάρα πολύ χρόνο στην προετοιµασία. Από τις ιδέες που υπάρχουν για να γονιµοποιηθεί κάποια σηµαίνει ότι έχει έρθει η ώρα της. Οι ιδέες µπορεί να προκύπτουν από πολύ απλές και ταπεινές αφορµές. Στην περίπτωση αυτή, η ιδέα µου ήρθε από µια φράση: «Παρακολούθησέ µε». Ο τίτλος «Αθώα πλάσµατα» είναι αλληγορικός, ειρωνικός και ταυτόχρονα κυριολεκτικός. Βάσει της κοινά αποδεκτής ηθικής, κανένα από τα πλάσµατα του βιβλίου δεν είναι αθώο. Ωστόσο, δεν υπάρχει ψυχή χωρίς σκοτάδια, χωρίς ενστικτώδεις ορµές, χωρίς κρυµµένες ανίερες επιθυµίες. Το θέµα είναι εάν θα βγουν ή όχι στην επιφάνεια.

Αναφέρεστε σ’ έναν µοναχικό άντρα µε ένα έντονο συναισθηµατικό τραύµα από τη σχέση του µε µια γυναίκα. Με ανεπούλωτες τις πληγές του. Έχει σχέση µε τη δική σας ζωή;
Όχι, καθόλου. Μπορεί να έχω περάσει µια πολύ άγρια ζωή, αλλά δεν είχα ποτέ τέτοιο πρόβληµα. Οι πληγές είχαν να κάνουν µε τραύµατα που προκάλεσα εγώ στον εαυτό µου. Πολύ ειδικού και προσωπικού, υπαρξιακού χαρακτήρα. Εγώ µε εµένα. Τα ερωτικά ωστόσο ήταν πάντα σαφή µε την έννοια πως όταν τελείωναν, τέλειωναν. Πληγή δεν υπάρχει όταν µια µυθοποίηση ξεφουσκώνει. Δεν µπορούσα να µείνω κάπου, εάν δεν ένιωθα απόλυτα εκεί.  Και το απόλυτα «εκεί» το έχω βρει µόνο µια φορά: τα τελευταία χρόνια µε την Εύα.

Η τέχνη, τελικά, είναι ιαµατική πράξη; Για εσάς, αλλά και για τον ήρωα του βιβλίου σας;
Η τέχνη δεν είναι πανάκεια ούτε και τόσο απλοϊκά ιαµατική πράξη για να λυτρώσει την ψυχή. Δίχως αµφιβολία, όµως, η ουσιαστική τέχνη κάνει όσες διαδροµές θέλει µέσα στην ψυχή και το περιβάλλον του ανθρώπου. Είναι θέµα παρατήρησης, περισυλλογής, εξόρυξης. Δεν θα το έλεγα ποτέ θεραπευτικό. Εξάλλου, ποιος είπε ότι θέλω να θεραπευτώ από οτιδήποτε; Όταν έπρεπε να θεραπευτώ για θέµατα ζωής και θανάτου δεν κατέφυγα στην τέχνη, αλλά στους ειδικούς.

Πόσο δύσκολο είναι για ένα συγγραφέα να καταφέρει να παρουσιάσει ρεαλιστικά και πειστικά ήρωες µε διαφορετικά βιώµατα, διαφορετικό φύλο, διαφορετική ηλικία ή ιδιότητα από τον ίδιο;
Μα αυτή ακριβώς είναι η δουλειά του. Να κατασκευάζει, να υποδύεται, να κινητοποιεί άλλα πρόσωπα. Τα πρόσωπα αυτά είναι κατά βάση ανύπαρκτα, όσο κι αν έχουν αυτοβιογραφική αφετηρία. Άπαξ και εµφανιστούν στο χαρτί, ζωντανεύουν. Αυτή η σκέψη που µόλις διατύπωσα θα είναι και το κεντρικό θέµα του επόµενού µου βιβλίου. Φυσικά, βοηθάει ο συγγραφέας να έχει αρκετές εµπειρίες του κόσµου και να έχει δει, να έχει παρατηρήσει, όχι απλά να έχει «κοιτάξει» τα πράγµατα. Παρ’ όλα αυτά υπήρξαν µεγάλοι συγγραφείς οι οποίοι κλεισµένοι µέσα σ’ ένα δωµάτιο, κατάφεραν και αποτύπωσαν τον κόσµο. Μόνο η περίπτωση του Προυστ είναι χαρακτηριστική.

Η µαταιοδοξία είναι ένα συναίσθηµα µέτριο, απωθητικό, γράφετε. Το οικογενειακό σας περιβάλλον, όντας καλλιτεχνικό, πόσο σας επηρέασε; Ήταν ένα βαρύ φορτίο για σας ή σας ενθάρρυνε;
Νοµίζω ότι το καλλιτεχνικό περιβάλλον της οικογένειάς µου οδήγησε ακριβώς στο αντίθετο. Η µητέρα µου, Μπέττυ Αρβανίτη, αλλά και η θεία µου Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, που δυστυχώς τη χάσαµε πρόσφατα, δεν είχαν καµία σχέση µε τη δηµοσιότητα, ούτε την επιδίωκαν, όσο πετυχηµένες και να ήταν οι δραστηριότητες που είχαν. Από πολύ µικρός κατάλαβα ότι η έπαρση και ο ναρκισσισµός είναι κάτι ξένο ως προς την ουσία της δουλειάς. Δίπλα µου είχα ανθρώπους οι οποίοι ενδιαφέρονταν αποκλειστικά για την τέχνη τους. Εάν αυτό τύχαινε και ενδιέφερε και κάποιους άλλους, είχε καλώς. Έτσι ακριβώς µπήκα κι εγώ σ’ αυτό το χώρο. Βεβαίως, η πραγµατικότητα που είδα και που δυστυχώς βλέπω και σήµερα και µάλιστα επαυξηµένη, απέχει παρασάγγας από αυτή τη στάση. Υπάρχουν πολλοί πετυχηµένοι καλλιτέχνες που εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι κυρίως η επιτυχία για τη φήµη, ανεξαρτήτως ποιότητας, καλλιτέχνες που προσαρµόζονται στα τρέχοντα γούστα. Κινδυνεύουν όµως από τον διά χειροκροτηµάτων θάνατο.

Ο πατέρας σας, ο αρχιτέκτονας Κώστας Σταµάτης, είχε χτίσει αρκετά από τα «Ξενία», η µητέρα σας, λοιπόν, είναι η Μπέτυ Αρβανίτη και η θεία σας η Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ... Θέλετε να µας πείτε για αυτά τα τρία πρόσωπα, τι ρόλο έπαιξαν στη ζωή σας;
Υπάρχει µια δυσάρεστη συγκυρία: ο πατέρας µου και η θεία µου έφυγαν πρόσφατα µε διάφορά οκτώ ηµερών. Ο πατέρας µου σε πολύ µεγάλη ηλικία, χωρίς να ταλαιπωρηθεί. Καταφέραµε και διατηρήσαµε µια πολύ καλή, αγαπητική και γλυκιά σχέση. Η Κατερίνα, πάλι, έφυγε λίγο πιο νωρίς και κάπως απροστάτευτη. Θα τη θυµάµαι πάντοτε. Είχε µια ισχυρότατη επιρροή στη ζωή µου. Η µητέρα µου είναι εδώ δυναµική και δηµιουργική. Έχουµε µια υπέροχη, νοµίζω, σχέση, πολύ αληθινή. Πρόσφατα µάλιστα συνεργαστήκαµε στο «τερέν» της, στο Εθνικό Θέατρο στο έργο µου «Μελίσσια», όπου πρωταγωνίστησε.

Το θέατρο µπαίνει στην πεζογραφία; Κι αντιστοίχως: η πεζογραφία εµβολιάζει τα θεατρικά σας έργα;
Νοµίζω ότι τα τελευταία χρόνια, ναι. Μετά την κρίση, ανοίχτηκα σε δύο τοµείς οι οποίοι έχουν να κάνουν µε τη µοιρασιά και όχι µε τη µοναξιά. Ο ένας ήταν τα µαθήµατα δηµιουργικής γραφής που συνεχίζω να κάνω µέχρι σήµερα. Είναι µία δραστηριότητα που µου έχει προσφέρει πάρα πολλά, µε έχει βοηθήσει ιδιαίτερα σαν συγγραφέα και νοµίζω ότι έχω προσφέρει στα τουλάχιστον τριακόσια άτοµα που έχω συνεργαστεί κάποια εφόδια ώστε να µπορέσουν να βρουν κατ’ αρχήν και να δουλέψουν ακολούθως πάνω στη συγγραφική τους φωνή. Μάλιστα, έχω την ικανοποίηση και τη χαρά οι µαθητές µου έως τώρα να έχουν εκδώσει συνολικά τριάντα βιβλία.

Τα «Αθώα Πλάσματα» του Αλέξη Σταμάτη
Ο Αλέξης Σταμάτης κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο, «Αθώα Πλάσματα», από τις εκδόσεις Καστανιώτη

Σε όλα σας τα βιβλία περιγράφετε τις δυσκολίες της σχέσης µε τη γυναίκα, πού να το αποδώσουµε εµείς οι αναγνώστες αυτό;
Χωρίς τον άλλον, δεν ολοκληρώνεται κανείς. Όµως αυτό δεν µπορεί να γίνεται µε εκπτώσεις. Πρέπει να είσαι έτοιµος να εκχωρήσεις ένα κοµµάτι σου στον άλλον. Ακούγεται όµορφο, κουλτουριάρικο κλπ., αλλά δεν είναι καθόλου απλό. Η πραγµατική αγάπη θέλει εργατοώρες ανιδιοτελούς αφοσίωσης. Κάτι που µπορεί να στο εµπνεύσει µόνο ένα πλάσµα που το έχεις βαθιά ερωτευτεί. Ένας άνθρωπος που δεν τον έχεις καθόλου ανάγκη, όπως ούτε εκείνος εσένα, ωστόσο ο έρωτάς σας, µε ένα µυστήριο τρόπο, σας κάνει να θέλετε ο ένας τον άλλον απόλυτα. Να θέλετε να βγάζει ο άλλος τα καλύτερά του. Δεν περίµενα ότι θα το ζήσω στη ζωή µου. Μου συνέβη πριν από επτά χρόνια µε την Εύα.

Ο Αλέξης Σταµάτης τι έχει να µας πει για τις δύσκολες όψεις του εαυτού του;
Νοµίζω δεν υπάρχει άνθρωπος µε εύκολες και δύσκολες όψεις. Ο άνθρωπος έχει και σκοτεινές και φωτεινές πλευρές. Έχω δει πολλά, έχοντας δύο φορές φτάσει πολύ κοντά στο τέλος. Ο θάνατος όµως δεν είναι το χειρότερο. Η ανθρώπινη φύση είναι ένα πολύ άγριο πράγµα, εκείνο που βιώνουµε καθηµερινά είναι η επιµεληµένη της εκδοχή. Καθένας βρίσκει κάποιο τρόπο να νοηµατοδοτήσει αυτή την κατ’ ουσία αγριότατη εµπειρία της ύπαρξης. Εκείνα που πραγµατικά µας συνιστούν βρίσκονται στο «κάτω µέρος του παγόβουνου». Στην περίπτωσή µου, κάποια στιγµή έτυχε κάποια κοµµάτια του να ανασυρθούν στην επιφάνεια. Στην αρχή τρόµαξα. Αργότερα κατάφερα και είδα τον εχθρό στα µάτια και τον έστειλα και πάλι στη θέση του. Πρέπει να κρατάµε αυτά τα βαθιά ένστικτα σε καταστολή, ώστε να µπορούµε να προχωράµε σαν ανθρώπινα πλάσµατα. Από την άλλη, δεν µπορούµε να είµαστε αφελείς προσποιούµενοι ότι δεν υπάρχουν.

Πρόσφατα κάνατε δικό σας παιδί. Σας άλλαξε τη ζωή; Τι είδατε µε άλλη οπτική γωνία; Τι αναθεωρήσατε;
Πριν έρθει ο Ερµής νόµιζα ότι η έλευση ενός παιδιού είναι ένα θαύµα, ότι θα το χαζεύω και δεν θα το πιστεύω. Εκείνο που έγινε µε τον Ερµή είναι κάτι αφάνταστα πιο σηµαντικό: κοίταξα την αλήθεια στα µάτια και µου ανταπόδωσε το βλέµµα ένα πλάσµα που κι εγώ φρόντισα να έρθει στον κόσµο. Ένιωσα και νιώθω µια τροµερή αίσθηση αδιαπραγµάτευτης αγάπης. Αλλά κι έναν απέραντο σεβασµό γι’ αυτό το πλάσµα, γι’ αυτό το αγόρι µε το οποίο µας διαχωρίζουν κάποια πράγµατα όπως ηλικία, ύψος, βάρος, εξέλιξη εγκεφάλου κ.τ.λ., αλλά στην ουσία είµαστε απόλυτα ίσοι. Από την αρχή. Κάνεις παιδί σηµαίνει µπαίνεις στην περιπέτεια ενός άλλου.

Σπουδάσατε αρχιτεκτονική. Πώς και αποφασίσατε να στραφείτε στη µαγεία των βιβλίων;
Η αρχιτεκτονική είναι µία τέχνη η οποία περιέχει όλες τις άλλες. Είχα την τύχη να την σπουδάσω στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και να κάνω µεταπτυχιακά στο Λονδίνο. Εκείνο που σου προσφέρει, µεταξύ άλλων, είναι η άσκηση της εσωτερικής δόµησης. Πώς δηλαδή από ένα χαοτικό περιβάλλον να µπορέσεις να εξορύξεις κάτι ενδιαφέρον. Να κάνεις, δηλαδή, µία επιµέλεια χάους.

Διδάσκετε δηµιουργική γραφή. Τι σας προσφέρει η διδασκαλία; Ποια είναι η σχέση σας µε τα παιδιά;
Δηµιουργική γραφή έχω διδάξει στο Κολλέγιο Αθηνών, στο Μουσείο Ηρακλειδών, στη Σχολή Μωραΐτη, στον Δήµο Χανίων, στις εκδόσεις Ψυχογιός και σε άλλα µέρη. Μέσα από µια ατµόσφαιρα, µία θερµοκρασία λογοτεχνικότητας, δουλεύουµε µε βάση τα ζητούµενα του καθενός. Ο τρόπος εργασίας είναι αµφίδροµος.

Ποια είναι η ευθύνη ενός πνευµατικού ανθρώπου του σήµερα απέναντι στη χώρα του που χρειάζεται στήριξη, ανοικοδόµηση, µπορώ να πω;
Δυστυχώς ο όρος έχει εκφυλιστεί. Πνευµατικός άνθρωπος, θα λέγαµε ότι είναι εκείνος όποιος καταβάλλει πνευµατικό µόχθο προσπαθώντας να εξερευνήσει το ζωικό µυστήριο. Εκείνος που κοιτάζει στα ενδότερα του ανθρώπου. Ο Μάρκος Αυρήλιος έγραψε:  Αδικεί πολλάκις ο µη ποιών τι, ου µόνον ο ποιών τι, δηλαδή, όταν ο πνευµατικός άνθρωπος σωπαίνει σε κρίσιµες ώρες ουσιαστικά αδικεί και τον ίδιο του τον εαυτό. Το κρίσιµο ερώτηµα εάν αυτός ο πνευµατικός άνθρωπος πρέπει να αντιταχθεί πίσω από δοκιµασµένους προβληµατικούς λόγους, όπως τον πολιτικό λόγο. Σήµερα, σε µια εποχή λαϊκισµού και ευκολίας, η στάση αυτή είναι πρόσφορη βορρά για τα σόσιαλ µίντια και το σύστηµα το οποίο απλώς τον χρησιµοποιεί. Δεν τον αφήνει να επέµβει ουσιαστικά. Από το να είναι διακοσµητικός, καλύτερα να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα. Εντέλει ο πνευµατικός άνθρωπος µιλάει µε το έργο του και είναι ακριβώς αυτή η ιδιότητα του τον κάνει να είναι παρών ίσως ακόµα και πιο δραστικά από το εάν παρενέβαινε σχολιάζοντας το επίκαιρο. Ειδικά στις µέρες µας, όπου η δαιµονοποίηση κάθε είδησης και ο κατακερµατισµός της σε βαθµό που να απαιτείται ιατροδικαστική εξέταση για να καταλάβουµε τι έγινε, απαιτεί ένα άλλο είδος λόγου. Ένα λόγο ο οποίος να µπορεί να ερµηνεύει τα κοινωνικά φαινόµενα µε όρους που να µην είναι της επικαιρότητας, του θυµικού και του συµφέροντος, αλλά µε όρους του υψηλού, του ουσιώδους, όρους µακράς πνοής και πλατιάς οπτικής.

Με τι αφορµή γράψατε το βιβλίο σας «Έβδοµος Ελέφαντας»; Είναι ένα βιβλίο αυτοβιογραφικό. Περιγράψτε µας τα συναισθήµατά σας.
Τον «Έβδοµο ελέφαντα» τον έγραψα αµέσως µετά την περιπέτεια που είχα µε το αλκοόλ. Μετά από 10 χρόνια αλκοολισµού, κατάφερα τελικά να ξεφύγω οριστικά. Μέχρι τότε έγραφα ποίηση, δεν είχα καταφέρει να µπω στην πειθαρχία ενός πεζού κειµένου. Με το που καθάρισα από αυτό το θέµα, ήµουν έτοιµος να γράψω πεζογραφία. Ήταν ένα µυθιστόρηµα µε πειραµατική δοµή, το οποίο µιλούσε για ακριβώς αυτή την περίοδο. Επειδή έχουν περάσει πολλά χρόνια και έχω ακούσει διάφορα, αισθάνοµαι όµορφα που υπήρξε η αφορµή για πολλούς ανθρώπους να κοιτάξουν µέσα τους το θέµα µε το ποτό. Είναι ένα κείµενο που δεν εξωραΐζει την κατάσταση, αλλά την περιγράφει ως είναι. Το γεγονός ότι µεταφράστηκε και στα αγγλικά και µου διεύρυνε τον λογοτεχνικό ορίζοντα σε εποχές που κάτι τέτοιο ήταν αρκετά δύσκολο, ήταν µια πρόσθετη ικανοποίηση.

Σε µια συνέντευξή σας είπατε: «Ο παντοδύναµος έφηβος καταρρακώθηκε. Στη ζωή µου έχω δει και τα δύο πρόσωπα του Ιανού. Τώρα νιώθω ότι υπάρχει µια καλώς εννοούµενη αρµονία. Οι συγκυρίες µε πήγαν σε µια τρελή ζωή. Η βάση µου είναι πολύ πιο αρµονική». Με συγκινήσατε αφάνταστα. Αλήθεια από τα λάθη του παρελθόντος έχετε βγει πιο δυνατός;
Δε θέλω να πέσω σε κλισέ του τύπου «ό,τι δεν σε σκοτώνει…» Όπως σας είπα, έχω ζήσει µία εξαιρετικά ακραία ζωή. Εάν λοιπόν δεν είχα καταλάβει ορισµένα πράγµατα, µετά από όλα αυτά, τότε θα ήµουν αδιόρθωτος. Όποιος έχει φτάσει τόσο χαµηλά, όποιος έχει αγγίξει τέτοιες επικίνδυνες καταστάσεις, έχει σίγουρα αναθεωρήσει πολλά πράγµατα για το πώς πρέπει να βιώνεται αυτή η περιπέτεια. Καταλήγει να είναι πιο συµπονετικός, πιο αγαπητικός, πιο συγχωρητικός. Και ουσιαστικά ανθρώπινος.

Kύριε Σταµάτη, πιστεύετε για να ανθίσει η λογοτεχνία µιας µικρής χώρας σαν την Ελλάδα µας έχει ανάγκη από ένα µύθο; 
Εάν µιλήσουµε τελείως µαρκετίστικα, είµαστε µια µικρή χώρα µε µια γλώσσα η οποία οµιλείται από λίγους ανθρώπους και µια πολιτεία που δεν ενδιαφέρεται για τη µετάφραση η οποία είναι βασικό εργαλείο για να εξαχθεί η λογοτεχνία της. Όχι, δεν πιστεύω ότι πρέπει να δηµιουργήσουµε κάποιο µύθο, ή να ανατρέξουµε στα γνωστά, αρχαιοπληξία και αρχαιολατρεία, ώστε να βγούµε στην παγκόσµια αγορά. Έχουµε εξαιρετικούς συγγραφείς που δεν µοιάζουν και ιδιαίτερα µεταξύ τους, ώστε να δηµιουργήσουν ένα θεµατικό ρεύµα. Αυτό µε όρους αγοράς δεν δηµιουργεί ένα «brand», αλλά τι ζητάµε; Προϊόντα, ή υψηλή ποιότητα έργων; Εάν απλώς βοηθηθεί αυτός ο χώρος, κατά τη γνώµη µου η ελληνική λογοτεχνία θα διακριθεί στο εξωτερικό. Είναι καιρός να σταµατήσουµε να κρυβόµαστε πίσω από τα υπαρκτά όντως προβλήµατα γραφειοκρατίας και να πάρουµε κάποιες απλές γενναίες αποφάσεις. Αποφάσεις που θα ξεκλειδώσουν αυτή την εσωστρέφεια, αλλά και την απαξίωση, η οποία  θέλει τον συγγραφέα ένα πρόσωπο που δεν µπορεί να βιοποριστεί από τη δουλειά του. Ένα συγγραφέα που, εάν δεχτεί το βιβλίο του εκδοτικός οίκος του εξωτερικού, δεν µπορεί να το εκδώσει, διότι η πολιτεία δεν βοηθάει στη µετάφραση όπως συµβαίνει σε άλλες πολιτισµένες χώρες. Ένα συγγραφέα που είναι αναγκασµένος να κάνει περιφερειακές δουλειές, ώστε µπορεί να βιοποριστεί. Είναι κάτι που το λέω εδώ και πάρα πολλά χρόνια και, δυστυχώς, δεν έχω δει βήµα προς το παρόν προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η συγγραφική σας πορεία είναι ανοδική, εσείς πόσο ικανοποιημένος είστε και τι πιστεύετε πως δεν έχετε «καταφέρει»;
Κοιτάξτε, δεν εκτιµώ τη δική µου πορεία µε τέτοιους όρους. Κατά καιρούς είµαι ικανοποιηµένος µε µερικά πράγµατα, κατά καιρούς όχι. Εκείνο που θέλω είναι να βρίσκοµαι διαρκώς εν εκπλήξει και να έχω τις κεραίες µου ανοιχτές ώστε να µπορώ να ακούω τους ψιθύρους, να βλέπω τις εικόνες που µε καλούν στο υλικό από όπου κι αν προέρχονται. Και αυτό να το επιµελούµαι, έως να µε εγκαταλείψει. Εάν το υλικό αυτό αφορά και όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, το γεγονός αυτό µε κάνει πολύ χαρούµενο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ