Athens Voice World

20 χρόνια Athens Voice: Λες και ήταν χθες που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά και άλλαξε τη ζωή μας

«Η A.V. άλλαξε, και συνεχίζει να αλλάζει το τοπίο, με αποτέλεσμα να μην το βαριέσαι ποτέ»

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 892
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
20 χρόνια Athens Voice: Λες και ήταν χθες που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά και άλλαξε τη ζωή μας

20 χρόνια Athens Voice: Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γράφει για τα 20 χρόνια κυκλοφορίας της εφημερίδας

Τα περιοδικά βάδιζαν προς το τέλος όταν πρωτοβγήκε η Athens Voice – τουλάχιστον τα περιοδικά με την παραδοσιακή έννοια, τα εβδομαδιαία και μηνιαία mainstream, ευρείας κυκλοφορίας. Κάναμε ακόμα μίτινγκ προτείνοντας ιδέες για απαστράπτοντα εξώφυλλα, η διαφημιστική πίτα ανοιγόταν ακόμα στα δισέλιδα «σαλόνια» των περιοδικών, αλλά κάπως είχαμε ψυλλιαστεί οι περιοδικατζήδες ότι μια εποχή έφτανε αγάλι αγάλι στο τέλος της. Μπορεί να το σκεφτόμουν μόνη μου, και είχα μια ψιλή αγωνία για το πού στην ευχή θα έγραφα όταν πια θα άλλαζε εντελώς το παλιο-τοπίο. Καμία εφημερίδα δεν συνεργαζόταν τότε με βαμμένους περιοδικατζήδες, οι εφημεριδάδες είναι άλλη φυλή, λέμε «καλημέρα» και τέτοια αλλά μέχρι εκεί, δεν σκοτωνόμαστε κιόλας να κάνουμε παρέα. Ο μέσος εφημεριδάς περιφρονεί τον μέσο περιοδικατζή ως νούμερο, και ο μέσος περιοδικατζής δεν θα τα έφτιαχνε ποτέ, όχι με μέσο εφημεριδά, ούτε καν με εφημεριδο-διευθυντή, πόσο μάλλον με εφημεριδοπώλη.

Το free press, πολύ γαλλικό και νεο-υορκέζικο, μου είχε φανεί σούπερ –σε όλες σχεδόν τις μεγάλες πόλεις του κόσμου κυκλοφορούσαν ήδη φανζίν και μικρά ή μεγάλα περιοδικά συχνά σε εφημεριδόχαρτο, εναλλακτικά ως προς το περιεχόμενο, καθόλου ιλλουστρασιόν– τέλος πάντων, για να συντομεύω την ιστορία: μου πήρε μερικά χρόνια μέχρι να γίνω συνεργάτης της A.V. Πέτυχα «τα παιδιά» σε ένα πάρτι και άρπαξα τον Φώτη Γεωργελέ από τα μούτρα: «Θέλω να γράφω κι εγώ σε εσάς!». Νομίζω μου είπε «οκέι» επειδή ντρεπόταν να φέρει αντίρρηση ή επειδή πράγματι δεν είχε αντίρρηση. Έγραψα ένα θεματάκι με τίτλο «Την τελευταία φορά που φόρεσα κράνος» και βρήκα το κόλπο να παρουσιάζω καναδυό μαγαζιά μαζί με αμπελοφιλοσοφίες, συνήθως με πλάκα, συνδυάζοντας την πληροφορία με τον χαβαλέ. Έγραφα και γράφω βιβλία με μανία, όπως και θεατρικά, σενάρια, τα πάντα όλα – αλλά όταν έχεις βγάλει ρίζες στα περιοδικά, δύσκολα τα παρατάς. Δύσκολα εντάσσεσαι, επίσης, σε άσχετα, αυστηρά επαγγελματικά περιβάλλοντα που δεν δείχνουν ανοχές στον χαβαλέ ή που δεν έχουν χιούμορ.

Η A.V. ξεκίνησε και συνεχίζει με χιούμορ. Η προσωπική γραφή είναι δεδομένο στοιχείο των άρθρων, η ματιά του κάθε γράφοντα ξεφοντάρει πάντα. Δεν ήταν καινούργιο αυτό το σπουδαίο στοιχείο, είχε σκάσει στα περιοδικά από τα 80s… αλλά σε free press έπαιρνε άλλη φόρα, απελευθερωνόταν ακόμα περισσότερο, έφτανε σε βάθος, χτυπούσε την πληροφορία στο κούτελο και την σερβίριζε, την σερβίρει ακόμα, με συναισθηματική ειλικρίνεια. Τα κείμενα είναι αληθινά, οι άνθρωποι που γράφουμε είμαστε ψιλο-κανονικοί αν και όχι εντελώς, όχι λίρα-εκατό: είμαστε relatable, όπως λένε οι Αμερικάνοι, κυκλοφορούμε στην πόλη, μερικές φορές και σε άλλες πόλεις, μπαινοβγαίνουμε στα ΜΜΜ, περπατάμε σε άγνωστες γειτονιές, είμαστε και δεν είμαστε περιπετειώδεις, διαβάζουμε βιβλία, πηγαίνουμε σινεμά και θέατρα, σε καφέ, σε μπαρ, (οι νεότεροι) σε κλαμπ, ξενυχτάδικα και συναυλίες. Προσέχουμε τι γίνεται γύρω μας με τον ειδικό τρόπο των περιοδικατζήδων: όχι σαν να κάνουμε ρεπορτάζ αλλά σαν να καψουρευόμαστε κάθε τόσο κι από κάτι καινούργιο.

Η A.V. άλλαξε το τοπίο πράγματι – έκανε ένα πέρασμα από το περιοδικό ευρείας κυκλοφορίας στο εναλλακτικό έντυπο, και το έκανε μαλακά, ήρεμα, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι. Συνέχισε στο σάιτ με την ίδια ηρεμία, κυρίως με το ίδιο χιούμορ, όταν τα σάιτ εκτόπισαν το έντυπο, το κάθε έντυπο. Δεν ξέρω τι θα έκανα αν δεν υπήρχε η A.V. κι αν δεν έγραφα ένα σκασμό θέματα και θεματάκια κάθε τόσο. Το ζητούμενο, όταν είσαι περιοδικατζής, δεν είναι «να γράφεις κάπου». Είναι να γράφεις εκεί όπου ανθεί και λουλουδίζει η άλλη, η δεύτερή σου οικογένεια, οι άνθρωποι με τους οποίους μιλάτε την ίδια περίπου γλώσσα ακόμα κι όταν δεν συμφωνείτε σε ασήμαντα πράγματα, όπως π.χ. τα πολιτικά. Είναι να αισθάνεσαι σπίτι σου, γραφτικά, να αισθάνεσαι ότι λίγο πολύ (όχι πολύ: όσο πατάει η γάτα) ανήκεις. Με έναν μη δεσμευτικό, χαλαρό, χαβαλεδιάρικο τρόπο, γράφεις ευχάριστα και καλά και όμορφα εκεί όπου αισθάνεσαι μια μικρή έστω περηφάνεια για το μαγαζί… επειδή η A.V. άλλαξε, και συνεχίζει να αλλάζει το τοπίο, με αποτέλεσμα να μην το βαριέσαι ποτέ. Τόσο το τοπίο, όσο και το μαγαζί…

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ