Θεατρο - Οπερα

Ρούλα Γεωργακοπούλου

Μια σκηνή από τη Χιονάτη μου έδειξε τη θέση μου στον κόσμο

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
316581-624539.jpg

Η Ρούλα Γεωργακοπούλου με τα κείμενά της μετράει πολλούς οπαδούς ‒ κι ας μην της ταιριάζει αυτή η γηπεδική έκφραση. Πρώτα με τη στήλη της «Η Ποντικίνα των καναλιών» στο «Ποντίκι», μετά από τις εφημερίδες και τα περιοδικά του ΔΟΛ και τώρα από το site της ATHENS VOICE. Η συνάντησή μας όμως έκρυβε άλλη αιτία. «Καρφίτσες στα γόνατα». Αυτός ο μαζοχιστικός τίτλος κρύβει την κίνηση μιας μοδίστρας που διορθώνει ένα φόρεμα αλλά και αγκαλιάζει δύο παλιά της θεατρικά μονόπρακτα που εμφανίζονται σε ενιαία παράσταση σε σκηνοθεσία Σοφίας Φιλιππίδου. Φέρτε εικόνα: Φωνή βαθιά, γυναίκα που κρυώνει και χρειάζεται ώρα να συνέλθει, συνεσταλμένο ύφος σε μάτια μεγάλα και περίεργα, ακονισμένο μυαλό, χιούμορ γουντιαλλενικό, στο ένα χέρι ηλεκτρονικό τσιγάρο και στο άλλο ποτήρι κόκκινο κρασί σ’ ένα μπαρ για δύο μόνο θαμώνες, κάπου εκεί κοντά στο Από Μηχανής Θέατρο. Αν και συνάδελφοι μόλις γνωριστήκαμε.


Μου έκανε εντύπωση που βρεθήκαμε αμέσως μόλις τελείωσε η παράσταση και όχι μόνο δεν ρώτησες πώς μου φάνηκε, αλλά δεν αναγνώρισα ούτε καν εκείνο το βλέμμα της προσμονής να σου πω χωρίς να ρωτήσεις.

Τι να ρωτήσω, βρε παιδιά; Κατ’ αρχάς θυμάμαι πόσο αμήχανα νιώθω ως θεατής όταν με ρωτούν μόλις τελειώσει μια παράσταση οι συντελεστές. Μα δεν έχεις καλά -καλά προλάβει να το επεξεργαστείς. Προσωπικά αισθάνομαι ένοχη για κάθε θεατή σε κάθε έργο μου. Γιατί γνωρίζω πως τα κείμενά μου δεν είναι αυτό που λένε, εύληπτα. Θέλει γενναιοδωρία εκ μέρους του θεατή, που όμως δεν είναι υποχρεωμένος και να την έχει. Κανονικά πρέπει να κάθομαι στην πόρτα και να λέω «με συγχωρείτε», «με συγχωρείτε»… (Οκ, πεθαίνω στα γέλια καθώς το λέει δίνοντας δήθεν το χέρι στο κοινό)

Αναγκάζομαι να χρησιμοποιήσω το κλισέ πως γράφεις θέατρο του παραλόγου. Δεν είναι παράξενο που σε μια παράλογη χώρα δεν μπορούμε να εξοικειωθούμε με τον (θεατρικό) παράλογο λόγο;

Προϋποθέτει πως δεν πρέπει να παίρνεις πολύ σοβαρά τον εαυτό σου και να μπορείς να αφήνεις τα ψυχικά γεγονότα να σε παρασύρουν. Δεν μ’ αρέσει που θα τα πω αυτά αλλά οι περισσότεροι Έλληνες θεατές προτιμούν να βλέπουν ένα ζευγάρι να ξεσκίζεται, κάποιον που κερατώνει, έναν άστεγο, κάποιον που έχασε τη δουλειά του. Μια πολύ συγκεκριμένη τυπολογία. Δεν είναι κακό που συμβαίνει, αλλά ομολογώ πως ήταν και η αιτία να στομώσουμε πολλοί σαν εμένα που θέλαμε να γράφουμε αλλιώς.

Ίσως θα ήταν πιο εύκολο για ένα θεατή που βλέπει τα ίδια όνειρα με εσένα να εισχωρήσει με ευκολία στο σύμπαν σου. Αλήθεια, τι όνειρα είδες χθες βράδυ;

Βλέπω πολλά και παράξενα όνειρα∙ ζω με τα όνειρά μου. Πάντως έχεις δίκιο. Αυτά τα δύο μονόπρακτα είναι βγαλμένα από τη ζωή και τα όνειρά μου. Φαντασία δεν έχω πολύ, κι ευτυχώς η πραγματικότητα μας τροφοδοτεί με πολύ υλικό. Όμως η… σκληρή αλήθεια είναι πως δεν είμαι άνθρωπος που ξυπνάει το πρωί και λέει «τι ωραίο θα γράψουμε σήμερα», αλλά ακριβώς το αντίθετο «τι ωραίο δεν θα γράψουμε σήμερα». Ελπίζω μέσα από τα έργα πως θα βρεθεί και κάποιος άλλος που μπορεί να έχει δει ό,τι είδα ή μπορεί να χρειαστεί αυτά που έχω γράψει. Τόσο απλά.

Πάντοτε ήθελες να γράφεις το θέατρο που γράφει, ας πούμε, ο Ιονέσκο;

Μικρότερη, ναι. Τώρα που μεγάλωσα λέω, κοίτα να δεις που δεν μπορείς να γράφεις σαν τον Γκόρκι. Άχρηστη!

Στο δεύτερο μονόπρακτο με τίτλο «Προσπερίνα» ζωντανεύουν δύο πίνακες: Ο ναύτης του Τσαρούχη και η Proserpina του Dante Gabriel Rossetti. Φαντάζομαι πως τους έχεις ή είχες στο σπίτι σου.

Έτσι είναι. Αυτό το μονόπρακτο γράφτηκε σε μια εποχή πλήρους προσωπικής διάλυσης. Ζούσα σ’ ένα μικρό σπίτι και σε μια πλευρά είχα το ναύτη και στην άλλη την Proserpina, που μου την είχε φέρει από την Tate Gallery η αδελφή μου ‒ αντίγραφα, φυσικά και τα δύο, μην παρεξηγηθούμε. Καθόμουν και δεν έκανα τίποτα ‒ λατρεύω να μην κάνω τίποτα γιατί τότε τα κάνω όλα. Τα καλύτερα έργα είναι αυτά που έχω ξεχάσει να γράψω∙ γίνεται χαμός. Εκεί λοιπόν που καθόμουν πολύ μόνη μου και κοιτούσα τους δύο πίνακές μου, ήρθε σαν φλας πως αν κάποτε κατέβουν από τους πίνακες θα γίνει ένας χαμός. Κι έτσι το έγραψα.

Μου άρεσε τόσο το μάθημα της γλώσσας στο μονόπρακτο…. αναρωτήθηκα ωστόσο αν κρύβει ταλαιπωρίες και τιμωρίες όταν μάθαινες μικρή τους κανόνες γραμματικής με τις εξαιρέσεις.

Τη λάτρευα εκείνη την περίοδο που μαθαίναμε μηχανικά τη γλώσσα. Είχε μια τελετουργία και μια ποίηση όλο αυτό.

Οι εκφράσεις «τελετουργία και ποίηση» δεν είναι και τόσο παιδικές. Ή στην περίπτωσή σου είναι;

Κι όμως κάπως έτσι ένιωθα. Εκτιμούσα τους βαρετούς δασκάλους με αυτές τις επαναλήψεις. Για μένα όλα αυτά έμοιαζαν με στίχους ενός ροκ τραγουδιού. Ήταν μικρές ταμπλέτες ποίησης όλες αυτές οι παράξενες λέξεις.

Αυτή τη σκέψη σου δεν νομίζω πως εύκολα θα μπορούσες να μοιραστείς με φίλους σου. Ή ήσουν μοναχική;

Ήμουν μοναχική αλλά είχα φίλους και μάλιστα πολλούς. Απλώς δεν έβρισκα το λόγο να μοιραστώ κι αυτή την πλευρά μου μαζί τους. Καταλάβαινα πως ήταν μια ιδιαίτερη θέση όλο αυτό, ήλπιζα όμως πως κάποτε θα γίνει κατανοητή και από άλλους. Πάντως μπορούσα να το απολαύσω και μόνη μου.

image

Από ορθογραφία πώς πήγαινες;

Πάρα πολύ ανορθόγραφη και ακόμη παραμένω ‒ σε πολύ λιγότερο βαθμό, φυσικά. Αυτό συμβαίνει όταν γράφω ελεύθερα ‒ γιατί ξέρω ορθογραφία.

Έψαξες γιατί συμβαίνει;

Δεν μπορώ να τα ψάξω όλα γιατί είναι και πολλά. Το άφησα ως μια ιδιαιτερότητα για να μου θυμίζει και ένα πάρα πολύ ωραίο σκηνικό. Οι δάσκαλοί μου με αγαπούσαν πολύ γιατί έλεγα διάφορες εξυπνάδες στην τάξη. Τρελαινόμουν λοιπόν όταν η δασκάλα μου έφτανε στο αμήν βλέποντας τα ορθογραφικά μου λάθη και πετούσε το τετράδιο από τα νεύρα της στην άλλη άκρη της αίθουσας. Στα μάτια μου το τετράδιο, όπως πετούσε στον αέρα, μου θύμιζε πεταλούδα. Τόσο ωραίο. Έσπαγε τη βαρεμάρα. Σήμερα θα λέγαμε πως δημιουργούσε ένα event, μια performance για χάρη μου. Αχ, πόσο το διασκέδαζα μέσα μου.

Μια διανοούμενη Πολυάννα.

Δεν ήταν διανοουμενίστικο γεγονός, αλλά αισθητικό. Σήμερα το λέω έτσι. Τότε θα χρησιμοποιούσα τη λέξη όμορφο, ξεχωριστό…

Με τη στήλη σου στην Athens Voice το διασκεδάζεις;

Δεν ξέρω να μαγειρεύω – και δεν μ’ ενδιαφέρει να μάθω. Δεν πάω στα μαγαζιά. Δεν κάνω βόλτες. Δεν πάω εκδρομές. Κάτι δεν πρέπει να έχω κι εγώ που να μου δίνει χαρά; Δεν έχω κανένα άλλο χάρισμα, παρά μόνο να γράφω και χρειάζομαι ένα πλαίσιο για να μπορώ να το κάνω. Μετά μου δίνει την ευκαιρία να ξεθυμαίνω. Έχω πολύ θυμό μέσα μου κι αν δεν τον βγάλω θα σκάσω.

Κανονικά θα έπρεπε να είσαι ευτυχισμένη. Τόσες «παράλογες» ατάκες γεννιούνται λόγω κατάστασης, αρχής γενομένης από «Το όχι είναι το νέο ναι». Θα τη ζήλευε και ο Ιονέσκο.

Όπως το καφέ είναι το νέο μαύρο; Έχω δουλέψει σε γυναικεία περιοδικά και όλες αυτές τις μπούρδες τις έχω γράψει άπειρες φορές. Καλέ κόντεψα να πεθάνω με όλα αυτά που συνέβηκαν το καλοκαίρι. Θυμάμαι έκλαιγα με τις ώρες… Άσε…

Θέλεις να πάρεις τα βουνά;

Όχι, καθόλου. Θέλω χρόνο να χαζεύω. Έχω μπροστά στο γραφείο μου ένα παράθυρο με θέα σε ταράτσες και κάθομαι ώρες.

Και γιατί δεν τα γράφεις όλα αυτά;

Γιατί φοβάμαι.

Πώς δεν είσαι τόσο καλή;

Ναι. Γιατί πιστεύω πως δεν είμαι ούτε τόσο ταλαντούχα ούτε τόσο επιμελής. Έτσι περιμένω πάρα πολύ κάτι μέχρι να με πιέσει για να το γράψω. Το μονόπρακτο το έγραψα με σκοπό να μη το δει κανένας κι έτσι άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο. Τελικά το είδαν πολλοί. Ποτέ, ακόμη και όταν δημοσιογραφούσα στα ΝΕΑ, δεν μ’ ενδιέφεραν τα κεντρικά θέματα ‒ αλλά τα ψίχουλα, που πέφτουν από το τραπέζι. Θα σου πω κάτι. Όταν ήμουν μικρή η πιο αγαπημένη μου κινηματογραφική σκηνή είναι μια από τη Χιονάτη. Σε κάποια φάση οι νάνοι συνειδητοποιούν πως έχει χαθεί ένα μαξιλάρι, το οποίο είχε πάρει η Χιονάτη, τσακώνονται και επιδίδονται σε μαξιλαροπόλεμο. Το σπίτι τους είχε γεμίσει με πούπουλα και ξαφνικά ο Χαζούλης πήρε ένα πουπουλάκι ‒ποτέ δεν πρόκειται να το ξεχάσω‒, το φύσηξε, το φούσκωσε και το έβαλε για μαξιλάρι. Αυτή η σκηνή μού έδειξε τη θέση μου στον κόσμο. Δεν ήταν μια πράξη ήττας αυτή η πράξη του Χαζούλη, αλλά μια πράξη δαιμονική, πολύ έξυπνη και αστεία. Μια πράξη εκτός γραμμής αξιολόγησης.

Έχεις επίγνωση ποια είσαι;

Αλίμονο. Τόσα χρόνια συναναστρέφομαι μαζί μου. Δεν με έπαιρνε να κάνω διαφορετικά.

Έχεις σεβντά που δεν είσαι ψηλή, ξανθιά, γαλανομάτα;

Δεν το έχω σκεφτεί… Αν ήμουν φαντάζομαι, θα ήταν πολύ ωραία. Αλλά μια χαρά αισθάνομαι και με το ύψος μου, και με τα χρώματά μου. Θα ήθελα να ήμουν όμως πιο έξυπνη, πιο ταλαντούχα. Να μην είχα φόβους. Θα ήθελα να ήμουν κανονική. Αν και το τελευταίο μου το είχε λύσει ο Κεχαΐδης. Του έλεγα συνέχεια «θέλω να είμαι κανονική» μέχρι που μου είπε «Ποιον θεωρείς κανονικό; Αυτόν που αναρωτιέται αν πάει η γραβάτα με την καμπαρντίνα; Αυτή την κανονικότητα θέλεις;» Γέλασα, γιατί συνειδητοποίησα το γελοίο της κανονικότητας, αλλά ναι, ακόμη τη θέλω. Θέλω να πω τη φράση «τι δράμα, γαμώ το κέρατό μου, ξεχάσαμε να πάρουμε απορρυπαντικό για τα πιάτα»…

Λαχταράς να είσαι drama queen;

Καμιά φορά πάρα πολύ. Και την κάνω, όταν βαριέμαι. Μ’ αρέσει ας πούμε να παριστάνω ό,τι ζω ένα δράμα την ώρα που στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει τίποτα το δραματικό. Ο άντρας μου με ξέρει και το διασκεδάζει, με αποτέλεσμα αν ποτέ συμβεί κάτι πραγματικά ανησυχητικό να μη δώσει την πρέπουσα σημασία και να πάθω καμιά ζημιά. «Είναι η τιμωρία σου για τα αυτιστικά σου αστεία» μου λέει. Αυτά ζούμε…

Γιατί το κάνεις;

Γιατί κάποιος πρέπει να με διασκεδάσει. Κι αφού δεν το αναλαμβάνει κανείς, το κάνω μόνη μου.

Δυσκολεύομαι να σε φανταστώ να γελάς δυνατά.

Παθαίνω σοκ όταν γελάω. Αυτός που θα με κάνει να γελάσω θα τον ευγνωμονώ για πάντα. Το γέλιο από καρδιάς το θεωρώ και μεγάλο αισθητικό γεγονός. Αλλά ούτε και κλαίω εύκολα.

Το βαφτιστικό σου όνομα ποιο είναι;

Σταυρούλα.

Είσαι μια συνέχεια της μικρής Σταυρούλας ή υπήρξε κάποιο γεγονός που σε άλλαξε;

Όχι. Μια κανονική συνέχεια. Πάντοτε προκαλούσα εγώ τους άλλους να γελούν ή πάντοτε πεθαίνω στα γέλια βλέποντας παλιές ελληνικές κωμωδίες. Είμαι ευτυχισμένη όταν τις βλέπω.

image

Δεν θα γελάσεις με έργα Ξανθόπουλου, για παράδειγμα.

Δεν καγχάζω. Τον σέβομαι τον Ξανθόπουλο, γιατί όταν ήμουν μικρή κορίτσια που βοηθούσαν τη μαμά μου μας πήγαιναν σε ταινίες του. Αχ, πόσο θα ήθελα να τα ξανασυναντήσω κάποτε αυτά τα κορίτσια.

Ιδανικά πού θα ήθελες να ζεις;

Σε ένα μοναστήρι, μεικτό, όπου εκτός από γονυκλησιές θα παίζαμε και ώρες τάβλι. Έχω βρει το μέρος, μένει να βρω τα λεφτά.

Το πρώτο μονόπρακτο έχει πολλά ψυχαναλυτικά στοιχεία. Αποτέλεσμα της δικής σου ψυχανάλυσης;

Όταν το έγραψα δεν είχα ξεκινήσει. Τώρα, στο νέο έτος, κλείνω 30 χρόνια ψυχανάλυσης.

Να ευχηθώ να τα εκατοστήσεις;

Προς τα εκεί το πάω. Είναι η στιγμή που ανοίγω το δωματιάκι με την απόλυτη ελευθερία και πολιτισμό. Πώς κάνουν άλλοι διδακτορικό στα 70 ή μαθαίνουν πιάνο στα 60, εγώ έχω την ψυχανάλυση. Εκτιμώ αφάνταστα αυτή την ανθρωπιστική επιστήμη και λόγω τιμής την κάνω και για όσους δεν μπορούν να την κάνουν και βασανίζονται φριχτά. Γιατί τα λέμε όλα αυτά;

Για να μάθω ποια είναι αυτή που γράφει με τον τρόπο που γράφει.

Ποια είμαι, μωρέ; Καμιά δεν είμαι!

Όσοι πίνουν νερό στα κείμενά σου δεν θα συμφωνήσουν! Κάτι τελευταίο. Ζώα έχεις;

Τώρα τελευταία φλερτάρω με την ιδέα ενός σκύλου αλλά φοβάμαι να το κάνω. Είχα καναρίνια και στα 29 μου είχα ψάρια. Τα καναρίνια ψόφησαν από μόνα τους, τα ψάρια τα… σκότωσα εγώ. Ώρες καθόμουν πάνω από τη γυάλα, και το βράδυ με αναμμένο το φως, γιατί ήθελα να καταλάβω πως στο διάολο κοιμούνται. Κάθε λίγο και λιγάκι τα τάραζα με ένα αναδευτήρα. Ε, τελικά πέθαναν από αϋπνία. Άντε στην υγειά μας. (Και τσουγκρίζουμε τα ποτήρια με το κρασί μας)


Info: Πληροφορίες για την παράσταση εδώ


Φωτό: Θανάσης Καρατζάς

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ