Eurovoices

Οι επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής

Η υπερθέρμανση του πλανήτη ως «πολλαπλασιαστής απειλών»

portrait-322469_1920_2.jpg
Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Πολική αρκούδα σε παγόβουνο
© Getty Images/Ideal Image

Πυρκαγιές, θέρμανση των ωκεανών, παράκτιες πλημμύρες, ερημοποίηση: τι πρέπει να ξέρουμε για την κλιματική αλλαγή

Η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον, στα οικοσυστήματα και στις ανθρώπινες κοινωνίες: η κλιματική αλλαγή, που αποδίδεται στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, προκαλεί απώλεια θαλάσσιου πάγου, άνοδο της στάθμης της θάλασσας και παρατεταμένους, έντονους καύσωνες. Οι αλλαγές στο κλίμα δεν είναι ομοιόμορφες παντού: οι χερσαίες περιοχές μεταβάλλονται πιο γρήγορα από τους ωκεανούς και εκείνες στα βόρεια γεωγραφικά πλάτη μεταβάλλονται πιο γρήγορα από τις τροπικές ζώνες. Η υπερθέρμανση του πλανήτη επιφέρει αλλαγές στο κλίμα μέσω της τήξης των πάγων, της διαταραχής του υδρολογικού κύκλου (εξάτμισης και βροχόπτωσης) και της αλλαγής των ρευμάτων στους ωκεανούς. Αυτές οι αλλαγές σημαίνουν ακραίες καιρικές συνθήκες, υποχώρηση των παγετώνων, άνοδο της στάθμης των υδάτων, μείωση του θαλάσσιου πάγου της Αρκτικής και μεταβολές στον χρόνο των εποχιακών γεγονότων (π.χ. πρώιμη ανοιξιάτικη ανθοφορία). Από το 1970, ο ωκεανός έχει απορροφήσει περισσότερο από το 90% της υπερβολικής θερμότητας στο κλιματικό σύστημα με συνέπεια αλλοίωση των ωκεάνιων υδάτων η οποία ανατροφοδοτεί την κλιματική κρίση. Ακόμη και αν σταθεροποιηθεί η θερμοκρασία της επιφάνειας του πλανήτη, η στάθμη της θάλασσας θα συνεχίσει να αυξάνεται και οι ωκεανοί θα συνεχίσουν να απορροφούν την υπερβολική θερμότητα από την ατμόσφαιρα για πολλούς αιώνες. Παραλλήλως, η πρόσληψη διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα οδηγεί σε υψηλή οξύτητα των υδάτων απειλώντας την πανίδα και τη χλωρίδα.

Η κλιματική αλλαγή έχει υποβαθμίσει την ποιότητα της Γης, έναν πλανήτη μοναδικό, ή σπάνιο, στο σύμπαν, οι ιδιαίτερες συνθήκες του οποίου ευνόησαν την εμφάνιση ζωής. Με την αύξηση της θερμοκρασίας και την επέκταση της ξηρασίας, τα βιολογικά είδη μεταναστεύουν προς τους πόλους· σε ψυχρότερες περιοχές: στην ξηρά, τα ζώα παίρνουν κυριολεκτικά τα βουνά, ενώ τα θαλάσσια είδη βρίσκουν ψυχρότερο νερό σε μεγαλύτερα βάθη. Η πρόσβαση των ανθρώπων σε τρόφιμα και σε πόσιμο νερό κινδυνεύει λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας, ενώ το θερμικό στρες ευνοεί την εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών.

Η ευπάθεια και η έκθεση των ανθρώπων στην κλιματική αλλαγή διαφέρει από χώρα σε χώρα. Οι πλούσιες βιομηχανικές χώρες, που έχουν επιβαρύνει τον πλανήτη με περισσότερο CO2, έχουν περισσότερους πόρους και υψηλότερη τεχνολογία, άρα είναι λιγότερο ευάλωτες στην υπερθέρμανση. Αλλά, οι οικονομικοί τομείς που επηρεάζονται ιδιαίτερα από αυτή την κρίση -η γεωργία, η αλιεία, η δασοκομία, η ενέργεια, ο τουρισμός, η αναψυχή- υπάρχουν σε όλες τις χώρες και σε όλα τα μήκη και τα πλάτη: κανείς δεν είναι προστατευμένος σε βάθος χρόνου.

Οι παγκόσμιες επιφανειακές θερμοκρασίες έχουν αυξηθεί κατά 1°C από τότε που αρχίσαμε να τις μετράμε και να διατηρούμε δεδομένα: ακούγεται «λίγο» αλλά οι επιπτώσεις του ενός βαθμού, που θα γίνει σύντομα δύο -μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, οι θερμοκρασίες μπορεί να αυξηθούν σε επίπεδο που δεν παρατηρήθηκε από τα μέσα του Πλειόκαινου, περίπου πριν από 3 εκατομμύρια χρόνια πριν- θα σημαίνουν μια μορφή Συντέλειας. Αλλά, το πόσο θερμαίνεται ο πλανήτης εξαρτάται από το τι κάνουν και τι δεν κάνουν οι άνθρωποι για να περιορίσουν τις εκπομπές αερίων, καθώς και από το πόσο ευαίσθητο είναι το κλίμα στα αέρια του θερμοκηπίου. Οι επιστήμονες είναι αρκετά σίγουροι ότι με διπλάσια ποσότητα GHG στην ατμόσφαιρα ο κόσμος θα θερμαινόταν κατά 2,5°C-4°C: όμως η προβλεπόμενη υπερθέρμανση έως το 2100 σχετίζεται επίσης με το επίπεδο των σωρευτικών εκπομπών κατά τον 21ο αιώνα (συνολικές εκπομπές μεταξύ 2000 και 2100). Όσο υψηλότερες είναι οι σωρευτικές εκπομπές κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, τόσο υψηλότερο είναι το προβλεπόμενο επίπεδο θέρμανσης. Ακόμα κι αν οι εκπομπές CO2 σταματήσουν απότομα και αναπτυχθούν τεχνολογίες αρνητικών εκπομπών, το κλίμα της Γης δεν θα επιστρέψει στην προβιομηχανική του κατάσταση: οι θερμοκρασίες θα παραμείνουν υψηλές για αρκετούς αιώνες. Επί χίλια χρόνια πάνω-κάτω, το 20%-30% του CO2 που εκπέμπει ο ανθρώπινος πληθυσμός θα παραμείνει στην ατμόσφαιρα· δεν θα απορροφηθεί από τον ωκεανό ή τη γη. Με λίγα λόγια, παρά τα μέτρα που εφαρμόζονται ή θα εφαρμοστούν η θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά περίπου 2,4°C μέχρι το 2100.

Η υπερθέρμανση του πλανήτη οδηγεί σε αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως κύματα καύσωνα, ξηρασίες, κυκλώνες, χιονοθύελλες και βροχοπτώσεις. Παρατηρείται μείωση των βροχοπτώσεων στις υποτροπικές περιοχές και αύξηση των βροχοπτώσεων σε υποπολικά γεωγραφικά πλάτη και σε ορισμένες περιοχές του Ισημερινού. Με άλλα λόγια, οι περιοχές που είναι ξηρές αυτή τη στιγμή θα γίνουν γενικά ακόμη ξηρότερες, ενώ οι περιοχές που είναι υγρές θα γίνουν ακόμη πιο υγρές. Η ξηρασία προβλέπεται ισχυρότερη στα όρια των υποτροπικών περιοχών -για παράδειγμα, στη Νότια Αφρική, στη νότια Αυστραλία, στη Μεσόγειο και στις νοτιοδυτικές ΗΠΑ- ενώ τα κύματα καύσωνα, κατά τα οποία η ημερήσια μέγιστη θερμοκρασία υπερβαίνει τη μέση μέγιστη θερμοκρασία κατά 5°C για περισσότερες από πέντε συνεχόμενες ημέρες, προβλέπονται συχνότερα. Τα τελευταία 30-40 χρόνια, οι καύσωνες με υψηλή υγρασία έχουν γίνει πιο συχνοί και έντονοι: χαρακτηριστικό τους είναι οι εξαιρετικά ζεστές νύχτες που έχουν διπλασιαστεί σε συχνότητα.

Οι στατιστικές «ανωμαλίες» δεν είναι πια και τόσο «ανωμαλίες» σε ό,τι αφορά τα ακραία καιρικά φαινόμενα: φέτος στη Γαλλία σημειώθηκαν θερμοκρασίες μέχρι 42 βαθμούς (πρωτοφανές για τον Ιούνιο), αλλά οι καύσωνες είναι όλο και συχνότεροι από το 2003. Στη Μεσόγειο και στην Καλιφόρνια οι επιπτώσεις της υπερθέρμανσης γίνονται χειρότερες λόγω της μεγάλης ζήτησης νερού, της πληθυσμιακής αύξησης, της αστικής επέκτασης: έτσι, οι πυρκαγιές του τύπου wildfires που συμβαίνουν σε αυτές τις περιοχές του κόσμου συντείνουν στη δημιουργία ερήμων - η αμερικανική έρημος Μοχάβι επεκτείνεται. Σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ «Drought in Numbers, 2022» η κλιματική αλλαγή έχει αυξήσει τη συχνότητα και τη διάρκεια των εποχών ξηρασίας με αποτέλεσμα π.χ. η μέση έκταση των ΗΠΑ που καίγεται ετησίως από πυρκαγιές να έχει σχεδόν τριπλασιαστεί μέσα σε τρεις δεκαετίες. Αν και σε παγκόσμιο επίπεδο η κλιματική αλλαγή προωθεί έναν τύπο καιρού που ευνοεί τις πυρκαγιές, τα καλά νέα είναι ότι ενόσω οι καιρικές συνθήκες αυξάνουν τον κίνδυνο πυρκαγιών, η συνολική έκταση που καίγεται από τη φωτιά έχει μειωθεί: αυτό συμβαίνει λόγω της μετατροπής της σαβάνας σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις· υπάρχει δηλαδή λιγότερη δασική έκταση που μπορεί να καεί.

Η αύξηση της οξύτητας των ωκεάνιων υδάτων οφείλεται στην πρόσληψη διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα: η κύρια αιτία  είναι η χρήση ορυκτών καυσίμων από τον άνθρωπο. Καθώς αυξάνεται η ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, αυξάνεται και η ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα που απορροφάται από τον ωκεανό. Αυτό οδηγεί σε μια σειρά χημικών αντιδράσεων στο θαλασσινό νερό: όταν το διοξείδιο του άνθρακα διαλύεται στη θάλασσα, σχηματίζει ανθρακικό οξύ (H2CO3) μερικά από τα μόρια του οποίου διασπώνται σε ένα διττανθρακικό ιόν και ένα ιόν υδρογόνου, αυξάνοντας έτσι την οξύτητα των ωκεανών (συγκέντρωση ιόντων Η+). Η οξίνιση των ωκεανών επηρεάζει τους ζωντανούς οργανισμούς που σχηματίζουν σκελετούς από ανθρακικό ασβέστιο (π.χ. άλγη κοραλλιών, κάποιες κατηγορίες πλαγκτόν): η ικανότητά τους να σχηματίζουν εξωσκελετούς ή ενδοσκελετούς μειώνεται όταν μειώνεται η τιμή του pH. Eπειδή αυτά τα είδη αποτελούν συχνά τη βάση των τροφικών αλυσίδων στους ωκεανούς, η μείωσή τους έχει σοβαρές συνέπειες για πολλούς θαλάσσιους οργανισμούς και για τον άνθρωπο.

Στο μεταξύ, η Γη έχασε 28 τρισεκατομμύρια τόνους πάγου μεταξύ 1994 και 2017, ενώ η στάθμη της θάλασσας ανέβηκε κατά 34,6±3,1 χιλιοστά. Όσο για τους πάγους της Αρκτικής άρχισαν να μειώνονται στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά ο ρυθμός επιταχύνεται: από το 1979, τα δορυφορικά αρχεία υποδεικνύουν ότι στη διάρκεια των καλοκαιριών το πάχος του θαλάσσιου πάγου μειώθηκε κατά 66% τα τελευταία 60 χρόνια. Ο μόνιμος πάγος θερμάνθηκε κατά περίπου 0,3°C μεταξύ 2007 και 2016, πράγμα που σημαίνει απελευθέρωση μεθανίου, η οποία συμβάλλει σε ταχύτερο ρυθμό υπερθέρμανσης. Αν ο μόνιμος πάγος συνεχίσει να μειώνεται, πολλά σκοτεινά σενάρια κλιματικής αλλαγής θα ενισχυθούν: θα χρειαστεί να γίνουν δραστικές αλλαγές στον τρόπο ζωής και αναπαραγωγής του ανθρώπου. Η κλιματική αλλαγή έχει εκτιμηθεί ως κύριος παράγοντας απώλειας βιοποικιλότητας στα δάση κωνοφόρων, στις σαβάνες, στα μεσογειακά κλιματικά συστήματα, στα τροπικά δάση και στην Αρκτική τούνδρα. Μερικές από αυτές τις επιπτώσεις φαίνονται μη αναστρέψιμες, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια πολλών ανθρώπινων γενεών.

Υπάρχουν επίσης κίνδυνοι για την υγεία: άμεσοι (π.χ. λόγω καύσωνα, λόγω καιρικών καταστροφών), αλλαγές που σχετίζονται με το κλίμα στα οικολογικά συστήματα και σχέσεις (π.χ. αποδόσεις καλλιεργειών, οικολογία κουνουπιών, θαλάσσια παραγωγικότητα) και πιο διάχυτοι που σχετίζονται με τη φτωχοποίηση, τον εκτοπισμό και τα προβλήματα ψυχικής υγείας. Η σχέση μεταξύ υγείας και υψηλών παγκόσμιων θερμοκρασιών σημαίνει έκθεση ευάλωτων πληθυσμών σε καύσωνα, θνησιμότητα που σχετίζεται με τη ζέστη, επιπτώσεις στη σωματική δραστηριότητα, την ικανότητα για εργασία, την παραγωγικότητα και την ψυχική υγεία. Επίσης μια σειρά από μολυσματικές ασθένειες τείνουν να αυξάνονται σε ορισμένες περιοχές: π.χ. ασθένειες που μεταδίδονται από τα κουνούπια, ασθένειες από παθογόνους μικροοργανισμούς, (π.χ. χολέρα) και ασθένειες που μεταδίδονται από το νερό. Η υγεία επηρεάζεται επίσης από πλημμύρες, τυφώνες, ξηρασίες, πυρκαγιές: τα ακραία φαινόμενα προκαλούν τραυματισμούς και επιδεινώνουν την ατμοσφαιρική ρύπανση.

Οι οικονομικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη ποικίλλουν σημαντικά. Οι ερευνητές έχουν προειδοποιήσει ότι η τρέχουσα οικονομική μοντελοποίηση υποτιμά σοβαρά τον αντίκτυπο της καταστροφικής κλιματικής αλλαγής και επισημαίνουν την ανάγκη για καινούργια μοντέλα που να δίνουν ακριβέστερη εικόνα των πιθανών ζημιών. Πάντως, φαίνεται ότι οι συνολικές ζημιές θα είναι εντυπωσιακά λιγότερες αν η υπερθέρμανση του πλανήτη περιοριστεί στον 1,5°C και δεν φτάσει τους 3,66°C που αναμένεται τα επόμενα χρόνια. Αν πραγματοποιηθεί το χειρότερο σενάριο και μέχρι το έτος 2100 η θερμοκρασία αυξηθεί παγκοσμίως κατά 4 βαθμούς, το παγκόσμιο ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 30%.

Όλα αυτά ακούγονται εικασίες, στηρίζονται όμως σε δεδομένα που  οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν να μάθουν. Το πρόβλημα είναι ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει με τρόπους που δεν γίνονται αμέσως ορατοί: π.χ. σε πολλές περιοχές που πλήττονται από πλημμύρες ή τυφώνες, τα ασφάλιστρα κατοικίας αυξάνονται· οι δρόμοι, οι διάδρομοι προσγείωσης αεροδρομίων, οι σιδηροδρομικές γραμμές και οι αγωγοί, (συμπεριλαμβανομένων των αγωγών πετρελαίου, των υπονόμων, των αγωγών ύδρευσης κ.λπ.) απαιτούν αυξημένη συντήρηση και ανανέωση καθώς υπόκεινται σε μεγαλύτερες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας· ανθρωποώρες χάνονται· η υπερκατανάλωση νερού απειλεί τα ήδη συρρικνούμενα αποθέματα. Γενικά, η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει περιγραφεί ως «πολλαπλασιαστής απειλών»: πρέπει να έχουμε υπόψη ότι μέση θερμοκρασία άνω των 29°C είναι ακατάλληλη για τον άνθρωπο όπως και για τα περισσότερα βιολογικά είδη.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ