Eurovoices

ΕΕ, Ελλάδα και Κράτος Δικαίου: Μία άβολη συζήτηση

Στην Ευρώπη του 2022 φουντώνει η συζήτηση για το Κράτος Δικαίου. Μία συζήτηση δύσκολη, άχαρη, και για πολλές χώρες -δυστυχώς και για τη δική μας- εξαιρετικά άβολη

Κώστας Αρβανίτης
Κώστας Αρβανίτης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Σημαίες της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ο ευρωβουλευτής Κώστας Αρβανίτης γράφει για το κράτος Δικαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ελλάδα.

Είναι άχαρη η συζήτηση για το Κράτος Δικαίου. Μια από τις θεμελιώδεις κατακτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η εμπέδωση της αίσθησης πως αποτελεί με τον ένα ή τον άλλον τρόπο «εγγυητή» της Δημοκρατίας στα κράτη-μέλη. Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, να εμφανίζεται αυτή η σοβαρή ρωγμή στο αναγκαίο για την πολιτική και κοινωνική ομαλότητα δίπολο «Δημοκρατία - Κράτος Δικαίου»; Πόσο κεκτημένο τελικά πρέπει να θεωρούμε το δίπολο αυτό και ποιες είναι οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που το εκθέτουν σε κίνδυνο;

Η απάντηση βρίσκεται στην εκρηκτική άνοδο της Εθνικιστικής (συχνά ανοιχτά νέο-ναζιστικής) Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη, εντός και εκτός ΕΕ. Πρόκειται για ένα συμπίλημα ακραίων πολιτικών αντιλήψεων που οι Συντηρητικές Δυνάμεις αρέσκονται να αποκαλούν «ακροδεξιό λαϊκισμό» για να προκαλέσουν μια σκόπιμη νοηματική σύγχυση με στόχο την εμπέδωση της ταύτισης Αριστεράς - Ακροδεξιάς. Ναι, είναι το επικίνδυνο και παραπλανητικό αφήγημα της θεωρίας των «δύο άκρων».

Αυτή, λοιπόν, η Ακροδεξιά που εμφανίζεται συνήθως με την προβιά του πατριωτισμού και χρησιμοποιεί τη ρητορική της «προστασίας» του Έθνους από δυνάμεις που το επιβουλεύονται, έχει καταφέρει να εγκαθιδρύσει στην καρδιά της Ευρώπης μια αποικία αυταρχισμού. Εκεί το Κράτος αντί να προστατεύει καταλήγει να αντιμάχεται κάθε διαφορετικότητα. Έτσι έχουμε πια μια μικρή κοινότητα κρατών που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο περιφρονούν και καταπατούν το Κράτος Δικαίου.

Νόμοι επιβάλλουν παράλογες διακρίσεις λόγω εθνικότητας, φυλής, θρησκείας ή σεξουαλικού προσανατολισμού, δικαστές πνίγονται από παρασυστήματα χειραγώγησης δομημένα έξω από κάθε λογική ανεξαρτησίας κι ελευθερίας, κατοχυρωμένα επί δεκαετίες δικαιώματα αμφισβητούνται εμμέσως ή ευθέως και περιστέλλονται μέχρι καταργήσεως, η ενημέρωση ελέγχεται από πανίσχυρα τραστ συμφερόντων με λειτουργούς κακοπληρωμένους, εκφοβιζόμενους ή και ανοιχτά εκβιαζόμενους, τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι κανόνες του διεθνούς δικαίου καταστρατηγούνται συστηματικά. Όλα αυτά  συνιστούν μια πολύ περιληπτική και όλως ενδεικτική απαρίθμηση των όσων βλέπουμε πια να συμβαίνουν σε Ευρωπαϊκές χώρες.

Και δεν τα βλέπουμε μόνο στις Ειδήσεις! Προσωπικά έχω συμμετάσχει ήδη σε τρεις αποστολές της LIBE στο πλαίσιο της επί τόπου διακρίβωσης της πραγματικότητας σε κάθε κράτος μέλος για το οποίο υπάρχουν καταγγελίες ή υπόνοιες. Η δουλειά μας αυτή δεν εξαντλείται πλέον σε εκθέσεις από εκείνες που στοιβάζονται σε γραφεία ευρω-γραφειοκρατών. Η δουλειά της Επιτροπής μας και του Κοινοβουλίου μας μπορεί πια να κινητοποιήσει μια μακρά μεν, αλλά αποτελεσματική διαδικασία που περιγράφεται ως Μηχανισμός Αιρεσιμότητας, ένα νέο για τη λειτουργία της ΕΕ σύστημα με το οποίο συνδέεται η εφαρμογή των κανόνων του Κράτους Δικαίου με τη διανομή Ευρωπαϊκών Κονδυλίων. Με απλά λόγια, ό,τι θα μπορούσε να γίνει μέχρι σήμερα για την παραβίαση μιας κοινοτικής νομοθεσίας για τον Ανταγωνισμό, φερ’ ειπείν, ή για τη δημοσιονομική διαχείριση, τώρα πια μπορεί να γίνει και στην περίπτωση που το κράτος-μέλος καταπατά το Κράτος Δικαίου. Μια διαδικασία που ήδη έχει τεθεί σε κίνηση για την Πολωνία. Μια διαδικασία που στο τέλος της, αν η παραβίαση του Κράτους Δικαίου συνεχιστεί, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε έξοδο μιας χώρας από την Ένωση.

Είναι δύσκολη η συζήτηση για το Κράτος Δικαίου στην ΕΕ, καθώς εδώ και χρόνια το ακροδεξιό γκέτο του Βίσεγκραντ το κακοποιεί βάναυσα κι ασύστολα. Η ευρωπαϊκή ηγεσία με πολύ μεγάλη καθυστέρηση αντιδρά και έπειτα από την διαρκή πίεση που ασκεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παίρνει –επιτέλους– κάποια μέτρα. Την ίδια ώρα όμως, στον ορίζοντα ανατέλλουν δύο πολύ ανησυχητικά φαινόμενα:

  • Από τη μία, η συζήτηση περιορίζεται στους «συνήθεις υπόπτους», τους πατενταρισμένους ακροδεξιούς της Κεντρικής Ευρώπης με μια έντονη «απροθυμία» να επεκταθεί και σε άλλα κράτη μέλη με προβληματικό ιστορικό.
  • Από την άλλη, η βάρβαρη εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία τραυματίζει και το Κράτος Δικαίου, καθώς παρουσιάζεται μια ανομολόγητη, αλλά ιδιαίτερα αισθητή και ενοχλητική τάση για «συγχωροχάρτι» στην Πολωνία λόγω πολέμου. Με άλλα λόγια, κάποιοι προωθούν εντός της ΕΕ την ιδέα πως μιας και η χώρα αυτή αντιμετώπισε τα κύματα των Ουκρανών προσφύγων και συνορεύει με τον πόλεμο, οι Βρυξέλλες θα μπορούσαν -για ένα διάστημα τουλάχιστον- να είναι λίγο πιο ελαστικές, να κάνουν σε ένα βαθμό δηλαδή τα «στραβά μάτια».

Δυστυχώς όμως, τα τελευταία χρόνια η συζήτηση αυτή έχει αρχίσει να γίνεται άβολη και για τη χώρα μας. Τα δείγματα πως κάτι δεν πάει καλά υπήρχαν από την αρχή: η εμμονική άρνηση της Αθήνας μετά την πολιτική αλλαγή του 2019 να αποδεχτεί πως υπάρχει θέμα προς διερεύνηση για τις αλλεπάλληλες καταγγελίες περί παράνομων επαναπροωθήσεων στα σύνορα της χώρας προκάλεσε αντίστροφα αντανακλαστικά. Η κυβέρνηση, αντί να δώσει πειστικές απαντήσεις προς το διεθνές της ακροατήριο, επέλεξε με ασύγγνωστο ερασιτεχνισμό να αποκριθεί στους καταγγέλλοντες εκτοξεύοντας εναντίον τους την αφελή κατηγορία πως όλα αυτά δεν είναι παρά μυθεύματα κατασκευασμένα από την Τουρκική προπαγάνδα. Δύσκολα μπορεί να περιγράψει κανείς πόσο καταστροφικό είναι για μια χώρα να υπονοεί ο πρωθυπουργός της ότι οι Ευρωβουλευτές που του απευθύνουν τα σχετικά ερωτήματα είναι αναμεταδότες της Τουρκικής προπαγάνδας.

Οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και οι απόπειρες επηρεασμού δικαστών με δημόσιες τοποθετήσεις ακόμη και του ίδιου του Πρωθυπουργού, δεν ηχούν ωραία στα αυτιά των Ευρωβουλευτών. Ούτε οι καταγγελίες δημοσιογράφων που διώχθηκαν επειδή έκαναν τη δουλειά τους, ούτε η κατάσταση που επικρατεί στα ελληνικά ΜΜΕ, ούτε η πρακτική ενίσχυσης των ΜΜΕ χωρίς καθαρά κριτήρια κατανομής των χρημάτων (λέγε με «λίστα Πέτσα»), ούτε οι πολύ σοβαρές κατηγορίες για παρακολουθήσεις δημοσιογράφων. Ο κατάλογος τα τελευταία τρία χρόνια έχει γίνει ενοχλητικά μακρύς και για έναν Έλληνα Ευρωβουλευτή δεν είναι καθόλου ευχάριστη η ιδέα πως η Ελλάδα βρίσκεται ήδη στο μικροσκόπιο για θέματα Κράτους Δικαίου, και ουσιαστικά στον προθάλαμο της μακράς διένεξης με τις Βρυξέλλες που τώρα βλέπουμε χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία.

Τα παραπάνω ήρθε να επιβεβαιώσει η έκθεση του 2022 για την κατάσταση του Κράτους Δικαίου στα κράτη – μέλη της ΕΕ από την ίδια την Κομισιόν. Όπως ήδη γνωρίζαμε από επανειλημμένες απαντήσεις της Επιτροπής, έχει εντοπιστεί ζήτημα Ελευθερίας και Ποιότητας της Ενημέρωσης. Το ζήτημα δεν είναι απλό, ούτε μπορεί να παρουσιαστεί ως δήθεν «τεχνικό» από ευφανταστα non-papers. Η Επιτροπή μιλά έξω από τα δόντια: 

«Οι επιθέσεις και οι απειλές κατά δημοσιογράφων συνεχίζονται και το επαγγελματικό περιβάλλον για τους δημοσιογράφους έχει επιδεινωθεί περαιτέρω», διατυπώνεται με σαφήνεια που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες. Και αμέσως μετά, η Επιτροπή παραθέτει μια αποκαρδιωτική λίστα που πιστοποιεί τα ευρήματα αυτά.

Διώξεις, απειλές, η υπόθεση παρακολούθησης Κουκάκη από την ΕΥΠ, αγωγές SLAPP, δημιουργούν μια πνιγηρή κατάσταση για την Ενημέρωση στη χώρα μας, ενώ όπως επισημαίνεται στόχος γίνονται κυρίως ΜΜΕ που επιλέγουν επικριτική στάση απέναντι στην κυβέρνηση και δημοσιογράφοι που ερευνούν υποθέσεις διαφθοράς. Σοβαρές ανησυχίες εκφράζονται και για την τροποποίηση του ΠΚ στο άρθρο περί Διασποράς Ψευδών Ειδήσεων, που έχει ήδη βρεθεί στο επίκεντρο σφοδρών επικρίσεων Δημοσιογραφικών Ενώσεων ως μία ακόμη απόπειρα φίμωσης της Ενημέρωσης υπό το πρόσχημα της προστασίας της Δημόσιας Υγείας, στον απόηχο της πανδημίας.

Αν προσθέσουμε και την έλλειψη επίσημης πληροφόρησης σχετικά με τον πρόοδο των ερευνών για την εξιχνίαση της δολοφονίας Καραϊβάζ, τη μη συμμόρφωση με την Ευρωπαϊκή Οδηγία για την προστασία των μαρτύρων Δημοσίου Συμφέροντος, αλλά και τις ανεκτέλεστες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για σημαντικές ετυμηγορίες, η εικόνα γίνεται ακόμη πιο προβληματική.

Προβληματικά σημεία –ακόμη και μελανά θα μπορούσε να τα χαρακτηρίσει κανείς– που οφείλονται σε πολιτικές της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, και δεν εξαντλούνται μόνο στο ζήτημα της Ελευθεροτυπίας. Αν επιχειρηθεί να υποβαθμιστούν από κάποιο «αφήγημα» του Μαξίμου, θα οδηγήσουν την κυβέρνηση σε αυτοπαγίδευση, ακριβώς όπως αυτοπαγιδεύτηκε ο πρωθυπουργός και οδηγήθηκε στο φιάσκο του Στρασβούργου.

Όσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τους Δημοκρατικούς Ευρωβουλευτές -και τώρα πια και την ίδια την Κομισιόν- ως πολιτικούς της αντιπάλους, τόσο το κλίμα για τη χώρα μας θα γίνεται δυσκολότερο.

Όσο εξακολουθεί να παριστάνει πως όλα βαίνουν καλώς και να αυτοαποθεώνεται για το «μεταρρυθμιστικό» της έργο και τις «δημοκρατικές» περγαμηνές της αρνούμενη να μπει σε επί της ουσίας συζήτηση με τις πολιτικές εκείνες δυνάμεις στην ΕΕ που θα έπρεπε να είναι οι ισχυρότεροι σύμμαχοί μας, τόσο στα μάτια πολλών εταίρων η Ελλάδα απομακρύνεται από την σκληρό πυρήνα της Ευρώπης, όπου Δημοκρατία και Κράτος Δικαίου είναι εκ των ων ουκ άνευ.

Όσο η Κυβέρνηση εξακολουθεί αυτή τη στρατηγική, η Ελλάδα θα μοιάζει στα μάτια των ευρωπαίων εταίρων όλο και λιγότερο με την ταλαιπωρημένη χώρα που γέννησε, από το ‘74 και μετά, ένα μικρό θαύμα Δημοκρατίας και σταθερότητας, και όλο και περισσότερο με τη Δημοκρατία - Φρανκεστάιν του Όρμπαν στην Ουγγαρία. Και όλα αυτά, από χτες και με τη «βούλα» της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ