Trending Now

Οι ατέρμονες συζητήσεις στα social media: Ποτίζοντας στη βροχή

Τα trends της ημέρας, η συναισθηματική προσκόλληση των χρηστών του διαδικτύου σε αυτά, και η συνεπακόλουθη συμμετοχή τους στη «συζήτηση»

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Εικονογράφηση των likes button του facebook

Σχόλιο για τους κινδύνους της εμπλοκής μας στην πρόχειρη «ανάλυση» των κατά καιρούς θεμάτων που απασχολούν την «κοινή γνώμη» στα social media.

Αν εξαιρέσω πέντε-δέκα φίλους και άλλους τόσους σοφούς και πολυμαθείς ανθρώπους που ο λόγος τους για εμένα έχει σημασία και κοσμεί τη μέρα ου, στην ταϊμλάιν μου κατά κύριο λόγο βγαίνουν πολλές «ειδήσεις» με γάτες, σκύλους, γουρούνια, κατσίκες, κουκουβάγιες και άλλα ζωάκια και πουλιά —πρέπει να φτάνουν το 50% της ύλης που μου προσφέρεται να χαζέψω, αλλά σίγουρα μπορώ και καλύτερα—, γελοιογραφίες και σκίτσα από μεγάλα περιοδικά και από web comics, νέα για ταινίες και σειρές (αλλά αποκλειστικά και μόνο του είδους που προτιμώ να βλέπω), η ισχνή, φευ, ειδησεογραφία για την ομάδα μου, τον Άρη, και αναρτήσεις δέκα εκδοτικών οίκων και πέντ’- έξι λογοτεχνικών επιθεωρήσεων, ελληνικώνκαι ξένων.

Παρακολουθώ επίσης με την άκρη του ματιού μου δύο διεθνή πρακτορεία ειδήσεων, το ΑΠΕ, μία ελληνική εφημερίδα και βέβαια το παρόν σάιτ. Ακούγονται πολλά όλα αυτά, αλλά τυχαίνει να ξυπνώ στις πεντέμισι, οπότε μπορώ άνετα να διαθέσω μία ώρα κάθε πρωί για να τα δω «χιαστί» όλα αυτά, με την άκρη του ματιού μου εννοείται και όχι διαβάζοντας τα διακόσια newsletters στα οποία έχω γραφτεί (δύο newsletters φτάνουν και περισσεύουν, αύριο δεν θα ’μαστε εδώ, θα είμαστε στα Ηλύσια Πεδία), απλώς σκρολάροντας ταχέως καθώς πίνω τον πρώτο καφέ της ημέρας και κάνοντας ένα κλικ στις είκοσι «ειδήσεις» για να τις δω κάπως καλύτερα. Μία ώρα ακριβώς, ούτε λιγότερο —γιατί δεν φτάνει— ούτε περισσότερο — γιατί η ενημέρωση δεν είναι για χόρταση. Δεν είμαστε εδώ για να (νομίζουμε πως) ενημερωνόμαστε, είμαστε εδώ για να δουλέψουμε, να βγάλουμε λεφτά, και να πάρουμε με αυτά τα λεφτά σοκολάτες.

Δεν θέλω —προς Θεού— να παρουσιάσω τον εαυτό μου σαν παράδειγμα προς μίμηση. Και βέβαια δεν είμαι. Θέλω όμως να πω κάτι άλλο: πως ανά πάσα στιγμή ξέρω ΟΛΕΣ τις ειδήσεις που ξέρουν και ΟΛΟΙ οι υπόλοιποι, και σχεδόν στον ίδιο βαθμό που τις ξέρουν κι αυτοί, μολονότι πολλοί από αυτούς ενσκήπτουν με σχεδόν εμμονικό τρόπο στα εκάστοτε trends της ειδησεογραφίας, είτε μελετώντας τα εξονυχιστικά, είτε συμμετέχοντας στη συζήτηση, είτε —πολύ συχνά— και τα δύο. Ειλικρινά, ποτέ δεν υπήρξε κάτι που να μου ξεφύγει. Για την ακρίβεια, μπορώ να γράψω και ανάλυση για τις περισσότερες από αυτές. (Πολλοί το μπορούν, δεν σημαίνει κάτι). Και, κάποιες φορές, το κάνω πράγματι.

Αυτά, πάλι, που ΔΕΝ κάνω (πέραν τού ότι δεν έχω ιδέα για το τι γίνεται στα ριάλιτι, φέρ’ ειπείν, δεν έχω παρακολουθήσει ποτέ μου ούτε πλάνο —του πρώτου Big Brother συμπεριλαμβανομένου— και δεν μπορώ να γράψω αράδα για δαύτα) είναι ότι δεν εμπλέκομαι συναισθηματικά με την πλειονότητα των ειδήσεων που απασχολούν τον κόσμο (και τυχαίνει να ξέρω πολύ καλά τι απασχολεί τον κόσμο: όλοι τα ξέρουμε όλα). Με προστατεύουν αυτά τα γατιά και τα σκυλιά, οι κατσίκες και τα γουρούνια. (Και, ναι, οι αλιγάτορες. Ακολουθώ και σελίδες με αλιγάτορες).

Υπάρχει λόγος που επέλεξα να το κάνω: δεν προλαβαίνω, και έχω τόσο πολλά πράγματα να κάνω. Αυτή η συναισθηματική προσκόλληση στα πάντα, σε οτιδήποτε απασχολεί την επικαιρότητα—προσκόλληση που σημαίνει σχεδόν πάντοτε και συμμετοχή, είτε φαντασιακή, είτε ψυχική, είτε λεκτική—, είναι μια μεγάλη, διαρκώς ανοιχτή πληγή. Για να το πω λιγότερο «ποιητικά»: είναι σαν να ’χεις μια φουσκάλα στο πόδι και να μην μπορείς να τρέξεις, ή και να προχωρήσεις καλά-καλά. Ακόμα χειρότερα: όσο προχωράς, τόσο περισσότερο ανοίγει η πληγή σου στο πόδι. Φαύλος κύκλος. Και ακόμα-ακόμα χειρότερα: αυτή η συμμετοχή στον θόρυβο είναι σαν να βγαίνεις να ποτίσεις τον κήπο σου στη βροχή. Δεν είναι δα και ό,τι πιο έξυπνο μπορεί να κάνει κανείς με τον χρόνο του.

Είναι όμως και κάτι άλλο. Η προσκόλληση στο ΚΑΘΕΤΙ, σε ό,τι δηλαδή προστάζει κάθε φορά ο συρμός, η βουή του πλήθους που επαναλαμβάνει εμμονικά τα ίδια του τα λόγια —νομίζοντας ότι ήταν πράγματι δικά του εξαρχής: οποία φενάκη—, με δυο λόγια: το να χορεύεις στον σκοπό που σου παίζει η μόδα της ημέρας, αφαιρεί από την προσκόλλησή μας σε άλλα θέματα, τω όντι σοβαρά, την όποια δυναμική θα μπορούσαν (βλ.: θα έπρεπε) να είχαν.

Στ’ αλήθεια, το βλέπουμε κάθε μέρα αυτό. Τα τελευταία δέκα-δεκαπέντε χρόνια όλοι ξέρουμε τουλάχιστον μια ντουζίνα από αυτούς τους αναγεννησιακούς ανθρώπους που έχουν μία σωρεία από ειδικότητες, που ξέρουν τα πάντα και γι’ αυτό, και για κείνο, και για τ’ άλλο, καθώς και για θέματα που ακόμη δεν έχουν επινοηθεί ή μπει στη δημόσια συζήτηση. Αυτοί τα ξέρουν ΑΠΟ ΠΡΙΝ. Και τα υπερασπίζουν με πάθος ερωτοχτυπημένου ιππότη ή μαγκούστας — ή ενός υβριδίου, μιας ιπποτικής μαγκούστας. Ξέρουν δε ΤΟΣΟ πολλά για ΤΟΣΑ θέματα —για όσα τέλος πάντων απασχολούν την ψηφιακή μάζα—, που αυτό για το οποίο όφειλαν να είναι υπερήφανοι, ο τομέας τους, κάθεται μοναχό σε μια γωνιά και κοιτά το πάτωμα με κατακόκκινα μάγουλα.

Υπάρχουν στ’ αλήθεια ένα σωρό πράγματα που θα μπορούσαν έως και να μονοπωλούν το ενδιαφέρον μας. Υπάρχουν άνθρωποι που θαλασσοπνίγονται για να ζήσουν, υπάρχουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και ο κόσμος που τα στερείται —και δεν μιλώ για κάτι απίθανες δικτατορίες, για τα ισλαμιστικά κράτη ή για την Κίνα—, υπάρχει η φτώχεια, και υπάρχουν και η πολιτική και άλλοι χίλιοι τρόποι για να την περιορίσεις—o altra cosa. Η συναισθηματική προσκόλληση όμως στον συρμό, σ’ αυτό το ξέφρενο τρένο για το Μπουσάν, και η συνεπακόλουθη συμμετοχή —ένας πονηρός θηρευτής που ΔΕΝ του ξεφεύγεις, όσο ξύπνιος και να περνιέσαι—, δεν είναι ένα από αυτά. Είναι μια φενάκη και ένας σκέτος θόρυβος. Που πάντα μα πάντα συνεχίζεται με φτηνές ειρωνείες και πάντα μα πάντα καταλήγει σε κουτσαβάκικο καβγά, και σε μια μακρά ακολουθία με 0 και με 1 που σου πικραίνει το στόμα για το υπόλοιπο της ημέρας.

Ας μην περιμένει κανείς «να γίνουμε πιο ευγενικοί» στα social media όταν συζητάμε τα τρέχοντα. Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Ο μοναδικός τρόπος να γίνουμε πιο ευγενικοί είναι ή να μην τα συζητάμε παρά μονάχα με ανθρώπους του echo chamber μας (της πιο σπουδαίας ανακάλυψης της ψηφιακής εποχής: στέκεται μόλις δεύτερη μετά τους κβαντικούς υπολογιστές) ή να μην είμαστε στα social media.

Κατά τα άλλα, επίσης πιο ευγενικός —και σίγουρα πιο ευτυχής— γίνεσαι όταν επιλέγεις ΜΟΝΟΣ πώς και πού θα επενδύσεις τον χρόνο σου. Ας πούμε στον άνθρωπό σου. Ας πούμε στην τέχνη. Ας πούμε στη δουλειά σου. Ή σε εκείνη τη σοκολάτα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ