Βιβλιο

Γεωργία Τάτση, Μαριλένα Παππά, Μαρία Στρίγκου: Τα νέα τους βιβλία από τις εκδόσεις Βακχικόν

Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

32014-72458.jpg
A.V. Guest
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μαρία Στρίγκου, Μαριλένα Παππά, Γεωργία Τάτση
Μαρία Στρίγκου, Μαριλένα Παππά, Γεωργία Τάτση

Η Γεωργία Τάτση, η Μαριλένα Παππά και η Μαρία Στρίγκου μιλούν για τα νέα τους βιβλία που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Βακχικόν

Συνέντευξη στον Γιάννη Παπαδόπουλο

Πρόσφατα κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Βακχικόν τρία βιβλία ελληνικής πεζογραφίας: η νουβέλα «Πίσω από τον ήχο του νερού» της Γεωργίας Τάτση, η νουβέλα «Η μέρα του καρναβαλιού» της Μαριλένας Παππά και το μυθιστόρημα «Σαν να μην ήμουνα εκεί» της Μαρίας Στρίγκου. Ας γνωρίσουμε τις συγγραφείς.

Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;

Γεωργία Τάτση: Δεν ξέρω. Αν ήξερα, μπορεί και να μην χρειαζόταν να γράφω. Ίσως η ανάγκη μου να συλλάβω μια φευγαλέα σκέψη που επανέρχεται συχνά, χωρίς να μπορώ να την προσδιορίσω.

Μαριλένα Παππά: Ξεκίνησα να γράφω σε πολύ μικρή ηλικία. Νομίζω ότι τείνουμε να ασχολούμαστε με τα πράγματα μέσα στα οποία νιώθουμε άνεση και οικειότητα και πιστεύουμε ότι είμαστε καλοί μέσα σε αυτά. Υποθέτω ότι στα επτά μου χρόνια ξεκίνησα να γράφω γιατί ένιωθα οικειότητα με τις λέξεις, μου άρεσε να φτιάχνω ιστορίες και μετά να συζητάμε με τις φίλες μου με αφορμή αυτές. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι η συγγραφή ήταν κάτι παραπάνω από κάτι στο οποίο έτυχε να είμαι καλή. Είναι ο τρόπος μου να επικοινωνώ όλα όσα δεν μπορώ να επικοινωνήσω με κανέναν άλλον τρόπο. Η επικοινωνία είναι σίγουρα το κυρίαρχο στοιχείο, αλλά είναι και άλλα επιμέρους: Όπως η αγωνία να αφήσω κάτι που θα διαρκέσει περισσότερο από μένα, η ματαιοδοξία του να ξεχωρίσω. Όλα αυτά μαζί σε συνδυασμό με το παιδικό μου όνειρο που συνόδευε όλα μου τα καλοκαίρια, που βρισκόταν σε κάθε «εξωσχολικό» βιβλίο που έπιανα στα χέρια μου. Ως μικρή αναγνώστρια σκεφτόμουν συνέχεια πώς θα αποτύπωνα εγώ το ένα ή το άλλο σημείο. Νομίζω ότι έγινα αναγνώστρια γιατί ένιωθα ήδη συγγραφέας.

Μαρία Στρίγκου: Γράφοντας πασχίζω να «τακτοποιήσω» τις σκέψεις μου στο χαρτί, να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους, να αφηγηθώ μια ιστορία που μπορεί να έχει ανάγκη κάποιος ν’ ακούσει και να μοιραστεί. Επομένως μάλλον το μοίρασμα που ενώνει είναι η κινητήριος δύναμη.

«Πίσω από τον ήχο του νερού» της Γεωργίας Τάτση

Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσάς είναι να καταφέρετε να εκφράσετε τη σκέψη σας πάνω στο χαρτί;

Γ.Τ.: Για μένα το θέμα δεν είναι να καταφέρεις να εκφράσεις τη σκέψη σου, αλλά να βρεις τον δικό σου τρόπο να εκφράσεις τη σκέψη σου. Η δυσκολία μου βρίσκεται στο ύφος του κειμένου που γράφω κάθε φορά. Όταν επ

ιλύσω τα ζητήματα που θέτει το υλικό μου (ποιος αφηγείται, σε ποιο πρόσωπο αφηγείται κ.λ.π.) προσπαθώ να βρω τη φωνή, τη γλώσσα που θα διαμορφώσει το ύφος της αφήγησης. Αυτό μου είναι πάντα δύσκολο.

Μ.Π.: Επειδή γράφω σχεδόν σε όλη μου τη ζωή, μου μοιάζει σαν κάτι απόλυτα φυσικό.

Μ.Σ.: Ήταν εύκολο από την αρχή, μπορώ να πω ευκολότερα γράφω παρά μιλάω.

Ποιες είναι οι επιρροές σας;

Γ.Τ.: Οι επιρροές μου είναι η ανώνυμη ποίηση του δημοτικού τραγουδιού και η ποίηση γενικότερα, και βιβλία που τάραξαν την ψυχή μου όπως «Το αμάρτημα της μητρός μου» του Γεώργιου Βιζυηνού, «Πίστομα» από τις Κορφιάτικες ιστορίες του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, « Το διπλό βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή, « Η Κάδμω» της Μέλπως Αξιώτη, «ΠέδροΠάραμο» του Χουάν Ρούλφο, «Είναι ένδοξος ο υπέρ πατρίδος θάνατος» από την Εγκυκλοπαίδεια των νεκρών του Ντανίλο Κις και πολλά άλλα. Αλλά οι επιρροές δεν είναι πάντα κάτι αμετάβλητο. Διαφοροποιούνται καθώς εμείς αλλάζουμε μέσα στο χρόνο. Μπορεί ένα βιβλίο που κάποτε μας γοήτευε πολύ, τώρα να μη μας γοητεύει τόσο, γιατί κάποιο άλλο που διαβάσαμε μετά από αυτό, πήρε τη θέση του.

Μ.Π.: Από έφηβη αγαπάω την ποίηση και το θέατρο. Σε όλα τα βιβλία μου κι ιδιαίτερα στο τελευταίο υπάρχουν πολλά ποιητικά και θεατρικά στοιχεία. Η μικρή έκταση, η περιεκτική αποτύπωση εννοιών, η δημιουργία εικαστικών εικόνων, η εσωτερική αναζήτηση, το μοτίβο της πορείας προς την κάθαρση. Είχα πάντα αυτό το όραμα να κάνω την πεζογραφία να μοιάζει με ποίηση, να θυμίζει θεατρικό έργο. Να μπορεί να μπει και να χωρέσει στην πολυπλοκότητα των ζωών μας έστω για μία ώρα και να τις αλλάξει προς το καλύτερο.

Μ.Σ.: Δεν έχω ιδέα. Σίγουρα έχω επηρεαστεί από τους αγαπημένους μου συγγραφείς, Έλληνες κυρίως όπως ο Ηλίας Βενέζης, ο Στρατής Μυριβήλης, η Αλκυόνη Παπαδάκη, στην ποίηση ακουμπώ με σεβασμό τον Γιάννη Ρίτσο και τον Οδυσσέα Ελύτη. Ό,τι αγαπάμε πολύ μας επηρεάζει θέλουμε δεν θέλουμε.

«Η μέρα του καρναβαλιού» της Μαριλένας Παππά

Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;

Γ.Τ.: Κάθε συγγραφέας έχει τις εμμονές του. Οι δικές μου, αυτές που κρατούν τον κυρίαρχο ρόλο στα βιβλία μου, είναι η απώλεια, το πένθος, το τραύμα, ο θάνατος και οι θάνατοι που ζει κανείς μέχρι να φτάσει στο θάνατο.

Μ.Π.: Με απασχόλησε πολύ η ζωή, ο θάνατος, η διαδοχή της ζωής από τον θάνατο και η διαδοχή του θανάτου από τη ζωή. Και η φθορά. Αυτά τα στοιχεία τα συναντάει κανείς σε όλα μου τα έργα – ακόμα και στα παιδικά μου βιβλία.

Μ.Σ.: Ο άνθρωπος και αυτά που τον βασανίζουν. Ο έρωτας, οι γονεϊκές σχέσεις, το ταξίδι του στην αυτογνωσία και στην λύτρωση.

Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας.

Γ.Τ.: Θα έλεγα πως το «Πίσω από τον ήχο του νερού» είναι μονόλογος της μνήμης. Η επιστροφή του αφηγητή στο πατρικό του αναμοχλεύει το ίζημα στο βυθό της κι αυτό το αναμοχλευμένο ίζημα μιλάει. Μιλάει ο χρόνος, μιλάει το τραύμα, μιλάει το σπίτι, ο τόπος, ο έρωτας, ο θάνατος και η ζωή. Αυτό τουλάχιστον προσπάθησα• να μιλήσουν με το στόμα του αφηγητή.

Μ.Π.: Πριν δύο χρόνια περίπου μετά την ολοκλήρωση του βιβλίου «Το τελευταίο εμπόδιο» που κυκλοφορεί επίσης από τις εκδόσεις Βακχικόν έλεγα συνέχεια ότι θέλω να γράψω ένα βιβλίο για την αγάπη. Κατά τη διάρκεια αυτών των δύο ετών οι άνθρωποι που συνάντησα, οι ιστορίες που άκουσα, οι σκέψεις που έκανα, η εξέλιξη που είχα σαν άνθρωπος ήταν το υλικό που μάζεψα για να μπορέσω να μιλήσω με έναν ανορθόδοξο, μη αναμενόμενο κι εντελώς παράλογο τρόπο για την αγάπη. Καθ’ όλη τη διάρκεια τη συγγραφής του βιβλίου έκανα προβολές πάνω στους ήρωές μου συγκεκριμένα πρόσωπα και συμπεριφορές. Ο χρόνος στο βιβλίο μου είναι πολύ σχετικός: Όλα γίνονται κατά τη διάρκεια μίας ημέρας κι από την άλλη ο πρωταγωνιστής μου, ο έφηβος, όλα αυτά τα χρόνια δε μεγαλώνει ποτέ. Αναλύοντας το πια από μία απόσταση αυτό δε συνιστά ένα τυχαίο γεγονός, καθώς ο χρόνος ως έννοια στο μυαλό μου είναι πολύ σχετικός. Η ενηλικίωση και η ωρίμανση που αντανακλάται στον έφηβο, αλλά και σε μια ολόκληρη κοινωνία δεν έχει χρόνο, δεν έχει όριο. Συμβαίνει τη στιγμή που το έδαφος είναι πρόσφορο. Αλλά και ο χώρος στο βιβλίο δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Όλα διαδραματίζονται σε ένα χωριό χαμένο στη ζούγκλα. Επειδή το βιβλίο είναι αρκετά βίαιο, αλλά ταυτόχρονα λυρικό και τρυφερό νομίζω ότι υποσυνείδητα θεώρησα ότι η ζούγκλα μου επιτρέπει να συνδυάσω αυτά τα αντίθετα στοιχεία με ρεαλισμό, όπως ακριβώς συναντώνται και στη φύση σε απόλυτη ισορροπία. Αν και η ιστορία του βιβλίου θίγει αρκετά κοινωνικά ζητήματα όπως η κατάχρηση της εξουσίας, οι κατευθυνόμενες μάζες, η κοινωνική αναλγησία, οι ταξικές διαφορές, η φθορά μιας κοινωνίας που γερνά κι αντιστέκεται στην εξέλιξή της, για μένα θα είναι πάντα εκείνο το βιβλίο που εστιάζει στην αξία της αγάπης, σα κατευθυντήρια δύναμη, σαν ασπίδα που σε ατσαλώνει και σε βοηθά να επιβιώσεις, να παλέψεις και να νικήσεις. Ο έφηβος καταφέρνει να αντιληφθεί την αγάπη ανάμεσα σε δύο νεκρά διαμελισμένα κορμιά. Αυτή η σκηνή έχει ιδιαίτερη αξία για μένα, γιατί πιστεύω ότι μόνο η αγάπη είναι ικανή να νικήσει τον θάνατο και στο βιβλίο το κάνει.

Μ.Σ.: Το βιβλίο αυτό καταπιάνεται με τις ερωτικές σχέσεις στην μέση ηλικία. Μια ηλικία που παρακολουθεί λίγο απ’ το παράθυρο όσα συμβαίνουν γύρω μας, την εκρηκτική ανάπτυξη της διαδικτυακής επικοινωνίας, την ουσιαστική αποξένωση των ανθρώπων, τις κοινωνικές δυσχέρειες όπως κρίση, ανεργία, κορωνοϊός. Μέσα σ’ αυτό το χάος οι δύο πρωταγωνιστές παλεύουν να αναγνωριστούν, να συναντηθούν, να γνωριστούν ουσιαστικά αλλά πόσο εύκολο είναι να «επισκευάσουν» και το προσωπικό τους χάος που αντανακλά όλα τα βιώματά τους μέχρι τότε; Πόσο εύκολα μπορούν να σχετιστούν δύο ώριμοι άνθρωποι βγάζοντας τις μάσκες και αποποιούμενοι τις περσόνες που κουβαλάμε από τη γέννησή μας ακόμα; Είναι εύκολες οι σχέσεις άραγε ή θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να τις δυσκολέψουν κι άλλο; Στο φόντο της ιστορίας των πρωταγωνιστών εξελίσσονται κι άλλες, μικρές ιστορίες των ανθρώπων που τους πλαισιώνουν, εξελίσσεται η ζωή που συχνά δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα που μας βασανίζουν απλά και χωρίς θόρυβο.

«Σαν να μην ήμουνα εκεί» της Μαρίας Στρίγκου

Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

Γ.Τ.: Γεννιέσαι με την κλίση, με την έφεση, αλλά γίνεσαι διαβάζοντας, γράφοντας, σβήνοντας και ξαναγράφοντας.

Μ.Π.: Δεν έχω ιδέα! Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι εγώ γεννήθηκα κι έγινα κιόλας!

Μ.Σ.: Το ταλέντο σίγουρα δεν φτάνει, χρειάζεται σκληρή δουλειά για να παρουσιάσεις κάτι. Αλλά χωρίς ταλέντο, μόνο με την εκπαίδευση πόσο μακριά μπορείς να φτάσεις;

Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας, τι θα ήταν αυτό;

Γ.Τ.: Θα άλλαζα τον τρόπο που η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση αντιμετωπίζει τη λογοτεχνία. Οι μαθητές αισθάνονται τη λογοτεχνία σαν ένα ακόμη μάθημα, όχι σαν κάτι που αφορά την ψυχή τους, τους έρωτές τους, τη φιλία τους, τη σχέση τους με τους άλλους και τον κόσμο. Αυτό θα άλλαζα. Το πώς δεν το ξέρω. Το ξέρουν, πάντως καλά οι λίγοι παθιασμένοι δάσκαλοι που με την πρωτοβουλία, την αγάπη, την εμπειρία και το πείσμα τους καταφέρνουν να ζωντανεύουν και να συγκινούν την τάξη τους.

Μ.Π.: Η ευκολία, η προχειρότητα, τα βιβλία χωρίς επιμέλεια, το γεγονός ότι η συγγραφή θεωρείται χόμπι, οι εκδοτικοί οίκοι που ζητούν υπέρογκα ποσά από τους συγγραφείς, οι εκδότες που δεν αγαπούν το βιβλίο επί της ουσίας, τα αυγά αντί για αβγά και τα αυτιά αντί για αφτιά.

Μ.Σ.: Οπωσδήποτε τα λογοτεχνικά βραβεία απ’ όπου κι αν προέρχονται.

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;

Γ.Τ.: Έχω σχέδια. Αρκεί να συμφωνεί μαζί μου η ζωή και να μου το επιτρέψει. Δουλεύω περισσότερο στο κεφάλι μου και λιγότερο στον υπολογιστή μου μια σειρά διηγημάτων που δεν έχω καταλήξει αν θα μείνουν μέχρι το τέλος διηγήματα ή θα τα ξαναδουλέψω και θα πάρουν τη μορφή της νουβέλας.

Μ.Π.: Ναι, δουλεύω ένα μυθιστόρημα που βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα και με έναν τρόπο ξετυλίγει και το δικό μου οικογενειακό κουβάρι. Για μένα εκτός από το συναισθηματικό φορτίο που φέρει αυτή η ιστορία, είναι και μία πρόκληση καθώς δε θυμίζει καθόλου τα μονοπάτια που έχω ακολουθήσει έως σήμερα.

Μ.Σ.: Ναι, ήδη βρίσκομαι στη δημιουργία του επόμενου μυθιστορήματος που έχει σαν επίκεντρο της «γυναικείες σχέσεις». Σχέσεις μητέρας κόρης, σχέσεις φιλενάδων, εχθρών, ερωμένων.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ