Βιβλιο

Βασίλης Καραποστόλης: Να μην αφήσουμε το Στιγμιαίο να επισκιάσει το Αιώνιο

Το να εξεγερθείς μοιάζει μάταιο, το να συναινέσεις ταπεινωτικό. Εσύ, που διαβάζεις το βιβλίο «Μούσες εναντίον Σειρήνων», ένιωσες ποτέ αυτό το συναίσθημα;

2642-204777.JPG
Δημήτρης Φύσσας
ΤΕΥΧΟΣ 664
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
karapostolis_0872.jpg
©Θανάσης Καρατζάς

Oι «Μούσες εναντίον Σειρήνων - Ο γόνιμος άνθρωπος σ’ έναν άγονο κόσμο» (Πατάκης, 2018) του καθηγητή κ. Βασίλη Καραποστόλη είναι ένα βιβλίο δύσκολο και ταυτόχρονα εξαιρετικά τίμιο. Κινούμενος μεταξύ Φιλοσοφίας, Κοινωνικής Ψυχολογίας και Κοινωνιολογίας, γράφοντας σε πρώτο πρόσωπο (έτσι που να υποτεθεί, αλλά όχι να επιβεβαιωθεί αναγκαστικά η ταύτιση συγγραφέα-αφηγητή), φέρνοντας στο νου σοβαρούς προβληματισμούς από τον Ρουσό μέχρι τον Τερζάκη και υιοθετώντας τη μορφή του αφηγηματικού ημιδιαλογικού δοκιμίου, ο συγγραφέας καταθέτει με θάρρος τους προβληματισμούς του, ενίοτε αντιδημοφιλείς, γύρω από το τετράπτυχο Εργασία - Φύση - Σώμα - Αιώνιο. Σ’ αυτό δε που ο κ. Καραποστόλης αποκαλεί «μάχη» ανάμεσα στις «Μούσες» και τις «Σειρήνες» (σημαντικά μυθολογικά σύμβολα, στα οποία αξίζει κανείς να εντρυφήσει μέσα στο βιβλίο), η καταληκτική προτροπή του «Προσπαθήστε να εισαγάγετε στις στιγμές σας την αιώνια διάσταση», δείχνει ότι γι’ αυτόν το θέμα παραμένει ανοιχτό.  

Ποιο είναι το ουσιωδέστερο, το κεντρικό ζήτημα του βιβλίου σας;
Στο επίκεντρο του βιβλίου βρίσκεται το πρόβλημα της αεργίας, το να μη μπορεί ο άνθρωπος να μεταμορφώσει τον κόσμο γύρω του, ούτε και τον εαυτό του. Το πρόβλημα αυτό δεν περιορίζεται στην οικονομική σφαίρα, είναι ουσιαστικά υπαρξιακό. Είναι το να εμποδίζεται ο άνθρωπος να ενεργήσει, στη συνέχεια να  παραιτείται από την προσπάθεια αντιμετώπισης των εμποδίων και  τέλος να νιώθει το αγκάθι της ενοχής μέσα του επειδή το μόνο επάγγελμα που του έμεινε να κάνει είναι να βρίσκει άλλοθι για να δικαιολογεί την αδράνειά  του. 

Γι’ αυτό δίνετε στο βιβλίο τόση έμφαση στην εργασία, γι’ αυτό μιλάτε για τη «χαρά μες στον κόπο»;
Στους νεότερους χρόνους προκλήθηκε μια μεγάλη σύγχυση σχετικά με την εργασία. Θεωρήθηκε ότι ο ιδρώτας, ο μόχθος, η δαπάνη ενέργειας –σωματικής, νευρικής ή διανοητικής– είναι «κατάρες», από τις οποίες ο κόσμος θα έπρεπε να απαλλαγεί το συντομότερο, με τη βοήθεια της επιστήμης και της τεχνικής. Αυτό το όνειρο ήταν γεμάτο αυταπάτες. Διότι έκρυψε το κενό της  ύπαρξης που εμφανίζεται πάντα, όταν ο άνθρωπος περιμένει από τη ζωή να έρθει και να του χαρίσει τα αγαθά της, αντί να γίνεται ο ίδιος, με την προσπάθειά του, «άξιος» για να τα πάρει. Σήμερα, το βλέπουμε πια ότι σ’ όλον τον πλανήτη το παγκόσμιο αίτημα είναι: να «πάρουμε ό,τι μπορούμε, ό,τι προφταίνουμε». Ο άρπαγας και ο ζητιάνος συνδυάζονται σε ένα νέο είδος. Το χαρακτηριστικό του είναι ότι δεν βρίσκει το λόγο να δημιουργήσει τίποτα, να επιφέρει  γύρω του μια αλλαγή. Ένα νέο καθεστώς παγιώνεται παντού: της καιροσκοπίας και μάλιστα της πιο άμεσης, της πιο φτηνής. 

Αυτό το μίγμα λογοτεχνίας και φιλοσοφικού δοκιμίου, με τη διαδοχή ιστοριών και στοχασμών, υπηρετεί προφανώς τον αξιακό σας στόχο.
Ναι, η φόρμα είναι αυτή ενός δοκιμίου που βασίζεται στην αφήγηση. Ο αφηγητής είναι ένας νέος που περνά μια κρίση στη ζωή του, αισθάνεται πως κυκλοφορεί άσκοπα εδώ και εκεί, δεν τον μαγνητίζει τίποτα και το χειρότερο: δεν έχει κάποια «κλίση» ή τουλάχιστον δεν έχει φανεί. Όταν όμως βρεθεί κάπου έξω από την πόλη, σε μια κοινότητα που σφύζει από δράση, τότε θα νιώσει πως και οι σφυγμοί της δικής του ζωής θα αυξηθούν. Περιγράφω τα στάδια αυτής της αναγέννησης. 

Ο αφηγητής συναντά διάφορα πρόσωπα που είναι σαν να του διδάσκουν ορισμένες αλήθειες. Ο τελειομανής τεχνίτης που  φτιάχνει σουραύλια, μια νεαρή φουρνάρισσα που ζωγραφίζει στα κλεφτά, ένας χαροκαμμένος κρασάς που ξεπερνάει το πένθος του, ένας οικονομικά κατεστραμμένος που γλιτώνει από την ιδέα της αυτοκτονίας, ένας μυλωνάς που γίνεται αυτόκλητος λαϊκός ηγέτης. Λειτουργούν ως σύμβολα αυτά τα πρόσωπα;
Το καθένα απ’ αυτά τα πρόσωπα προσφέρει στον αφηγητή και ένα κλειδί για να ξεκλειδώσει το μυστικό σχετικά με το πώς οι ανθρώπινες ικανότητες μπορούν να ανθίσουν ακόμα και σε έδαφος τραχύ. Οι πράξεις τους έχουν, πράγματι, μια αξία συμβολική. 

Ζητάτε μια νέα σχέση με τη φύση;
Η απομάκρυνση από τη φύση κόστισε πολύ στο νεότερο δυτικό πολιτισμό. Ο κάτοικος του άστεως όλο και λιγότερο αντιλαμβάνεται τι είναι το βαθύτερα αναγκαίο. Είναι τόσο πολλές οι δυνατότητες που του παρέχει η πόλη για να ξεγλιστρήσει για λίγο από τα προβλήματά  του, ώστε στο τέλος να νομίζει ότι η ζωή στο σύνολό της δεν υπόκειται σε νόμους και κανόνες. Του φαίνεται ότι μπορεί να «ελίσσεται» διαρκώς. Όταν κινείσαι όμως έτσι η συνέπεια είναι να έχεις την αίσθηση ότι σου λείπει ο κεντρικός στόχος, μοιάζει σαν στόχος το να αποφεύγεις συνεχώς τα  δύσκολα και τα δυσάρεστα. Μπορεί όμως να ζει κανείς τόσο επιλεκτικά; Όχι βέβαια. Κάθε τόσο ο κάτοικος της πόλης αγανακτεί με την ίδια την πραγματικότητα, πράγμα που δεν συμβαίνει με εκείνον που, διαμένοντας κοντά  στη  φύση, ξέρει καλά τι είναι τα γυρίσματα του καιρού, όπως και της τύχης. 

Εκεί βασίζετε και την παρατήρησή σας ότι η «επιθυμία συγχέεται με την ελπίδα»;
Είναι κι αυτό μια μεγάλη πληγή στην εποχή μας. Επιθυμία είναι να εξαρτάται κάποιος από ένα αντικείμενο ή μια κατάσταση· δένεται πάνω σ’ αυτά, το «εγώ» του υποφέρει από την έλλειψή τους. Ενώ η ελπίδα, αν τη βιώσουμε με βαθύτερο τρόπο, είναι πλατύτερη και δεν αφορά αποκλειστικά το εγώ. Πρόκειται για ένα άνοιγμα της ψυχής προς το καλύτερο, το ευμενέστερο για τον κόσμο. Αυτός που ελπίζει, πιστεύει ότι ο κόσμος παραμένει γόνιμος. Εναπόκειται όμως στον ίδιο να βοηθήσει, ώστε η «γέννα» να πραγματοποιηθεί. Είναι το «συν Αθηνά και χείρα κίνει». 

Το τελευταίο αυτό μάς οδηγεί κατευθείαν και στον τίτλο του βιβλίου. Ποιο ρόλο παίζουν οι Μούσες και ποιον οι «νέες  Σειρήνες», όπως λέτε;
Οι Μούσες αντιπροσωπεύουν το πνεύμα της προσπάθειας, η οποία προϋποθέτει την άσκηση της αυτοβελτίωσης. Για να επιχειρήσει κανείς κάτι δημιουργικό, πρέπει να αποδεχθεί για τον εαυτό του μια πειθαρχία που θα του δίνει ικανοποίηση. Δεν θα είναι αγγαρεία, γιατί δεν θα επιβάλλεται απ’ έξω. Απ’ αυτή την εσωτερική πορεία μπορεί να σχηματιστεί ένα νόημα για τη ζωή: ότι ο άνθρωπος γεννήθηκε για να μεταμορφώνεται και να μετασχηματίζει ό,τι τον περιβάλλει. Αντίθετα, το πνεύμα των Σειρήνων καλεί σε ηδονική επανάπαυση: λέει ότι ο άνθρωπος γεννήθηκε για να διατηρεί τον εαυτό του ως έχει και ότι η υπέρτατη ηδονή είναι τα πάντα γύρω του να τον υπηρετούν και να τον κολακεύουν. Αυτή ήταν και είναι η θανάσιμη γοητεία των Σειρήνων. Όποιος τις ζυγώνει μένει στάσιμος και στο τέλος πεθαίνει μέσα στην εγωπαθή του αδράνεια. 

Σύμφωνα με τη θεώρησή σας, σε τι συνίσταται σήμερα η σύγκρουση ανάμεσα στις Μούσες και τις Σειρήνες;
Βλέπω, πρώτα απ’ όλα, τα άφθονα μέσα με τα οποία η τεχνολογία εφοδιάζει τις νέες Σειρήνες. Το κυριότερο όπλο τους είναι η διείσδυση του παιχνιδιού παντού και όχι μόνο στη διασκέδαση. Η τέχνη έγινε παιχνίδι, η εκπαίδευση πάει να γίνει το ίδιο, στις ερωτικές και φιλικές σχέσεις τα παιχνιδίσματα αναστέλλουν την πραγματική γνωριμία και επαφή μεταξύ εραστών ή φίλων. Η κυρίαρχη τάση είναι να απορροφώνται οι άνθρωποι από μικροαπολαύσεις, ώστε να ξεχνούν την προοπτική του κυρίως έργου που μπορούν να επιτελέσουν, του έργου που θα τους έδινε τη μεγαλύτερη απόλαυση: να αποδείξουν ότι ένα μέρος της ύπαρξής τους είναι άφθαρτο, εάν το θελήσουν να είναι άφθαρτο. Οι Μούσες δίνουν αυτή την υπόσχεση, την είχαν δώσει και στους αρχαίους χρόνους αφού, σύμφωνα με το μύθο, επικράτησαν των Σειρήνων. Σήμερα οι όροι της αναμέτρησης είναι άλλοι, ευνοούν τις Σειρήνες επειδή το Στιγμιαίο τείνει να επισκιάσει το Αιώνιο. Ωστόσο, η μάχη δεν έχει ακόμα κριθεί. 

Το βιβλίο σας παίρνει σαφώς μέρος σ’ αυτή τη μάχη, έτσι δεν είναι;
Ναι, επειδή εξακολουθώ να πιστεύω πως αν η ιδέα του Αιώνιου χαθεί, θα κατρακυλήσουμε οριστικά μέσα στις πιο μίζερες και θλιβερές στιγμές. Δεν υπάρχει χειρότερο –για ένα άτομο και για ένα λαό– από το να ζει σύμφωνα με το «μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ