Θεατρο - Οπερα

Ο Ούλριχ Ράσε, ο Αγαμέμνονας και οι γυναίκες

Ο Γερμανός σκηνοθέτης διαβάζει τo πρώτο κεφάλαιο της αισχύλειας τριλογίας της Ορέστειας με το βλέμμα στραμμένο στις γυναίκες. Όσα αποκάλυψε στη σημερινή συνέντευξη Tύπου

woman_guest.jpg
Ιωάννα Γκομούζα
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ούλριχ Ράσε
Ο Ούλριχ Ράσε στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2022 με τον "Αγαμέμνονα" του Αισχύλου © Tobias Kruse

Ο Ούλριχ Ράσε για τον Αγαμέμνονα στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2022

Ένας περιστρεφόμενος δίσκος σαν γιγάντιο ρολόι θα δεσπόζει στην ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου στις 22 και 23 Ιουλίου. Πάνω και γύρω του οι ηθοποιοί του Residenztheater του Μονάχου θα χορεύουν, θα τρέχουν και θα μιλούν συντονίζοντας τον ρυθμό, τον βηματισμό τους και τον λόγο του Αισχύλου με τον «ωμό» post rock ήχο του Nico van Wersch που θα εκτοξεύουν τέσσερις μουσικοί καθισμένοι σε έναν κινούμενο λεπτοδείκτη χτυπώντας τα κρουστά τους με μπαγκέτες από κλαδιά δέντρων. Αυτή ήταν η πρώτη εικόνα που μας έδωσε σήμερα για τον Αγαμέμνονα που ανεβάζει στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2022 ο Ούλριχ Ράσε. Η δεύτερη παγκόσμια πρεμιέρα που μας περιμένει φέτος στο αρχαίο αργολικό θέατρο και, ταυτόχρονα, το ντεμπούτο για τον 53χρονο σκηνοθέτη σ' αυτό.

Πριν από ένα χρόνο επισκέφθηκε τον χώρο και παρατήρησε με προσοχή τη γύρω φύση, το φως, την αρχιτεκτονική του θεάτρου σε μια προσπάθεια να συνδέσει τη σκηνοθεσία του με τον τόπο, ομολογούσε νωρίτερα σήμερα στη συνάντησή του με τους δημοσιογράφους στον πρώτο όροφο του Ινστιτούτου Γκαίτε στην Ομήρου. Έχοντας βουτήξει και στο παρελθόν στο σύμπαν της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας (Επτά επί Θήβας, Αντιγόνη – 2017, Πέρσες – 2018, Βάκχες, Ηλέκτρα – 2019, Οιδίποδας – 2020), αδημονεί να βρεθεί «σ’ αυτόν τον ιδανικό χώρο» με μια ανάγνωση που θα συνοψίσει τη ματιά του στο είδος, πάντα με όχημα τη σήμα κατατεθέν, ιδιότυπη σκηνική του γλώσσα. Γνωστός για τα μηχανοκίνητα σκηνικά, την έντονη μουσική που χρησιμοποιεί και την συναρμογή του λόγου με την κίνηση που ενορχηστρώνει, ο Ράσε έχει καταφέρει να κερδίσει ένα νεανικό κοινό που συρρέει στις παραστάσεις του σαν σε «λαϊκό προσκύνημα σε μεγάλο techno club». Το «μηχανικό του θέατρο» επιτρέπει στους θεατές «να περιέλθουν σε κατάσταση έκστασης και να φτάσουν σε βαθύτερα στρώματα συνείδησης, εκεί που συνήθως αδυνατούν να φτάσουν σε μια κατακερματισμένη καθημερινότητα, όπως αυτή που ζούμε» γράφτηκε στον ξένο Τύπο με αφορμή τον Οιδίποδα που σκηνοθέτησε στο Deutsches Theater Berlin. Και είναι αυτή η έκσταση που προσδοκά να μεταφέρουν και σ’ αυτή την περίπτωση οι ερμηνευτές του, γι’ αυτό άλλωστε επιμένει να έχει κοντά του ηθοποιούς με τους οποίους έχει δουλέψει και στο παρελθόν.

Ένας «Αγαμέμνονας» με το βλέμμα στραμμένο στις γυναίκες

Ποιος είναι, όμως, ο δικός του Αγαμέμνονας; «Δεν είναι ένας ήρωας αλλά ένας καταρρακωμένος άνθρωπος» μοιράζεται τη ματιά του για τον χαρακτήρα που εγκαινιάζει την τριλογία της Ορέστειας, ενώ στην Κλυταιμνήστρα βλέπει μια «τακτικίστρια, μια ψυχρή αναλύτρια» που τον εντυπωσιάζει με την ακρίβειά της.

Μετά από τη δεκαετή εκστρατεία κατά της Τροίας, ο Μυκηναίος βασιλιάς επιστρέφει στην πατρίδα του φέρνοντας μαζί του την Κασσάνδρα ως λεία του πολέμου. Στο παλάτι του θα τον περιμένει το μίσος της γυναίκας του και η επιθυμία της για εκδίκηση. Για τον Ράσε, η σύγκρουσή τους είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια διαμάχη μεταξύ συζύγων· είναι μια σύγκρουση για την εξουσία· μια μάχη της μητριαρχίας απέναντι στην πατριαρχία.

«Με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, άρχισα να βλέπω τον Αγαμέμνονα μέσα από διαφορετικό πρίσμα. Μιλάμε για τις αιτίες που οδηγούν σε έναν πόλεμο και τι σημαίνει αυτός για όσους μένουν πίσω. Ο Αισχύλος δίνει βαρύτητα σ’ αυτή την πτυχή καθώς οι γυναίκες δεν ξέρουν αν θα επιστρέψουν οι άνδρες. Αυτό το πλαίσιο αποτελεί θησαυρό για μένα για να κατανοήσω τις θηριωδίες του πολέμου, να βρω απαντήσεις. Ποιοι είναι οι ιθύνοντες που αποφασίζουν να γίνει πόλεμος; Ποια είναι τα βαθύτερα, κρυμμένα σε κάποια σκοτεινά δωμάτια, αίτια; Αυτές τις πτυχές προσπαθώ να ψηλαφήσω. Παρ’ότι οι απόψεις ως προς αυτό διίστανται, οι γυναίκες στην Ορέστεια προβάλλουν τη δική τους αντίληψη για τον πόλεμο και καθιστούν σαφές στους άνδρες πως ο δρόμος που βαδίζουν δεν είναι ο σωστός».

Στο επίκεντρο του Γερμανού σκηνοθέτη, λοιπόν, δεν βρίσκεται τόσο ο κύκλος βίας και εκδίκησης όσο ο φόβος και οι συνέπειες που επωμίζεται μια κοινωνία όταν μπαίνει στην περιπέτεια ενός πολέμου. «Κι αντί για άνδρες, γυρίζουν πίσω όπλα και στάχτες – υδρίες νεκρικές» γράφει ο πρεσβύτερος της ονομαστής τριάδας των αρχαίων τραγικών ποιητών. Τι θυσιάζει κανείς σε μία σύρραξη; Πώς βιώνει μια κοινωνία την επιστροφή των νικητών όταν οι μισοί άνδρες έχουν πεθάνει; Αξίζει που θυσιάστηκε η Ιφιγένεια; Η απώλεια τόσων και τόσων ζωών στην Ουκρανία σήμερα;, επανέφερε συχνά τα ερωτήματα κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου και ο Γερμανός σκηνοθέτης. Και καθώς η κουβέντα εύλογα πήγε στην τρέχουσα πολεμική επικαιρότητα δεν παρέλειψε να διευκρινίσει ότι «Το μεγάλο πλεονέκτημα με τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη είναι ότι μας άφησαν κείμενα που δεν χρειάζονται επικαιροποίηση. Εκεί βρίσκει κανείς τα θέματα που συζητάμε σήμερα». Γι’ αυτό και ο ίδιος επιλέγει να εντάξει την αφήγησή του σε ένα άχρονο περιβάλλον.

Πιστεύει ότι το θέατρο είναι ένας χώρος επικοινωνίας όπου αθροίζονται διαφορετικές οπτικές και πως η Ορέστεια αποτελεί την κορύφωση των ανθρώπων στο δρόμο προς τη Δημοκρατία. Σ’ έναν κόσμο που εξακολουθεί να σπαράσσεται από σφαγές, αισθάνεται άραγε ότι υπάρχει ένα μεγάλο ρήγμα στην έννοια και τη λειτουργία της δημοκρατίας; «Η κοινωνία μας βασίζεται στις αρχές τις δημοκρατίας. Όμως, οι ελεύθερα εκλεγμένοι εκπρόσωποί μας δεν μπορούν να αποφασίσουν τι είναι σωστό για την κοινωνία. Τα λόμπι συχνά αποφασίζουν. Η παγκοσμιοποίηση μας έχει φέρει σε ένα πλαίσιο που ελεύθερη βούληση δεν υπάρχει. Το ζητούμενο είναι πώς μπορούμε να ανακτήσουμε τη δύναμή μας απέναντι σε μια κυρίαρχη οικονομία».

Ποιος είναι ο Ούλριχ Ράσε

Γεννημένος το 1969 στο Μπόχουμ της Γερμανίας και με σπουδές στην ιστορία της τέχνης και στη συγκριτική λογοτεχνία, ο Ούλριχ Ράσε ανήκει στους πρωτοπόρους σκηνοθέτες της γενιάς του. Το 2013 τιμήθηκε με το Βραβείο Τέχνης της Ακαδημίας Τεχνών του Βερολίνου, ενώ –εκτός από τις αρχαίες τραγωδίες– στο ρεπερτόριό του περιλαμβάνονται και άλλα σημαντικά έργα, όπως η Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ (2009), η Αποκάλυψη του Ιωάννη (2013), ο Θάνατος του Ντάντον (2015) και ο Βόιτσεκ (2017) του Γκέοργκ Μπύχνερ και το τελευταίο έργο της Σάρα Κέιν «4. 48 Ψύχωση» (2020) – όλα ανεβασμένα σε μεγάλα θέατρα κυρίως της Γερμανίας και της Αυστρίας, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ