Πολιτικη & Οικονομια

Γράμμα από τη Θεσσαλονίκη

62834-139086.jpg
Χρήστος Μάτης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
62835-126301.jpg

«Συγγνώμη, κύριε, ποιος είστε;» Στο κλασικό πλέον τραγούδι του Νίκου Καρβέλα, που τραγούδησε η Κατερίνα Στανίση πριν από 22 χρόνια, οι πληροφορίες που έχουμε για τον καλούμενο να απαντήσει στην ερώτηση είναι ελάχιστες. Δυστυχώς ο τρόπος με τον οποίο βαδίζουμε προς τις δημοτικές εκλογές του 2014 δεν απέχει και πάρα πολύ απ' όσα ο Καρβέλας μας πληροφορεί για τον σιωπηλό πρωταγωνιστή του τραγουδιού του. Θα μάθουμε ελάχιστα για το ποιοι είναι οι υποψήφιοι και ακόμη λιγότερα για το τι προτείνουν. Γιατί κατά βάση δεν προτείνουν. Πορεύονται σε μία πεπατημένη, στην οποία όλα μπορούν να γίνουν και για όσα δεν γίνονται φταίει η ανικανότητα, η αδιαφορία, η αμέλεια κ.λπ. του «άλλου».

Καλώς ή κακώς δεν είναι έτσι. Το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής δημόσιας ζωής δεν είναι η έλλειψη ιδεών. Είναι η εφαρμοσιμότητα, η λειτουργικότητα και η ανταποδοτικότητά τους. Για παράδειγμα, στις δημοτικές εκλογές του 2010, κάποιος υποψήφιος στη Θεσσαλονίκη είχε την εξαιρετική ιδέα να εντάξει στο πρόγραμμά του τη λειτουργία ενός νυχτερινού παιδικού σταθμού. Η ιδέα ήταν πολύ καλή. Αλλά οι παιδικοί σταθμοί είναι για να βοηθούν τις οικογένειες στην αγορά εργασίας. Είχε καταγραφεί, εντοπιστεί ή έστω διαγνωσθεί ότι υπάρχουν άνθρωποι που θα μπορούσαν να έχουν νυχτερινή εργασία, αλλά την έχασαν διότι δεν είχαν πού να αφήσουν το παιδί τους; Απ' όσο γνωρίζω, όχι. Άρα αν ο Δήμος Θεσσαλονίκης λειτουργούσε έναν παιδικό σταθμό, θα διέθετε πόρους χωρίς αντίκρισμα και το πολύ πολύ να εξυπηρετούσε την αύξηση της επισκεψιμότητας στα κατά Βαγγέλη Γιαννόπουλο πολιτιστικά κέντρα.

Οι πόλεις μας δεν χρειάζονται νέες ιδέες και καινοτόμες λύσεις για να λειτουργούν καλύτερα. Χρειάζονται να κάνουμε ξανά τη συνύπαρξη λειτουργική. Καταλαβαίνω όσους εκνευρίζονται, για παράδειγμα, με το διπλοπαρκάρισμα, αλλά αστυνομική απάντηση σε αυτό δεν υπάρχει. Γιατί είναι αδύνατο να επιβληθούν με καταστολή κανόνες σε μία κοινωνία που παραβατεί στο σύνολό της. Στη μισή Θεσσαλονίκη οι άνθρωποι «κλείνουν» ο ένας τον άλλο σε συνεννόηση. Άλλωστε είναι γνωστό... ότι «υπάρχει έλλειψη προσωπικού», «τα μέσα δεν φτάνουν», «οι άνθρωποι έχουν σοβαρότερα προβλήματα από το διπλοπαρκάρισμα», «δεν υπάρχουν λεφτά», κλπ... Όποιος θέλει να αντιμετωπίσει το διπλοπαρκάρισμα, πρέπει να πείσει με επιχειρήματα και κίνητρα αυτούς που διπλοπαρκάρουν ότι, αν δεν το έκαναν, θα κέρδιζαν οι ίδιοι. Και υπάρχουν τέτοια επιχειρήματα.

Καταλαβαίνω αυτούς που εκνευρίζονται π.χ. με τη μουσική που παίζει μέχρι τις τρεις το πρωί. Αλλά η ηχορύπανση από ένα μαγαζί δεν είναι θέμα ντεσιμπέλ. Και ο μόνος τρόπος να μη δημιουργεί πρόβλημα είναι, πριν βγάλουν άδεια τα μαγαζιά που η δουλειά τους στηρίζεται στη μουσική, να έχουν ηχομόνωση. Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι η λύση είναι ακριβή. Αλλά επαγγελματική λειτουργία χωρίς προϋποθέσεις δεν γίνεται. Και οι γαλακτοβιομηχανίες θα προτιμούσαν να μη χρειάζονται βυτία για να μεταφέρεται το γάλα και να γίνεται η διαδικασία όπως το 1850, αλλά χωρίς βυτίο δουλειά δεν γίνεται.

Η ζωή στην πόλη πρέπει να είναι λειτουργική για όλους. Κανείς δεν μπορεί να ζει περιορίζοντας τα δικαιώματα των άλλων χάριν του προσωπικού του οφέλους ή επειδή προσφέρει δέκα θέσεις εργασίας. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν μπορεί κανείς να κάνει πολιτική επιβάλλοντας απλώς πρόστιμα, τα οποία δε συνετίζουν, αλλά αντίθετα αυξάνουν τα έσοδα που οι δήμοι ΔΕΝ εισπράττουν και εθίζουν μια κοινωνία στο ότι μπορεί να ζει χρωστώντας. Η συμβίωση στις πόλεις μας χρειάζεται ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, για να αποκατασταθεί ο ιστός της συνύπαρξης. Αλλά αυτό μπορεί να το επιδιώξει μόνο μία πολιτική εξουσία, η οποία να μη δουλεύει με τα πελατειακά εργαλεία που κατέρρευσαν. Που να μην επιδιώκει, δηλαδή, την επανεκλογή της, στηριζόμενη στην υποστήριξη των μικροσυμφερόντων που εξυπηρέτησε στη θητεία της.

Και όπως λέει η Κατερίνα Στανίση κλείνοντας το τραγούδι του Καρβέλα: «Μην απορείς που σου μιλάω τόσο τυπικά, μη μου το παίζεις τάχα τόσο πληγωμένος. Εσύ για χρόνια που δεν ρώτησες αν πέθανα ή αν ζω τώρα μου έρχεσαι ξανά μετανιωμένος». Οι κοινωνίες είναι διατεθειμένες να δεχτούν σκληρές ρυθμίσεις, αρκεί να έχουν τις ίδιες συνέπειες και για αυτούς που τις υφίστανται και για αυτούς που τις αποφασίζουν.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ