Πολιτικη & Οικονομια

Τα δύο πρόσωπα του ηλικιακού ρατσισμού

Τελικά ο ηλικιακός ρατσισμός δεν επηρεάζει μόνο τους ηλικιωμένους

Εύα Στάμου
Εύα Στάμου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
maxresdefault.jpg

Θύματα του ρατσισμού της ηλικίας εκτός από τους ηλικιωμένους είναι και οι νέοι και τελικά ο ίδιος μας ο εαυτός.

Ο ηλικιακός ρατσισμός είναι η συστηματική δημιουργία στερεοτύπων και η εδραίωση προκαταλήψεων που οδηγούν σε διαχωρισμό κάποιων ατόμων από τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας και τον αποκλεισμό τους από σημαντικές δραστηριότητες, με μοναδικό κριτήριο την ηλικία τους.

Πρόκειται συχνά για ένα σύνολο υπόρρητων ιδεοληψιών, που εισχωρούν ποικιλοτρόπως στον καθημερινό μας τρόπο σκέψης και έκφρασης, χρωματίζοντας την επικοινωνία μας με τους άλλους. Ευπώλητα βιβλία, δημοφιλείς ταινίες, η τηλεοπτική διαφήμιση, το καθημερινό λεξιλόγιο, πολλές θεσμικές αποφάσεις, ακόμα και παραδόσεις εντός της κοινωνικής θεωρίας, βρίθουν παραδειγμάτων του ηλικιακού ρατσισμού που συχνά δεν αντιλαμβανόμαστε ως τέτοιον. Δυστυχώς, πολύ συχνά θεωρούμε τις συναφείς αντιλήψεις και πρακτικές ως κάτι απόλυτα φυσιολογικό.

Ακόμη όμως και όσοι προσεγγίζουν με ευαισθησία το πρόβλημα του ηλικιακού ρατσισμού, τείνουν να αναπαράγουν μία πτυχή του, καθώς επικεντρώνονται σε μία μόνο όψη του προβλήματος. Όπως έχω επισημάνει, ήδη από το 2011 μέσω των δοκιμίων και της αρθρογραφίας μου, αν και πολλοί θεωρούν ότι ο ηλιακός ρατσισμός επηρεάζει μόνο τους ηλικιωμένους, η αλήθεια είναι πως το φαινόμενο έχει τουλάχιστον δύο πρόσωπα.

Θύματα του ρατσισμού της ηλικίας εκτός από τους ηλικιωμένους μπορεί να είναι και οι νέοι, όταν τους αποδίδονται στερεοτυπικά χαρακτηριστικά που υπονοούν ότι δεν είναι αρκετά αξιόλογοι ή ικανοί απλώς και μόνο επειδή βρίσκονται στο στάδιο της νεότητας.

Οποιαδήποτε κατηγοριοποίηση των ανθρώπων με βάση αποκλειστικά και μόνο την ηλικία τους -νεότητα, μέση ηλικία, τρίτη ηλικία, βαθύ γήρας- είναι τελικά μία μορφή ηλικιακού ρατσισμού που αποσκοπεί, ηθελημένα ή όχι, στον κοινωνικό ή επαγγελματικό αποκλεισμό συγκεκριμένων ηλικιακών ομάδων.

Δίπλα στα γνωστά στερεότυπα για την τρίτη ηλικία -που παρουσιάζουν αδιακρίτως όλους τους ανθρώπους που έχουν περάσει το 65ο έτος της ηλικίας, ως αδύναμους, εξαρτημένους, εύθραυστους, παθητικούς, γκρινιάρηδες, ασεξουαλικούς, με μειωμένες πνευματικές και φυσικές ικανότητες- υφίστανται και αρκετά στερεότυπα που αφορούν τους ανθρώπους μέσης ηλικίας, αλλά και τους νέους.

Καταρχήν, ο φυσικός φόβος μας για τα γηρατειά δεν μας επιτρέπει πάντα να συνειδητοποιήσουμε ότι μπορεί η βιολογική ωρίμανση μετά από κάποιο ηλιακό όριο να είναι εκφυλιστική, η ψυχική ωρίμανση όμως έχει πλήθος θετικών γνωρισμάτων, όπως την πρακτική σοφία, τη βελτίωση της κριτικής μας ικανότητας, τη δυνατότητα να προσεγγίζουμε ένα ζήτημα από διαφορετικές σκοπιές και να λαμβάνουμε εύστοχες αποφάσεις. Για αυτούς τους λόγους και μόνο ίσως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η τρίτη ηλικία μπορεί ως προς ορισμένες απόψεις να είναι σίγουρα λειτουργική αν όχι και αναπτυξιακή.

Όσο για την μέση ηλικία, είναι μία ιδιαίτερα παρεξηγημένη περίοδος, αφού σε αυτή προβάλλουμε αναίτια πληθώρα αρνητικών χαρακτηριστικών. Σύμφωνα με τα στερεότυπα --που αναπαράγονται συχνά, κυρίως από τη βιομηχανία του θεάματος--, οι άνθρωποι μέσης ηλικίας παρουσιάζονται ως βαρετοί, συμβιβασμένοι, βολεμένοι, αδρανείς, άτολμοι και αμετακίνητοι στις απόψεις τους, προβλέψιμοι και συντηρητικοί.  Επιπλέον, θεωρείται ότι οι μεσήλικες και των δύο φύλων δεν είναι ελκυστικοί ερωτικοί παρτενέρ, κι έτσι εσφαλμένα συνάγεται ότι και οι ίδιοι έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για το σεξ.

Στην πραγματικότητα η μέση ηλικία είναι το διάστημα του βίου με τη μεγαλύτερη διάρκεια, καθώς ενώνει τη νεότητα με το γήρας. Δεν διαρκεί λίγα χρόνια πριν εισέλθουμε στην τρίτη ηλικία, όπως εσφαλμένα πιστεύουν πολλοί, αλλά ξεκινά γύρω στα τριανταπέντε και εκτείνεται σχεδόν για τριάντα χρόνια. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι καταξιώνονται επαγγελματικά, κάνουν οικογένεια, βιώνουν σημαντικές εμπειρίες, κι έχουν την ευκαιρία να επηρεάσουν καθοριστικά το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι–εν ολίγοις, οι μεσήλικες είναι αυτοί που διαχειρίζονται την κοινωνία.

Όσον αφορά τους νέους, η ανευθυνότητα, και η πνευματική ή συναισθηματική ανωριμότητα που θεωρούμε πως πηγάζει από την έλλειψη εμπειριών -γνωρίσματα που ισχύουν ίσως για κάποιους αλλά σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζουν όλους τους νέους ανθρώπους-είναι οι πιο συνηθισμένες προκαταλήψεις που αναπαράγονται σχεδόν από το σύνολο των μέσων ενημέρωσης. Παραβλέποντας την πνευματική εγρήγορση, την ενεργητικότητα και την δημιουργικότητα που χαρακτηρίζουν πολλούς νέους, δυσκολευόμαστε ακόμα να τους εμπιστευτούμε ιδιαίτερα σε τομείς όπως η επιχειρηματικότητα ή η πολιτική αφού θεωρούμε ότι είναι κυρίως η πείρα που καταξιώνει κάποιον δημόσιο λειτουργό, πολιτικό ή οικονομικό ηγέτη και όχι οι ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις, η ευφυία, ή η επιστημονική κατάρτιση.

Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να συνδέσουμε την καλλιτεχνική πρωτοπορία με τους νέους, αλλά όταν πρόκειται για σημαντικές πολιτικές αποφάσεις προτιμούμε την «ασφάλεια» που θεωρούμε ότι μας παρέχει η μέση και η τρίτη ηλικία.  Η 34χρονη πρώην υπουργός μεταφορών Σάρα Μαρίν που πρόσφατα επελέγη από το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Φινλανδίας για να αναλάβει την πρωθυπουργία της χώρας της, αποτελεί ακόμα εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα που θέλει 70χρονους όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, να κατακτούν την εξουσία, ακόμα και αν δεν έχουν συναφή εμπειρία ή προϋπηρεσία στην πολιτική.

Σε αντίθεση με ό,τι ίσως νομίζουμε, ο ηλικιακός ρατσισμός έχει οξυνθεί στις μέρες μας, λόγω της εντυπωσιακής αύξησης μεθόδων τεχνικής παράτασης της νεότητας. Η διαφήμιση, η πλαστική χειρουργική, η φαρμακολογία, κι η βιομηχανία του θεάματος, εκμεταλλευόμενες την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου, δίνουν συχνά την εντύπωση ότι μπορούμε να αναβάλουμε τη γήρανση επ’ αόριστον. Η τεχνική επεξεργασία των φωτογραφιών, το μακιγιάζ, οι πλαστικές επεμβάσεις προβάλλουν το ιδεώδες της αιώνιας νεότητας και την ψευδαίσθηση ότι το ίδιο το άτομο ελέγχει σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία της γήρανσης – με συνέπεια όποιος δεν δείχνει αιώνια έφηβος, να θεωρείται ότι έχει κάποιο πρόβλημα, για το οποίο του αξίζει κάθε δυνατή μομφή.

Τέλος, είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι λόγω του άγχους μας για τα γηρατειά και της δυσκολίας μας να αποδεχθούμε την ηλικιακή διαφορετικότητα, τις τελευταίες δεκαετίες τα όρια ανάμεσα στα στάδια του βίου συγχέονται και όλα τείνουν προς την εξομοίωση των γενεών. Το αποτέλεσμα είναι πως αντί να έχουμε μια θετική σχέση με το όποιο ηλικιακό στάδιο βρίσκεται ο καθένας μας, προσπαθούμε διαρκώς να προβάλουμε μια διαφορετική πραγματικότητα.

Δεν είναι σαφές αν πρόκειται για «απάτη», ή αυταπάτη, καθώς το μεγαλύτερο θύμα του ηλικιακού ρατσισμού ίσως να είναι τελικά ο ίδιος μας ο εαυτός.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ