- CITY GUIDE
- PODCAST
-
33°
Τορόντο: Θάλασσα και συμπερίληψη - ό,τι πρέπει να ξέρεις γι' αυτή την πόλη του Καναδά
Επιπλέον είναι και όμορφη την άνοιξη. Αρκεί να μη βρέχει, πράγμα ζόρικο


Τορόντο: Ταξίδι στη μεγαλύτερη πόλη του Καναδά - Πού να πας, τι να δεις και τι να κάνεις
Οι μισοί κάτοικοι του Τορόντο έχουν γεννηθεί κάπου αλλού – η πόλη καμαρώνει για τα 200 διαφορετικά έθνη που ζούνε στις όχθες της λίμνης Οντάριο, στην ευρύτερη περιοχή της πόλης (μαζί με τα προάστια) που φτάνει τα 7 εκατομμύρια κατοίκους, αλλά δεν είναι να τρομάζει κανείς γιατί η πόλη-πόλη είναι κάτω από 3 εκατομμύρια άνθρωποι, κι ας προέρχονται από όλες τις μεριές του πλανήτη: το Τορόντο θεωρείται η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πόλη στη βόρειο-αμερικάνικη ήπειρο. Έχει δύο Τσάιναταουν, μία Γκρικ Τάουν, μία Μικρή Ινδία, όπως και Μικρή Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία, Μικρές Φιλιππίνες (μεγαλούτσικες, μια και είναι πάρα πολλοί οι Φιλιππινέζοι) και γενικά, όποια πατρίδα κι αν έχει κανείς, θα βρει ένα μπαμπατζάνικο κομμάτι της στο Τορόντο.

«Σε ενθαρρύνουν εδώ να κρατήσεις την εθνική σου ταυτότητα» λέει ο Βασίλης που ζει έντεκα χρόνια τώρα στο Τορόντο. «Για αυτό και βρίσκεις τα πάντα όσον αφορά τις εθνικές κουζίνες, υπάρχουν κάθε είδους εστιατόρια, όλες οι κουζίνες του κόσμου, από παραδοσιακές μέχρι προσαρμοσμένες στον Καναδά… Σε ένα πάρτι γενεθλίων μπορεί να μιλήσεις με άτομα που έχουν 25 διαφορετικές (εθνικές) καταγωγές! Αυτό είναι ένα από τα στοιχεία που κάνει τη ζωή εδώ πολύ ενδιαφέρουσα!»
Θυμάμαι –και δεν θυμάμαι– το Τορόντο από τα 80s: το κέντρο της πόλης έχει γεμίσει ουρανοξύστες, οι περιοχές που είχα στον νου μου ως γραφικές και παραδοσιακές, με τα σπιτάκια του προ-περασμένου αιώνα έχουν αλλάξει εντελώς πρόσωπο. Θα μου πεις, σαράντα χρόνια είναι αυτά, όλοι αλλάζουμε πρόσωπο, γιατί όχι και το Τορόντο. Που οι στραβωμένοι, παλιοί του κάτοικοι, αποκαλούν «Κοντο-ρόντο», από τα «κοντομίνιουμ», τις πανύψηλες πολυκατοικίες με τα διαμερίσματα-κλουβιά. Ανάμεσά τους σκάνε παραδοσιακά σπίτια, αυτά που δεν τα έφαγε η αντιπαροχή, ή τα πολύ ιστορικά.

Στην 45 χιλιομέτρων παραλία (που συνέχεια αποκαλούμε «θάλασσα», τόσο εγώ όσο και ο Βασίλης), η δυτική πλευρά με τη διάσημη Σούγκαρ Μπιτς είναι καρα-χτισμένη και περίεργη κάπως, σαν βιομηχανική ζώνη, κι ας μην είναι. Έχει πάρκα και πρασινάδες αλλά δεν θέλεις να κάνεις βόλτες εκεί, ενώ στην ανατολική πλευρά έχουν φτιάξει έναν ξύλινο «περίπατο» πάνω στην τεράστια αμμουδιά. Τεράστιος και ο περίπατος, νομίζεις ότι θα τον περπατήσεις μάνι μάνι αλλά έχει τον ατελείωτο, ενώ δεξιά κι αριστερά του υπάρχουν… μπάρμπεκιου, έτοιμα, στημένα, για να κατέβουν οι πολίτες όταν έχει καλό καιρό να ψήσουν λουκάνικα.


Το κάνουν αυτό οι πολίτες, μάλιστα καθαρίζουν το κάθε μπάρμπεκιου μετά, μαζεύουν τα σκουπίδια τους κι αφήνουν την παραλία κούκλα… σχεδόν πάντα. Η αίσθηση της θάλασσας είναι τόσο έντονη που πλησιάζεις με διάθεση, αν όχι να βουτήξεις (κάνει ψοφόκρυο κι ας είναι Μάιος), τουλάχιστον να βρέξεις διακριτικά την άκρη της μπότας σου. Το νερό είναι μπλε, ελκυστικό – αλλά «μυρίζει πάπια και βατραχάκι», όπως πολύ σωστά λέει ο Βασίλης. Νομίζεις ότι το βατράχι θα πηδήξει στο κεφάλι σου, εδώ στην πιο βαθιά λίμνη της βόρειας Αμερικής που είναι παγωμένη ακόμα και το κατά-καλόκαιρο. Ο Βασίλης μου λέει ότι το νησάκι απέναντι έχει τη μοναδική παραλία γυμνιστών που βρίσκεται τόσο κοντά σε κατοικημένη περιοχή. «Η θάλασσα, σόρι, η λίμνη είναι πολύ κρύα, αλλά έχεις την αίσθηση ότι είσαι στην Ελλάδα, σε κάποια παραλία της Αττικής!».

Η ανατολική πλευρά της όχθης έχει κρατήσει χαρακτήρα, με αυτόνομα, παραδοσιακά σπίτια χτισμένα δύο και τρεις αιώνες πριν. Στη «βόλτα», ένα ξύλινο εστιατόριο (σα να βγήκε από πλατό γουέστερν με τον Λι Βαν Κλιφ) διαφημίζει «μπίβερ τέιλς», ουρές κάστορα, κάτι λουκουμάδες που έχουν σχήμα μάλλον σαν ουρά κάστορα, που δεν έχω τσεκάρει την ουρά του, αλλά γιατί να λένε ψέματα. Παρά την ποικιλία σε έθνικ εστιατόρια, η καναδική κουζίνα έχει κάμποσες κουλαμάρες, το εθνικό πιάτο π.χ. είναι πατάτες τηγανιτές με τυρί και σάλτσα ντομάτα, λέγεται «πουτίν» και γελάς όταν το βλέπεις, λες «σώπα καημένη!», γιατί είναι το στάνταρ πιάτο που φιλοτεχνούν όλες οι γιαγιάδες στην Ελλάδα, ακόμα και οι νέες, χωρίς να έχουν ιδέα ότι είναι το εθνικό του Καναδά. Στον οποίο Καναδά όλοι οι κάτοικοι ασχέτως καταγωγής ψοφάνε για ντόνατ κάθε είδους, όπως και για ψωμοειδή, που σε εμάς δε λένε τίποτα, αλλά οι τάρτες-με-φρούτα τύπου «κραμπλ» είναι καταπληκτικές (αυτές θα έπρεπε να έχουν ως εθνικό επιδόρπιο!)
Στο Ντάνφορντ, την ελληνική συνοικία, βρίσκονται τα πιο πολλά φαγάδικα στη σειρά από ό,τι σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Ακούς ελληνικά στον δρόμο και μπορείς να αγοράσεις μπουγάτσα ή σπανακόπιτα ίδιες με τις ελληνικές και μάλιστα χωριάτικες. Υπάρχουν δυο-τρεις ελληνικές εφημερίδες και σύλλογος πολύ δραστήριος. Κάθε χρόνια οργανώνεται ένα ελληνικό φεστιβάλ στο Ντάνφορντ, το μεγαλύτερο του Τορόντο με περισσότερους από 1,6 εκατομμύρια επισκέπτες, αν και σταμάτησε μερικά χρόνια λόγω κόβιντ, θα στηθεί φέτος τον Αύγουστο.
Την πρώτη μέρα σου στο Τορόντο, ίσως επειδή έχεις τζετ λαγκ, μπερδεύεσαι που όλοι σου λένε «πήγαινε νότια/βόρια», ή «ανατολικά/δυτικά». Τη δεύτερη μέρα, ενώ εξακολουθείς να έχεις τζετ λαγκ, βρίσκεις έναν χάρτη και θυμάσαι, ή μαθαίνεις, πόσο τέλεια διάταξη έχει η πόλη: νότια, απλώνεται η λίμνη Οντάριο. Βόρεια είναι τα προάστια, ακόμα πιο βόρεια τα πυκνά καναδικά δάση – δεν πας, σε τρώει η αρκούδα κυριολεκτικά. Καταλαβαίνεις ότι κατευθύνεσαι προς τη λίμνη επειδή οι δρόμοι είναι κατηφορικοί – το στάνταρ πατατο-ειδές λάθος που κάνω να παίρνω τη λάθος κατεύθυνση εδώ δεν παίζει, τουλάχιστον όχι ως προς τον βορρά και τον νότο γιατί ή ανηφορίζω ή κατηφορίζω, πάντα ελαφρά. Τόσο ελαφρά που όταν βρέχει και έχει (πυκνή) ομίχλη, πάλι μπερδεύομαι και πάω ανάποδα, γιατί πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι. Οι τρεις-τέσσερις μεγάλοι δρόμοι που ξεκινάνε από βορρά και πάνε προς νότο είναι δύσκολο να σε μπλέξουν πάντως, αφήστε που είναι παράλληλοι και διασταυρώνονται από άλλους δρόμους, με μεγάλες πινακίδες σε όλες τις γωνίες. Το μετρό έχει δύο βασικές γραμμές κι είναι εύκολο να το χρησιμοποιήσεις. Είναι σχετικά καθαρό (αλλά όχι καλύτερα διαρρυθμισμένο/διακοσμημένο από το μετρό της Αθήνας!) Το εισιτήριο, το οποίο βγάζω με μια δανεική κάρτα του μετρό που λέγεται «Πρέστο», κοστίζει 3,30 καναδικά δολάρια.
Γενικά όλα είναι ακριβά στο Τορόντο. Ο Βασίλης μου λέει ότι οι μισθοί είναι υψηλοί και τα ενοίκια πανάκριβα – δεν βρίσκεις διαμέρισμα ενός δωματίου με λιγότερα από 2.000 τον μήνα, άρα πρέπει να βγάζεις 3-4 χιλιάρικα προκειμένου να ζεις ανθρωπινά. Οι καφέδες στο χέρι και τα σάντουιτς έχουν λίγο ακριβότερες τιμές από την Ελλάδα ενώ το φαγητό σε μη-ακριβό εστιατόριο είναι πολύ ακριβό για τα δεδομένα μας, αν και όχι για τα δικά τους.
Τις μισές μέρες που είμαι στο Τορόντο, ο καιρός είναι λαμπερός, με τσουχτερό κρύο και λαμπρό ήλιο που τα κάνει όλα να δείχνουν υπέροχα… αλλά ξεμυτίζουν οι πάρα πολλοί άστεγοι της πόλης στα επίσης πάρα πολλά πάρκα, και είτε πίνουν είτε κάνουν ενέσεις μπροστά στα αθώα ματάκια σου εσένα του τουρίστα. Όχι μόνο στην (πρώην υποτιμημένη, νυν αναβαθμισμένη) Λαχανούπολη, στο Κάμπατζ Τάουν, ή στο Ιστορικό Κέντρο, αλλά παντού, ακόμα και στην κυριλέ Γιορκτάουν με τα ακριβά μαγαζιά.

Τα μαγαζιά είναι άλλο θέμα: δεν βλέπεις βιτρίνες, παρά σε συγκεκριμένους δρόμους. Επειδή το Τορόντο έχει παγερούς χειμώνες, ο κόσμος δεν έχει συνηθίσει το σεργιάνι, το «χαζεύω βιτρίνες». Τα ψώνια γίνονται σε υπόγεια μαγαζιά και μολ, στους σταθμούς του μετρό, ή τέλος πάντων όχι στα μούτρα σου, εσένα του τουρίστα. Που είσαι μία/ένας στα 40 εκατομμύρια (τουρίστες) τον χρόνο. Ξαφνιάζεσαι όταν ανακαλύπτεις σουπερ-μάρκετ μέσα στο μετρό το ίδιο! Αλλά μετά συνέρχεσαι, ειδικά αν έχεις καταλάβει ΠΟΣΟ κρύο κάνει τον χειμώνα εδώ.
Τις υπόλοιπες μισές μέρες της παραμονής μου λοιπόν, μια και αναφέρθηκα στο κρύο, πιάνει αυτή η βαριά βροχή του Καναδά που με το που λες «α, βρέχει», έχεις παπαριάσει αυτόματα από τα νύχια ως την κορφή, με την ομπρέλα σου να γυρνάει ανάποδα στο αγιάζι και τα χεράκια σου Μποφρόστ. Η θερμοκρασία είναι χαμηλή για Μάιο (μου λένε όλοι), από 10-12 ως 3-5 βαθμοί Κελσίου, αλλά υπάρχει «ο παράγοντας παγερού ανέμου» (wind chill factor) που σε κάνει κασσάτη εκτός από βρεγμένη γάτα. Αυτόματα εκτιμάς τα υπόγεια σουπερ-μάρκετ, που ευτυχώς πουλάνε ωραία μπουρδουκλωτά σάντουιτς σε σχετικά καλές τιμές (5-7 δολάρια) και σε παρηγορούν που κρυώνεις τόσο ενώ στην Αθήνα όλοι φοράνε μπουστάκια. Ο καιρός έχει μεγάλη σημασία εδώ, βλέπουμε το κανάλι του καιρού κάθε βράδυ, κι έπειτα μαθαίνω ότι έχει κι άλλα κανάλια καιρού – κοιτάνε κι αυτά του παραδιπλανού,αμερικάνικου Μπάφαλο, στο οποίο μένει συμμαθητής μου από την Καβάλα ρε παιδιά, ο Παναγιώτης, μιάμιση ώρα νότια του καταρράκτη Νιαγάρα (το Τορόντο απέχει μιάμιση ώρα βόρια, οπότε δεν συναντιόμαστε με τον Παναγιώτη, τον έχουμε δει τον καταρράκτη με την αδερφή μου όταν ήμασταν μικρές, είναι υπέροχος, αλλά μπάστα).
Μένω στην Τσερτς στριτ, σε σπίτι φίλης, και η Τσερτς όπως λέει το όνομά της είναι γεμάτη εκκλησίες, κεντρική, όμορφη, από βορρά προς νότο, περνώντας μέσα από την Γκέι Τάουν με τα συχνά ντραγκ-σόου, τα γκέι μπαρ και καφέ, την καλόγουστη, ευρωπαϊκή ατμόσφαιρα: πετυχαίνω ένα ντραγκ σόου τέλειο σε μια πλατεία στο άσχετο μια μέρα, και είναι υψηλού επιπέδου. Υπάρχει ένα πανύψηλο κτίριο εδώ που κατοικείται μόνο από γκέι και λέγεται «Βάζελιν Τάουερ». Έτσι το ξέρουν δηλαδή μέχρι και οι ταξιτζήδες. Οι οποίοι χρεώνουν σχεδόν όσο και οι Έλληνες συνάδελφοί τους, με καπάρο, απλώς τους κλείνεις τηλεφωνικά, δεν τους πετυχαίνεις στον δρόμο. Η κίνηση συνήθως είναι αραιή, πολιτισμένη – εκτός αν γίνονται χολιγουντιανά γυρίσματα πάνω στον δρόμο σου, κάτι πολύ συχνό μια και το Χόλιγουντ χρησιμοποιεί συχνά το Τορόντο ως πλατό γυρισμάτων. Οι δρόμοι-σκηνικά-ταινίας είναι αμέτρητοι, όπως και οι γειτονιές που φαίνονται κατάλληλες για να μπούνε σε κάδρο (ταινίας, ή άλλο).

Το Τορόντο, ίσως η πιο φιλική προς τον ξένο πόλη της βόρειας αμερικάνικης ηπείρου, έχει πολύ φανατικούς κατοίκους: αν αναφέρεις σε κάποιον Τοροντιανό ότι ζει σε «πόλη Βόρειας Αμερικής», τα παίρνει στο κρανίο, καθόλου δεν τη χωνεύουν την Αμερική, και τώρα με τον Τραμπ θέλουν να της κόψουν την καλημέρα. Γιορτάζουν με μπάρμπεκιου στη θάλασσα, σόρι, στη λίμνη, τη Βικτώρια Ντέι, γενέθλια ημέρα της Βασίλισσας Βικτωρίας (!) στις 19 Μαΐου, ξέρουν την ιστορία της γειτονιάς τους και φανατίζονται με την ομάδα χόκεϊ της πόλης. Όπως φανατίζονται με όλα τα τοροντιανά, πιο πολύ από τα καναδικά: πατρίδα εδώ είναι το Τορόντο, όπως θα σου πει ο κάθε κάτοικος της πόλης με τρελό καμάρι. Και με το δίκιο του τελικά.
Tips για το Τορόντο
Danfrord (Sto Danford): η ελληνική περιοχή, με ό,τι ελληνικό μπορεί να σκεφτεί κανείς, από εστιατόριο μέχρι Αλάτι Κάλας. Καταπληκτικές σπανακόπιτες και μπουγάτσες φτιάχνει εδώ και δεκαετίες το Athens pastry.
St Laurence Market: τεράστια, ωραία, σκεπαστή αγορά τροφίμων, στην οποία θα έβρισκε τη χαρά της η Ελένη Ψυχούλη, η αδερφή μου και κάθε χομπίστας ή επαγγελματίας της κουζίνας – έχει τρόφιμα από όλο τον κόσμο, εκλεκτά μάλιστα, και απ’ έξω έχει πάγκους γύρω γύρω να καθίσεις (όταν ο καιρός είναι καλός).
Kensington Market: το αντίστοιχο Μοναστηράκι, σε μεγάλη κλίμακα, με αντίκες, ρούχα δεύτερο χέρι, έργα τέχνης, μπιζού κλπ.
Algonquin Park: τεράστιο, μπορεί και να ‘ναι δάσος, με ζώα που δεν έχεις δει πουθενά αλλού (και να μην τα έβλεπες βέβαια δεν χάνεις τίποτα). Ωραίο για εκδρομές με παιδιά, αρκεί να μη μαδάνε αλεπούδες.
Zoo: τεράστιος ζωολογικός κήπος, και πάλι καλός για παιδιά σου. Μόνη σου χειροκροτείς τις μαϊμούδες μέχρι να καθίσετε κάπου για τσάι/καφέ/κώνειο.
Dollarama: αλυσίδα με μαγαζιά πάρα πολύ κινέζικα, με φθηνά πράγματα, «του δολαρίου», από σνακς μέχρι είδη σπιτιού και τουριστικά (οτιδήποτε έχει σημαία του Καναδά – εκτός από πετσετάκια κουζίνας, τα οποία δεν βρήκα πουθενά.)
The Leafs: η ομάδα χόκεϊ επί πάγου με αθλητές-ντερέκια που φανατίζουν τους Τοροντιανούς.
Bay-and-gable houses: παραδοσιακά, όμορφα σπίτια με μυτερές σκεπές και μεγάλα παράθυρα μπροστά, χτισμένα στα μέσα και τέλη του 19ου αιώνα, χαρακτηριστικά της πόλης.
Tim Hortons: τα μικρά λουκουμαδάκια «Τιμ-μπιτς» είναι το σουξέ του μαγαζιού, που το βρίσκεις παντού.
Hotel X: μεγαλοπρεπές ξενοδοχείο με θέα όλη την παραλία, του οποίου ο ιδιοκτήτης είναι Ελληνας! Καμαρώνουν οι Έλληνες του Τορόντο, και όντως είναι εντυπωσιακό, μπράβο του.
Billy Bishop airport: μικρό αεροδρόμιο στην παραλία για εσωτερικές πτήσεις, ως και Αμερική.
Camp National Exhibition: μεγάλη, υπαίθρια έκθεση που γίνεται κάθε Αύγουστο και δεν την έχω δει αλλά την παινεύουν.
Νησιά της λίμνης, κυρίως τεχνητά, στη λίμνη Οντάριο, στα οποία μπορείς να πας εκδρομή με φέρι και είναι θεαματικά… καλοκαίρι όμως. Τον χειμώνα έχει μέχρι και τρικυμία.
Iroquois Indian: Ινδιάνοι που ζουν σε συγκεκριμένες περιοχές μια κι έχουν εκτοπιστεί συχνά βιαίως, από τις πρώην δικές τους, πατρογονικές περιοχές. Έχει και ο Καναδάς τα προβληματάκια του…
Αλεξ Κάρτερ, ή Απόστολος Αποστολόπουλος: Ελληνο-Τοροντιανός ηθοποιός πάρα πολύ καλός που μου αρέσει. Άσχετο, αλλά άμα τον γκουγκλάρετε θα χαρείτε. Η Νία Βαρντάλος επίσης γεννήθηκε στο Τορόντο, όπως και η Μαίρη Πίκφορντ, ο Κιάνου Ριβς, ο σκηνοθέτης Άιβαν Ράιτμαν και ο μουσικός-τραγουδιστής Ντρέικ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Παραδοσιακά ταβερνάκια, σύγχρονα εστιατόρια, αλλά και τέλεια μαγαζιά για ψώνια
Εντάχθηκε στη λίστα του Travel Dreams Magazine
Μικρά μυστικά σε Ρόδο, Κω, Πάτμο, Δονούσα, Αστυπάλαια, Ύδρα, Χίο, Τήνο, Σέριφο και Αίγινα
Αυτόνομα διαμερίσματα με χρωματική θεματολογία βασισμένη στα τσάκρα – κάθε ένα κι ένα ταξίδι
Ο executive chef Βαλάντης Χρυσάκης δημιουργεί πιάτα που αναδεικνύουν τον πλούτο της τοπικής παραγωγής.
Με διακόσμηση γεμάτη αυθεντικές αντίκες και αέρα παλιάς Αστυπάλαιας, φιλοξενεί πάρα πολλούς ξένους επισκέπτες, οι περισσότεροι εκ των οποίων επιστρέφουν κάθε χρόνο
Ένα all-day στέκι για καφέ, φαγητό, τέχνη και αναμονή επιβατών, τόσο για τους επισκέπτες με σκάφη όσο και για κάθε ταξιδιώτη του νησιού.
Έξι σουίτες, απόλυτα εναρμονισμένες με το κυκλαδίτικο τοπίο και την έννοια του slow travel
Θες να αφεθείς στο κύμα ή να οδηγήσεις την περιπέτεια;
Ιδανική επιλογή για όσους αναζητούν ένα περιβάλλον υψηλής αισθητικής και άνεσης, σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό τοπίο του νησιού.
Πού θα φας, πού θα μείνεις και πού θα ψωνίσεις στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων
Στην καρδιά της Ερμούπολης ο Ξενώνας Λίλα στεγάζεται σε ένα αναπαλαιωμένο κτίριο του 19ου αιώνα, που υπήρξε άλλοτε το Γαλλικό Προξενείο του νησιού
Μοναδικές διαμονές, εστιατόρια και κρυμμένα μυστικά
Η διαδρομή περιλαμβάνει προτάσεις όπως το Κλέφτικο, η Συκιά, το Τσιγκράδο και τα Θειωρυχεία – όλα στο εντυπωσιακό νότιο τμήμα του νησιού
H κεντρική του τοποθεσία προσφέρει εύκολη πρόσβαση στις βόρειες, νότιες, ανατολικές και δυτικές παραλίες του νησιού
Κάθε επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να ανακαλύψει τη Μήλο όπως πραγματικά είναι: αυθεντική, φιλόξενη και μαγευτική
Η γνωστή επιχειρηματίας Δέσποινα Μοιραράκη μάς περιγράφει τη δική της εμπειρία από το νησί της Πάτμου
Εκεί που το βουνό συναντά τη θάλασσα ανάμεσα σε κάστρα, λιμάνια και έλατα
Ο αθλητικογράφος γράφει για το Πήλιο, που ήταν και παραμένει ένας παράδεισος
Νόστιμα στέκια, ειδυλλιακά ξενοδοχεία και παραδοσιακές ταβέρνες
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.