Ταξιδια

Περιπέτειες στα ελληνικά νησιά

Τι έκανα (και τι δεν έκανα;) τα καλοκαίρια στα ελληνικά νησιά

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 793
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Εικονογράφηση: Benoit Pare
Εικονογράφηση: Benoit Pare

Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γράφει ιστορίες από τα ελληνικά νησιά που έχει επισκεφθεί.

Σε λίγα από τα 6.000 ελληνικά νησιά έχω καταφέρει να πάω μέχρι στιγμής. Δεν θα απαριθμήσω ξερά ονόματα νησιών – άλλωστε όλα είναι ΥΠΕΡΟΧΑ, οπότε ας θεωρήσουμε ότι αυτό το επίθετο τα καλύπτει, συνολικά.

Ξεκίνησα με τη Θάσο, μια και είναι απέναντι από την Καβάλα, νοικιάζαμε κι έπειτα είχαμε κι έπειτα πάψαμε να έχουμε σπίτι στο νησί, οπότε τα καλοκαίρια παιδικής ηλικίας και εφηβείας τα περνούσα εκεί. Στα τελειώματα της εφηβείας, όταν η Θάσος άρχισε να μου φαίνεται έτσι-κι-έτσι, πήγα εκδρομή με γκόμενο στη Σαμοθράκη: μα είναι σα τη Θάσο, πράσινη, άγρια σε διάφορα ανεξερεύνητα σημεία, με ωραίες παραλίες… ίσως λίγο πιο άγρια, και με χειρότερο περιφερειακό δρόμο, αλλά στρόγγυλο νησί με ψυχρά καλοκαιρινά βράδια, υγρασία και μυρωδιά ρίγανης. Μια χαρά.

Ακολούθησαν νησιά το ένα μετά το άλλο καθώς τρέχαμε σαν τρελές στα νησιά στα 80s: Σίφνος, Κύθνος, Σκόπελος, Αλόννησος, εκδρομές με φίλες και χαβαλέ, με σλίπινγκ-μπαγκ σε άδειες παραλίες, αρουραίους να περνάνε δίπλα από τα κεφάλια μας στη Σκιάθο (νομίζω), ντους σε ποτιστικά λάστιχα, πολλές τυρόπιτες από νησιώτικους φούρνους, γκομενικά που δεν έβγαζαν πουθενά, μια και δεν τσιμπάς γκόμενο σε νησί όταν είσαι 18-19, απλώς τον επεξεργάζεσαι, άσχετα που ο ίδιος νομίζει ότι σκοράρει, τρομάρα του. Θυμάμαι τη γιαγιά μου να ρωτάει, σε επιστροφή από τη Σίφνο, «Έπλυνες το σλιπινγκ-μπαγκ;» και να μαθαίνω πολύ ξαφνιασμένη ότι αυτά τα πράγματα δεν αυτo-καθαρίζονται παρά πλένονται, άκου τώρα.

Σίφνος
© Johnny Chen / Unsplash

Με καυτό γκόμενο πήγα στην Κύθνο, πάλι με (πλυμένο) σλίπινγκ-μπαγκ. Στα 80s, τα νησιά ήτανε μισο-άδεια, ζεστά, ασπρισμένα, αθώα ακόμα και πρωτόγονα. Οι νησιώτες, που ζούσανε αποκλεισμένοι όλο το χρόνο, κοίταζαν με καχυποψία δύο πιτσιρικάδες με λίγα λεφτά και πολύ τουπέ (σίγουρα είχαμε, ήμασταν καψούρηδες, εκτός που τα ξέραμε όλα).

Στο τσακ-μπαμ, με άλλον έρωτα, πήγα στην Ύδρα πρώτη φορά λίγο πριν κλείσω τα 30, κι έπειτα στη Σαντορίνη, με κόσμο πια, καθώς μπαίναμε στα 90s, δούλευα ασταμάτητα, χρειαζόμουν διακοπές και είχα πετάξει το σύσχριστο σλίπινγκ-μπαγκ στα σκουπίδια. Η Σαντορίνη ήτανε και είναι καταπληκτικό μέρος… δεν ξέρω ποιο νησί είναι αντικειμενικά πιο πανέμορφο, ίσως να μην υπάρχει αντικειμενικότητα ως προς τα νησιά, πάντως η Σαντορίνη είναι μαγική. Καλά, το ίδιο είπα αργότερα για τη Νίσυρο, οπότε ας μη το δένουμε κόμπο. Βρέθηκα με άλλον έρωτα στη Σάμο (ναι, υπήρχε κινητικότητα…), μα τι όμορφα, ήρθε κι ο Τάσος Θεοδωρόπουλος και μου έλεγε τους πόνους του στη σεζ-λογκ στην πλατιά παραλία που δεν θυμάμαι πώς λέγεται, αν και θυμάμαι τους πόνους του Τάσου. Ο καθένας με τις προτεραιότητές του.

Σαντορίνη
Σαντορίνη © iso topon / Unsplash

Ξαναπήγα στη Σίφνο, με τον έρωτα με τον οποίον είχα πάει στη Σάμο – μου φάνηκε διαφορετική, κοσμοπολίτικη, πιο μικρή και ταυτόχρονα πιο μεγάλη. Θυμάμαι τον Χρήστο Χωμενίδη να αγορεύει στον Δρόμο με Τα Μπαρ, με μέτωπο αρπαγμένο από τον ήλιο. Στο Βαθύ ο πρώτος γιος μου έκανε έναν φίλο, τον Κωστάκη τον γιο του Παρδάλη, με τον οποίον πέρναγε καταπληκτικά δυο χρόνια αλλά μετά χαθήκανε. Στην κορυφή του νησιού ήτανε το ωραίο σπίτι του Θόδωρου Καρατζά, με ζεστές πέτρες στο ηλιοβασίλεμα και θέα το Αιγαίο.

Πήγα λίγο στη Μύκονο, πρώτα στον γάμο του Πέτρου Κωστόπουλου με την Τζένη Μπαλατσινού (χαμός στο ίσιωμα!), έπειτα με τη φίλη μου Κατερίνα Ρίζου, η οποία εγκαταστάθηκε τελικά στο νησί, και μπράβο της. Στην Τήνο έστελνα το γιο μου στην κολλητή του Μαρία Κλάρα, μια δυο φορές πήγα κι εγώ, η μαμά της η Ελένη είναι φίλη μου αγαπημένη και σκέφτομαι συχνά τα Κιόνια με ψιλή νοσταλγία – όχι τόσο για το μέρος, που είναι, σωστά μαντέψατε, υπέροχο, όσο για εμάς τις ίδιες και τους ανθρώπους που αγαπούσαμε. Η νοσταλγία δεν είναι ποτέ για το μέρος, είναι για τους ανθρώπους, και για τα αισθήματα.

Μύκονος
Μύκονος © Dimitris Kiriakakis / Unsplash

Ενδιάμεσα, πεταγόμουν τριήμερα στην Ερέτρια, όπου είχε σπίτι η γιαγιά μας: ένα ήσυχο, φλατ μέρος με κόκκινες παραλίες, το σεμνό ξενοδοχείο «Εβιάνα» πάνω στη θάλασσα, το Νησί των Ονείρων, που μας πήγαινε βόλτες ο παππούς όταν ήμασταν μικρά. Το Νησί είναι έρημο πολλά χρόνια, λεηλατημένο, όπως πολλά ξενοδοχεία στα νησιά. Η Ερέτρια «έπαιξε» στο μυθιστόρημα «Ευτυχία» (εκδόσεις Παπαδόπουλος), στο οποίο ο ένας ήρωας έχει μεγαλώσει εκεί. Όχι ότι περίμενα να σκίσει σε πωλήσεις στην Ερέτρια, απλώς με είχαν απασχολήσει τα έρημα ξενοδοχεία και η αργή γλίστρα της Ερέτριας, από θέρετρο της αθηναϊκής μεγαλο-αστικής τάξης σε απλό χωριό της Εύβοιας. 

Ακόμα πιο ενδιάμεσα, πήγαινα στη Θάσο για 15ήμερα – ως το ’97, που υπήρχε οικογενειακό σπίτι, και από το ΄97 και μετά, σε «κατασκήνωση» με τον μπαμπά μας και τον γιο μου. Η «κατασκήνωση» ήτανε δύο στρατιωτικά αντίσκηνα με ένα τραπέζι στη μέση, με μπαλαντέζα και ρεύμα από γειτονικό σπίτι. Το νερό ερχότανε κατευθείαν από την πηγή του βουνού και ήτανε μπούζι, αλλά τέλειο, ακόμα θυμάμαι τη γεύση του. Για έξι-εφτά χρόνια περνούσαμε στάνταρ τις διακοπές μας στα αντίσκηνα, κι ας είχα χτυπήσει τα 40, ήδη μεγάλη για τέτοιες τολμηρότητες…

Πόρτο Κατσίκι, Λευκάδα
Πόρτο Κατσίκι, Λευκάδα © George Prentzas / Unsplash

Με τελευταίο έρωτα πήγα στη Λευκάδα, στην Κέρκυρα (που μοιάζει με τη Θάσο), σε Σάμο, Σίφνο, Κρήτη, Ρόδο, Λήμνο και Μυτιλήνη. Καταπληκτικά νησιά, τόσο διαφορετικά και τόσο γεμάτα εκπλήξεις. Το να αποκαλείς την Κρήτη «νησί» είναι υποτιμητικό, είναι ολόκληρη χώρα, με διαφορετικές ζώνες, μέχρι και άλλο κλίμα, ανά διακόσια χιλιόμετρα. Κάπως καταλήξαμε δύο φορές, Οκτώβρη μήνα, στον Άγιο Νικόλαο τη μία, στην Ιεράπετρα την άλλη – και κάναμε μπάνια, χλιαρή ηλιοθεραπεία πάνω σε βότσαλα, με ένα παιδί την πρώτη φορά και με δύο παιδιά τη δεύτερη. Τα παιδιά σε κάνουν να περνάς καλά ακόμα κι όταν έχεις πένθος. Είναι αντίδοτο στην κατάθλιψη – ειδικά αν πάτε σε ωραίο νησί. Που, όπως είπαμε, όλα τα νησιά μας είναι ωραία.

Τη Νίσυρο την ανακάλυψα με το MFI (Mediterranean Film Institute, Script2 Film Workshops) χάρη στην Όλγα Μαλέα και το σενάριο που γράψαμε πριν 3 χρόνια. Είναι μαγικό νησί, δίκιο έχει ο Γιώργος Καραμίχος που πηγαίνει συνέχεια, ανασαίνεις κοντά στα ηφαίστεια και στην Ιστορία σαν να μη μεσολαβεί χρόνος από την τελευταία Μεγάλη Ηφαιστειακή Έκρηξη μέχρι σήμερα. Η Σαντορίνη έχει την ίδια αύρα, απλώς τη Νίσυρο την συνδύασα με αρχές καλοκαιριού και τρελούς κινηματογραφιστές από όλο τον κόσμο… Με ταινίες μικρού-μεγάλου μήκους, με σκηνοθέτες/τριες, σεναριογράφους/ες και «γιατρούς σεναρίων» σε μια ατμόσφαιρα – μαγική θα ξαναπώ, σόρι, αλλά έτσι είναι, κι όσοι έχουνε βρεθεί στις εβδομάδες του Μεσογειακού Ινστιτούτου Κινηματογράφου, ξέρουν πόσο μαγικό είναι το νησί, η περίεργα ζεστή θάλασσα με τις ηφαιστειακές φλέβες στον πυθμένα και ο θειαφισμένος αέρας του. 

Θάσος
Θάσος © Goran Smolic / Unsplash

Μανίνα Ζουμπουλάκη, «Αέρας στο πρόσωπό της», εκδόσεις Παπαδόπουλος
Η Θάσος παραμένει το δικό μου Νησί των Ονείρων, πηγαίνω κάθε χρόνο με τα μικρότερα παιδιά… έχω γράψει κι ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται κυρίως στη Θάσο, σιγά που θα μου ξέφευγε («Το μεγάλο καλοκαίρι», εκδόσεις εξαντλημένο), επίσης όχι με τρελές πωλήσεις στη Θάσο, που ακολούθησε το παράδειγμα της Ερέτριας όσον αφορά την αγορά του βιβλίου. Το τωρινό μου βιβλίο («Αέρας στο πρόσωπό της», εκδόσεις Παπαδόπουλος) εκτυλίσσεται σε ένα φανταστικό «Νησί του Θησαυρού», ανάμεσα στη Θάσο, τη Σαμοθράκη και τη Λήμνο. Η ηρωίδα διευθύνει ένα μικρό ξενοδοχείο στο Νησί, πάνω που έρχεται ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, με τον οποίον έχει ιστορία (και όχι μόνο με αυτόν) να συναντήσει τον αντίστοιχο υπουργό της Τουρκίας. Το Νησί είναι πρόσωπο του βιβλίου, έβαλα κάτι από όλα τα νησιά της Ελλάδας μέσα… και δεν το λέω μπας και πουλήσει στα νησιά, δεν σε νοιάζουν αυτά, μόνον οι ιστορίες, όταν τις ζεις. Ήθελα να πω, όταν τις γράφεις.

Λήμνος
Λήμνος © George Tseganis / Unsplash

Υπάρχουν νησιά που άφησα απ' έξω, αν και σε όλα πέρασα υπέροχα, και είναι υπέροχα. Υποθέτω θα την κόψω τη Θάσο όσο μεγαλώνω, είναι μακριά από την Αθήνα, κοστίζει το πήγαινε-έλα. Ίσως επιστρέψω στην Ερέτρια, σε σπίτια που δεν υπάρχουν πια. Εννοείται ότι τα σπίτια δεν έχουν σημασία, μόνο οι άνθρωποι που τα στοιχειώνουν, ισχύει το ίδιο για τα νησιά, τις διακοπές και τις περασμένες δεκαετίες – παραπέμπουν στη νοσταλγία των ανθρώπων που μας λείπουν. Έχω την εικόνα του μπαμπά μας, 80άρη τότε, να παλεύει με αντίσκηνο που το ξήλωνε ο αέρας σε ξαφνική νησιώτικη καταιγίδα, μέσα στα μαύρα χαράματα. Η εικόνα είναι πιο ζωηρή όταν βρίσκομαι στη Θάσο. Αλλά την κουβαλάω έτσι κι αλλιώς, όπου κι αν είμαι, επειδή έτσι είναι αυτά τα πράγματα, ό,τι αγαπάς δεν σου φεύγει ποτέ.

Εικονογράφηση: Benoit Pare
Εικονογράφηση: Benoit Pare

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ