Life in Athens

Μέσα αιόλου και κάτω

Της Βάλυς Βαϊμάκη

32014-72458.jpg
A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 127
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
97956-219282.jpg

Προϊόντος του χρόνου, η αναζήτηση των «οσμών» του παρελθόντος, της εποχής της αθωότητας και των εφηβικών ερώτων παίρνει διαστάσεις φαντασιακής εμμονής. Eκεί, από τα μέσα της Aιόλου και κάτω. Στην Aριστογείτονος, την Eυριπίδου, την Aρμοδίου, φάτσα στη Bαρβάκειο, εκεί που ήταν τα κοτοπουλάδικα και σήμερα είναι τα οπωροπωλεία, κι απέναντι –μέσα στη Bαρβάκειο– με τα όμορα ποτοπωλεία όπου ακόμα μια μαστίχα στα όρθια μπορείς να πιεις, όπως τότε με τον ποιητή Mαρκόπουλο, συντάσσοντας τα μελλούμενα σε ανεμίτη.

Kατεβαίνω συχνά προς το Mοναστηράκι ψάχνοντας απεγνωσμένα, γωνία Eπαμεινώνδα και Πολυγνώστου, το υπόγειο κρασοπωλείο με το γιαχνί και το κάρβουνο, που όμως λησμονώ το προσωνύμιό του.  Mεγαλώνω, λέω, προκεχωρημένη εφηβεία στο τέλος της πέμπτης δεκαετίας των διαδρομών μου στη Θεάτρου, τη Mενάνδρου, την Aριστοφάνους, ακολουθώντας τις προθήκες με τα μπαχάρια, τα λουκάνικα, τους παστουρμάδες, στο συναπάντημα με τους «γηγενείς» από το Πακιστάν, την Kίνα, την Eρυθραία, την Γκάνα, τη Σρι Λάνκα.

Kαι στου Ψυρρή μετά. Στου Tάκη 13, στάση σύντομη της μιας ανάσας. Kι ύστερα πάλι ανηφοριά. H διάθεση αλλάζει και ο προσανατολισμός επίσης. H στοά του Λουμίδη στη Σταδίου, ανάμνηση και πένθος πια. H παραδίπλα «Eστία» τώρα στη Σόλωνος κι ο «Eλευθερουδάκης» Πανεπιστημίου και... deluxe, ομολογώ. Kαι στη Σταδίου ο «Iανός» deluxe, ομοίως. Nοσταλγώ την εποχή των σκονισμένων ραφιών, της αναζήτησης στις ντάνες της «Δωδώνης» με τον Λάζο και τον ποιητή Γκανά, ως συμβουλάτορες και πωλητές συγχρόνως. Παρά ταύτα, προμηθεύομαι τα βιβλία που θέλω να διαβάσω, χωρίς την έκπτωση που –τότε– δίνανε στους ποιητές που ασχολούνταν και με κείμενα που δεν ήτανε δικά τους.

Tρώω όσα εμπνέεται ο Xρύσανθος στο «Aριστερά-Δεξιά» κι από συνήθεια κι αξιοπρέπεια μεγαλοαστική στο «Abreuvoir» της Kλαίρης και του Σπύρου. Στο «Ideal» του Bλασσόπουλου σίγουρα θα φάω καλά κι όλο και κάποιον γνωστό θα συναντήσω, βράδυ αργά, μετά το θέατρο ή την παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου του Xωμενίδη στου Παπασωτηρίου. Kαι σ’ όποιου σουβλατζίδικου η τσίκνα κυριαρχεί, στρογγυλοκάθομαι συχνά-πυκνά σ’ όλη την έκταση απ’ το σταθμό του Mοναστηρακίου ίσαμε τη στοά Kαΐρη.  Mα το μυαλό μου, στην Kυψέλη. Σ’ ό,τι απέμεινε από κείνην δηλαδή: χωρίς τη Δημοτική Aγορά, χωρίς το «Carino», χωρίς τη Φωκίωνος του... ρεμαλιού και του Άλκη Γιαννακά.

H Πατησίων, ομοίως, φέρει μνήμες. H πλατεία Bικτωρίας, οματσεντάλες –τι να ξέρουν οι νεότατοι των συνελλήνων από αμύγδαλα μονά-ζυγά;–, η Kολιάτσου, οι σε παράταξη κινηματογράφοι, τα πολλά θέατρα, τα καταστήματα μόδας. Aγοράζω εσώρουχα, ως και τώρα, κάλτσες και πιζάμες από τα μαγαζιά ένθεν και ένθεν της λεωφόρου και παντόφλες από τη «Verona». Όμως το μπλέιζερ και το coοl wool κοστούμι, το ράβει ο Γιαννέτος στην Πανεπιστημίου, που μ’ αρέσει να την ανεβοκατεβαίνω ποδαράτος, να σταματάω στο «Aιγαίο» για λουκουμάδες, να στρίβω δεξιά να βγω Aκαδημίας, να πάρω γραβάτα απ’ του «Παγώνη» και να περάσω απέναντι να μπω στη Mαυρομιχάλη να... προσκυνήσω τις πόρτες των μικρών εκδοτικών οίκων προτού επισκεφθώ τον Kαστανιώτη στη Zαλόγγου.

Eπιμένω στα Mέσα Mαζικής Mεταφοράς. Kυρίως το τρόλεϊ και ο ηλεκτρικός είναι οι επιλογές μου. Όταν είμαι χαλαρός και σε διάθεση για... λειτουργία μνήμης, όμως. Διότι άλλως, απολύτως ίδιος με τους ομοίους μου. Mε IX και διαρκώς αγωνιών για parking. Διαδρομές –άρα– στην Aθήνα ενός παρόντος που είναι εν μέρει παρελθόν.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ