Life in Athens

Κλέεφ! τραπ - τραπ

Η Αθηναΐς ποια να ήταν, σκεφτόμουν, τη βραδιά εκείνη

42352-95226.jpg
Κωνσταντίνος Ματσούκας
ΤΕΥΧΟΣ 321
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
9597-21709.jpg

Η Αθηναΐς ποια να ήταν, σκεφτόμουν, τη βραδιά εκείνη, στο σημείο όπου η οδός της συναντά τον πεζόδρομο της Αιόλου. Περασμένα μεσάνυχτα, αρχές φθινοπώρου, γύρω ψυχή. «Κάποια καλλονή της κλασικής εποχής, το δίχως άλλο. Εταίρα, πιθανώς;»

Στο ίδιο εκείνο σημείο, στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, είχα ακούσει το περασμένο Πάσχα τους πιο υπέροχους βυζαντινούς ύμνους. Η μνήμη άρχισε να στρέφεται προς εκείνη τη συγκίνηση, σαν ηλιοτρόπιο, όταν ξαφνικά με επανέφερε στο παρόν ένας ήχος που ταξίδευε μέσα στο ήσυχο βράδυ κατά μήκος της Αθηναΐδος κι ερχόταν προς το μέρος μου. Μια φωνή κάτι έλεγε και ξανάλεγε με έναν τόνο κάπως γιορτινό κι ενημερωτικό, όπως φαντάζομαι θα ακούγεται το «Μεσάνυχτα και όλα βαίνουν καλώς στη Βαγδάτη» ενός τελάλη. Κάτι σε μια ξένη γλώσσα, που ακουγόταν σαν «κλέεφ» και μαζί ένα τραπ, τραπ, όπως ο ήχος από τσόκαρα κάποιου που τρέχει. Το πιο πιθανό, ένας κεφάτος έφηβος μετανάστης που κάτι ανακοίνωνε στη γλώσσα του σύροντας ταυτόχρονα ένα καλάμι σε κάποια κάγκελα. Αυτή ήταν η νοερή εικόνα μου.

Σχεδόν αμέσως, απ’ τη γωνία της Αγίας Ειρήνης, έστριψε και μπήκε στον πεζόδρομο με χαλαρό τροχάδην ένας νέος μελαχροινός άντρας, με τίσερτ, σορτς και καπέλο του μπέιζμπολ, απ’ όπου ξεπρόβαλαν ατίθασοι βόστρυχοι. Άραβας τζόγκερ; απόρησα, μα να που στα πέντε μέτρα πίσω του ακολουθούσε μια επίσης αθλητική μαύρη κοπέλα, ακόμα νεότερη –ίσως δεκαοκτώ;–, με κάποια όμως δυσκολία στο τρέξιμο που της προκαλούσαν τα τσόκαρα που φορούσε. Δικό της, λοιπόν, το τραπ-τραπ, όπως δική της και η επαναλαμβανόμενη φωνή που ξαφνικά, συνειδητοποίησα, ήταν η εκδοχή της του «κλέφτης!». Παρά το χαλαρό ρυθμό στον οποίο εκτυλισσόταν, βρισκόμουν μπροστά σε μια σκηνή καταδίωξης! Δίπλα μου τώρα ο νεαρός και πίσω του η Αφρικανή, που βλέποντάς με, στο «κλέεφ!» πρόσθεσε διευκρινιστικά: «κινητοό!».

Ούτε ήμουν μόνος στον πεζόδρομο, όπως είχα αρχικά νομίσει. Από την εσοχή του εμπορικού μαγαζιού, στην επόμενη γωνία, αναδύθηκαν οι φιγούρες τριών αστέγων, δυο άντρες, μια γυναίκα, όλοι τους τουλάχιστον πενήντα. Είχαν ήδη πέσει για ύπνο –η γυναίκα φορούσε ροζ, λούτρινη ρόμπα!–, παρόλα αυτά, χωρίς δισταγμό, κινήθηκαν κυκλωτικά για να ανακόψουν την πορεία του κλέφτη.

Φάνηκε για μια στιγμή πως θα τα κατάφερναν, όμως όχι. Παραήταν αγουροξυπνημένοι και ασυντόνιστοι κι ο φυγάς τούς παρέκαμψε χωρίς σπουδαία δυσκολία. Έστριψε στη γωνία με κατεύθυνση προς την Αθηνάς και με την κοπέλα στο κατόπι του, να τον στοχεύει πάντα μ’ εκείνη την μονότονη κραυγή της. Το τρίο σωριάστηκαν ξέπνοοι στα στρωσίδια τους, απ’ όπου κάποιος ανέσυρε ένα μπουκάλι. Ήπιαν με τη σειρά, μετά ο ένας από τους άντρες το έτεινε και σε μένα αμίλητος, αλλά με την πιο εύγλωττη έκφραση στο πρόσωπό του: «Τι ταραχή κι ετούτη η αποψινή! Πού θα φτάσει πια η εγκληματικότητα...». Αρνήθηκα εξίσου ευγενικά. Είχα ήδη αποφασίσει να ακολουθήσω τα βήματα της καταδίωξης κι έτσι τους άφησα εκεί, μια ανθρώπινη νησίδα περικυκλωμένη από τα φώτα της βιτρίνας, σαν θεατρικό του Μπέκετ.

Το θέαμα που αντίκρισα στρίβοντας στην Αθηνάς, έξω από τα κλειστά κρεοπωλεία της Κεντρικής Αγοράς, πρόκρινε την πραγματικότητα ως σαφώς ανώτερη κάθε σκηνοθεσίας. Ο νεαρός κατάχαμα στο πεζοδρόμιο, φορώντας τώρα μόνο ένα άσπρο μποξεράκι, με ένα σμάρι από σκουρόχρωμες κοπέλες –έξι, εφτά, οκτώ; ανάμεσά τους και η διώκτης του– να τραβολογάνε από πάνω του τα τελευταία ρούχα. Αγνοώντας τα αυτοκίνητα, οι αυτοσχέδιες Ερυνίες διασχίζουν την Αθηνάς κραδαίνοντας τα λάφυρά τους –ανάμεσά τους και το πολυπόθητο κινητό–, έχοντας αφήσει το αγόρι εμβρόντητο και αποπροσανατολισμένο. Εκεί, στην απέναντι μεριά του δρόμου, μια σύντομη διαβούλευση των κοριτσιών – δεν ξέρω αν είναι καμία τους πάνω από είκοσι. Είναι βέβαια ιερόδουλες που δουλεύουν στο δρόμο, όπως και η φιλενάδα τους. Είναι σκληρές, όπως οφείλουν, και αλληλέγγυες. Γνωρίζουν όμως καλά τι σημαίνει να είσαι ξένος σε ξένο τόπο, εξού και η τελευταία τους, εντυπωσιακή κίνηση. Μία απ’ όλες τους περνάει πάλι απέναντι, στον ακόμα ζαλισμένο, θρασύδειλο τολμητία, και του πετάει στα πόδια το διαβατήριό του! Η δικαιοσύνη της χειρονομίας της ουδόλως μετριάζει την περιφρονητική έκφραση στο πρόσωπό της.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ