Πολιτικη & Οικονομια

Η κουλτούρα της αποδόµησης

Καλές προθέσεις και κίνδυνοι µιας ιδεολογίας για την καθηµερινότητα που έχει πάρει στραβό δρόµο

Εύα Στάμου
Εύα Στάμου
ΤΕΥΧΟΣ 21ος αιώνας
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η κουλτούρα της αποδόµησης

Τα επιτεύγματα της πολιτικής ορθότητας και οι κίνδυνοι επιστροφής σε έναν ακραίο συντηρητισµό

Τα κινήματα του 21ου αιώνα επηρεάζουν με πολλούς, διαφορετικούς τρόπους τους πολίτες. Είµαστε όλοι µάρτυρες ενός φαινοµένου που επιχειρεί να αποδοµήσει την ιστορία, να σηµατοδοτήσει από την αρχή το παρόν και να καθορίσει το µέλλον. Είναι ασφαλώς θετικό ότι σήμερα αρκετοί απορρίπτουν την εκδοχή της αρρενωπότητας που είναι διαποτισµένη µε πατριαρχικές, σεξιστικές και οµοφοβικές αντιλήψεις, και πιέζουν για την αντικατάστασή της από µια εκδοχή χωρίς παραδοσιακές προκαταλήψεις, όπου θα είναι έκδηλη η αποδοχή της φυλετικής και σεξουαλικής διαφορετικότητας.

Ο κίνδυνος, όµως, είναι ότι ένα αναρµόδιο, µη σοβαρά εκπαιδευµένο κοινό έχει αρχίσει να αποφασίζει για το πού πρέπει να αποδοθούν ευθύνες ή να επιβληθούν κυρώσεις για οτιδήποτε δεν του είναι αρεστό, αµφισβητώντας τη σπουδαιότητα της ενηµερωµένης κριτικής, του δηµόσιου διαλόγου και των θεσµών της δικαιοσύνης γενικότερα. Λόγω της τεχνολογικής ανάπτυξης και της διάδοσης του ψηφιακού ακτιβισµού, τα πάντα εξελίσσονται πλέον γρήγορα, χωρίς να µπορεί κανείς να προβλέψει µε ακρίβεια τις µορφές και την κατεύθυνση που θα πάρει το κάθε κίνηµα και οι παραφυάδες του. Πώς φτάσαµε όµως σε αυτό το σηµείο;

Η µήτρα των περισσότερων σύγχρονων κινηµάτων είναι το «woke», µια λέξη που εµφανίζεται στην αµερικανική αργκό ήδη από τη δεκαετία του ’70 και δηλώνει αυτόν που έχει επίγνωση και ενεργό ενδιαφέρον για καίρια κοινωνικά ζητήµατα. Ως κίνηµα, το woke, στρέφεται κατά της αδικίας που υφίσταται κάθε κοινωνική τάξη ή οµάδα ταυτότητας, και αγωνίζεται για την καθιέρωση ενός συγκεκριµένου κοινωνικού αφηγήµατος που προέρχεται από την κοινωνιολογική θεωρία της διατοµεακότητας (intersectionality).

Η διατοµεακότητα είναι διαδεδοµένος όρος στην αµερικανική αριστερά και δηλώνει την ενασχόληση µε τις ταυτότητες που ορίζονται από το φύλο, τη φυλή, τον σεξουαλικό προσανατολισµό, τη θρησκεία, ακόµα και τις διατροφικές επιλογές, θεωρώντας ότι η καταπίεση που προκύπτει σε αυτούς τους τοµείς κυριαρχεί συνολικά στην κοινωνία και συνεπώς όλοι οι καταπιεζόµενοι οφείλουν να συντονιστούν σε ένα ενιαίο κίνηµα. Σύµφωνα µε αυτό το αφήγηµα —που διαδόθηκε σταδιακά σε πανεπιστηµιακά ιδρύµατα και πλέον συγχωνεύθηκε µε το woke από πολλούς χρήστες στα µέσα µαζικής δικτύωσης— στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας βρίσκονται οι ετεροφυλόφιλοι, λευκοί άνδρες και υπό αυτούς οι λιγότερο προνοµιούχοι: γυναίκες, µη λευκοί, µειονοτικές θρησκείες, η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα κ.λπ. Όσο πιο χαµηλά τοποθετείται µια οµάδα ταυτότητας στην ιεραρχία, τόσο µεγαλύτερες αξιώσεις έχει για επανορθώσεις εκ µέρους της κοινωνίας.

Αρχή του κινήματος woke είναι ότι οποιοσδήποτε εκφράζει απόψεις που διαφοροποιούνται από τις απόψεις των οµάδων ταυτότητας που τοποθετούνται χαµηλά στην ιεραρχία, λειτουργεί ως καταπιεστής, ιδιαίτερα αν ανήκει σε οµάδα που εκλαµβάνεται ήδη ως προνοµιούχα. Ως εκ τούτου, οι υποστηρικτές του κινήµατος θεωρούν ότι έχουν την υποχρέωση να αστυνοµεύουν τον δηµόσιο λόγο και να αποφασίζουν για το ποιος έχει το δικαίωµα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του και ποιος όχι. Έτσι οδηγηθήκαµε σταδιακά στην «κουλτούρα της ακύρωσης» (cancel culture) που διατείνεται ότι στοχεύει στην ενδυνάµωση της φωνής περιθωριοποιηµένων οµάδων και στον «έλεγχο» ανθρώπων µε οποιουδήποτε είδους, υπαρκτή ή υποτιθέµενη, εξουσία.

Έχει γίνει πλέον κανόνας: µόλις συµβεί κάποιο γεγονός που προσελκύει ευρύ ενδιαφέρον ή που διχάζει την κοινή γνώµη, οι χρήστες των ΜΜΔ να αναλαµβάνουν να συγχαρούν, να επικρίνουν, να χλευάσουν, να κατηγορήσουν, ή και να «ακυρώσουν» όποιον εµπλεκόµενο θεωρούν πως το αξίζει. Δεν είναι λίγοι αυτοί που επικροτούν τη χρήση του Τwitter ως εργαλείου αποκατάστασης της κοινωνικής αδικίας· αρκετοί άλλοι, ωστόσο, ανησυχούν για το ποια είναι η δίκαιη τιµωρία των υποτιθέµενων ενόχων και για το ποιος είναι κατάλληλος να την επιβάλει.

Επισηµαίνουν µάλιστα ότι η κουλτούρα της ακύρωσης µπορεί να γίνει τελικά επικίνδυνη, αποτελώντας πηγή επιπλέον αδικιών και ανισοτήτων, επιβάλλοντας τη λογοκρισία που τείνει να επικρατήσει στον δηµόσιο λόγο υπονοµεύοντας την ελευθερία της έκφρασης. Η προσπάθεια υποκατάστασης των θεσµών της δικαιοσύνης µε την κουλτούρα της ακύρωσης µπορεί να έχει επίσης ευρύτερες αρνητικές συνέπειες, όπως την «ακύρωση» έργων µεγάλης καλλιτεχνικής αξίας —λογοτεχνικών, εικαστικών, κινηµατογραφικών— που δηµιουργήθηκαν πριν από δεκαετίες ή αιώνες και εκφράζουν αντιλήψεις που σήµερα εκλαµβάνονται ως παρωχηµένες ή προσβλητικές, οι οποίες ωστόσο επικρατούσαν ευρέως στην εποχή τους, ακόµα και ανάµεσα στα πιο µορφωµένα µέλη µιας κοινωνίας.

Τι συμβαίνει όμως με το #MeToo και το Black Lives Matter;

Παρά τις υπερβολές της αρχικής περιόδου, κινήµατα όπως το #MeToo υπήρξαν ευεργετικά για την κοινωνική ευαισθητοποίηση και λειτούργησαν ως έναυσµα για τη δηµιουργία έλλογης συναίνεσης ως προς το τι αποτελεί παρενόχληση, σεξουαλική κακοποίηση, ή εκµετάλλευση στον εργασιακό χώρο. Η διαδικασία συνειδητοποίησης του προβλήµατος της λεκτικής ή σωµατικής κακοποίησης ήταν µακρά και πραγµατοποιήθηκε σε µια εποχή που δεν υπήρχε καν η κατάλληλη ορολογία ώστε να χαρακτηριστούν µε γλωσσική ακρίβεια τα ανάλογα περιστατικά.

Είναι, ως εκ τούτου, σηµαντικό να κατανοήσουµε ότι οι περισσότερες γυναίκες δεν είχαν τα απαραίτητα ερµηνευτικά εργαλεία για να εξηγήσουν τέτοιων ειδών προβληµατική συµπεριφορά, να περιγράψουν τις εµπειρίες τους µε ακρίβεια, να απαντήσουν µε ευκολία αν αυτό που βίωναν ήταν εκµετάλλευση, σεξουαλική παρενόχληση, ή εκφοβισµός. Χάρη στο #MeToo δηµιουργήθηκε επιτέλους το πλαίσιο ώστε να εκφράσουν οι γυναίκες όσα τους έχουν συµβεί µέσα στα χρόνια.

Το κίνημα Black Lives Matter, παρόλο που προϋπήρχε, εξαπλώθηκε ραγδαία τον Ιούνιο του 2017, δίνοντας διέξοδο στην αγανάκτηση εκατοµµυρίων Αµερικανών για τον ρατσισµό µε αφορµή τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Πολυπληθείς διαδηλώσεις έλαβαν χώρα σε πολλές αµερικανικές πολιτείες και φυσικά η δύναµη του κινήµατος δεν άφησε ανεπηρέαστη την Ευρώπη. Τον Ιούνιο του 2020, στη Βρετανία, µαύροι και λευκοί διαδηλωτές κατάφεραν να αποκαθηλώσουν το άγαλµα του εξερευνητή Έντουαρντ Κόλστον —διευθυντή της Royal African Company από τα µέσα του 17ου αιώνα ως το 1821— που κοσµούσε κεντρική πλατεία του Μπρίστολ, και να το πετάξουν στη θάλασσα, λόγω της ενεργής συµµετοχής του Κόλσον στο δουλεµπόριο.

Την ίδια χρονική περίοδο, πλήθος διαδηλωτών συγκεντρώθηκε στην Οξφόρδη φωνάζοντας το σύνθηµα Black Lives Matter και έχοντας την απαίτηση να αποκαθηλωθεί το άγαλµα του Σέσιλ Ρόουντς, ηγετικής φυσιογνωµίας του βρετανικού ιµπεριαλισµού του 19ου αιώνα, ο οποίος είχε διατελέσει πρωθυπουργός στο Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας και συνιδρυτής της διάσηµης επιχείρησης αδαµαντωρυχείων De Beers.

Καθώς φαίνεται, στη Βρετανία, στην Αμερική και σε πολλές άλλες χώρες, οι πολίτες είναι έτοιµοι όχι µόνο να αµφισβητήσουν την εκδοχή των συµβάντων που διδάσκεται στο σχολείο, αλλά και να ξαναγράψουν την ιστορία εστιάζοντας σε όψεις που επερωτούν το παραδοσιακό αφήγηµα, διασφαλίζοντας ότι η φωνή των ανθρώπων που ανήκουν σε διαφορετικές φυλές ή εθνότητες θα µπορεί να ακούγεται, ότι η ιστορία τους δεν θα «εξαφανιστεί» µέσω των εγχειριδίων που προβάλλουν συστηµατικά µία µόνο εκδοχή η οποία υποτίθεται ότι πρέπει να διασωθεί και να τιµηθεί από τις µελλοντικές γενιές. Είναι γεγονός ότι η προσπάθεια διασφάλισης της αµεροληψίας στην επαφή ανάµεσα σε ανθρώπους διαφορετικών φυλετικών, θρησκευτικών και κοινωνικών οµάδων, έχει επιφέρει στις µέρες µας σηµαντική βελτίωση στο περιεχόµενο κάθε είδους επικοινωνίας.

Αυτό έως έναν βαθµό είναι το επίτευγµα της αρχής της πολιτικής ορθότητας καθώς έχει βοηθήσει στο να τεθούν κάποια όρια στις επαγγελµατικές και στις κοινωνικές συναναστροφές, λειτουργώντας σαν δίκτυ ασφαλείας. Δεν είναι λίγοι, όµως, αυτοί που εκδηλώνουν εύλογη δυσαρέσκεια για την αρχή της πολιτικής ορθότητας, καθώς θεωρούν ότι η άκριτη εφαρµογή της δηµιουργεί σοβαρά προβλήµατα. Από φόβο ότι θα κριθούν αρνητικά από τους συναδέλφους ή τους φίλους τους, ή ακόµα και πως θα κατηγορηθούν για συντηρητισµό, ξενοφοβία, σεξισµό ή ρατσισµό, αρκετοί αποφεύγουν να εκφράσουν τις απόψεις τους. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια η εξάπλωση της τάσης να λογοκρίνονται από επιτροπές «ειδικών» του Τwitter αξιόλογα έργα τέχνης —βιβλία, ταινίες, θεατρικά έργα, ακόµα και κλασικά αριστουργήµατα— έχει προκαλέσει ανησυχία σε πολλούς πολίτες.

Οι ακραίοι οπαδοί της πολιτικής ορθότητας δηλώνουν θιγµένοι όταν ένας συγγραφέας ή καλλιτέχνης δηµιουργεί λογοτεχνικούς ή κινηµατογραφικούς ήρωες που δεν προέρχονται από τη δική του πολιτιστική οµάδα —π.χ. ένας χριστιανός ποιητής που γράφει για τη φρίκη του Ολοκαυτώµατος— κατηγορώντας τον για «πολιτισµική οικειοποίηση», µια µορφή σφετερισµού και εκµετάλλευσης των εµπειριών του «άλλου».

Πώς είναι όµως δυνατόν να απαγορεύσουµε σε έναν δηµιουργό να διερευνά τα θέµατα που τον ενδιαφέρουν µε τη δικαιολογία ότι δεν αφορούν τη δική του ταυτότητα, περιορίζοντας τον ρόλο του στην απεικόνιση αποκλειστικά και µόνο των δικών του βιωµάτων;

Η πολιτική ορθότητα είναι θετική όταν αυξάνει τον αλληλοσεβασµό, λειτουργώντας απελευθερωτικά για ανθρώπους που βιώνουν µία υποτιµητική, αποµονωτική και εντελώς άδικη κατάσταση

Η τυφλή επιβολή της πολιτικής ορθότητας και της κουλτούρας της ακύρωσης εγκυμονεί τουλάχιστον τρεις κινδύνους:

  1. Να θεωρούµε ότι πολίτες κάθε ηλικίας έχουν ανάγκη να τους προστατεύσουν οι ταγοί της πολιτικής ορθότητας από τις «παρενέργειες» της τέχνης και, υπό τον µανδύα του «προοδευτισµού», να βιώσουµε µια επιστροφή στον πουριτανισµό και στον ακραίο συντηρητισµό.
  2. Η οµάδα ταυτότητας στην οποία ανήκει κάποιος να γίνει σηµαντικότερη από το ίδιο το άτοµο: τα ιδιαίτερα γνωρίσµατα των ανθρώπων, τα βιώµατα, οι επιθυµίες και οι επιλογές τους να παραβλέπονται µε αποτέλεσµα όλοι να αντιµετωπίζονται απλώς ως εκπρόσωποι µιας συγκεκριµένης ταυτότητας, π.χ. ως µέλη της µαύρης ή της λευκής ή της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.
  3. Να διώκονται και να «ακυρώνονται» άνθρωποι που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώµατα και την ελευθερία της έκφρασης. Υπάρχουν, για παράδειγµα, περιπτώσεις καθηγητών αµερικανικών πανεπιστηµίων που εξωθήθηκαν σε παραίτηση και αναγκάστηκαν να µετοικήσουν µετά από επίθεση διαρκείας στο Τwitter, αφού κάποιοι φοιτητές, οπαδοί του Ντόναλντ Τραµπ, δεν ενέκριναν το περιεχόµενο της διδασκαλίας τους, θεωρώντας το υπερβολικά αριστεροφιλελεύθερο ή δηµοκρατικό για τα δικά τους «αντι-συστηµικά» γούστα. Έχει σίγουρα µεγάλη σηµασία να µεριµνούµε ώστε το έργο µας να µην προσβάλλει µέλη ευάλωτων οµάδων αναπαράγοντας αρνητικά στερεότυπα.

Είναι, ωστόσο, εξίσου σηµαντικό να ακούγονται διαφορετικές φωνές και να αναδεικνύονται ποικίλες οπτικές πάνω σε ένα θέµα. Η πολιτική ορθότητα είναι, πιστεύω, θετική όταν αυξάνει τον αλληλοσεβασµό, λειτουργώντας απελευθερωτικά για ανθρώπους που βιώνουν µία υποτιµητική, αποµονωτική και εντελώς άδικη κατάσταση. Στην άκριτη και µηχανιστική εφαρµογή της, όµως, φαίνεται να οδηγεί στην επινόηση νέων διαχωρισµών, στην εµπέδωση νέων µορφών αποµόνωσης και στον περιορισµό της ελεύθερης έκφρασης ιδεών ανάµεσα σε ανθρώπους που έχουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν τον πλούτο διαφορετικών µεταξύ τους ταυτοτήτων, παραδόσεων και εµπειριών.

* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην ειδική έκδοση για τα 20 χρόνια Athens Voice «Επιβιώνοντας στον 21ο αιώνα - Οι πολιτικές, οι τάσεις, τα ρεύµατα της εποχής µας», σε επιµέλεια Σώτης Τριανταφύλλου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ