Πολιτικη & Οικονομια

Γιατί (και) αυτή ήταν μια τόσο κακή προεκλογική περίοδος;

Ιδού τα ερωτήματα με τα οποία μας καλούν τα κόμματα στην κάλπη της Κυριακής

341646-710462.jpg
Γιάννης Κωνσταντινίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γιατί (και) αυτή ήταν μια τόσο κακή προεκλογική περίοδος;
© ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

Εθνικές Εκλογές 2023: Τα θέματα που ανέδειξαν τα κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο πριν την κάλπη της 25ης Ιουνίου.

Με την έναρξη της δεύτερης προεκλογικής περιόδου, πολλοί ισχυρίστηκαν πως το καθαρό εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου και το προβλέψιμο του αποτελέσματος των εκλογών της 25ης Ιουνίου θα ωθούσε στο περιθώριο τους προσωπικού χαρακτήρα διαξιφισμούς μεταξύ των αρχηγών και την άγονη συζήτηση για την απλή αναλογική και τις κυβερνήσεις συμμαχίας, τις οποίες η ΝΔ λοιδορούσε, αρνούμενη την ευρωπαϊκή κανονικότητα, και τα κόμματα της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς υπέσκαπταν, αρνούμενα στην πράξη οποιαδήποτε προσέγγιση μεταξύ τους. Η βέβαιη νίκη της ΝΔ, θεωρήθηκε από πολλούς, θα έστρεφε το ενδιαφέρον του εν αναμονή κυβερνητικού κόμματος στις δημόσιες πολιτικές που θα εφάρμοζε την επόμενη μέρα προκειμένου να καλύψει τα (μεγάλα) κενά μεταξύ κοινωνικών προσδοκιών και τρέχουσας πραγματικότητας. Ομοίως, ο εκλογικός ανταγωνισμός μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, θεωρήθηκε από πολλούς, θα όξυνε την παραγωγικότητα της σκέψης και της κριτικής των δύο κομμάτων στο πεδίο των δημόσιων πολιτικών.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν έγινε. Ακόμα και το επιβεβαιωμένα αβάσιμο σενάριο της μη επίτευξης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από τη ΝΔ διατηρήθηκε στη δημόσια σφαίρα ως φόβητρο από την πλευρά της ΝΔ που συνέχισε να εξαντλεί τη ρητορική της στην γενικόλογη «ανάγκη σταθερότητας», ενώ την ίδια στιγμή ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ συνέχιζαν να διαπληκτίζονται για το «ποιος σκότωσε την απλή αναλογική». Η ρηχότητα της πολιτικής αντιπαράθεσης γύρω από το εκλογικό σύστημα της πρώτης αναμέτρησης έμοιαζε να στοιχειώνει και τη δεύτερη. Και αυτή είναι η πιο τρανή (και ντροπιαστική) απόδειξη της υπεροχής του εκλογικού στόχου από τον πολιτικό στόχο για τα κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα.

Κάποιοι βέβαια ίσως να ισχυρίζονταν ότι στη δεύτερη προεκλογική περίοδο, τα κόμματα έθεσαν στο τραπέζι ζητήματα ουσίας, όπως η φορολογική πολιτική, το δημόσιο σύστημα υγείας, η θέση της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης ή η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Μακάρι να ήταν έτσι. Σε καθένα από τα ζητήματα αυτά, μπορεί ο καθένας να διαπιστώσει την αγνόηση από τα κόμματα της ουσίας του θέματος και την επικέντρωσή τους σε αξιολογικούς χαρακτηρισμούς για τον αντίπαλο. Στο ζήτημα της φορολογικής πολιτικής, το κατ’ εξοχήν πεδίο τεκμηρίωσης της κοινωνικής αδικίας σε αυτήν τη χώρα, η συζήτηση εξελίχθηκε σε μια μάχη για το ποιος θα κολλήσει στον άλλον την ετικέτα του «φορομπήχτη». Αντί να συζητηθεί η φοροδιαφυγή ως τεκμήριο κοινωνικής αδικίας ή η αξία της σωστής διαχείρισης των φόρων από το κράτος, τα κόμματα ανταγωνίζονταν για το ποιος θα επιβάλει λιγότερους φόρους, αποδεχόμενα ουσιαστικά ότι η φορολόγηση είναι ο κακός δαίμονας που ορθώς οι περισσότεροι αποφεύγουν. Στο ζήτημα του δημόσιου συστήματος υγείας, η κόντρα εξελίχθηκε με δηλώσεις για το «ποιος αγαπάει περισσότερο το ΕΣΥ», ωσάν η λειτουργία των κέντρων υγείας, του ΕΚΑΒ και των νοσοκομείων να είναι ζήτημα θετικής ενέργειας του εκάστοτε υπουργού ή ζήτημα προθέσεων. Αντί να συζητηθούν τρόποι βελτίωσης της λειτουργικότητας του συστήματος, τα κόμματα ανταγωνίζονταν σε ανούσια λόγια για την αξία της ζωής.

Και ύστερα ήρθαν τα λεπτότερα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και της μετανάστευσης. Στο ζήτημα της Ροδόπης, δεν ειπώθηκε ούτε λέξη για την αξία της ενσωμάτωσης των Ελλήνων Μουσουλμάνων στην εθνική κουλτούρα και φυσικά για τους τρόπους που έχουν ή δεν έχουν δοκιμαστεί μέχρι τώρα. Τα κόμματα μπήκαν σε ένα λυσσαλέο ανταγωνισμό για το «ποιος είναι ο πατριώτης», μη διστάζοντας να εμπλέξουν με τον πλέον επίσημο τρόπο την Τουρκία -μέσω ευθύτατων αναφορών στο Προξενείο Κομοτηνής- στην εσωτερική πολιτική της χώρας μας και μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσουν στο παιχνίδι τους στοιχεία από την ήδη απαξιωμένη στα μάτια της κοινής γνώμης ΕΥΠ. Στο ζήτημα του τραγικού ναυαγίου στα ανοιχτά της Πύλου, τα κόμματα απέφυγαν να θέσουν στο τραπέζι την ανάγκη καθαρής και ανθρώπινης διαχείρισης των αιτημάτων εισόδου στη χώρα μας και φυσικά εφαρμογής ή και επιδίωξης αλλαγής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ωσάν η αποτροπή υποβολής του αιτήματος από έναν πρόσφυγα ή έναν μετανάστη, με κάθε μέσο, να είναι μία επιλογή δημόσιας πολιτικής. Η συζήτηση μετακινήθηκε προς το «ποιος υπερασπίζεται περισσότερο το Λιμενικό Σώμα», δίνοντας και πάλι χώρο σε αξιολογικούς χαρακτηρισμούς για τα πρόσωπα και μόνο.

Ποιος είναι ο φορομπήχτης; Ποιος αγαπάει περισσότερο το ΕΣΥ; Ποιος είναι ο πιο πατριώτης; Ποιος υπερασπίζεται το Λιμενικό; Ιδού τα ερωτήματα με τα οποία μας καλούν τα κόμματα στην κάλπη της Κυριακής. Ως πολίτες, σήμερα, δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά. Ας μην έχουμε τουλάχιστον την ψευδαίσθηση ότι ήταν μια χρήσιμη εκλογική μάχη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ