Πολιτικη & Οικονομια

Το επικίνδυνο ρήγμα στο πολιτικό κέντρο

Παρά τις επιτυχίες της κυβέρνησης παρατηρούμε τις απαρχές μιας κρίσης εμπιστοσύνης στη σχέση κράτους-πολιτών.

romanos-gerodimos.jpg
Ρωμανός Γεροδήμος
ΤΕΥΧΟΣ 775
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Συνεδρίαση με τηλεδιάσκεψη του υπουργικού συμβουλίου ©EUROKINISSI/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ
Συνεδρίαση με τηλεδιάσκεψη του υπουργικού συμβουλίου ©EUROKINISSI/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η Αριστερά, το Κέντρο, η κόπωση από την πανδημία, οι επικοινωνιακές αδυναμίες της κυβέρνησης και η σχέση εμπιστοσύνης κράτους-πολιτών

Στις αρχές Δεκεμβρίου γράφαμε σε αυτή εδώ τη στήλη ότι οι μήνες που θα ακολουθούσαν θα είναι μια πολύ κρίσιμη περίοδος για την πρωθυπουργία Μητσοτάκη· μια κρίσιμη καμπή που μπορεί μεν να μην αποσταθεροποιήσει εμφανώς την κυβέρνηση, θα καθορίσει όμως το κατά πόσον θα κυριαρχήσει μακροπρόθεσμα στον χώρο του πολιτικού κέντρου. Αυτό που τώρα (δηλαδή τις τελευταίες μέρες και εβδομάδες) βλέπουμε να εξελίσσεται, είναι οι απαρχές ενός πιθανού μετασχηματισμού κοινωνικού και πολιτικού –μιας μετακίνησης τεκτονικών πλατών, μιας επανενεργοποίησης ενός ρήγματος– που θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη από το Κέντρο.

Ο πιθανός αυτός μετασχηματισμός είναι ένα σύνθετο, πολυπαραγοντικό φαινόμενο το οποίο κινούν παράγοντες κοινωνικοί, πολιτικοί και τεχνολογικοί:

  • Η κόπωση της κοινωνίας από την πανδημία και τους περιορισμούς, που δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο απειθαρχίας, αναποτελεσματικότητας και περαιτέρω αυστηροποίησης των μέτρων. Το ζήτημα αυτό είναι ένα ολόκληρο κεφάλαιο από μόνο του και την ευθύνη έχουν τόσο οι πολίτες που κοροϊδεύουν πρωτίστως τον εαυτό τους (νομίζοντας ότι τηρούν τα μέτρα ή ότι ο εχθρός είναι οι περιορισμοί και όχι ο κορωνοϊός ή η κατάσταση των ΜΕΘ), όσο και η κυβέρνηση, που αντί να επικοινωνήσει με μετριοπάθεια, ειλικρίνεια και αξιοπιστία, παίρνοντας τους πολίτες με το μέρος της, όπως έκανε στην αρχή της πανδημίας, έχει πάρει τον ρόλο του χωροφύλακα. 
  • Η ανάπτυξη από δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής και αναρχικής Αριστεράς ενός «πολιτισμικού πολέμου» (culture war) που σκοπό έχει να αφυπνίσει τα εμφυλιοπολεμικά και αντιδεξιά αντανακλαστικά της κοινωνίας: από την εργαλειοποίηση της υπόθεσης Λιγνάδη μέχρι την καλά οργανωμένη περφόρμανς της υπόθεσης Κουφοντίνα, και από τον ανταρτοπόλεμο στα πανεπιστήμια μέχρι τον ανταρτοπόλεμο στους δρόμους της Αθήνας, οι γνωστές δυνάμεις που πρωταγωνίστησαν στα Δεκεμβριανά του 2008, αλλά και σ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, καλλιεργούν συνθήκες επιστροφής της πολιτικής βίας. Μόνο έτσι ξέρουν να παίζουν το πολιτικό παιχνίδι: εξωθεσμικά, με προβοκάτσιες, προπαγάνδα, υστερία και βία. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής, αυτή η υβριδική καμπάνια φαίνεται να έχει την υποστήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Εάν ο Σύριζα συνεχίσει να λειτουργεί ως enabler αυτής της όξυνσης –για τους δικούς του λόγους, αφού κάποιοι στο κόμμα αυτό θεωρούν ότι η πόλωση Αριστεράς/Δεξιάς τους ευνοεί– τότε με μαθηματική ακρίβεια θα καταλήξει να έχει αίμα στα χέρια του. 
  • Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, που λειτουργούν ως ενισχυτής αυτών των φαινομένων: η αρχιτεκτονική του διαδικτύου και ειδικά των ΜΚΔ ευνοεί ούτως ή άλλως την αυτόματη, ενστικτώδη, συναισθηματική αντίδρασή μας στις εξελίξεις και στα όσα γράφουν, λένε και κάνουν οι άλλοι. Ταυτόχρονα, παρακάμπτονται σοβαρά κανάλια ελέγχου των ειδήσεων με αποτέλεσμα να θριαμβεύουν διάφοροι μεσσίες (π.χ. που ηγούνται της «επανάστασης» κατά των εμβολίων ή των μέτρων) ή αυτόκλητοι δικαστές, που μοιράζουν «ψόφο» και θανατικές ποινές αριστερά-δεξιά. 

Το γεγονός όμως ότι τα φαινόμενα αυτά παραμένουν στην επικαιρότητα και βρίσκουν θεσμικό και κοινωνικό πάτημα, οφείλεται (και αποκαλύπτει) τις πολιτικές, δομικές και επικοινωνιακές αδυναμίες της κυβέρνησης: την αδυναμία έγκαιρης και έμπρακτης αναγνώρισης λαθών, την έλλειψη ακαριαίας αντίδρασης σε μεμονωμένα περιστατικά που γρήγορα εξελίσσονται σε πληγές, τα χρόνια προβλήματα αδιαφάνειας και παραβίασης της νομιμότητας στον κρατικό μηχανισμό· όλα αυτά θρέφουν τη δυσαρέσκεια και την κρίση εμπιστοσύνης. Μπορεί να μην ευθύνεται η υπουργός Πολιτισμού για τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ένας υφιστάμενός της για την ιδιωτική του ζωή· ευθύνεται όμως για τον τρόπο που χειρίστηκε το θέμα. Μπορεί να μην ευθύνεται ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη για τη συμπεριφορά μιας ομάδας αστυνομικών· ευθύνεται όμως τόσο για τον τρόπο που χειρίστηκε το θέμα, όσο και για τις πολλαπλές ελλείψεις σε δομές και διαδικασίες ελέγχου και περιορισμού της αστυνομικής βίας. Μπορεί να μην ευθύνεται ο πρωθυπουργός για μεμονωμένα λάθη επικοινωνίας ή ουσίας των υπουργών του ή για τις διάφορες δηλώσεις των βουλευτών του – όπως αυτή του αντιπροέδρου της Βουλής, Χαράλαμπου Αθανασίου, περί κατάργησης της «παρά φύση ασέλγειας»· θα είναι όμως αυτός που εντέλει θα εισπράξει τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων, γιατί ειδικά αύτη η κυβέρνηση λειτούργησε από την αρχή επιτελικά. 

Ο πιθανός μετασχηματισμός που περιγράψαμε είναι, ίσως, πολύ νωρίς για να αποτυπωθεί στις δημοσκοπήσεις, όπου η κυβέρνηση εξακολουθεί να διατηρεί ξεκάθαρο προβάδισμα. (Άλλωστε, οι ίδιες δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι μεγάλο μέρος της κοινωνίας αποδοκίμασε π.χ. τον τρόπο με τον οποίο διεκδίκησε την υπόθεσή του ο Κουφοντίνας).  

Η κυβέρνηση έχει καταφέρει να διαχειριστεί επιτυχώς μείζονα ζητήματα υπαρξιακής σημασίας για την Ελλάδα: το πρόγραμμα εμβολιασμού, που είναι ούτως ή άλλως ένα από τα πιο απαιτητικά πρότζεκτ διαχείρισης κρίσεων στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, προχωράει με πρωτοφανή συστηματικότητα και επιτυχία παρά τα προβλήματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ οι σχέσεις με την Τουρκία παραμένουν υπό έλεγχο. Στο ένθετο των Sunday Times για τον τουρισμό η Ελλάδα είναι ο Νο 1 προορισμός, με εκτεταμένες αναφορές στον πρωθυπουργό και την Ιωάννα Δρέττα του Marketing Greece, λόγω της εθνικής επιμονής στο θέμα του διαβατηρίου εμβολιασμών και του συντονισμένου λόμπινγκ σε ευρωπαϊκό επίπεδο. 

Παρά τις επιτυχίες αυτές, παρατηρούμε τις απαρχές μιας κρίσης εμπιστοσύνης στη σχέση κράτους-πολιτών. Τέτοιες κρίσεις εμπιστοσύνης είναι συνήθως αμφίδρομες: το κράτος αντιμετωπίζει τους πολίτες με δυσπιστία και αυταρχισμό, ενώ οι πολίτες αντιμετωπίζουν τους μηχανισμούς του κράτους με δυσπιστία, απειθαρχία και αμφισβήτηση της επάρκειάς τους. Εάν η κρίση αυτή συνεχιστεί και ευθυγραμμιστεί με τους παλιούς διχασμούς Αριστεράς/Δεξιάς, εάν δηλαδή επανενεργοποιηθεί το ρήγμα στο κέντρο του πολιτικού φάσματος, τότε αυτό θα δημιουργήσει μεγάλο πολιτικό πρόβλημα στην κυβέρνηση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν πρόκειται ποτέ να κερδίσει την υποστήριξη της Αριστεράς. Βρίσκεται όμως αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο να χάσει το Κέντρο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ