Πολιτικη & Οικονομια

ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ: Αν δεν ταιριάζανε, δεν θα συμπεθεριάζανε

Τα πολιτικά σχήματα έρχονται και παρέρχονται, οι ιδεολογίες πάλι είναι πιο ανθεκτικές

27207-103923.jpg
Λεωνίδας Καστανάς
ΤΕΥΧΟΣ 665
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
4490298.jpg
© EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, αν και θεωρήθηκε από πολλούς ανίερη, μόνο τέτοια δεν ήταν. Και θεωρήθηκε ανίερη από αναλυτές που ακόμα πιστεύουν ότι η άκρα αριστερά της ποιότητας ΣΥΡΙΖΑ είναι ορκισμένος εχθρός της άκρας δεξιάς επιπέδου ΑΝΕΛ. Το γεγονός ότι η κυβερνητική συμμαχία δεν συνάντησε την παραμικρή δυσφορία τόσο στους κόλπους όσο και στα ευρύτερα ακροατήρια των δύο κομμάτων είναι το πιο ισχυρό αποδεικτικό στοιχείο της  βαθιάς συγγένειας. Απλά δεν είχε τύχει να συναντηθούν στο παρελθόν. Ακόμα και τα πολύ αριστερά στελέχη που εγκατέλειψαν το ΣΥΡΙΖΑ μετά το δημοψήφισμα δεν έθεσαν ποτέ το θέμα της «ανάρμοστης» σχέσης. Ίσως γιατί αυτά αισθάνονταν ακόμα πιο κοντά με την ακροδεξιά. Σήμερα, ακόμα και οι κυβερνητικοί παράγοντες που έχουν ως ορίζοντα τον κομμουνισμό δεν αισθάνονται ότι η παρουσία των βουλευτών και υπουργών των ΑΝΕΛ εμποδίζει κάτι από το ευρύ οπτικό τους πεδίο.

Η κίνηση της ηγεσίας Τσίπρα να επιλέξει τον Π. Καμμένο και τους ΑΝΕΛ ως συγκυβερνήτες απεδείχθη πράγματι ευφυής για τρεις τουλάχιστον λόγους. Πρώτον, ήταν και παραμένει αποδεκτή από τον κόσμο της συριζαϊκής και όχι μόνο αριστεράς. Δεύτερον, άντεξε μέσα στο χρόνο, παρόλο το διαφορετικό φαινότυπο των δύο κομμάτων, και επέτρεψε στο ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει απρόσκοπτα την κυβερνητική πολιτική του. Τρίτον, έδωσε στη λαϊκιστική αριστερά το διαβατήριο για να διεισδύσει στον κόσμο της ομόλογής της άκρας δεξιάς, να γίνει αποδεκτή και να την προσεταιριστεί καταλλήλως. Όπου οι σύμμαχοι δεν μπορούσαν να υπερβούν τα εσκαμμένα, υπήρχε η πρόθυμη δημοκρατική αντιπολίτευση για να καλύψει το κενό.  

Για τους ΑΝΕΛ βέβαια τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να πραγματοποιήσει το πολυπόθητο Grexit απογοήτευσε αρχικά ένα μέρος των οπαδών τους. Η αθέτηση των υποσχέσεων για επιστροφή στη δανεική ευημερία έδιωξε κάποιους άλλους. Η δικαιωματική πολιτική σε ζητήματα κυρίως ομοφυλοφίλων φυσικά τους εξόργισε και τέλος ήρθε και η συμφωνία επί του μακεδονικού για να τους αποτελειώσει. Το τελευταίο δεν το άντεξαν ούτε τα στελέχη τους που τώρα εγκαταλείπουν το κόμμα. Ωστόσο και πάλι δεν ακούγονται φωνές που να καταγγέλλουν την «ανίερη» σχέση με την αριστερά. Θεωρείται πια φυσιολογική. Τόσο που ίσως επιτρέψει στα δύο κόμματα να κατέβουν μαζί στις επόμενες εκλογές.

Σήμερα, παρόλα τα αντιφατικά που ακούγονται και συμβαίνουν γύρω από τη στάση των ΑΝΕΛ στη «μακεδονική συμφωνία», η φιέστα του Ζαππείου έδειξε και στον πιο κακόπιστο ότι τίποτα ταπεινό και πρόσκαιρο δεν μπορεί να απομακρύνει τους δύο κυβερνητικούς συνεταίρους. Έχουν πολλά να κάνουν μαζί, όπως τον διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος, τη συνταγματική αναθεώρηση ή να εξιχνιάσουν ένα νέο σκάνδαλο. Σε κάθε περίπτωση ακόμα κι όταν χωρίσουν, αν χωρίσουν, δεν θα συγκρουστούν, δεν θα ξεκατινιαστούν, δεν θα τραυματίσουν την ιδεολογική και πολιτική εγκατάσταση που συναρμολόγησαν επιμελώς μέσα στα σωθικά της ελληνικής κοινωνίας. Γιατί αυτό είναι η ιστορική παρακαταθήκη τους.

Η εύκολη ανάγνωση της ανίερης σχέσης οδηγεί αναπόδραστα στον κυβερνητισμό. Συμμάχησαν για να συμμετάσχουν στη νομή της εξουσίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επέλεξε ως εταίρο τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, μιας και ήταν πολύ ΠΑΣΟΚ για να λανσαριστεί ως νέο και άφθαρτο. Δεν επέλεξε ούτε το ΠΟΤΑΜΙ μιας και τότε ήταν πολύ φιλελεύθερο και φυσικά ύποπτο μιας δήθεν σκοτεινής μιντιακής διαπλοκής. Κάποιος που διαβάζει πίσω από τις γραμμές θα έλεγε ότι ο Τσίπρας δεν ήθελε εταίρους που θα είχαν ισχυρή άποψη επί των μεταρρυθμίσεων και της εφαρμογής του μνημονίου. Μπορεί να ισχύουν όλα αλλά μια τέτοια συμφωνία μεταξύ αντίθετων άκρων δεν έχει ελατήρια μόνο στο πεδίο της τρέχουσας πολιτικής. Πίσω της υπάρχει η υφέρπουσα ιδεολογική συγγένεια.

Την είπαν λαϊκισμό δεξιό ή αριστερό που συναντήθηκαν στην πλατεία των Αγανακτισμένων, αγαπήθηκαν και παντρεύτηκαν έστω και αν ήταν από παραδοσιακά αντίπαλες οικογένειες. Κι όμως είναι κάτι πιο βαθύ αυτό που ενώνει τα δύο άκρα. Είναι η απέχθεια προς τη φιλελεύθερη κοινωνία και τους ανοιχτούς δημοκρατικούς θεσμούς. Είναι η λατρεία του αυταρχισμού και του υπόρρητου φόβου, το μοντέλο της «δημοκρατορίας» που έχουν στο μυαλό τους και διστάζουν ακόμα να το διατυπώσουν. Η αγάπη για την «καλή βία» που δικαιώνει αυτόν που την ασκεί, αρκεί βέβαια να ανήκει στη δική τους ιδεολογική σφαίρα. Είναι η βαθιά αποστροφή τους προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο, η διαχειριστική και ωφελιμιστική αντίληψη που έχουν για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους θεσμούς της, η εργαλειακή χρήση του δικαιωματισμού ή του πατριωτισμού.

Ενόχλησε ποτέ τους δεξιούς ΑΝΕΛ η ανοχή που δείχνει η κυβέρνηση στην αριστερή βία; Ενόχλησε ποτέ τον ΣΥΡΙΖΑ η ομοφοβική ή θρησκοληπτική στάση τινών εκ των ΑΝΕΛ; Και όταν αναφέρομαι στα κόμματα δεν υπονοώ μόνο τις ηγεσίες ή τα στελέχη, αλλά κυρίως τους ψηφοφόρους και τους οπαδούς. Γιατί οι δήθεν ιδεολογικές διαφορές είναι αφόρητα υποκριτικές. Υποκριτικός ο ακραιφνής πατριωτισμός των δε, υποκριτική και η αριστερή φιλεσπλαχνία των δε. Η αύξηση των αντικειμενικών αξιών στις λαϊκές περιοχές είναι έργο της αριστεράς. Είτε είναι του σαλονιού είτε του αλωνιού, η αδιαφορία για τους φτωχούς είναι αναλλοίωτη. 

Η ιερή συνεργασία έδωσε δυνατότητα και στους δύο όχι απλά να λειάνουν τις γωνίες τους αλλά να ελαστικοποιήσουν τη ραχοκοκαλιά τους, να ρευστοποιηθούν ώστε να προσαρμόζονται παντού, να γίνουν υδαρείς όπως εύστοχα σημείωσε ο Β. Βενιζέλος. Να μπορούν να εμφανίζονται ταυτόχρονα με διαφορετικά προσωπεία από ολόκληρη την γκάμα της πολιτικής ώστε να ελίσσονται ανάμεσα από τα προβλήματα χωρίς να επιλύουν κανένα. Να θέτουν όμως καινούργια με στόχο να φέρνουν σε δύσκολη θέση τους αντιπάλους τους. Κυνισμός με επικάλυψη αριστερού μηδενισμού ή δεξιάς πατριδοκαπηλίας. 

Η ρευστότητα των δύο άκρων εξαπατά, μπερδεύει αλλά και διεγείρει και κάποιους λίγους αριστερούς του κέντρου. Η κάψα τους να κυβερνήσουν και αυτοί κάποτε ως αριστερά και να ξεθάψουν από μέσα τους τη μούμια του σοσιαλισμού που ονειρεύονταν στη νεότητα, τους κάνει να φαντασιώνονται ρήξη μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ και άρα επικαιροποίηση του δικού τους ρόλου. Γι’ αυτό αν κάτι χρεώνουν στο ΣΥΡΙΖΑ είναι οι ΑΝΕΛ, ούτε καν η συνεργασία μαζί του. Το γνωστό σύνδρομο του εξαπατημένου συντρόφου. Φταίνε οι κακοί που υπάρχουν και όχι αυτός που τους επέλεξε για συνεταίρους.

Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μια ρήξη τακτικής. Η αγαστή όμως συνεργασία στα πλαίσια της διακυβέρνησης έχει ήδη αφήσει το αποτύπωμα, έχει μεταφέρει πολιτική τεχνογνωσία, έχει μεταλλάξει τους εμπλεκόμενους και έχει επηρεάσει τις ευρύτερες περιοχές τους. Η αριστερά ποτέ δεν θα είναι ίδια μετά την ιερή συνεργασία αλλά ούτε και η δεξιά. Έχουν πράγματα να κάνουν μαζί και στο μέλλον. Ο εχθρός είναι κοινός και λέγεται φιλελευθερισμός. Τα πολιτικά σχήματα έρχονται και παρέρχονται, οι ιδεολογίες πάλι είναι πιο ανθεκτικές. Γιατί μεταφέρονται στο εθνικό φαντασιακό και μπολιάζουν την κοινωνία.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ